Το θέμα των μαρμάρων του Παρθενώνα, που τόσο βίαια και ασεβώς εκλάπησαν από τον λόρδο Έλγιν,απασχολεί ανά διαστήματα την επικαιρότητα στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες. Αυτή η διεκδίκηση έχει κοινοποιηθεί μέσα στα έτη σε όλο τον πλανήτη από τεράστιες προσωπικότητες, όπως η Μελίνα Μερκούρη, σε βαθμό που θεωρείται το πρώτο παράδειγμα που χρησιμοποιούν οι αρχαιολόγοι-υποστηρικτές του επαναπατρισμού των πολιτιστικών αγαθών, αλλά επίσης και η ελληνική διπλωματία έχει καταβάλλει τεράστια προσπάθεια με συνεχή διαβήματα και αιτήματα σε διεθνείς οργανισμούς και τη Μεγάλη Βρετανία.
Αυτές τις μέρες που πρώτο θέμα ήταν το Μακεδονικό, ένα θέμα πέρασε στα ψιλά των μεγάλων μέσων μαζικής ενημέρωσης της χώρας. Πιο συγκεκριμένα ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου Χάρτβιχ Φίσερ σε συνέντευξή του απέρριψε κάθε πιθανότητα επιστροφής των μαρμάρων και αμφισβήτησε επίσημα το επιχείρημα περί ύπαρξης δικαιώματος ιδιοκτησίας τους από το ελληνικό κράτος. Αυτή η συνέντευξη δίνει εύκολα την εντύπωση ότι οι προσδοκίες όλων των ελλήνων που επιθυμούν την επιστροφή αυτού του μέρους της κληρονομιάς τους δε θα εκπληρωθούν σύντομα. Είναι όμως αυτή η πραγματικότητα ή η συνέντευξη μας παραπλανά και μας αποπροσανατολίζει από το γεγονός ότι οι συνθήκες ευόδωσης ενός αιτήματος επιστροφής είναι πιο ώριμες από ποτέ;
Η συνέντευξη λοιπόν αυτή δεν είναι τυχαία ούτε ως προς τη χρονική στιγμή που παραχωρείται αλλά ούτε και ως προς την πρωτοφανή ωμότητά της και συνδέεται με δύο άλλα πρόσφατα διεθνή γεγονότα.
Το πρώτο γεγονός αφορά την υπόσχεση του Προέδρου Μακρόν για επιστροφή εκατοντάδων αντικειμένων που είχαν κλαπεί κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας από αφρικανικά κράτη και βρίσκονται διαμοιρασμένα σε μουσεία ανά την γαλλική επικράτεια. Η υπόσχεση όμως αυτή , συνοδευόταν και από μια παραίνεση προς όλες τις πρωήν αποικιοκρατικές δυνάμεις να ακολουθήσουν το παράδειγμά του.Μάλιστα τον Νοέμβριο του 2018 σε μια κίνηση υψηλού συμβολισμού ανακοίνωσε την επιστροφή 26 αγαλμάτων στο Μπενίν, μια χώρα που καταστράφηκε από τους Βρετανούς και ζητά επισταμένως την επιστροφή κλεμμένων έργων και από το Βρετανικό Μουσείο. Ουσιαστικά με αυτή την κίνηση η Γαλλία στηρίζει αυτό το μικρό αφρικανικό κράτος και δείχνει το δρόμο στη Μεγάλη Βρετανία.
Το δεύτερο γεγονός συνετελέσθη στις 13 Δεκεμβρίου 2018 όταν η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε. εξέδωσε ένα ψήφισμα ανυπέρβλητης σημασίας με τον τίτλο «επιστροφή ή απόδοση πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσης». Σύμφωνα με αυτό το ψήφισμα τα κράτη μέλη του Οργανισμού οφείλουν να καταπολεμήσουν την παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών αλλά και να επιστρέφουν αυτά τα αγαθά στις χώρες προέλευσής τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ψήφισμα εκδόθηκε και με πρωτοβουλία της Ελλάδας ενώ βρίσκει ακριβή εφαρμογή στα μάρμαρα του Παρθενώνα.
Τα δύο προαναφερθέντα γεγονότα δεν είναι τυχαία.Εντάσσονται σε μια γενικότερη εξέλιξη της αντίληψης του πολιτιστικού εθνικισμού (από τις λίγες περιπτώσεις που ο εθνικισμός έχει θετική χροιά) σύμφωνα με την οποία τα πολιτιστικά αγαθά ανήκουν πάντα στο κράτος προέλευσής τους και κάθε διατήρησή τους από άλλο κράτος χωρίς τη συγκατάθεση του πρώτου είναι παράνομη. Αυτή η αντίληψη κυριαρχεί στον επιστημονικό κόσμο έναντι του πολιτιστικού διεθνισμού από τη δεκαετία του 70′αλλά έφτασε η ώρα να εφαρμοστεί επί του πρακτέου σε ευρεία κλίμακα.
Η Μεγάλη Βρετανία σίγουρα δεν μπορεί να υποχρεωθεί ώστε να επιστρέψει τα μάρμαρα που συνηθίζουμε λανθασμένα να αποκαλούμε ελγίνεια αλλά οι συνθήκες είναι πιο ώριμες από ποτέ. Η Ελλάδα οφείλει να συνεργαστεί με άλλα κράτη που διεκδικούν και αυτά πολιτιστικά αγαθά, να πιέσει προς όλες τις κατευθύνσεις σε κυβερνητικό και διπλωματικό επίπεδο αλλά και μέσω διαφημιστικών σποτ, εκθέσεων, διοργάνωση ακτιβιστικών δράσεων κ.α. που θα διεθνοποιήσουν και πάλι το θέμα. Οφείλει να διαφημίσει την καλή βούληση που επιδεικνύουν άλλα κράτη όπως η Γαλλία αλλά και να συνεχίσει η ίδια να επιστρέφει πολιτιστικά αγαθά σε γειτονικά κράτη όπως κάνει μέχρι τώρα (π.χ. με την επιστροφή δύο κλεμμένων αγαλμάτων της Αρτέμιδας και του Απόλλωνα στην Αλβανία το 2008 καθώς και την επιστροφή ψηφιδωτών του 13ου αιώνα στην Ιταλία το 2009).
Το Βρετανικό Μουσείο βρίσκεται στην πιο αδύναμη θέση μετά από τις συνεχείς πιέσεις που δέχεται από τη διεθνή κοινότητα και αυτό φαίνεται στη συνέντευξη του διευθυντή του. Σε αυτή καταδεικνύεται η αμηχανία που εκφράζεται μέσω της αυστηρότητας αλλά και της προσπάθειας υποβάθμισης της αξίας των μαρμάρων μέσω του ισχυρισμού ότι είναι απλά ένα κομμάτι πολλών άλλων διεθνών εκθεμάτων και όχι κεντρικά εκθέματα του Μουσείου.
Ο επαναπατρισμός λοιπόν περνά μέσα από την έδρα του Ο.Η.Ε., το Μπενίν και τη Γαλλία αλλά δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι δεν είναι μόνο αυτά τα μνημεία που μας συνδέουν με το παρελθόν μας. Υπάρχουν χιλιάδες άλλα εξίσου σημαντικά και διασκορπισμένα ανά τον πλανήτη. Ας ανοίξει κάποια στιγμή η συζήτηση και για την Αφροδίτη της Μήλου ή τη Νίκη της Σαμοθράκης και ας διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας πάνω στα αντικείμενα του πολιτισμού μας συντεταγμένα και με ομοψυχία.