Καθώς στην εποχή μας οι περισσότεροι έχουμε αποξενωθεί από ζώα και στάβλους, μας είναι σχεδόν αδύνατο να συνειδητοποιήσουμε πώς είναι να ζης μέσα στη μυρωδιά τους. Πολύ περισσότερο, μας φαίνεται αδιανόητο να γεννηθεί ένα παιδί μέσα σε στάβλο.
Μην ανησυχείτε. Η αδηφάγα εμπορικοποίηση των πάντων έχει φροντίσει για την ‘αποστείρωση’ αυτού του κοσμοϊστορικού γεγονότος. Η εικόνα ενός βρέφους, μιας γυναίκας, και ενός άνδρα, ανάμεσα σε βόδια και γαϊδουράκια, έχει μεταβληθεί σε εξιδανικευμένο αρχέτυπο, σε ειδυλλιακὀ διάκοσμο, σε αυτοματοποιημένο στερεότυπο της γιορτής. Τα παιδάκια τραγουδούν ή απαγγέλλουν αντίστοιχα ποιήματα, σαν η σκηνή που περιγράφουν να ήταν η πιο φυσική εικόνα του κόσμου. Τόσο η άβυσσος της θεϊκής αγάπης όσο και οι αφιλόξενες καρδιές των ανθρώπων απέναντι σε μια ετοιμόγεννη, έχουν ενταχθεί σε ντεκόρ που θα ενισχύει την αγοραστική διάθεση. Το μυστήριο, ξεδοντιασμένο πια, πουλιέται και πουλάει.
Για τη θεολογική σημασία των Χριστουγέννων έχουν γραφτεί σπουδαίες σελίδες, άγνωστες συνήθως στο ευρύ κοινό. Πρόκειται για έναν παράλληλο κόσμο, τον οποίο, εκτός από εκείνους για τους οποίους η γιορτή αποτελεί μια ευκαιρία να κοιμηθούν παραπάνω, αγνοούν ακόμη και κάποιοι που θα ξυπνήσουν πριν ξημερώσει για να πάνε στη χριστουγεννιάτικη λειτουργία. Όσοι θα ήθελαν να εντρυφήσουν κάπως στο νόημα των ημερών θα μπορούσαν να το αναζητήσουν σε τρία μικρά αλλά ζουμερά βιβλία: Ο ευάλωτος Θεός (Εν πλω), Χριστουγεννιάτικη θλίψη (Αρμός), Χριστουγεννιάτικο αντιπαραμύθι (Μαΐστρος).
Αλλά στο σημείωμα αυτό θα με απασχολήσει ο υπαρξιακός χαρακτήρας της γιορτής. Μήπως και εμείς δεν έχουμε κλείσει την πόρτα της καρδιάς μας προς άλλους σε στιγμές που εξαντλημένοι γύρευαν απάγκιο; Μήπως, σε ώρες ειλικρίνειας, δεν έχουμε αισθανθεί να αναδίδει άσχημη μυρωδιά η ψυχή μας; Και αντίστροφα: Μήπως κι εμείς δεν έχουμε υπάρξει θύματα άλλων, που μας κακοποίησαν ή μας παραμέλησαν, άλλοτε εξ αμελείας και άλλοτε εκ προθέσεως;
Με ρωτούν κατά καιρούς αρκετοί «πώς γνωρίζουμε ότι αληθινή πίστη είναι η δική μας και όχι οι άλλες;». Τους απαντώ, βέβαια, ότι δεν υπάρχει αντικειμενική απόδειξη, αφού τότε δεν θα επρόκειτο για πίστη αλλά για επιστήμη ή ιδεολογία. Η βεβαιότητα είναι ψυχική, βιωματική. Δεν αποφεύγω, όμως, τον πειρασμό να τους υπενθυμίζω ότι μόνο στον Χριστιανισμό ο Θεός ήλθε από την πλευρά του ανθρώπου. Έλαβε ανθρώπινη φύση, ταλαιπωρήθηκε μαζί μας, μπήκε σε μπελάδες για χατήρι μας, μισήθηκε, πέθανε μέσα σε φρικτούς πόνους και εγκατάλειψη. Έκανε τις καταστάσεις μας και τα συναισθήματά μας δικό Του τόπο, έτσι ώστε να γίνει στη συνέχεια και ο δικός Του τόπος δικός μας.
Η παμφάγα συνήθεια μάς έχει στερήσει την ονειροπόληση: Άραγε, τι σημαίνει ένας Θεός να γίνεται βρέφος; Να θηλάζει; Να είναι εξαρτώμενος από τη μητέρα Του; Να υπακούει; Να έχει ανάγκη από φαγητό και νερό;
Ο Θεός μας έχει πολλή υπομονή, ξέρει να περιμένει. Μεγαλώνει μαζί μας, μέχρι να γίνουμε κι εμείς πνευματικά ενήλικοι.
Τον Θεό μας δεν Τον ενοχλούν οι άσχημες μυρωδιές των πράξεών μας. Μπαίνει στην καρδιά μας και την μετατρέπει σε αρωματοπωλείο.
Τον Θεό μας δεν Τον ενδιαφέρει αν φαίνεται αδύναμος, επειδή είναι Αυτός που άλλαξε την έννοια της δύναμης. Τώρα δυνατός είναι όποιος αγαπά.
Παραφράζοντας τον Ελύτη, ο χρόνος είναι και ‘γλύπτης των γεγονότων παράφορος’. Τα Χριστούγεννα είναι μια ευκαιρία το πρωταρχικό παρθένο Γεγονός να σμιλέψει σε άλλο, ομορφότερο, σχήμα την καρδιά μας.