Το βασικό που ξέρουν οι περισσότεροι για την Πομπηία είναι ότι πρόκειται για μια αρχαία πόλη που καταστράφηκε ολοσχερώς από την έκρηξη του ηφαιστείου του Βεζούβιου.
Τι γνωρίζουμε όμως πραγματικά για την Πομπηία, ο αρχαιολογικός χώρος της οποίας έχει έκταση 66 εκτάρια, από τα οποία έχουν ανασκαφτεί τα 44; Είναι άραγε ελληνική αποικία, όπως έχει υποστηριχθεί από πολλούς στους παρελθόν;
«Η καταγωγή της Πομπηίας είναι μια μακρά συζήτηση που έχει ξεκινήσει από τον 19ο αιώνα. Υπάρχουν μελετητές που λένε ότι ήταν ιταλική πόλη, άλλοι ότι ήταν ελληνική και κάποιοι ετρουσκική. Κατά τις έρευνες του τελευταίου χρόνου βρέθηκαν εκπληκτικά δεδομένα για την ίδρυσή της και τώρα πια η γνώμη μου είναι ότι η Πομπηία ήταν ετρουσκική πόλη. Είναι πολύ σημαντικό, πάντως, ότι η Πομπηία του 7ου και 6ου αι. πΧ ήταν μια ανοικτή κοινότητα και πως οι άνθρωποι που την ίδρυσαν είχαν πολύ ισχυρούς πολιτιστικούς δεσμούς με την Ελλάδα. Έχουμε στιλιστικά ίχνη στην αρχιτεκτονική των κτιρίων που δείχνουν αυτή τη σχέση μεταξύ ετρουσκικών οικογενειών της Πομπηίας και Ελλήνων αρχιτεκτόνων και τεχνιτών που προέρχονταν από τις ελληνικές αποικίες της Ιταλίας», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Οσάνα.
Όσο για τις ανασκαφές της πόλης, ο ίδιος ανέφερε: «Η Πομπηία ανακαλύφθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα και από τότε ως σήμερα διεξάγονται ανασκαφές. Τον τελευταίο χρόνο ξεκινήσαμε νέες έρευνες, ενώ ταυτόχρονα διεξάγουμε το πρόγραμμα συντήρησης. Επίσης, για πρώτη φορά είμαστε σε θέση να έχουμε μια αξιόπιστη τεκμηρίωση των ανασκαφών της Πομπηίας, δηλαδή να γνωρίζουμε ακριβώς το σημείο που βρέθηκε κάθε αντικείμενο. Οι ανασκαφές του περασμένου αιώνα, τη δεκαετία του 1960 για παράδειγμα, δεν ήταν πολύ καλά τεκμηριωμένες. Τώρα η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική», διευκρίνισε.
Ο ίδιος, μάλιστα, εξηγεί τι τον έχει εντυπωσιάσει περισσότερο στις πρόσφατες έρευνες: «Ανασκάπτουμε δρόμους με σπίτια και από τις δυο πλευρές των δρόμων. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε βρει έπιπλα, αγγεία, τοιχογραφίες σε καταπληκτική κατάσταση διατήρησης. Βρίσκουμε όλα τα αντικείμενα στη θέση τους μέσα στα δωμάτια κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Γιατί, όπως σας είπα, από πολλά αντικείμενα τα οποία ανασκάφτηκαν ήδη από τον 19ο αιώνα και σήμερα βρίσκονται στο Μουσείο της Νάπολης απουσιάζει το αρχαιολογικό περιβάλλον, το context. Δεν γνωρίζουμε πού βρέθηκαν. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει αυτό το περιβάλλον και να το ”διαβάζουμε” σωστά, αν θέλουμε να καταλάβουμε την αρχαία κοινωνία. Είναι λοιπόν μια πρώτης τάξης ευκαιρία να έχουμε για πρώτη φορά αυτή την εκπληκτική τεκμηρίωση και την ανακατασκευή όλου του αρχαιολογικού context», κατέληξε.
(Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ)