Ένα από τα πιο σοβαρά πλεονεκτήματα της πολιτικής μας σκηνής είναι πως δεν αφήνει περιθώρια πλήξης. Τα αντανακλαστικά μας καλούνται διαρκώς σε εγρήγορση, καθώς τα μείζονος σημασίας ζητήματα μένουν πάντοτε ανοιχτά στον δημόσιο διάλογο. Και ορθώς.
Υπάρχει, όμως, και η άλλη όψη των πραγμάτων, η οποία στην περίπτωση μας τείνει να προσλάβει χαρακτηριστικά πάγιας κανονικότητας. Την περίπτωση αυτή «δύσκολα» θα μπορούσε να την προσεγγίσει κανείς με την πεποίθηση ότι συνιστά πλεονέκτημα. «Εν αρχή ην ο λόγος», τα ζητήματα όμως που εγείρονται είναι για ποιον ακριβώς «λόγο» μιλάμε και τι είδους χαρακτηριστικά αυτός διαθέτει στην δική μας πραγματικότητα;
Το συγκρουσιακό σύνδρομο των διχαστικών αντιπαραθέσεων έχει κάνει την εμφάνισή του εδώ και πολλά χρόνια στην χώρα, με αποτέλεσμα να αποτελεί αδιάρρηκτο τμήμα της πολιτικής μας ταυτότητας και ιδιοσυγκρασίας. Προς την συγκεκριμένη κατεύθυνση, δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως κάθε φορά που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε μια νέα εθνική και ουσιαστική πρόκληση, τα βλέμματα και οι πραγματικές εστιάσεις, σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, στρέφονται σε ζητήματα δευτερεύουσας σημασίας, με έναν τρόπο που έχει ως αφετηριακό βατήρα την έκπληξη για να καταλήξει εν τέλει στο βάθρο της θυμηδίας. Οι κυβερνητικές επιλογές είναι εκείνες που καθορίζουν την εκάστοτε πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, οι αντιπολιτευόμενες, ωστόσο, δυνάμεις έχουν τον ρόλο της διαμόρφωσης της υφής των εντυπώσεων γύρω από τα κάθε φορά κρίσιμα ζητήματα. Βέβαια, τόσο ο κυβερνητικός όσο και ο αντιπολιτευτικός διάλογος, ιδίως των τελευταίων ημερών, αποκαλύπτει πως, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, έχουμε να κάνουμε με πολιτικές φωνές άναρθρες, απεγνωσμένες, αντιφατικές, δίχως δημιουργικότητα, προβλέψιμες και αθεράπευτα φιλικές προς την συντήρηση του δόγματος «κριτική για την κριτική».
Η επιβεβαίωση του κανόνα βρίσκει έρεισμα φυσικά σε ποικίλα παραδείγματα καθ’ όλη την διάρκεια της πανδημίας. Η θετική εικόνα της χώρας στο πρώτο κύμα της πανδημίας ώθησε τότε αξιωματική και ελάσσονα αντιπολίτευση να ασκήσουν δριμύτατη κριτική για την ταχεία λειτουργία της τουριστικής βιομηχανίας, εντός μιας προσπάθειας οικονομικής ανάρρωσης της χώρας. Τα πράγματα, στην συνέχεια, δεν εξελίχθηκαν με απόλυτη ομαλότητα, με αποτέλεσμα το αφήγημα να στραφεί στην υπονόμευση της ανθρώπινης ζωής στον βωμό της οικονομικής ανάκαμψης. Λίγες ημέρες πριν, εξ αφορμής του Πολυτεχνείου, η σύμπνοια του πολιτικού σώματος για την δημιουργία κατάλληλων προϋποθέσεων, με απώτερο στόχο την τήρηση των μέτρων κατά της διασποράς του ιού, γρήγορα κατέληξε από αντιπολιτευόμενες δυνάμεις σε ένα κρεσέντο προκλητικών θέσεων, που αναμόχλευαν με περισσή αφέλεια ισχυρισμούς διαφορετικών ιστορικών συμπλεγμάτων. Τώρα, το μπαράζ παραθεριστικών κατοικιών και ακινήτων είναι η νέα μας επικαιρότητα. Σε μια άλλη εποχή, ίσως μια τέτοια συζήτηση άνοιγε τον δρόμο στους πάσης φύσεως αγανακτισμένους να υποστηρίξουν την κερδοφορία που μπορεί να έχει κανείς στην επαγγελματική ενασχόλησή του με τα κοινά. Σήμερα, ενόψει Χριστουγέννων με γεμάτες ΜΕΘ, είναι μια διαμάχη που θέτει το πολιτικό προσκήνιο και τους εκπροσώπους του εκτός πραγματικότητας.
Εν ολίγοις, διχαζόμαστε την λάθος στιγμή, με αποπροσανατολιστικά εμπρηστικό και επικίνδυνο τρόπο, για ζητήματα που δεν εγείρουν, αν επιθυμούμε να τα αντιμετωπίσουμε με μια σοβαρότητα, διχαστικές αντιπαραθέσεις, σε χρονικές συγκυρίες που καλούμαστε να δείξουμε την πιο ακέραιη και συνεπή εκδοχή του εαυτού μας. Πριν από λίγα χρόνια, θυμάμαι την αγαπητή μου καθηγήτρια να επισημαίνει διαρκώς πως, αν οι πολιτικές δυνάμεις επιθυμούν να αποτινάξουν τον άχαρο ρόλο τους, που παραδοσιακά κατέχουν στα δρώμενα της χώρας, οφείλουν εν πρώτοις να σταματήσουν την σύνταξη κακών εκθέσεων από περιεχόμενο, ιδέες και προοπτική. Τότε, δεν το καταλάβαινα και μου ξένιζε η διατύπωσή της. Με τον καιρό, άρχισα να ακραγγίζω την αλήθεια της: μιλούσε για τους παράλληλους μονολόγους.