Οσο κι αν έχει κυριαρχήσει η εκλογολογία στην επικαιρότητα, η τουρκική επιθετικότητα εξακολουθεί να είναι παρούσα και ο κίνδυνος ανάφλεξης υπαρκτός. Ήδη έχει αρχίσει να καθίσταται σαφές, εντός και εκτός συνόρων, ότι µία ενδεχόµενη σύρραξη µε την Τουρκία δεν θα περιοριστεί τοπικά, αλλά θα προκαλέσει γενικευµένη αντιπαράθεση µεταξύ των δύο χωρών.
Αυτή η πραγµατικότητα όφειλε να έχει ήδη διαλύσει διάφορους µύθους της Μεταπολίτευσης, οι οποίοι, στοχεύοντας στη δικαιολόγηση της αδράνειας, διαβεβαίωναν ότι δεν πρόκειται να γίνει πόλεµος ή, εάν γίνει, θα διαρκέσει λίγες ώρες ή µέρες, µέχρι να παρέµβει ο παντοδύναµος «διεθνής παράγων» για να τον σταµατήσει. Η κυκλοφορία και η δηµοφιλία αυτής της καθυσηχαστικής µυθολογίας εντασσόταν στη γενικότερη πολιτική του κατευνασµού. Μιας και όλες οι προηγούµενες κρίσεις µε την Τουρκία δεν οδήγησαν στη διάλυση αυτών των µύθων, ελπίζουµε να συµβεί αυτό σήµερα, µε τον πόλεµο στην Ουκρανία.
Στην Ουκρανία βλέπουµε καθαρά το πρόσωπο του σύγχρονου πολέµου, ο οποίος, προς έκπληξη πολλών, δεν έχει αλλάξει και πολύ: Ο πόλεµος διαρκεί πολύ, προκαλεί τεράστιες καταστροφές και απαιτεί την κινητοποίηση όλης της κοινωνίας. Δεν διεξάγεται από µακριά, «µε κουµπιά», αλλά εκ του σύνεγγυς, µε αιµατηρές µάχες, χαρακώµατα και πυροβόλα να ισοπεδώνουν ολόκληρες πόλεις. Κανένα υπερόπλο δεν επέτρεψε στους Ρώσους ή τους Ουκρανούς φαντάρους να αποσυρθούν από το πεδίο της µάχης και η εκπαίδευσή τους, σε συνδυασµό µε το ηθικό τους, αποτελούν το καλύτερο εφόδιο για να επιβιώσουν και να κερδίσουν. Κανένα τηλεφώνηµα δεν σταµάτησε τον πόλεµο εν τη γενέσει του.
Η προετοιµασία µίας χώρας για ένα τέτοιο ενδεχόµενο οφείλει να έχει δύο σκέλη: Από τη µία την προετοιµασία του στρατεύµατος και από την άλλη την προετοιµασία της κοινωνίας.
Στο πρώτο σκέλος, βλέπουµε εδώ και δύο χρόνια µία εκτεταµένη προσπάθεια επανεξοπλισµού. Όχι µόνον για τα «µεγάλα» εξοπλιστικά (Ραφάλ, φρεγάτες), αλλά και για τα πολλά µικρότερα. Υπογράφονται διαρκώς νέες συµβάσεις για συντηρήσεις, ανταλλακτικά, αναβαθµίσεις του υπάρχοντος υλικού. Δυστυχώς, οι εξοπλισµοί του παρελθόντος ήταν πάντοτε φειδωλοί σε ανταλλακτικά και πυροµαχικά -ένδειξη ότι το αφήγηµα του «πολέµου που θα κρατήσει λίγα εικοσιτετράωρα» ήταν κυρίαρχο. Πιστεύουµε ότι η δραστήρια «αµυντική διπλωµατία» θα βοηθήσει αρκετά. Έτσι, π.χ., αναµένονται µεγάλες ποσότητες ανταλλακτικών για τα επιθετικά ελικόπτερα Απάτσι, από τα αποθέµατα των Ηνωµένων Αραβικών Εµιράτων.
Το δεύτερο σκέλος της προετοιµασίας, όµως, φαίνεται να είναι πιο δύσκολο. Απ’ ό,τι φαίνεται, οι «φθηνές» αλλαγές στο στράτευµα, όπως η αύξηση της θητείας, ο ατοµικός εξοπλισµός του οπλίτη και η εκπαίδευσή του αποδεικνύονται πολύ πιο δύσκολες παρ’ ότι κοστίζουν λιγότερο. Και αυτό διότι απαιτούν βαθιές ιδεολογικές και κοινωνικές τοµές, απαιτούν την αλλαγή πλεύσης ολόκληρου του πολιτικού κόσµου και της κοινωνίας.
Στο έργο αυτό, δυστυχώς, τα περισσότερα κόµµατα όχι µόνον δεν βοηθούν, αλλά τορπιλίζουν ανοιχτά κάθε σχετική απόπειρα. Η αξιωµατική αντιπολίτευση, που καταψήφιζε τους εξοπλισµούς και τις αµυντικές συµφωνίες, και αναρωτιόταν «πόσες ΜΕΘ δηµιουργούµε µε ένα ραφάλ», πρωτοστατεί στην... αυτοϋπονόµευση, αναπαράγοντας άκριτα κάθε απίθανη θεωρία συνωµοσίας, όπως αυτή που θέλει την κυβέρνηση να... αποστρατιωτικοποιεί τα νησιά, µέσω της ανταλλαγής των παρωχηµένων και πλέον επικίνδυνων τεθωρακισµένων BMP-1 µε τα σαφώς πιο ικανά και χρήσιµα Μάρντερ.
Όλως τυχαίως, οι απόπειρες υπονόµευσης του ηθικού της κοινωνίας αυξάνονται, ανάλογα µε τον βαθµό αφοσίωσης ενός κόµµατος ή ΜΜΕ στον ρωσικό παράγοντα. Πρόσφατα, π.χ., ο κ. Βελόπουλος έφτασε να ισχυριστεί ότι η ελληνική Πολεµική Αεροπορία είναι ανυπεράσπιστη απέναντι στην Τουρκία: «Και 100 Ραφάλ να είχαµε», δήλωσε, «τα τουρκικά µη επανδρωµένα θα τύφλωναν τα ραντάρ τους». Και στις απόπειρες αυτές πρωτοστατούν συχνά πρόσωπα και µέσα του αποκαλούµενου «πατριωτικού χώρου».
Επίσης όλως τυχαίως, οι υπονοµευτικές αυτές απόπειρες προέρχονται συχνά από τους ίδιους κύκλους που πρωτοστάτησαν και στο αντιεµβολιαστικό κίνηµα. Τότε που διαδίδονταν διάφοροι απίθανοι µύθοι, όπως το ότι οι γιατροί στα νοσοκοµεία δολοφονούν τους ασθενείς τους ή το ότι οι δάσκαλοι στα σχολεία θα στέλνουν τα παιδιά µε κορωνοϊό σε κέντρα κράτησης. Όσο εξοργιστικές κι αν ήταν οι θεωρίες αυτές, είχαν εκτεταµένη διάδοση, υπέσκαπταν την εµπιστοσύνη της κοινωνίας και οδηγούσαν στην αποσταθεροποίηση της χώρας. Έπαιξαν και αυτά τον ρόλο τους στην κόπωση της κοινωνίας και τη σταδιακή αποδιοργάνωση της προσπάθειας αντιµετώπισής του.
Στο αποκαρδιωτικό αυτό σκηνικό –πρωτοφανές για χώρα που απειλείται– µπορούµε ευτυχώς να αντιτάξουµε το φρόνηµα πολλών συµπατριωτών µας, ιδίως των ακριτών του Έβρου και των νησιών, που δείχνουν να αντιλαµβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης και µένουν ανεπηρέαστοι από τη µιζέρια του «Κέντρου». Όσο τα επιτελεία εργάζονται για τη θωράκιση των Ενόπλων Δυνάµεων, είναι παράλληλα χρέος όλων µας να συµβάλουµε στη θωράκιση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι σε κάθε προσπάθεια υπονόµευσής του ηθικού της.