«Δεν ήθελα να σκοτώσω το μωρό, απλά φοβόμουν πάρα πολύ τι θα γινόταν αν το μάθαινε η οικογένεια μου» είπε στους αστυνομικούς η 19χρονη μάνα του νεογέννητου που βρέθηκε σε κάδο σκουπιδιών στην Πετρούπολη.
Τόσο η 19χρονη όσο και η συγκατηγορούμενη της πλέον για ανθρωποκτονία από πρόθεση, μητέρα της καλούνται να απολογηθούν την Πέμπτη έχοντας ήδη στις προανακριτικές ομολογίες τους αντιφάσεις ως προς τον ρόλο που αποδίδει η μία στην άλλη αφού γεννήθηκε το μωράκι, το πτώμα του οποίου βρέθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο στα σκουπίδια. Η νεαρή σύμφωνα με πληροφορίες, αρχικά στην προανακριτική της απολογία υποστήριξε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας πως γέννησε μόνη και πέταξε η ίδια το νεογνό στον κάδο, αναφέροντας μάλιστα πως αφού βρέθηκε το πτώμα, είχε πάει κάποια στιγμή και άφησε λουλούδια «εκεί που άφηναν οι υπόλοιποι για να μπορέσω να συγχωρεθώ κάπως για την πράξη μου». Ωστόσο λίγο αργότερα σε συμπληρωματική απολογία που έδωσε, υποστήριξε πως όταν γέννησε ήταν κοντά της η μητέρα της.
Σύμφωνα με όσα φέρεται να ισχυρίστηκε στην Ασφάλεια η 19χρονη, το μωράκι λίγα λεπτά μετά την γέννηση του εμφάνισε πρόβλημα βγάζοντας «περίεργους ήχους» και έχοντας αίμα στο στόμα και την μύτη του, ενώ «έδειχνε να μην αναπνέει». Τότε, σύμφωνα με όσα ισχυρίζεται η νεαρή, «η μητέρα μου, μου είπε πως τα παλιά χρόνια βάζανε λίγο χαρτάκι μέσα στο στόμα του παιδιού για να τραβήξει το αίμα» κάτι που έκανε. Στην συνέχεια, «έβγαλα το χαρτί από το στόμα, πήρα ένα κομμάτι από κορδόνι που βρήκα μέσα στο μπάνιο και το έδεσα στο λαιμό του μήπως ενοχληθεί και αντιδράσει... Μετά φώναξα τη μαμά μου να μου φέρει κι άλλο χαρτί και το έβαλα στο στόμα του. Αλλά πάλι δεν ανέπνεε και το άφησα όπως ήταν. Φώναξα στη μάνα μου πως το παιδί δεν ανέπνεε, δεν ζούσε και εκείνη έβαλε τα κλάματα και είπε ”τι θα κάνουμε τώρα;”. Εγώ της είπα να φέρει μια σακούλα για να βάλω μέσα το μωρό, μαζί με άλλα σκουπίδια και να το αφήσουμε κάπου έξω. Έμεινα στο δωμάτιο μου και ζήτησα από τη μαμά μου να πάει να αφήσει κάπου έξω τη σακούλα με το μωρό».
Η μητέρα της ωστόσο στην δική της προανακριτική ομολογία δεν δίνει την ίδια εκδοχή για όσα συνέβησαν αφού γεννήθηκε το μωράκι. Η γυναίκα αναφέρει πως την επίμαχη μέρα επειδή η κόρη της ήταν πολλή ώρα μέσα στο μπάνιο «μπήκα με το ζόρι και η Χ.. μου είπε ότι έκανε μαλακία. Της έριξα ένα χαστούκι για να μιλήσει γιατί δεν μου απαντούσε. Τότε μου έδωσε μια σακούλα και μου είπε να την πάρω να την πετάξω. Είδα μέσα το μωρό το οποίο ήταν τυλιγμένο με ένα σεντόνι. Μου φάνηκε πεθαμένο και είδα ότι μέσα στο στόμα του είχε χαρτιά. Τρελάθηκα δεν ήξερα τι να κάνω. Ρωτούσα συνέχεια γιατί έβαλε το μωρό μες στη σακούλα και γιατί έβαλε τα χαρτιά στο στόμα του. Της είπα δεν έπρεπε να κάνει αυτό το κακό, γιατί θα μπορούσαμε να το δίναμε κάπου.. Μετά ξαναείδα ότι δεν ζει το μωρό και αφού είχε πεθάνει και δεν μπορούσαμε να το δώσουμε κάπου, αναγκάστηκα να πάω να το πετάξω..».
Το πτώμα του βρέφους σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας βρέθηκε γυμνό και τυλιγμένο σε μία σακούλα, ενώ ο ομφάλιος λώρος δεν είχε αποκοπεί και ήταν τυλιγμένος γύρω από τον λαιμό του. Η ιατροδικαστική έκθεση αναφέρει ότι το νεογνό γεννήθηκε ζωντανό και ότι ο θάνατος προήλθε «συνεπεία περιτύλιξης της τραχηλικής χώρας δια του ομφάλιου λώρου και δια βρόγχου, καθώς και απόφραξης της στοματικής κοιλότητας δια τεμαχίου χάρτου».
Η νεαρή κατηγορουμένη φέρεται να υποστήριξε στους αστυνομικούς πως δεν κατάλαβε ότι είναι έγκυος, λόγω προβλημάτων θυρεοειδούς και περιττών κιλών και πως συνειδητοποίησε πως κυοφορεί όταν ήταν ήδη επτά μηνών