Ο Frank Abney Hastings (Φραγκίσκος Αμπνεϊ Άστιγξ) (1794-1828), ήταν Βρετανός στρατιωτικός και Φιλέλληνας, με μεγάλη δράση και συνεισφορά σε όλη τη διάρκεια του αγώνα της ανεξαρτησίας.
Γεννήθηκε το 1794 και ήταν δευτερότοκος γιος του Βαρόνου και στρατηγού του Βρετανικού πεζικού Charles Hastings, ενδεκάτου Κόμητος του Huntingdon (Francis Hastings, 10th Earl of Huntingdon) και της Parnell Abney. Και οι δύο του γονείς ήταν ευγενείς και ιδιαίτερα εύποροι οικονομικά, και ο γιός τους θα μπορούσε να έχει μία άνετη ζωή. Για να γίνει κατανοητή η καταγωγή του Frank Abney Hastings, επισημαίνουμε εδώ ότι η οικογένεια των Hastings είχε πολλά διακεκριμένα μέλη. Για παράδειγμα, ο Warren Hastings, ο πρώτος Γενικός Κυβερνήτης της Ινδίας, ήταν εξάδελφος του Frank. Ακόμη, ο σημαντικός στρατιωτικός πολιτικός, Francis Rawdon-Hastings, μετέπειτα κυβερνήτης της Ινδίας (από το 1813 έως το 1823), ήταν εξάδελφος του πατέρα του.
Ο πατέρας του Frank διαπίστωσε το ενδιαφέρον του γιού του στα ναυτικά θέματα, και τον κατηύθυνε να ενταχθεί από μικρός στο βασιλικό ναυτικό. Έτσι ο Frank Abney Hastings κατετάγη στο ναυτικό στην τρυφερή ηλικία των 9 περίπου ετών, κατά την οποία οι συνομήλικοί του ήταν υπό την εποπτεία της οικογένειάς τους ή νταντάδων. Ο μικρός Hastings απέκτησε γρήγορα σημαντική ναυτική εμπειρία, και μάλιστα από τη συμμετοχή του σε πολεμικές επιχειρήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ήταν 11 ετών, έλαβε μέρος ενεργά στην εμβληματική ναυμαχία του Τραφάλγκαρ και υπηρετούσε στο δίκροτο «Neptune» (Ποσειδών) που ανήκε στον στόλο του ναυάρχου Nelson. Στην ναυμαχία αυτή, η πρύμνη και ένα μεγάλο τμήμα του πλοίου ανατινάχθηκαν στον αέρα. Ο Hastings συμμετείχε ακόμη και στη μάχη της Νέας Ορλεάνης το 1815.
Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο Βρετανικό Ναυτικό γνώρισε όλες τις θάλασσες του κόσμου, είχε μία επιτυχή σταδιοδρομία επί δεκαπέντε συναπτά έτη, εξειδικεύθηκε στο πυροβολικό και έφθασε στον βαθμό πλοιάρχου.
Το 1807 ο Hastings μετατέθηκε στη φρεγάτα 42 κανονιών «Seahorse» (Ιππόκαμπος), με αποστολή την παρακολούθηση γαλλικών πλοίων μεταξύ της Τουλόν και των Ιονίων νήσων (τότε υπό Γαλλική κυριαρχία). Στη φάση αυτή της καριέρας του, ο Hastings γνώρισε καλά τις Ελληνικές θάλασσες, και μάλιστα συμμετείχε ήδη σε επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων (κάτι που δεν αναφέρεται στις περισσότερες βιογραφίες του). Στις 5 Ιουλίου 1808, το πλοίο του ήρθε αντιμέτωπο, μεταξύ Σκοπέλου και Αλοννήσου, με δύο τουρκικά πλοία, το «Badere-i-Zaffer» (με 52 κανόνια) και το «Alis Fezan» (με 26 κανόνια). Το πλοίο του Hastings ήταν σε μειονεκτική θέση. Όμως χάρη στην υποδειγματική πειθαρχεία του πληρώματος και την υψηλή κατάρτιση των Βρετανών ναυτικών, μετά από δύο ημέρες συγκρούσεων, το «Seahorse» κυρίευσε το «Badere-i-Zaffer», ενώ το «Alis Fezan» τράπηκε σε φυγή.
Ο Hastings προάγεται και μετατίθεται στην εμβληματική φρεγάτα 105 κανονιών, «Victory» (Νίκη). Γνωστή ως ναυαρχίδα του ναυάρχου Nelson στη ναυμαχία του Trafalgar. Στη συνέχεια υπηρέτησε σε πολλά άλλα πλοία, ανέλαβε πολεμικές και επιστημονικές αποστολές, και γνώρισε όλες τις θάλασσες της Βαλτικής, της Αμερικής, της Ασίας και της Κίνας.
Το 1819 είχε αναλάβει κυβερνήτης του υδρογραφικού πλοίου «Kangaroo», με το οποίο έφθασε στο λιμάνι της Τζαμάικα. Εκεί διαπληκτίσθηκε με τον ναύαρχο, ο οποίος τον κατηγόρησε για λανθασμένη διαδικασία αγκυροβολίου (τοποθέτησε την άγκυρά του σε σημείο που δυσκόλευε τις κινήσεις της ναυαρχίδας), και μάλιστα τον προσέβαλε (πιθανότατα άδικα) δημόσια σε όλο το πλήρωμα. Ο Hastings θίχθηκε ιδιαίτερα για τον δημόσιο χαρακτήρα της επίπληξης αυτής, και έφθασε στο σημείο να καλέσει τον ναύαρχο σε μονομαχία. Μάλιστα θεώρησε τη συμπεριφορά αυτή τόσο άδικη, που αρνήθηκε ακόμη και να καταθέσει στην Επιτροπή που ορίσθηκε για να διαλευκάνει την υπόθεση. Η πράξη του αυτή τον οδήγησε εκτός του αγγλικού βασιλικού ναυτικού.
Επέστρεψε στην Αγγλία, και μετά από λίγο αναχώρησε το 1820 για τη Γαλλία. Έμεινε ένα χρόνο σε φιλική του οικογένεια στην Caen και μετά μετέβη στο Παρίσι. Εκεί γνώρισε τον Έλληνα από τη Ρωσία, Νικόλαο Καλλέργη, ο οποίος έγινε και παρέμεινε στενός του φίλος μέχρι το τέλος της ζωής του. Στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με πολλούς φιλέλληνες και ανακάλυψε το έργο του Λόρδου Βύρωνος.
Τον ενθουσίασε ο αγώνας των Ελλήνων και άρχισε να τον στηρίζει ενεργά. Σύντομα αποφάσισε να ταξιδεύσει στην Ελλάδα και να καταταγεί ως εθελοντής στις δυνάμεις των Ελλήνων επαναστατών. Το ταξίδι αυτό το είχε προετοιμάσει πολύ καλά, με επίγνωση της αποστολής του. Για τον σκοπό αυτό προμηθεύθηκε και διάφορα όργανα χρήσιμα για το πυροβολικό, με στόχο να είναι όσο περισσότερο χρήσιμος μπορούσε στις ελληνικές δυνάμεις. Μαζί του είχε και μία πολύ μεγάλη βιβλιοθήκη με έργα των Edward Gibbon, Shakespeare, Walter Scott, κλπ.
Μετέβη στη Μασσαλία της Γαλλίας, και από εκεί αναχώρησε για την Ελλάδα με το Σουηδικό πλοίο «Trondjem», στις 3 Απριλίου 1822, μαζί με άλλους εθελοντές και τον Αμερικανό φιλέλληνα George Jarvis. Στα τέλη του Απριλίου του 1822 έφθασε στην Ύδρα.
Στην αρχή αντιμετωπίσθηκε με καχυποψία λόγω της αρνητικής στάσης που τηρούσε έναντι των Ελλήνων την περίοδο αυτή ο Βρετανός διοικητής των Επτανήσων, Thomas Maitland. Αντίθετα, ο Αμερικανός George Jarvis έγινε άμεσα δεκτός με τιμές, πράγμα που ενόχλησε τον Hastings. Μάλιστα αυτή η κατάσταση παραλίγο να οδηγήσει τους δύο μεγάλους φιλέλληνες σε μονομαχία. Ευτυχώς, τους χώρισε ο κοινός τους φίλος (άλλος ένας σημαντικός φιλέλληνας) John Hane.
Ο Hastings ήρθε σε επαφή με τον Μαυροκορδάτο και τον Τομπάζη και επέμεινε για τις αγνές του προθέσεις και την προσήλωσή του στον αγώνα των Ελλήνων. Μάλιστα στον Μαυροκορδάτο έστειλε την ακόλουθη επιστολή στα γαλλικά:
«Επειδή εύρον την Υψηλότητά σας χθες απησχολημένην ότε είχον την τιμή να παρουσιασθώ εις την καθέδρα Σας, απεφάσισα να λάβω το θάρρος να απευθυνθώ Υμήν εγγράφως. Θα σας ομιλήσω ελευθέρως πεπεισμένος ότι η ημετέρα Υψηλότης θα απαντήση κατά τον αυτόν τρόπον. Δεν θα σας απασχολήσω εξιστορών τα της καθόδου μου προς υπεράσπισιν των ’Ελληνικών δικαίων. Ήλθον απρόσκλητος και δεν έχω δικαίωμα να παραπονούμαι αν αι υπηρεσίες μου δεν γίνονται δεκταί. Λυπούμαι μόνον ότι δεν δύναμαι να προσθέσω το όνομά μου εις τους ελευθερωτάς της Ελλάδος. Δεν θα παύσω να εύχομαι υπέρ του θριάμβου της ελευθερίας και του πολιτισμού κατά της τυραννίας και της βαρβαρότητος …».
Η παρεξήγηση λύθηκε γρήγορα και αφού ενημερώθηκε για την πορεία του Αγώνα, ο Hastings παρουσίασε τις ιδέες και τις προτάσεις του για την οργάνωση πολεμικού ναυτικού. Ο Μαυροκορδάτος και ο Τομπάζης αναγνώρισαν στον Frank Abney Hastings, έναν ικανό στρατιωτικό με πολύτιμες ναυτικές γνώσεις, τις οποίες χρειαζόταν η Ελλάδα, και έναν άνθρωπο με βαθύτατα αισθήματα αγάπης για την Ελλάδα. Έτσι τον περιέβαλαν με την εμπιστοσύνη τους και τον αντιμετώπισαν με τον δέοντα σεβασμό. Συμφωνήθηκε να καταταγεί άμεσα στο Υδραίικο ναυτικό και στις 30 Απριλίου 1822, έλαβε διορισμό για να αναλάβει τη διοίκηση ενός σημαντικού πλοίου των αδελφών Τομπάζη, τον «Θεμιστοκλή» (πολεμική κορβέτα).
Ο Hastings συνεργάσθηκε με τον Τομπάζη και τον Σαχτούρη, έγινε αγαπητός στους Έλληνες ναυτικούς και διοικούσε με ευχέρεια τα πλοία και τα ελληνικά πληρώματα. Παράλληλα εργάσθηκε όμως με προσήλωση και για να εκπαιδεύσει το προσωπικό του πλοίου του, και να επιβάλει τις αρχές της πειθαρχίας που ήταν αναγκαίες για να επιτευχθεί υψηλή αποτελεσματικότητα. Μία από τις πρώτες του αποστολές ήταν η ναυτική εκστρατεία αντιποίνων εναντίον των Τούρκων για τη σφαγή στην Χίο.
Σε μία επιχείρηση ο «Θεμιστοκλής» είχε πλησιάσει πάρα πολύ τις τουρκοκρατούμενες ακτές, επιχειρώντας να αποβιβάσει ένα μέρος από το πλήρωμά του σε αποστολή στη βόρειο Λέσβο. Ο άνεμος έπαψε ξαφνικά να είναι ευνοϊκός και το πλοίο έγινε εύκολος στόχος των τουρκικών κανονιών που έβαλαν από την ξηρά. Τότε το υπόλοιπο πλήρωμα κρύφτηκε για να αποφύγει τα εχθρικά βλήματα καθώς φάνηκε ότι το πλοίο θα βυθιζόταν. Ο Hastings συνεργάσθηκε μόνος με τον κυβερνήτη, και με συντονισμένες παρεμβάσεις στα πανιά αξιοποιώντας στο έπακρο τον ελάχιστο άνεμο, πέτυχε την ασφαλή απομάκρυνση του πλοίου. Η πράξη αυτή, η τόλμη και η γενναιότητά του, τον κατέστησαν ήρωα ήδη από τις πρώτες ημέρες του στο ελληνικό ναυτικό.
Ο Hastings συμμετείχε με τον «Θεμιστοκλή» σε πολλές πολεμικές επιχειρήσεις. Εκτός από τον ηρωισμό του συνεισέφερε και με τις καινοτόμες προτάσεις του. Έτσι εγκατέστησε στο πλοίο διάφορα σύγχρονα όργανα μετρήσεως για βέλτιστη ναυσιπλοΐα και ακριβή σκόπευση. Υπέβαλε μάλιστα διαρκώς προοδευτικές προτάσεις και εισηγείτο διάφορες βελτιώσεις. Πολλές από αυτές, όπως μία σειρά από ειδικούς χειρισμούς στα πανιά, ή η χρήση μία ελαφριάς άγκυρας, έγιναν δεκτές. Άλλες, δεν είχαν τέτοια τύχη. Για παράδειγμα, οι Έλληνες δεν δεχόντουσαν να τοποθετήσουν βαριά κανόνια στα πλοία τους, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να προσβάλουν τα τουρκικά πλοία από μακριά. Έτσι η βασική στρατηγική για την προσβολή των εχθρικών στόχων ήταν η χρήση πυρπολικών, πράγμα που περιόριζε τις δυνατότητές τους. Ακόμη ο Hastings επέμενε να χρησιμοποιούνται καμίνια για να πυρακτώνονται τα βλήματα πριν χρησιμοποιηθούν. Και αυτήν την πρόταση δεν ήθελαν να εφαρμόσουν οι Έλληνες πλοιοκτήτες γιατί τη θεωρούσαν επικίνδυνη για τα πλοία τους.
Ο Hastings κατάλαβε ότι πολλές από τις προτάσεις του, τις απέρριπταν οι Έλληνες καπετάνιοι επειδή επρόκειτο για τα δικά τους ιδιόκτητα πλοία, που δεν ήθελαν να τα θέσουν σε κίνδυνο. Για τον λόγο αυτό δυσαρεστήθηκε με τον Μιαούλη και ζήτησε να μετατεθεί στην ξηρά. Εκεί έλαβε τον βαθμό του Συνταγματάρχη του πυροβολικού και του ανατέθηκε η διοίκηση του ελληνικού πυροβολικού. Αυτό στηριζόταν σε λίγα και σχεδόν άχρηστα κανόνια. Ο Hastings προσπάθησε να αξιοποιήσει τις γνώσεις του στην πυροβολική και να τα χρησιμοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών του κάστρου του Ναυπλίου από το Μπούρτζι που κατείχαν οι Έλληνες.
Στην πορεία ο Hastings οργάνωσε και εξόπλισε με δικά του έξοδα ένα σώμα 50 ανδρών και εντάχθηκε στις ελληνικές δυνάμεις που φρουρούσαν τις διόδους επικοινωνίας του Ναυπλίου με την Κόρινθο.
Τον Μάιο του 1823 η ελληνική διοίκηση διόρισε τον Hastings υπεύθυνο του πυροβολικού στην εκστρατεία της Κρήτης, με επικεφαλής τον Εμμανουήλ Τομπάζη, ο οποίος είχε διορισθεί διοικητής της Κρήτης. Οι Έλληνες αποβίβασαν ένα εκστρατευτικό σώμα 1200 ανδρών, το οποίο συνόδευε το πυροβολικό του Hastings. Μετά από πολιορκία κατέλαβαν το Καστέλι. Συγκέντρωσαν πλέον δύναμη 5500 ανδρών και βάδισαν προς τα Χανιά. Τον Οκτώβριο 1823 ο Hastings αρρώστησε βαριά με υψηλό πυρετό και αποχώρησε πριν από το τέλος του έτους. Οι επιχειρήσεις οδηγήθηκαν σε αποτυχία και ο Τομπάζης αποχώρησε από την Κρήτη τον Απρίλιο του 1824. Οι δυνάμεις των Ελλήνων επέστρεψαν στην Πελοπόννησο.
Παράλληλα με τη διαρκή παρουσία του σε πολεμικές συγκρούσεις, ο ακούραστος Frank Abney Hastings δεν έπαψε ποτέ να σχεδιάζει κινήσεις και πρωτοβουλίες για τη βελτίωση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του ελληνικού στόλου, τον εκσυγχρονισμό του, την αναβάθμιση του εξοπλισμού του και την προετοιμασία του για να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον τουρκο-αιγυπτιακό στόλο.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Frank Abney Hastings εισηγήθηκε τον εξοπλισμό του ελληνικού στόλου με ατμοκίνητα πολεμικά πλοία. Η πρότασή του αυτή είχε την ακόλουθη λογική. Οι Έλληνες διέθεταν λίγα και μικρά πλοία, με λίγα κανόνια μικρού βεληνεκούς, και βέβαια αρκετά πυρπολικά. Αντίθετα οι Τούρκοι διέθεταν περισσότερα και μεγαλύτερα πλοία, με πολύ περισσότερα κανόνια και μεγαλύτερου βεληνεκούς. Κάτω από συγκεκριμένες καιρικές συνθήκες οι ικανοί Έλληνες ναυτικοί (με ευέλικτους χειρισμούς και την συνδυασμένη απειλή των πυρπολικών) μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον τουρκικό στόλο. Για να αποκτήσουν όμως πλεονέκτημα, έπρεπε να έχουν στη διάθεσή τους γρήγορα πλοία, που να κινούνται και χωρίς πανιά, ακόμη και όταν ο αέρας ήταν ελαφρύς, να διαθέτουν ευθύβολα κανόνια και πυροβόλα μεγάλου βεληνεκούς και γερή θωράκιση που να αντέχει στις εχθρικές βολίδες.
Μετά την εκστρατεία στην Κρήτη, ο Hastings μελέτησε τις δυνατότητες του ναυτικού του Ιμπραήμ, και κατέληξε ότι οι Έλληνες είχαν πλέον απωλέσει το πλεονέκτημα που είχαν στην θάλασσα κατά την πρώτη φάση του απελευθερωτικού αγώνα. Τα πλοία τους πλέον δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν, ούτε καν να πλησιάσουν τα πολύ μεγαλύτερα τουρκικά, ενώ τα πυρπολικά είχαν προοδευτικά αχρηστευθεί.
Ο Hastings υπέβαλε πολλά υπομνήματά προς την Κυβέρνηση, σε ένα από αυτά αναφέρει:
«Η Ελλάς ουδέν αποτελεσματικόν δύναται κατά των Τούρκων, άνευ οριστικής κατά θάλασσαν υπεροχής, καθόσον είχε ανάγκη να εμποδίσει αυτούς να βοηθήσουν τα φρούριά των και να ανεφοδιάσουν τους στρατούς τους».
Όταν ήρθε ο Λόρδος Βύρων στην Ελλάδα, ο Hastings του έγραψε δύο φορές και του παρουσίασε τις απόψεις του. Στη συνέχεια πήγε να τον συναντήσει στο Μεσολόγγι. Ο Λόρδος Βύρων δεν αντιμετώπισε τις προτάσεις του ως αντικείμενο πρώτης προτεραιότητάς. Μάλιστα ο Hastings αναφέρει στις σημειώσεις του: «(I) got heartily laughed at for my pain (...) by Lord Byron and some other genius′s » («γέλασαν με τον πόνο μου … ο Λόρδος Βύρων και μερικές άλλες ιδιοφυΐες»).
Στο Μεσολόγγι γνώρισε τον Κόμη Gamba (φίλο του Βύρωνος και αδελφό της τελευταίας συντρόφου του), ο οποίος συνέβαλε στην πορεία στο εγχείρημα της κατασκευής του ατμοκίνητου πλοίου «Καρτερία». Επίσης γνώρισε τον συνταγματάρχη Stanhope, και έπεισε και αυτόν για τις ιδέες του. Ο Stanhope αναφέρει: «Ο πλοίαρχος Άστιγξ ανυπομονεί να αποκτήση εν ατμοκίνητον πλοίον προσφέρει εξ ιδίων του χιλίας λίρας στερλίνας εις τον Έρανον. Διατίνεται ότι μεθ’ ενός μόνον πλοίου φέροντος πυροβόλα των 32 και κάμινον προς πυράκτωση των βλημάτων δύναται να παραλύση τον αποκλεισμόν Χαλκίδος, Καρύστου, Ναυπάκτου, Πατρών». Και επιβεβαιώνει και αυτός «Εάν η Ελλάς είχε 3 ή 4 πολεμικά ατμοκίνητα δεν θα είχε πλέον να φοβηθεί άλλο ναυτικόν εκτός του Αγγλικού». Ένας άλλος σημαντικός φιλέλληνας που στήριξε τις προτάσεις του Hastings ήταν ο Βρετανός φιλέλληνας Edward Blaquiere.
Ο Frank Abney Hastings εισηγήθηκε την κατασκευή ατμοκίνητων πλοίων, με στόχο να επανακτήσουν οι ελληνικές δυνάμεις υπεροπλία και τον έλεγχο στην θάλασσα και πρότεινε να αναλάβει να επιμεληθεί ο ίδιος προσωπικά τον σχεδιασμό των πλοίων. Προκειμένου να αξιολογηθεί πλήρως η τόλμη και η διορατικότητά του, αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο αυτή μόνο το ναυτικό των ΗΠΑ διέθετε ένα ατμοκίνητο πολεμικό πλοίο, το οποίο όμως δεν είχε λάβει ποτέ μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Από την αλληλογραφία του με τον Μαυροκορδάτο και άλλους, προκύπτει ότι ο Hastings προέβαλε συστηματικά το σχέδιό του. Στην αρχή όλοι τον αποθάρρυναν εκτιμώντας ότι δεν υπήρχαν οικονομικοί πόροι για αυτήν την αγορά. Ακολούθησε όμως η τραγική πτώση του Μεσολογγίου, η οποία προκλήθηκε κυρίως από την επιτυχία των τουρκο-αιγυπτίων να επιβάλουν στην πόλη ναυτικό αποκλεισμό, και να της στερήσουν τη δυνατότητα να ανεφοδιάζεται με τρόφιμα και πολεμοφόδια. Τα ελληνικά πλοία δεν μπόρεσαν ποτέ να διασπάσουν τον αποκλεισμό αυτό. Η ελληνική διοίκηση, που είχε χάσει πλέον όλες τις πόλεις εκτός από το Ναύπλιο και τα νησιά, κατάλαβε ότι έπρεπε να ανακτήσει κυριαρχία στη θάλασσα και αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ένα τμήμα από το δεύτερο δάνειο της Ανεξαρτησίας, για τη ναυπήγηση ισχυρού στόλου.
Παράλληλα, ο Hastings και το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου ήρθαν σε επαφή με τον Thomas Cohrane, ο οποίος είχε συνδράμει με ιδιαίτερη επιτυχία απελευθερωτικά κινήματα στην Νότιο Αμερική, και αποτελούσε την εποχή αυτή ένα ζωντανό θρύλο. Τον έπεισαν να συμμετάσχει και αυτός στον αγώνα των Ελλήνων. Ο Hastings του παρουσίασε το σχέδιό του και ο Cohrane ζήτησε να κατασκευασθεί ένας στόλος με 6 ατμοκίνητα πλοία τύπου «Καρτερίας».
Για όλους αυτούς τους λόγους, η ελληνική διοίκηση δέχθηκε την εισήγησή του Hastings, και του ανέθεσε να επιβλέψει ο ίδιος στην Αγγλία τη ναυπήγηση του πρώτου ατμοκίνητου πλοίου. Μετά από μία σειρά κακοτυχιών, συγκρούσεων των απόψεων μεταξύ διαφορετικών παραγόντων, και χάρη στην παρέμβαση του κόμη Pierre Gamba, του Blaquiere, και άλλων, ο Hastings ανέλαβε την πλήρη ευθύνη, και ολοκληρώθηκε το πρώτο πλοίο. Το πλοίο παραδόθηκε στο όνομά του για να αποφευχθεί διπλωματικό επεισόδιο μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το πλοίο ονομάσθηκε αρχικά «Ρerseverance», και όταν έφθασε στην Ελλάδα έλαβε το ελληνικό όνομα «Καρτερία». Ο Frank Abney Hastings συνέβαλε στον σχεδιασμό και τη ναυπήγηση του πλοίου, ενώ σχεδίασε ο ίδιος τον υπερσύγχρονο πολεμικό εξοπλισμό του, τον οποίο χρηματοδότησε εξολοκλήρου καταβάλλοντας 7.000 λίρες (τεράστιο ποσό για την εποχή) από την προσωπική του περιουσία. Παράλληλα, προετοίμασε το πλοίο για ναυτικές επιχειρήσεις και αγόρασε με δικά του χρήματα ακόμη και τα ναυτιλιακά όργανα πλοήγησης και τους χάρτες.
Η «Καρτερία» είχε μήκος 125 πόδια, και πλάτος 25, ζύγιζε 400 τόνους, διέθετε δύο ατμομηχανές με λέβητες με άνθρακα, ιπποδύναμης 84 αλόγων και δύο τροχούς οδήγησης. Αρχικά είχε σχεδιασθεί να έχει ένα από ένα κανόνι 32 λιβρών εμπρός και ένα πίσω και δύο κανόνια 68 λιβρών στη μέση. Τα κανόνια πυροβολούσαν το ένα μετά το άλλο με τη σειρά τους, ενώ το πλοίο περιστρεφόταν γύρω από τον εαυτό του με την βοήθεια των τροχών του. Τα κανόνια έβαλαν κόκκινες πυρακτωμένες οβίδες οι οποίες ήταν θανατηφόρες για εχθρικά ιστιοφόρα και πλοία από ξύλο. Η Καρτερία κινείτο με πανιά και οι ατμομηχανές της χρησιμοποιούντο κυρίως κατά τη διάρκεια ναυμαχιών και πολεμικής δράσης.
Η «Καρτερία» ήταν το πλέον σύγχρονο πλοίο που κυκλοφορούσε στη Μεσόγειο.
Ο Δημήτρης Καπαϊτζής έχει συγγράψει μία σημαντική μελέτη με θέμα: ’KARTERIA’ THE FIRST STEAM WARSHIP IN WAR (1826), την οποία μπορείτε να κατεβάσετε από εδώ.
Η ελληνική διοίκηση διόρισε τον Hastings κυβερνήτη του νέου αυτού ατμοκίνητου πλοίου, της Καρτερίας, που αποτελούσε πλέον το στολίδι και το καμάρι του ελληνικού στόλου. Το μεγάλο ταξίδι από το Λονδίνο στην Αθήνα αποτελούσε ήδη μία πρόκληση.
Όταν το πλοίο έφθασε στο Κάλιαρι της Σαρδηνίας αντιμετώπισε μία φωτιά στο μηχανοστάσιο. Ο Hastings έστειλε άμεσα στην Αγγλία τον φίλο του και μέλος του πληρώματος, Finley, με εντολή να φέρει μηχανικούς και ανταλλακτικά. Οι ζημίες αποκαταστάθηκαν, το πλοίο συνέχισε το ταξίδι του και στις αρχές Σεπτεμβρίου 1826, έφθασε στο Ναύπλιο, όπου το υποδέχθηκε με ιαχές υπερηφάνειας και ενθουσιασμού ολόκληρη η πόλη. Ο Frank Abney Hastings δικαίωνε τη φήμη του ήρωα.
Ο Hastings, μόλις έφθασε στο λιμάνι κάλεσε την ελληνική διοίκηση, προκειμένου να προβεί σε όλες τις τυπικές διατυπώσεις για να της μεταβιβάσει την κυριότητα του πλοίου, το οποίο έφερε ακόμη την Αγγλική σημαία. Λίγες ημέρες μετά έλαβε χώρα η έπαρση της ελληνικής σημαίας η οποία κυμάτιζε πλέον με υπερηφάνεια στο κατάρτι του σύγχρονου αυτού πλοίου. Το ιστορικό αυτό γεγονός χαιρέτιζαν κανονιοβολισμοί από το φρούριο του Ναυπλίου.
Όπως αναφέρει ο ιστορικός Mendelssohn-Bartholdy: «Η υπό του ονόματος τούτου σημαινομένη αρετή, ήτο ίσως εις τους πολυτρόπους αναξιοπαθούντας Έλληνας, τους αναμένοντας εκ της Χριστιανικής ευσυνειδησίας και της συμπαθείας των ισχυρών του κόσμου βοήθειαν πολύ αναγκαίαν. Καρτερία και Καρτερία και αιωνίως Καρτερία εις τους εν μυρίοις κινδύνους και αμηχανία και δεινή αγωνία και εν εσχάτη απελπισία πολλάκις ευρισκομένους…».
Η διοίκηση μεταθέτει τον Hastings από τον στρατό ξηράς, πίσω στο πολεμικό ναυτικό και τον διορίζει κυβερνήτη του πλοίου. Αυτός επιλέγει σχολαστικά και με αυστηρά και αξιοκρατικά κριτήρια το πλήρωμα.
Το πλήρωμα της «Καρτερίας» αποτελούσαν οι γενναίοι και αξιόμαχοι ναυτικοί που είχε επιλέξει προσωπικά έναν προς έναν ο ίδιος ο Hastings. Στο πλοίο επέβαινε ένας άλλος εμβληματικός φιλέλληνας, ο Αμερικανός στρατιωτικός γιατρός Samuel Howe, ενώ στη συνέχεια την θέση του πήρε ο άλλος μεγάλος Γερμανός φιλέλληνας, Heirich Treiber. Και οι δύο έχουν εκφράσει στα απομνημονεύματά τους τον θαυμασμό τους για τον Hastings, αλλά έχουν επίσης καταγράψει εικόνες και στιγμιότυπα από την ζωή στο πλοίο και τη συμμετοχή του σε πολεμικές επιχειρήσεις.
H «Καρτερία» έλαβε μέρος σε πολλές πολεμικές εκστρατείες και ναυμαχίες. Το ατμοκίνητο αυτό πλοίο, προκαλούσε δέος και πανικό στον εχθρό όταν έκανε την εμφάνισή του. Οι Τούρκοι αναφερόντουσαν σε αυτό με τον τίτλο «η φρεγάτα της φωτιάς».
Τρίτον, σχεδίασε τη δημιουργία ενός εθνικού πολεμικού ναυτικού, το οποίο θα λειτουργούσε με ναυτική πειθαρχεία σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές διεθνώς, και θα ανήκε στο κεντρικό κράτος και όχι σε ιδιώτες πλοιοκτήτες. Το πλήρωμα αποτελείτο κυρίως από Βρετανούς, Σουηδούς και Έλληνες. Ανάμεσά τους ήταν ο Σκωτσέζος φιλέλληνας και ιστορικός George Finlay, αλλά και ο Αμερικανός ιατρός Samuel Howe και στη συνέχεια ο Γερμανός ιατρός Heinrich Treiber.
Ο Hastings, αφού απέκλεισε με τον ελληνικό στόλο την Ερέτρεια, συμμετείχε τον Μάρτιο 1827, στη ναυτική δύναμη που επιτέθηκε στον Ωρωπό, με στόχο να καταστρέψει εχθρικές εγκαταστάσεις που συντόνιζαν την τροφοδοσία μέσω της Εύβοιας, των τουρκικών στρατευμάτων που πολιορκούσαν την Ακρόπολη.
Η πρώτη του αποστολή του ήταν να υποστηρίξει τις ελληνικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον άλλο Βρετανό φιλέλληνα Thomas Gordon, να αποβιβασθούν στον Πειραιά, με στόχο την απελευθέρωση της Αθήνας. Η απόβαση έλαβε χώρα στις 5 Φεβρουαρίου 1827.
Η «Καρτερία» επικέντρωσε τα πυρά της στο Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνος, όπου είχαν αναπτυχθεί τα τουρκικά στρατεύματα, προκειμένου να προσφέρει κάλυψη στο Σώμα των 2300 ανδρών που αποβίβασε ο Thomas Gordon.
Οι Τούρκοι έστειλαν ενισχύσεις και 5 μεγάλα κανόνια μεγάλου βεληνεκούς και η «Καρτερία» απομακρύνθηκε για να αποφύγει τα πυρά τους. Λίγες ημέρες αργότερα οι Τούρκοι επιτέθηκαν στις θέσεις που είχε οχυρωθεί το Σώμα του Gordon. Τότε επενέβη η «Καρτερία» με στόχο να συγκεντρώσει επάνω της τα πυρά των Τούρκων μέχρι να οργανώσουν την άμυνα τους οι δυνάμεις του Gordon. Το σχέδιο του Hastings πέτυχε και οι Έλληνες κράτησαν τις θέσεις τους. Εν τω μεταξύ η «Καρτερία» κατέστρεψε 3 από τα 5 τουρκικά κανόνια. Δέχθηκε όμως πολλά βλήματα, κάποια από τα οποία προκάλεσαν ζημιές. Τότε βέβαια έγινε στην πράξη κατανοητός ο μεγαλοφυής σχεδιασμός της «Καρτερίας» από τον Hastings. Το μηχανοστάσιο ήταν προστατευμένο στο εσωτερικό του σκάφους, το οποίο είχε σχεδιασθεί με πολλά διαφορετικά στεγανά τμήματα. Εάν ένα έπαιρνε φωτιά ή νερά, το πλοίο μπορούσε να συνεχίσει να πλέει και να επιχειρεί. Η «Καρτερία» απομακρύνθηκε όταν είχε αποτύχει η αντεπίθεση των Τούρκων. Οι ζημιές της αποκαταστάθηκαν γρήγορα λίγο αργότερα.
Ο Αμερικανός φιλέλληνας Samuel Howe αναφέρει στο έργο του πως οι οβίδες από τα τουρκικά οχυρά στην Αττική κτυπούσαν το πλοίο και εξοστρακίζονταν χωρίς να δημιουργούν σοβαρές ζημιές και εξυμνεί τον άξιο κυβερνήτη του που ελισσόταν με ευελιξία στα ρηχά νερά κοντά στον Πειραιά.
Πέραν του ιδιοφυούς σχεδιασμού του πλοίου από ναυπηγικής πλευράς, αντίστοιχα ιδιοφυής και καινοτόμος ήταν και ο σχεδιασμός των όπλων του. Ο Hastings έλαβε υπόψη του ότι οι ρόδες με τα πτερύγια που ήταν εγκατεστημένες στις δύο πλευρές του πλοίου, του περιόριζαν τον χώρο που είχε στη διάθεσή του για να τοποθετήσει κανόνια. Έτσι αποφάσισε να τοποθετήσει λιγότερα, αλλά ισχυρότερα, στα ελεύθερα σημεία του πλοίου, και να επιτύχει μία τρομερή δύναμη πυρός. Τον σχεδιασμό του τον στήριξε στη μεγάλη του πείρα, αλλά και στη μελέτη του έργου του Γάλλου στρατιωτικού και ειδικού στο πυροβολικό, Henri Joseph Paixhans.
Πρώτον, εξόπλισε την «Καρτερία» με ένα ασφαλές καμίνι για την πυράκτωση των βλημάτων πριν τοποθετηθούν στα κανόνια για βολή. Έτσι το κάθε πυρακτωμένο βλήμα (red bullet), έκανε τεράστια ζημιά, και προκαλούσε εκρήξεις και πυρκαγιές, ανεξάρτητα σε ποιο σημείο του εχθρικού πλοίου κατέληγε. Εκτιμάται ότι όταν ένα βλήμα έπεφτε στο εχθρικό πλοίο, είχε περίπου το ίδιο αποτέλεσμα με ένα πυρπολικό.
Δεύτερον, στην αρχή σχεδίαζε να εγκαταστήσει ένα κανόνι 32 λιβρών μπροστά και ένα πίσω, και από ένα κανόνι 68 λιβρών σε κάθε πλευρά του πλοίου. Τελικά τοποθέτησε 4 κανόνια 68 λιβρών, τα οποία εκτόξευαν πυρακτωμένα βλήματα που προκαλούσαν μεγάλες εκρήξεις όταν εύρισκαν τον στόχο τους.
Ο στρατηγικός στόχος της αποστολής ήταν η εκδίωξη των Τούρκων από την Αττική και ο τερματισμός της πολιορκίας της Ακρόπολης.
Την επίθεση συντόνιζε ως διοικητής ο μεγάλος Ελβετικής καταγωγής Γερμανός Φιλέλληνας (και μετέπειτα ένας από τους τρεις αντιβασιλείς μέχρι την ενηλικίωση του Όθωνος) Στρατηγός Κarl Wilhelm von Heideck. Ο ελληνικός στόλος περιελάμβανε την φρεγάτα «Ελλάς», την «Καρτερία» και άλλα πλοία που μετέφεραν τα ελληνικά στρατεύματα.
Η «Καρτερία» κυρίευσε δύο εχθρικά φορτηγά πλοία που έφθαναν στο λιμάνι με εφόδια (κυρίως αλεύρι και σιτάρι) από την Εύβοια. Αμέσως μετά, αγκυροβόλησε 200 μέτρα από την ακτή και με συνεχείς βομβαρδισμούς εξουδετέρωσε το τουρκικό οχυρό και ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη του. Ακολούθως, έφθασαν ενισχύσεις και μία ισχυρή μονάδα τουρκικού ιππικού και οι Ελληνικές δυνάμεις επέστρεψαν στην Αίγινα.
Εν τω μεταξύ, την άνοιξη του 1827 έφθασε στην Ελλάδα ο Cohrane και ανέλαβε καθήκοντα Ναυάρχου του ελληνικού στόλου. Ο Hastings χάρηκε διότι θεώρησε ότι επιτέλους όλος ο ελληνικό στόλος θα κινείτο συντονισμένα. Το παράξενο ήταν ότι ο Cohrane του προσέφερε πλήρη αυτονομία και του έδωσε την δυνατότητα να έχει τον απόλυτο έλεγχο του πλοίου του και της οργάνωσης των επιχειρήσεων που αναλάμβανε.
Μετά την επιχείρηση στον Ωρωπό, σχεδιάζει την επόμενή του κίνηση, πάντα με στόχο να εξυπηρετήσει την ίδια στρατηγική επιλογή, που ήταν η αποχώρηση των Τούρκων από την Αττική. Έτσι στράφηκε στον Βόλο, στον οποίο κατέληγαν οι αποστολές εφοδιασμού από την Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη. Ο Βόλος ήταν το μεγαλύτερο κέντρο εφοδιασμού των τουρκικών στρατευμάτων στην Στερεά Ελλάδα.
Ο Hastings συγκέντρωσε 4 πλοία τα οποία ενοικίαζαν στην κυβέρνηση οι πλοιοκτήτες τους (τον «Θεμιστοκλή» του Τομπάζη, τον «Άρη» του Μιαούλη και δύο γαλέτες). Όταν έφθασε η μοίρα στον Βόλο, ο Hastings τοποθέτησε τον «Θεμιστοκλή» και τον «Άρη» απέναντι από τα τουρκικά οχυρά. Η «Καρτερία» στράφηκε εναντίον των τουρκικών μονάδων που είχαν αναπτυχθεί σε χαρακώματα, και των μεταγωγικών και των συνοδευτικών τους που βρέθηκαν στο λιμάνι.
Μετά από μία σφοδρή μάχη που κράτησε 4 ώρες, όλες οι τουρκικές θέσεις είχαν εξουδετερωθεί, οι πυριτιδαποθήκες τους είχαν ανατιναχθεί και όλα τα τουρκικά πλοία είχαν βυθισθεί ή κυριευθεί. Η «Καρτερία» είχε πυροβολήσει συνολικά 300 οβίδες (δηλαδή περίπου μία οβίδα ανά 48 δευτερόλεπτα).
Έλληνες ψαράδες ενημέρωσαν τον Hastings ότι τα πολεμικά πλοία των Τούρκων είχαν σταθμεύσει στον κόλπο του Τρίκερι στο Πήλιο, σε ένα σημείο που τους προσέφερε υποστήριξη και από τα οχυρά της περιοχής, για να προστατευθούν. Ο Hastings κατέστρωσε νέο σχέδιο και επιτέθηκε την επόμενη ημέρα, με αποτέλεσμα τα βυθίσει ή να αχρηστεύσει τα περισσότερα από τα πλοία που βρήκε στο Τρίκερι. Στη σύγκρουση αυτή σκοτώθηκαν δύο μέλη του πληρώματος της «Καρτερίας». Ένας από αυτούς ήταν ένας γενναίος Βρετανός Φιλέλληνας, ιδιαίτερα αγαπητός στο πλήρωμα, ο James Hall. Η απώλεια αυτή εξόργισε το υπόλοιπο πλήρωμα και ένας άλλος Βρετανός, επιχείρησε να σκοτώσει σε αντίποινα όλους τους Τούρκους αιχμαλώτους. Ο Hastings που τηρούσε ένα κώδικα τιμής που επέβαλε τον σεβασμό των αιχμαλώτων, υποχρεώθηκε να συλλάβει τον ναύτη αυτόν.
Η Ελληνική μοίρα, που είχε υποστεί εν τω μεταξύ αρκετές ζημιές, πήρε τον δρόμο της επιστροφής προς την ναυτική βάση στον Πόρο. Κατά τη διάρκεια της επιστροφής, η μοίρα του Hastings συνέλαβε άλλα 4 μεταγωγικά που ερχόντουσαν από την Εύβοια.
Τον Μάιο του 1827 το πλήρωμα της Καρτερίας είχε μείνει απλήρωτο για πολύ καιρό και αντέδρασε. Ο Hastings ενημέρωσε τον Cohrane και την κυβέρνηση. Για άλλη μία φορά, ο μεγάλος Φιλέλληνας κάλυψε τους μισθούς με δικά του χρήματα. Και δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία.
Το καλοκαίρι του 1827 οργανώθηκαν μία σειρά από επιχειρήσεις, εναντίον των δυνάμεων του Ιμπραήμ. Μάλιστα μία από αυτές αποσκοπούσε στην σύλληψη του ιδίου του Ιμπραήμ, αλλά ακυρώθηκε λόγω κακοκαιρίας. Τον Σεπτέμβριο, ο Ελληνικός στόλος απαρτιζόμενος από 23 πλοία (μέσα σε αυτά και την Καρτερία), με επικεφαλής τον ναύαρχο Cohrane, έλαβε θέσεις στο Ιόνιο πέλαγος, με στόχο το Μεσολόγγι και την Αιτωλοακαρνανία. Η ανάκτηση των εδαφών αυτών αποτελούσε στρατηγική επιλογή του Καποδίστρια, ο οποίος χρειαζόταν ερείσματα για να διεκδικήσει σύνορα όσο βορειότερα γινόταν.
Υπενθυμίζεται ότι στις 6 Ιουλίου 1827 είχε υπογραφεί η συνθήκη του Λονδίνου, η οποία διασφάλιζε την απελευθέρωση της Ελλάδας και επέβαλε εκεχειρία στα αντιμαχόμενα μέρη. Ενώ οι Έλληνες την είχαν δεχθεί, οι Τούρκοι την είχαν αρνηθεί και συνέχιζαν τις εχθροπραξίες, οπότε συνέχιζαν και οι Έλληνες τις πολεμικές επιχειρήσεις. Ο ναύαρχος Codrington ζήτησε από τον Cohrane να μην προκαλέσουν οι Έλληνες με επιθετικές ενέργειες. Η Ελλάδα το δέχθηκε και απέσυρε το μεγαλύτερο μέρος του στόλου της από το Ιόνιο πέλαγος. Έτσι ο Cohrane στράφηκε σε άλλα μέρη του Αιγαίου. Άφησε όμως εκεί τον Hastings με την Καρτερία και μία μοίρα, με αποστολή να ανακτήσει πλήρη έλεγχο στην περιοχή και να προωθήσει την ανακατάληψη του Μεσολογγίου.
Ο Frank Abney Hastings αξιοποίησε την ευκαιρία αυτή, και προσέφερε μία από τις εμβληματικότερες και σημαντικότερες επιτυχίες του απελευθερωτικού αγώνα. Την ναυμαχία της Αγκάλης, που έλαβε χώρα στην Ιτέα τον Σεπτέμβριο του 1827.
Ο ίδιος οδήγησε την μοίρα του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού που περιελάμβανε την «Καρτερία» και άλλα 5 πλοία (ο Σωτήρ, δύο γαλέτες και δύο κανονιοφόρα, την Βαυαρία και την Φιλελληνίδα), να εισέλθει στον Κορινθιακό κόλπο. Αυτή ήταν μία ιδιαίτερα επικίνδυνη αποστολή διότι όποιο πλοίο πλησίαζε, ήταν την εποχή αυτή εκτεθειμένο στα διασταυρούμενα πυρά του πυροβολικού των τουρκικών οχυρών στο Ρίο και το Αντίρριο.
Στις 30 Σεπτεμβρίου 1827 η Ελληνική μοίρα έφθασε στον κόλπο της Ιτέας όπου συνάντησε αγκυροβολημένα 11 τουρκικά σκάφη. Ο Τούρκος επικεφαλής, είχε την σημαία του σε ένα μεγάλο πλοίο 16 πυροβόλων και φρουρούσε 3 αυστριακά μεταγωγικά γεμάτα εφόδια. Η Ελληνική μοίρα άρχισε να κινείται γύρω από το λιμάνι αναμένοντας να γίνει ευνοϊκός ο άνεμος. Με την πρώτη ευκαιρία ο Hastings εισέρχεται νωρίς το πρωί στον κόλπο των Σαλώνων τον οποίο προστατεύει ένα απόρθητο φρούριο. Οι Τούρκοι θεώρησαν ότι η μικρή μοίρα παγιδεύθηκε και ετοιμάσθηκαν να αιχμαλωτίσουν τα πλοία. Η Καρτερία επέλεξε την καλύτερη δυνατή θέση, πεντακόσια μέτρα μακριά από την τουρκική ναυαρχίδα. Αγκυροβόλησε και άρχισε να πυροβολεί αργά με στόχο να ελέγξει την απόσταση. Στις δέκα το πρωί άρχισε ένα γρήγορο πυρ με πυρακτωμένες οβίδες. Σύντομα μία από αυτές κατέληξε στη πυριτιδαποθήκη της τουρκικής ναυαρχίδας, η οποία εξερράγη και σκόρπισε σε μικρά κομμάτια σε όλη την θάλασσα προκαλώντας βροντές που ακούσθηκαν σε όλα τα βουνά της περιοχής.
Ο απολογισμός της ναυμαχίας ήταν απίστευτος. Η «Καρτερία» βύθισε την τουρκική ναυαρχίδα και κατέστρεψε 9 από τα 11 τουρκικά πλοία που στάθμευαν εκεί. Ο Hastings κατάλαβε τρία μεγάλα μεταγωγικά και κατάσχεσε το πλούσιο φορτίο τους.
Η ναυμαχία της Αγκάλης ήταν η πρώτη μεγάλη πολεμική εμπλοκή στην οποία συμμετείχε ατμοκίνητο πολεμικό πλοίο. Κατά τη ναυμαχία αυτή, όπως και λίγο πριν στην σύγκρουση στο Τρικέρι, ο Hastings δοκίμασε για πρώτη φορά στη διεθνή στρατιωτική ιστορία ατμοκίνητο πλοίο και καινοτόμες τακτικές πυροβολικού, οι οποίες έγιναν αντικείμενο μελέτης και προβολής, που τράβηξε την προσοχή της κοινής γνώμης διεθνώς.
Για παράδειγμα το περιοδικό Blackwood’s Edimburgh γράφει σχετικά (παλαιότερη μετάφραση): « Η μάχη της Σκάλας των Σαλώνων παρέσχε την ικανοποιητικοτάτην των αποδείξεων περί της αποτελεσματικότητος του οπλισμού των ατμηλάτων σκαφών δια των βαρέων πυροβόλων υπέρ των οποίων τοσούτων θερμός και επί μακρόν συνηγόρησεν ο πλοίαρχος Άστιγξ. Ο τρομερός και ταχύς τρόπος δι ου δύναμις τοσούτον υπερτέρα ολοσχερώς εκμηδενίσθη δια των πεπυρακτομένων βλημάτων και των εκρηκτικών οβίδων της Καρτερίας επέβαλε σιγήν εις τους αντιθέτους των σχεδίων του Άστγγα εν Ευρώπη. Και εις πάντα μελετώντα τας προόδους του ναυτικού πολέμου, κατέστη δήλον από της ημέρας εκείνης ότι πλείονα του ενός κράτη έμελλον να δεχθώσει τας αεχάς αυτού περί ναυτικού πυροβολικού και οπλίσωση πολλά σκάφη κατά το παράδειγμα όπερ ούτοι έδωκεν».
Αλλά η ναυμαχία αυτή είχε και ένα άλλο σοβαρό αποτέλεσμα. Έπεισε πλέον οριστικά τους Έλληνες να εγκαταλείψουν την τακτική της συγκροτήσεως στόλου μέσω μισθώσεως ιδιωτικών πλοίων και να συγκροτήσουν στόλο ο οποίος θα ανήκε στο κράτος. Μέχρι τότε, ο στόλος για κάθε πολεμική επιχείρηση, συγκροτείτο με αναθέσεις σε ιδιώτες. Όσοι διέθεταν τα πλοία τους ελάμβαναν πιστοποιητικά όπως το ακόλουθο.
Οι πλοιοκτήτες που διέθεταν τα πλοία τους ελάμβαναν υποσχετικά για την εξόφληση της αμοιβής τους εντόκως από το Εθνικό Ταμείο, σε τρία έτη.
Η μεγάλη νίκη της ναυμαχίας της Αγκάλης τόνωσε το ηθικό των Ελλήνων. Θυμίζουμε ότι την περίοδο αυτή οι Έλληνες είχαν απωλέσει το Μεσολόγγι, και την Αθήνα, με αποτέλεσμα όλη η Στερεά Ελλάδα να ελέγχεται από τους Τούρκους. Μετά την νίκη αυτή, από την στιγμή που είχε καταστραφεί ο τουρκικός στόλος στον Κορινθιακό κόλπο, ο Hastings μπορούσε πλέον ελεύθερα να αποβιβάζει στρατεύματα στην Στερεά Ελλάδα και να τα εφοδιάζει έγκαιρα χωρίς προβλήματα. Χάρη στις εξελίξεις αυτές αναπτύχθηκαν στην Στερεά Ελλάδα οι ομάδες του Κώστα Μπότσαρη, του Κίτσου Τζαβέλλα, του Δημητρίου Υψηλάντη και το Τακτικό Σώμα του Βρετανού στρατηγού Church. Ξεκίνησε μία σειρά από στρατιωτικές επιχειρήσεις με στόχο να διασφαλίσουν οι ελληνικές δυνάμεις θέσεις στην Στερεά Ελλάδα, που θα επέτρεπαν να αποκομίσει η Ελλάδα περισσότερα εδάφη, κρίσιμα για να έχει έναν γεωγραφικό χώρο αρκετό για ένα βιώσιμο κράτος.
Ο αρχηγός του Ελληνικού Ναυτικού Ναύαρχος Cohrane συνεχάρη τον Hastings για τη μεγάλη του νίκη: «Επράξατε πολλά και άξια όπως ανοίξετε τας συγκοινωνίας. Ασχοληθείτε νυν περί υμών αυτών, η θέσις είναι επικίνδυνος εάν αι πληροφορίαι μου είναι αληθείς, ο εχθρικός στόλος κατέπλευσεν εις Πάτρας. Παρέχω υμίν πάσαν ελευθερίαν να πράξητε παν ότι θεωρείτε άριστον διά την δημοσίαν υπηρεσίαν».
Ο Hastings κατευθύνθηκε με την μοίρα του στην Πάτρα με στόχο να αποκλείσει το λιμάνι. Όταν έφθασε στο Ρίο δέχθηκε πυκνά πυρά από τα τουρκικά οχυρά, τα οποία βομβάρδισε με την μοίρα του επιφέροντας σημαντικά πλήγματα στους Τούρκους. Μάλιστα τα σημάδια που άφησαν τα πυρακτωμένα βλήματα της Καρτερίας στα οχυρά, έμειναν ανεξίτηλα στον χρόνο και είναι ορατά μέχρι και σήμερα.
Τις ημέρες αυτές έλαβε χώρα και ένα από τα πιο εμβληματικά περιστατικά του ελληνικού αγώνα της Ανεξαρτησίας, αλλά και μία ιστορική στιγμή για τον Φιλελληνισμό.
Σε κάποια στιγμή που η Καρτερία και η μοίρα του Hastings περιπολούσαν στην περιοχή, το πλήρωμα εντόπισε ένα μεγάλο φορτηγό πλοίο με αυστριακή σημαία που κατευθυνόταν προς την Πάτρα για να εφοδιάσει τους Τούρκους.
Σημειώνεται ότι από τον Μάρτιο του 1822 η Ελληνική Διοίκηση είχε κηρύξει σε αποκλεισμό όλα τα τουρκοκρατούμενα λιμάνια του ελλαδικού χώρου.
Ο Πρόξενος της Αυστρίας ήρθε σε επαφή με τον Hastings προκειμένου να απαιτήσει την ασφαλή είσοδο του αυστριακού πλοίου στην Πάτρα. Ο Hastings, του απάντησε ως εξής: «Ως πρόξενος της Αυστρίας βεβαίως έχετε ειδοποιηθή ότι η Ελληνική κυβέρνησις έχει κηρύξει εις αποκλεισμόν τας Πάτρας και ότι Ελληνική κανονιοφόρος περιπλέει τον λιμένα».
Υπενθυμίζεται ότι την εποχή αυτή η αυστριακή αυτοκρατορία ήταν μία υπερδύναμη, και ότι ο διπλωμάτης εκπρόσωπός της είχε επίγνωση της ισχύος και του κύρους που του προσέδιδε η θέση του. Έτσι ο Πρόξενος απάντησε στον Hastings τα εξής: «Το κράτος μου δεν αναγνωρίζει Ελληνικήν κυβέρνησιν, ούτε αποδέχεται την ισχύν των πράξεών της».
Ο Hastings ήταν κάθετος: « Κύριε πρόξενε αι διαταγαί ας έχω είναι να κυρώσω διά των όπλων τας πράξεις ταύτας και οφείλω να παρακαλέσω υμάς να μεταβήτε αμέσως εις το αυστριακό μεταγωγικό και να έλθει εδώ ο πλοίαρχος μετά των δικαιολογητικών».
Ο Αυστριακός πρόξενος θεώρησε ότι μπορούσε να επιβάλει την θέση του, και απάντησε ως εξής: «Νομίζω ότι ομιλώ προς Άγγλον και επειδή ούτε η Αυστρία ούτε η Τουρκία ευρίσκονται εις πόλεμον με την Αγγλίαν, είσθε υπόχρεως να σεβασθήτε την Αυστριακή σημαία».
Στην πρόκληση αυτή ο μεγάλος Φιλέλληνας και ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, απάντησε με λόγια που έχουν περάσει πλέον στην ιστορία, και δείχνουν το μεγαλείο του ανδρός αυτού: «Ομιλείτε κύριε προς Έλληνα αξιωματικό, διοικούντα την μοίραν του αποκλεισμού και αν το αυστριακόν σκάφος δεν τεθή αμέσως υπό τας διαταγάς μου, θα το βυθίσω. Ως θα καταπυροβολήσω και το τουρκικόν στρατόπεδον, ιδού είπε, βγάζοντας το ωρολόϊ του Πέντε λεπτά μόνον» και ζήτησε στον Πρόξενο να αποχωρήσει.
Ο Πρόξενος αποχώρησε χωρίς να πιστεύσει ότι ο Hastings θα τολμούσε να υλοποιήσει την απειλή του. Ο μεγάλος Φιλέλληνας περίμενε όμως για 5 λεπτά ακριβώς, και αμέσως μετά διέταξε τον βομβαρδισμό του πλοίου το οποίο βυθίσθηκε σε ελάχιστο χρόνο. Την ίδια στιγμή τα πυροβόλα της Καρτερίας εξουδετέρωναν τα τουρκικά κανόνια στη στεριά.
Η επιτυχίες του Hastings ανησύχησαν τους Τουρκο-αιγυπτίους, οι οποίοι διαπιστώνοντας την πίεση που τους ασκούσαν οι ελληνικές ναυτικές δυνάμεις, προσπάθησαν να αναλάβουν πρωτοβουλίες αντιμετώπισης των Ελλήνων. Οι εξελίξεις αυτές είχαν εξοργίσει τον ίδιο τον Ιμπραήμ Πασά, ο οποίος είχε ζητήσει να συλληφθεί και να τιμωρηθεί παραδειγματικά ο Hastings. Ακόμη και ο ίδιος ο Cohrane είχε συστήσει στον Hastings να παραμείνει στον Κορινθιακό κόλπο σε ασφαλές μέρος για να αποφύγει την εκδίκηση του Ιμπραήμ.
Οι κινήσεις αυτές όμως του Ιμπραήμ, προσέφεραν στον ναύαρχο Codrignton το πρόσχημα που έψαχνε για να εξουδετερώσει τον τουρκο-αιγυπτιακό στόλο, εφόσον αυτός παραβίαζε πλέον επίσημα την εκεχειρία και συνέχιζε να επιτίθεται στους Έλληνες. Ο στρατηγικός στόχος ήταν να στερηθεί ο Ιμπραήμ τα μέσα για τον ανεφοδιασμό του από την Αίγυπτο, έτσι ώστε να υποχρεωθεί να αποχωρήσει από την Πελοπόννησο. Ο μεγάλος αυτός Ναύαρχος, θαυμαστής του Λόρδου Βύρωνος, είχε λάβει ήδη αρκετούς μήνες πριν σαφείς οδηγίες από τον πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, φίλο του Λόρδου Βύρωνος και φιλέλληνα, George Canning, να εκδιώξει το συντομότερο τον Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο, «είτε με την χρήση της διπλωματικής γλώσσας, είτε με την πειθώ των όπλων». Ο Canning (μία από τις υψηλού επιπέδου διεθνώς προσωπικότητες στην οποία η Ελλάδα χρωστά την ελευθερία της και την ανεξαρτησία της), είχε κάνει σαφείς τις θέσεις του πολύ πριν, και αυτές ήταν γνωστές στη διεθνή κοινή γνώμη.
Έτσι, ο στόλος των συμμαχικών δυνάμεων εισήλθε στο Ναβαρίνο. Οι προθέσεις όμως του Codrington ήταν γνωστές στον Ιμπραήμ, και επειδή αυτός γνώριζε ότι ο μεγάλος στόλος του δεν είχε τη δυνατότητα να ναυμαχήσει τον μικρότερο αλλά εμπειρότερο συμμαχικό, θεώρησε ότι τους είχε στήσει μία παγίδα στα Ναβαρίνο. Πράγματι, στον στενό αυτό χώρο ο Ιμπραήμ διέθετε τα κανόνια των δικών του πλοίων (περίπου 90) συν τα κανόνια των οχυρών από την στεριά, ενώ οι σύμμαχοι διέθεταν μόλις 28 πλοία. Παρά την πολλαπλάσια δύναμη πυρός, ο πανικός και η αστοχία των ναυτικών του Ιμπραήμ, μετέτρεψαν την «παγίδα» που αυτός ετοίμαζε, στον τάφο των σχεδίων του. Αυτά ήταν να αφανίσει τον Ελληνισμό από την Πελοπόννησο και την Στερεά Ελλάδα, εφαρμόζοντας ένα σχέδιο γενοκτονίας και ξεριζωμού του, που θα οδηγούσε και στο τέλος της Ελληνικής ιστορίας. Ο στόλος του Ιμπραήμ καταστράφηκε, ενώ πάνω από 60 πλοία βυθίσθηκαν με μεγάλο μέρος των ναυτών τους, οι οποίοι ήταν δεμένοι με αλυσίδες στις θέσεις τους.
Μετά τη ναυμαχία στο Ναβαρίνο, ο Frank Abney Hastings είχε πλέον ανακτήσει, με την Καρτερία και την μοίρα του, πλήρη έλεγχο στις ελληνικές θάλασσες. Τον Νοέμβριο του 1827, ο Hastings συνέχισε τις επιχειρήσεις. Ο επόμενος στόχος ήταν το Μεσολόγγι, που αποτελούσε το κλειδί για τον έλεγχο της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας.
Η πρώτη κίνηση ήταν να προσεγγίσει το Βασιλάδι, μια στρατηγικής σημασίας οχυρή θέση για το Μεσολόγγι, την οποία είχε επιχειρήσει να καταλάβει και ο Μιαούλης χωρίς επιτυχία. Καταστρώνει ένα ευφυές σχέδιο με στόχο να καταλάβει το ένα μετά το άλλο τα οχυρά που προστάτευαν τις νησίδες της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου (Βασιλάδι, Νταλμάς και Αιτωλικό). Σημειώνεται ότι τα νερά είναι πολύ ρηχά στην περιοχή και τα πλοία έπρεπε να μείνουν τουλάχιστον τρία χιλιόμετρα μακριά.
Η πολιορκία κράτησε μία εβδομάδα περίπου, λόγω κακοκαιρίας. Οι πρώτες βολές ήταν άστοχες λόγω της μεγάλης απόστασης. Ο Hastings εξόπλισε μικρά πλοιάρια που μπορούσαν να κινηθούν ευέλικτα στα ρηχά νερά του Μεσολογγίου και απέκλεισε με την κίνηση αυτή το Βασιλάδι και το - Αιτωλικό από το Μεσολόγγι, αναμένοντας τις κατάλληλες καιρικές συνθήκες για να επιτεθεί.
Η επίθεση ξεκινά στις 27 Δεκεμβρίου 1827. Η Καρτερία και το πλοίο Ελβετία βομβαρδίζουν από ανατολικά, ενώ τα πλοιάρια βάλουν με τα πυροβόλα τους από το εσωτερικό της λιμνοθάλασσας. Οι πρώτες βολές είναι ιδιαίτερα επιτυχείς. Κτυπούν το κάστρο, καταστρέφουν την δεξαμενή του νερού, και ανοίγουν μεγάλο ρήγμα στο τείχος. Την πέμπτη βολή αναλαμβάνει προσωπικά ο Hastings, ο οποίος ρυθμίζει το κανόνι και επιτυγχάνει με μία εύστοχη να ανατινάξει την πυριτιδαποθήκη των Τούρκων. Η έκρηξη αυτή καταστρέφει τα περισσότερα τουρκικά κανόνια και υποχρεώνει τους Τούρκους να παραδοθούν. Ο Βρετανός Φιλέλληνας, Λοχαγός Hane, αποβιβάζεται στο Βασιλάδι, παραλαμβάνει το οχυρό, και αιχμαλωτίζει 39 Τούρκους. Ο Hastings τους φέρθηκε υποδειγματικά, τους αποβίβασε σε άλλο σημείο και τους επέτρεψε να επιστρέψουν πίσω στο Μεσολόγγι. Στο οχυρό εγκαταστάθηκε απόσπασμα ελληνικού στρατού. Ο Τούρκος διοικητής έστειλε την επόμενη ημέρα στον Hastings από το Μεσολόγγι, δώρο ένα αρνί και ένα σπαθί.
Η νίκη αυτή, που φέρνει πλέον τις ελληνικές δυνάμεις στα πρόθυρα της κατάληψης του Μεσολογγίου, συντελείται την ημέρα που ο Ιωάννης Καποδίστριας περνά το Ιόνιο πέλαγος για να αναλάβει τα καθήκοντα του πρώτου Κυβερνήτη του νέου ελληνικού κράτους.
Μετά την επιτυχία αυτή επανήλθε το πρόβλημα της μισθοδοσίας. Το ναυτικό χρωστούσε στο πλήρωμα της Καρτερίας 3 μισθούς. Αδυνατώντας να συνεχίσει και να αντιμετωπίσει το πλήρωμά του, ο Hastings και άλλοι αξιωματικοί του, υπέβαλαν στον Καποδίστρια την παραίτησή τους. Μέσα σε αυτούς ήταν και ιατρός του πλοίου, ο Φιλέλληνας Heirich Treiber, ο οποίος αποχώρησε και εν τέλει μετατέθηκε στην Αθήνα, αφήνοντας την Καρτερία χωρίς τον ιατρό της.
Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας κάλεσε τον Hastings αμέσως στον Πόρο, και κατάφερε να τον μεταπείσει. Μάλιστα έκανε δεκτές όλες τις εισηγήσεις του για την αναδιοργάνωση και λειτουργεία του ελληνικού ναυτικού.
Ο βασικός άξονας των προτάσεων του Hastings ήταν η ανάπτυξη εθνικού ναυτικού που θα ανήκει στην κυβέρνηση, και όχι η ενοικίαση πλοίων από ιδιώτες πλοιοκτήτες. Ο νέος Κυβερνήτης είχε εκτιμήσει τις ικανότητες, αλλά και την προσωπικότητα του Hastings, και είχε αποφασίσει να του αναθέσει τον γενικό συντονισμό των ναυτικών δυνάμεων, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο επιστολής προς αυτόν: «Προς τον καπετάν Hastings. Η Κυβέρνησις ευχαρίστως διά την οποίαν έχετε διάθεσιν του να φανήτε χρήσιμος εις τους σκοπούς της σας επιφορτίζει με την διεύθυνσιν των ναυτικών υποθέσεων … θέλετε μεταχειρισθή ως προσωρινό γραμματέα τον κ. Γεώργιο Οικονομίδη…». Ο μεγάλος αυτός άνδρας δέχθηκε να υποχωρήσει και να συνεχίσει την αποστολή του για το καλό της Ελλάδας.
Η πρώτη κίνηση του Hastings ήταν να εγκαθιδρύσει τον πρώτο ναύσταθμο του ελληνικού ναυτικού στον Πόρο και να σχεδιάσει τις διοικητικές λειτουργίες. Αμέσως μετά αναχώρησε για να ολοκληρώσει την αποστολή του.
Μετά την πτώση του φρουρίου στο Βασιλάδι, το επόμενο στρατηγικό βήμα για να καταληφθεί το Μεσολόγγι, ήταν το Αιτωλικό. Ο Hastings πρέπει να συνεργασθεί με τα Σώματα στην ξηρά, τα οποία διοικούσε ο Στρατηγός Church, με τον οποίο δεν διατηρούσε τις καλύτερες σχέσεις. Παρά τις διαφωνίες, η αίσθηση του καθήκοντος που είχαν και οι δύο Φιλέλληνες, και η αγάπη τους για την Ελλάδα, βοήθησαν να παραμερίσουν τις διαφορές τους και να βρουν λύση κοινής αποδοχής.
Ο Church περιγράφει τη σχέση τους ως εξής: «Ο Hastings όστις εκέκτητο τας ευγενεστέρας αρετάς πνεύματος και καρδίας ήτο δυστυχώς οξύθυμος και δύστροπος, το οποίον καθίστα πολλάκις δύσκολον την μετ’ αυτού συνεργασία». Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Hastings είχε ταλαιπωρηθεί πολύ κατά τη διάρκεια της συμμετοχής του στον Αγώνα, από την αδυναμία της ελληνικής διοίκησης να συντονίσει τις δράσεις των ελληνικών δυνάμεων, και να τον στηρίξει στο έργο του με γρήγορες αποφάσεις. Ο Church έχει επίγνωση αυτής της κατάστασης, και αναφέρει τα εξής: «Πρέπει να λεχθεί, προς τιμή του Άστιγγος, ότι έθεσεν εαυτόν εις μεγάλην δυσχέρειαν και εφ’ ικανόν χρόνον κατά το παρελθόν παρέχων εξ ιδίων χρήματα δια τα πληρώματα και είχεν αηδιάσει εκ της ολίγης προσοχής ην του έδιδεν η προσωρινή Κυβέρνηση ώστε ερεθισμένος εκ του γεγονότος τούτου έδειξεν την οργήν του στο Βασιλάδι».
Ο Hastings επέστρεψε στην Καρτερία για να συνεχίσει το πολύτιμό του έργο και για να υλοποιήσει το μεγάλο του όραμα. Να απελευθερώσει το Μεσολόγγι, τον τόπο που άφησε την τελευταία του πνοή ο Λόρδος Βύρων, και με την κατάληψη αυτή να ανακτήσουν οι ελληνικές δυνάμεις τον έλεγχο της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, και να δημιουργήσει τετελεσμένα που θα διευκόλυναν τον Καποδίστρια να διαπραγματευθεί την επέκταση των ελληνικών συνόρων προς τον βορρά.
Έτσι, τον Μάιο του 1828, συμμετείχε σε μία κοινή επιχείρηση στην Δυτική Ελλάδα, με τις χερσαίες δυνάμεις των Ελλήνων, τη διοίκηση των οποίων είχε αναλάβει ο Βρετανός Στρατηγός Church. Ο Ελληνικός στόλος απέκλεισε το προπύργιο του Μεσολογγίου, το Αιτωλικό.
Ο Hastings είχε σχεδιάσει ειδικά εμπρηστικά βλήματα με τα οποία βομβάρδισε το Μεσολόγγι. Στη συνέχεια βομβάρδισε επί πέντε ώρες χωρίς διακοπή το Αιτωλικό, προετοιμάζοντας την απόβαση των ελληνικών δυνάμεων. Οι οβίδες προκάλεσαν πυρκαγιές σε όλο το Αιτωλικό το οποίο φλεγόταν, κατέστρεψαν σε πολλά σημεία τις οχυρώσεις και το ίδιο το τουρκικό φρουραρχείο.
Δυστυχώς στην φάση αυτή, ενώ όλα πήγαιναν σύμφωνα με το σχέδιο, η έλλειψη αυστηρής πειθαρχίας και συντονισμού, το μεγάλο πρόβλημα που προκάλεσε πολλά δεινά στις ελληνικές δυνάμεις κατά την διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, δεν επέτρεψε να υλοποιηθεί σωστά το αρχικό σχέδιο.
Σύμφωνα με το σχέδιο, είχε αποφασισθεί να πραγματοποιηθεί ταυτόχρονα επίθεση όλων των δυνάμεων από την στεριά και από τη θάλασσα στις 25 Μαΐου 1828.
Όταν όμως διαφάνηκε ότι το Αιτωλικό έπεφτε, οι μονάδες των ατάκτων που συμμετείχαν στις χερσαίες δυνάμεις δεν υπάκουαν στο σχέδιο, και κινήθηκαν μόνοι τους με στόχο να λαφυραγωγήσουν. Το Τακτικό Σώμα των χερσαίων δυνάμεων, με διοικητές τον Στρατηγό Ευμορφόπουλο και το κόμητα Μπριόζιο, θεώρησαν ότι ξεκινούσε η επίθεση πρόωρα και κινήθηκαν και αυτοί εκτός σχεδίου εναντίον του οχυρού. Η κίνηση αυτή υποχρέωσε και τον Hastings να ξεκινήσει νωρίτερα και να προστρέξει με τους άνδρες για να μην αφήσει τις χερσαίες δυνάμεις εκτεθειμένες στα πυρά των Τούρκων.
Οι ναύτες του Hastings ξεκίνησαν την τελική έφοδο, χωρίς κάλυψη. Έτσι συγκεντρώθηκαν επάνω τους πολύ περισσότερα πυρά από ότι ανέμεναν.
Η μεγάλη και ηρωική αυτή μορφή του αγώνα των Ελλήνων, ο Frank Abney Hastings κατέβηκε από το πλοίο του και τέθηκε ο ίδιος επικεφαλής των συμπολεμιστών του στην πρώτη γραμμή, για να συνδράμει τα χερσαία τμήματα. Στεκόταν διαρκώς όρθιος επάνω στην μικρή αποβατική λέμβο, δίνοντας οδηγίες και κουράγιο στους ναύτες του. Μάλιστα, μάρτυρες αναφέρουν ότι φώναζε διαρκώς και επαναλάμβανε δυνατά την λέξη «Εμπρός», και οι ναύτες του ήταν ενθουσιασμένοι και τον ζητωκραύγαζαν.
Η φάση αυτή ήταν άλλη μία από τις ηρωικές στιγμές του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων. Μόλις έφθασαν στην ακτή, μία τουρκική οβίδα κτύπησε την αποβατική λέμβο. Τρεις ναύτες σκοτώθηκαν και είκοσι τραυματίσθηκαν. Ο Frank Abney Hastings πληγώθηκε σοβαρά στο αριστερό χέρι και έπεσε αναίσθητος. Την στιγμή αυτή δημιουργήθηκε μία μεγάλη αναστάτωση. Ένα βόλι βρήκε τον Στρατηγό Ευμορφόπουλο στο μέτωπο και τον σκότωσε ακαριαία. Λίγο μετά έπεσε και άλλη μία ηρωική μορφή του Αγώνα, ο ενθουσιώδης Φιλέλληνας Μπριόζιο, ενώ πληγώθηκαν οι υπολοχαγοί Γκαίμπεν, Στέλβαχ και πολλοί άλλοι αγωνιστές.
Τον Hastings τον απέσυραν από την μάχη και τον οδήγησαν στην «Καρτερία». Εκεί του έδεσαν πρόχειρα το τραύμα γιατί όπως αναφέρθηκε προηγούμενα, ο ιατρός είχε μετατεθεί και δεν είχε επιλεγεί αντικαταστάτης του. Ο μεγάλος αυτός άνδρας συνήλθε και ζητούσε να αναλάβει πάλι δράση το συντομότερο, διαβεβαιώνοντας τους συμπολεμιστές του ότι «δεν είχε κάτι σοβαρό». Μάλιστα άρχισε να εργάζεται πάλι και να σχεδιάζει νέα επιχείρηση για να καταλάβει το Αιτωλικό. Στις 28 Μαΐου 1828 ετοίμασε λεπτομερή αναφορά προς την Κυβέρνηση, στην οποία περιγράφει τα γεγονότα και την διαγωγή του κάθε αξιωματικού, ασχολήθηκε ακόμη και με την τελευταία λεπτομέρεια, όπως για παράδειγμα, την απονομή συντάξεως στην χήρα του αρχηγού των κανονιοφόρων Παπαπάνου. Εκεί ανέφερε ότι ετοιμαζόταν να επιτεθεί πάλι στο Αιτωλικό.
Στη φάση αυτή, κανείς δεν είχε υποψιασθεί πόσο σοβαρό ήταν το τραύμα του μεγάλου Βρετανού φιλέλληνα. Ακόμη και ο ίδιος ο Καποδίστριας εξέδωσε από τον Πόρο στις 26 Μαΐου 1828 (π.η.) την ακόλουθη διαταγή: «Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος προς τον αρχηγόν της κατά τον Κορινθικόν κόλπον ναυτικής δυνάμεως. Η Κυβέρνηση εγκλείουσα την ευχαριστήριόν της επιστολήν δια τους κατά την 11 Μαΐου αριστεύσαντας σπεύδει κατ’εξοχήν να προσφέρει εις Σε ιδιαιτέρως την ευγνωμοσύνη της τής οποίας και εις αυτήν την εσχάτην ώραν εφάνης άξιος εκθέσας την ζωήν Σου εις κίνδυνον υπέρ της Ελλάδος των συμφερόντων της οποίας εξ αρχής του αγώνος υπήρξας υπέρμαχος. Αυτής Σου της προς την Ελλάδα αφοσιώσεως τα έντιμα δείγματα φέρεις εις το Σώμα σου και ανακαλείς εις την μνήμην των ανθρώπων την δόξαν η οποία προ δύο ετών περιεχύθη εις τα μέρη όπου ήδη αγωνίζεσαι. Εν Πόρω 26 Μαΐου 1828 ο Κυβερνήτης».
Οι συμπολεμιστές του ενημέρωσαν τον υπεύθυνο αρχίατρο (Gosse), ο οποίος χωρίς να γνωρίζει λεπτομέρειες για το τραύμα, θεώρησε και αυτός ότι δεν επρόκειτο για κάτι ανησυχητικό. Όταν πολύ αργότερα είδε το τραύμα από κοντά, διαπίστωσε ότι εξελισσόταν σε γάγγραινα και ζήτησε να μεταφερθεί άμεσα ο Hastings στη Ζάκυνθο, όπου υπήρχαν περισσότερα μέσα, προκειμένου να αποκόψουν το πληγωμένο χέρι. Ο τραυματίας πλέον υπέφερε από αφόρητους πόνους και επειδή καταλάβαινε ότι πλησίαζε το τέλος του, έγραψε την διαθήκη του, και ανέθεσε καθήκοντα στον νέο Πλοίαρχο και Αντιπλοίαρχο της «Καρτερίας». Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στην Ζάκυνθο, άφησε την τελευταία του πνοή επάνω στο πλοίο που τον μετέφερε, διασχίζοντας την θάλασσα που είχε αγαπήσει και παραδώσει πλέον ελεύθερη στους Έλληνες.
Πέθανε στις 1 Ιουνίου 1828 από τέτανο, σε ηλικία μόλις 34 ετών βυθίζοντας σε θλίψη και βαθύτατο πένθος τον ελληνικό στρατό και τους Έλληνες.
Τις ιστορικές αυτές στιγμές, περιγράφει στα απομνημονεύματα του ένας από τους αξιωματικούς του Frank Abney Hastings, ο Υποπλοίαρχος Παπά Μικές Δούκας, από τα Ψαρά: « Και το πρωί επήγαμεν εις την φρεγάδα και μας είπαν οι Άγγλοι ότι ο Άστιγξ είναι εντός κινδύνου, ότι έκαμεν διαθήκη, εδιόρισε πλοίαρχον της Καρτερίας τον Ιωσήφ Φαλάγκαν και υποπλοίαρχον των Ιωάννη Σωτηριάδην, τους δε άλλους ναύτας θα προβηβάσει μετά ταύτα εάν ζήση. Όλοι εμείναμεν επί της φρεγάδας κατά δε το μεσονύκτιον ήλθε ο φύλαξ και μας ειδοποίησε ότι απέθανε. Τον εκλαύσαμεν από βάθος καρδίας διότι εχάσαμεν πατέρα και όχι πλοίαρχο αυθάδη. Αφού οι Άγγλοι τον διόρθωσαν και τον περιέκλεισαν μας παρέδωκαν το λείψανόν του και το εφέραμεν εις τον Πόρον όπου ο Ναύσταθμος».
Το θλιβερό νέο της απώλειας του μεγάλου Φιλέλληνα συγκλόνισε όλη την Ελλάδα. Μόλις το πληροφορήθηκε, ο Ιωάννης Καποδίστριας απηύθυνε την ακόλουθη επιστολή στον Υπουργό των Ναυτικών Μαυροκορδάτο και τους δύο στενούς φίλους του Hastings, τον G. Finley και τον Ν. Καλλέργη:
«Ο Πλοίαρχος Άστιγξ δεν υπάρχει πλέον. Η θανατηφόρος πληγή την οποία έλαβεν, ενώ έδιδε νέα δείγματα του υπέρ της Ελλάδος ζήλον του υπό τα τείχη του Αιτωλικού μας τον αφήρπασε την 1η Ιουνίου». Aφού δε αναφέρει σε συντομία της υπηρεσίες του Hastings, υπογραμμίζει το καθήκον των Ελλήνων προς την μνήμην του «γενναίου προασπιστού της ανεξαρτησίας ημών όστις εδέχθη δι ημάς το θανάσιμον εκείνον τραύμα, υπήρξε ανήρ, αγαθός επιλέγει και στρατιώτης άμα και ναύτης ανδρείος. Πολεμική άρα και ναυτική κηδεία ανήκει εις αυτόν κατ’ εξοχήν» και συνεχίζει «ως τόπος συναθροίσεως των συστρατιωτών του αοιδίμου, εξαιτείται ο Πόρος τα νεκρά αυτού λείψανα διά να τα δεικνύη διαρκώς εις τους γενναίους εκείνους οίτινες φέροντες μεθ’εαυτόν μνημόσυνα ζωηρότατα του ευκλεούς συναγωνιστού θέλουν τον υπολαμβάνει ως μη παύσαντα να υπάρχη και παραμυθούμενος θέλουν οιονεί ενισχύεσθαι διά της παρουσίας του. Τέλος ως γυμνάσιον των νέων ναυτών μας ο Πόρος απαιτεί να είναι της σκιάς του το άσυλον, ώστε η μνήμη του ανεξάλειπτος από την φαντασίαν της νεολαίας ταύτης των αγαθών της Ελλάδος ελπίδων να τους υπεκαύση, ως πνεύμα προϊστάμενον εις τας σπουδάς των εις πρόσκτησιν των αρετών και γνώσεων όσων εκόσμουν τον αείμνηστον».
Και ο ίδιος ο αρχιστράτηγος Church είχε παραδεχθεί την ανωτερότητα του Frank Abney Hastings. Μάλιστα αναφέρει σε επίσημο έγγραφο που βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο τα εξής: «Ο θάνατος του Άστιγγος, ήτο μεγάλη απώλεια διά την Ελλάδα. Είχε κάμει σημαντικάς θυσίας εν τη υπηρεσία εις την οποίαν τελικώς εθυσίασε και την ζωήν του. Ήτο ανήρ ψύχραιμος και ατρόμητος μεγάλης δε πρακτικής και επιστημονικής μορφώσεως, πάντοτε έτοιμος δι επιχείρησιν και μεγάλης καρτερίας. Εξετιμάτο μεγάλης και έχαιρεν υπόληψιν μεταξύ των Ελλήνων και το στρατιωτικόν του στάδιον εσημειώθη διά πολλών επιτυχιών υπέρ της θετής του πατρίδος και υπέρ της ιδίας εαυτού δομής. Μετά τη απώλειαν του ευγενούς πλοιάρχου της η μέχρι ώρας ισχυρά «Καρτερία» ο τρόμος του εχθρού κατέστη πλοίον συνήθους τάξεως, είναι αληθές ότι εν αυτή ευρίσκοντο ακόμη τα φοβερά πυροβόλα τα επινοηθέντα υπό του Άστιγγος τα εκτοξεύοντα υπό την διεύθυνσίν του πυρ και θάνατον κατά των εχθρών προς όλας τας διευθύνσεις, αλλ’ εκείνος δεν υπήρχε πλέον και εκλιπούσης της χειρός ήτις διηύθηνε και της ψυχής ήτις ενίσχυε τα κατορθώματα της «Καρτερίας» αι μετέπειτα υπηρεσίαι της υπήρξαν ασήμαντοι όσον εις το παρελθόν ήσαν σπουδαίαι και λαμπραί».
Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας ζήτησε να βαλσαμωθεί η σωρός του Hastings και να μεταφερθεί στην Εκκλησία του Ορφανοτροφείου της Αίγινας. Μεταφέρθηκε τον επόμενο χρόνο με μία πολυήμερη τελετή στον Πόρο, με το αγαπημένο του πλοίο την «Καρτερία», στο οποίο επέβαινε και ο ίδιος ο Ιωάννης Καποδίστριας. Το πλοίο συνόδευε τιμητική μοίρα πολεμικών πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού, στα οποία επέβαιναν πολλοί από τους συμπολεμιστές του. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Σπυρίδων Τρικούπης. Οι λεπτομέρειες της τελετής αναφέρονται παρακάτω.
Η τελετή της κηδείας του Frank Abney Hastings
Το γενικό πρόσταγμα της τελετής της κηδείας, στην οποία ήταν παρών ο ίδιος ο Κυβερνήτης Καποδίστριας, ανατέθηκε στον Υπουργό των Ναυτικών Μαυροκορδάτο, στον G. Finley και στον Ν. Καλλέργη.
Ο νέος κυβερνήτης της Καρτερίας, Φαλάγκας, παρέδωσε το ταριχευμένο σώμα του Frank Abney Hastings στον μοίραρχο Fabricius, αρχηγό της μοίρας, στις 6 Ιουνίου 1829. Οι σημαίες κυμάτιζαν παντού μεσίστιες και οι κεραίες των πλοίων ήταν κεκλιμένες. Ακουγόντουσαν μόνο οι κρότοι των πυροβόλων.
Η σωρός έφθασε στις 13 Ιουνίου στο Λουτράκι. Χιλιάδες Έλληνες από την Περαχώρα και την Κόρινθο συνόδευσαν τον νεκρό στο Καλαμάκι. Τη νεκρική σιγή διέκοπταν κανονιοβολισμοί από τα πλοία και την Ακροκόρινθο.
Στο Καλαμάκι η σωρός επιβιβάσθηκε στο πλοίο «Αθηνά» με προορισμό την Αίγινα. Ο Φιλέλληνας, συμπολεμιστής και φίλος του Hastings και ιστορικός G. Finley περιγράφει τις σκηνές με τα ακόλουθα λόγια: «Ουδέποτε ίσως αλλόφυλοι μαχηταί επένθησαν ειλικρινέστερον και βαθύτερον ανδρείον ξένον διά τον πρόωρον χαμόν του. Ότε οι πολυάριθμοι Έλληνες ναυτικοί οι υπηρετήσαντες κατά καιρούς υπό τας διαταγάς του έμαθον τον θάνατον αυτού συνήθροισαν αμέσως δι εράνου χρηματικόν ποσόν και εκτέλεσαν εν τη Μητροπόλη της Αιγίνης διά του Ελληνικού κλήρου μνημόσυνον μετά πάσης πομπής και παρατάξεως δυνατών κατά τους ταραχώδεις εκείνους χρόνους».
Στη συνέχεια, όλα τα μέλη του Γενικού Φροντιστηρίου, ο προσωρινός Διοικητής Αιγίνης και όλοι οι αξιωματικοί των πολεμικών πλοίων που είχαν φθάσει στην Αίγινα, τοποθέτησαν την σωρό του Frank Abney Hastings στην εκκλησία του Σωτήρος στο Ορφανοτροφείο. Εκεί είχε συγκεντρωθεί όλος ο κλήρος, οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές, οι Φιλέλληνες, και ο Κυβερνήτης με αντιπροσωπεία του Πανελληνίου. Ακολούθησε επικήδειος ευχή και άρχισε η εκφορά του νεκρού. Μπροστά πορευόταν άγημα από 100 ναύτες φέροντες πένθος, και ακολουθούσαν 4 αξιωματικοί του ναυτικού με το ξίφος τους στον ώμο και στη συνέχεια 8 αξιωματικοί που έφεραν το φέρετρο. Τους συνόδευαν 4 πλοίαρχοι που κρατούσαν τις τέσσερες άκρες του καλύμματος του φερέτρου. Αμέσως μετά ο Ιωάννης Καποδίστριας και οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές. Όλοι οι συμμετέχοντες έφεραν στον αριστερό βραχίονα μαύρο πένθος.
Η πομπή κατέληξε στο λιμάνι και το φέρετρο τοποθετήθηκε σε λέμβο, σκεπασμένη με πένθιμο ύφασμα. Η λέμβος μετέφερε την σωρό του Hastings στο αγαπημένο του πλοίο την Καρτερία, για το τελευταίο του ταξίδι στον Πόρο. Όταν έφθασε το φέρετρο στην Καρτερία, όλα τα πλοία κατέβασαν τις σημαίες τους και έκλιναν τις κεραίες τους. Ακολούθησαν 34 κανονιοβολισμοί, όση ήταν και η ηλικία του μεγάλου Φιλέλληνα.
Στη συνέχεια ξεκίνησαν όλα τα πλοία μαζί, πλέοντας με μικρή ταχύτητα και την μεγαλοπρέπεια που άξιζε στον Frank Abney Hastings. Όταν έφθασαν στον Ναύσταθμο στον Πόρο αγκυροβόλησαν. Οι αξιωματικοί μετέφεραν το φέρετρο και ακολούθησε ο Ιωάννης Καποδίστριας. Και πάλι αποδόθηκαν τιμές με κανονιοβολισμούς.
Στο Ναύσταθμο είχαν παραταχθεί ένας λόχος Πεζικού, αντιπροσωπεία του Πολεμικού Ναυτικού, των τακτικών σωμάτων ξηράς, όλοι οι παρευρισκόμενοι πλοίαρχοι και αξιωματικοί και το πλήρωμα της Καρτερίας. Όλοι μαζί συνόδευσαν με ιδιαίτερη συγκίνηση τον νεκρό στην τελευταία του κατοικία.
Αφού εψάλη σύντομη ευχή, ο Υπουργός Εξωτερικών Σπυρίδων Τρικούπης εκφώνησε εκ μέρους της κυβέρνησης και του Ελληνικού Έθνους, τον αποχαιρετιστήριο λόγο. Ακολούθησε ο τελευταίος ασπασμός του νεκρού και οι παρευρισκόμενοι, με πρώτον τον Ιωάννη Καποδίστρια, έριξαν από μία χούφτα χώμα στον τάφο του μεγάλου ανδρός. Ο λόχος του Τακτικού Σώματος και τα ναυτικά αγήματα τον αποχαιρέτησαν με τριπλό τυφεκιοβολισμό.
Η τελετή της κηδείας ολοκληρώθηκε και πάλι με 34 βολές πυροβολικού, σε ανάμνηση του έργου και της προσφοράς του Φιλέλληνα, ήρωα και εθνικού ευεργέτη, Frank Abney Hastings, που συγκλόνισε τις ψυχές όλων των Ελλήνων.
Η Γενική Εφημερίδα όταν αναφερόταν στον Frank Abney Hastings, χρησιμοποιούσε τον όρο «ο πλέον παρά Έλλην».
Στην ομιλία του ο Σπυρίδων Τρικούπης υπενθύμισε ότι ο Frank Abney Hastings «… απέθανεν την 20η Μαίου, καταλιπών μνήμην ανεπίληστον αφιλοκερδούς φιλελληνισμού, ενδόξων υπέρ ελευθερίας αγώνων και ακεραίου χαρακτήρος …».
Ο Λόρδος Βύρων είχε περιγράψει τον Hastings ως “intelligent and scientific” who “unites great courage & coolness as well as enterprise” («έξυπνος και επιστήμων» που «συνδυάζει μεγάλο θάρρος και ψυχραιμία, καθώς και την επιδεξιότητα»).
Ο Finley αναφέρει σχετικά με τον Hastings και την Καρτερία τα εξής: «το τι θα ηδύνατο να γίνη ο Ελληνικός στόλος εάν έζη ο πλοίαρχος Άστιγξ μόνον όσοι τον εγνώρισαν και είδον ποία μέτρα έλαβε διά να στρατολογήση ναυτικούς αξιωματικούς δύναται να φαντασθώσιν».
Ο άλλος σημαντικός Φιλέλληνας, Στρατηγός Thomas Gordon αναφέρει και αυτός στη βιογραφία του: «Αν υπήρχε κάποιος πραγματικά ανιδιοτελής και χρήσιμος Φιλέλληνας, αυτός ήταν ο Άστιγξ. Δεν έλαβε ποτέ του αμοιβή. Ξόδεψε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του για να κρατήσει μάχιμη και δυνατή την «Καρτερία», το μοναδικό πλοίο του Ελληνικού Ναυτικού πού τηρούσε τούς κανόνες της ναυτικής πειθαρχίας».
Η καρδιά του νεκρού Hastings μεταφέρθηκε στην Αθήνα και τάφηκε στον Αγγλικανικό ναό του Αγίου Παύλου.
Το 1861, η πολιτεία μετέφερε τα οστά του Frank Abney Hastings στον Ναύσταθμο του Πόρου, όπου έστησε ένα μνημείο οβελίσκο για να τιμήσει την συνεισφορά του στον Αγώνα.
Η ελληνική πολιτεία συνέχισε να θυμάται και να τιμά τον μεγάλο αυτόν Φιλέλληνα και εθνικό ευεργέτη, τον Frank Abney Hastings, ονομάζοντας προς τιμή του μια κανονιοφόρο το 1841 και ένα αντιτορπιλικό το 1939 του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού.
Με αφορμή τα 100 χρόνια από τον θάνατό του στήθηκε ένα μνημείο και στο Μεσολόγγι, στον κήπο των Ηρώων. Επίσης, εκδόθηκε ένα προς τιμήν του χάλκινο αναμνηστικό μετάλλιο και άλλα αντικείμενα.
Σημείωση της ΕΕΦ:
Ένας από τους απογόνους της οικογένειας Abney Hastings, ο Maurice Abney Hastings, συνέγραψε ένα σημαντικό βιβλίο που παρουσιάζει το έργου του μεγάλου Φιλέλληνα και προγόνου του, του Frank Abney Hastings.
Ο Maurice Abney Hastings, συγκέντρωσε υλικό και οργάνωσε μουσείο στη γενέτειρα του μεγάλου Φιλέλληνα στην Αγγλία. Το βιβλίο του αυτό παρουσίασε πριν από μερικά χρόνια και στην Ελλάδα σε εκδήλωση στο Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα.
Ο Maurice Abney Hastings πέθανε στις 9 Οκτωβρίου 2016 σε ηλικία 75 ετών.
Η ΕΦΦ τιμά και τη δική του μνήμη.
Πηγές και βιβλιογραφία
Κωνσταντίνος Ράδος, «Ο Άστιγξ και το έργον του εν Ελλάδι», Ναυτική Επιθεώρησις, Εν Αθήναις, 1928.
Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 2ος, Αθήνα, 1930.
Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, «Φιλέλληνες», τεύχος 277, 17 Μαρτίου 2005.
Σπυρίδωνος Τρικούπη «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης».
Χρήστου Γούδη «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδος» εκδόσεις «Κάκτος».
Ιωάννη Ρούσκα «Ο Άστιγξ και η Καρτερία» περιοδικό «Ιστορικά Θέματα» τόμος 59.
Κωνσταντίνου Ράδου «Έγγραφα και σημειώσεις για την δράση του Άστιγξ εν Ελλάδι».
Γιώργος Αθανασίου, POROSNEWS, 190 χρόνια από το θάνατο του Φρανκ Άμπνεϋ Άστιγξ, 2/6/2018.
Stephen, Leslie and Lee, Sidney, ed.s, Dictionary of National Biography (London, England: Smith, Elder, & Co, 1891), vol. 25.
Gordon, Thomas (1832). History of the Greek Revolution. London.
Finlay, George (1861). History of the Greek Revolution. Edinburgh.
This article incorporates text from a publication now in the public domain: Chisholm, Hugh, ed. (1911). “Hastings, Frank Abney”. Encyclopedia Britannica. 13 (11th ed.). Cambridge University Press. p. 55.
Frank Abney Hastings, Memoir on the Use of Shells and hot shot from Ship artillery, Ridgeway, Londres, 1828.
Dimitri G. Capaitzis, ‘KARTERIA’ THE FIRST STEAM WARSHIP IN WAR (1826), The Royal Institution of Naval Architects, Historic Ships, London, 2009
Maurice Abney-Hastings, Commander of the Karteria, Authorhouse, 2011.
http://www.captainfrank.co.uk/people/captain-frank-abney-hastings
Hellenic Army General Staff, An Index of Events in the military History of the Greek Nation, Army History Directorate, 1998.
Anonymous article (attributed to George Finlay), “Biographical Sketch of Frank Abney Hastings”, Blackwood’s Edinburgh Magazine, vol. 58, July – December 1843.
David Brewer, The Greek War of Independence: The Struggle for Freedom from Ottoman Oppression and the Birth of the Modern Greek Nation, New York, The Overlook Press, 2001.
Wladimir Brunet de Presle et Alexandre Blanchet, Grèce depuis la conquête romaine jusqu’à nos jours, Paris, Firmin Didot, 1860.
W. R. Morfill, “Hastings, Frank Abney (1794–1828) (revised by Andrew Lambert)”, Oxford Dictionary of National Biography, May 2010.
W. A. Phillips, The War of Greek Independence 1821 to 1833, New York, Charles Scribner’s Sons, 1897.
Elizabeth Roberts, Freedom, Faction, Fame and Blood: British Soldiers of Conscience in Greece, Spain and Finland, Sussex Academic Press, 2010.
Christopher Montague Woodhouse, The Philhellenes, London, Hodder and Stoughton, 1969.
J.W. Day, et al. (1998) “The Anglican Church of Saint Paul’s Athens, A Short History”.
William St Clair, THAT GREECE MIGHT STILL BE FREE, The Philhellenes in the War of Independence, Cambridge, 2008.
Για περισσότερα νέα μας επισκεφτείτε το site μας www.eefshp.org ή ακολουθήστε μας στο Facebook και στο Instagram