Φρεγάτες Constellation: Το «στοίχημα» για το ΠΝ και οι δυσκολίες του προγράμματος στις ΗΠΑ

Σε τι σημείο βρίσκονται οι διαδικασίες από ελληνικής πλευράς- τι προβλήματα αντιμετωπίζει το πρόγραμμα στις ΗΠΑ.
.
.
Fincantieri Marine Group

Η ένταξη στο πρόγραμμα των αμερικανικών φρεγατών επόμενης γενιάς Constellation θεωρείται ένα μεγάλο «στοίχημα» για το μέλλον του Πολεμικού Ναυτικού: Πέρα από τις υπό ναυπήγηση τρεις FDI (και τις συζητήσεις για πιθανή τέταρτη), τις καθυστερήσεις στο (απαραίτητο) πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των ελληνικών ΜΕΚΟ και τις συζητήσεις περί κορβετών, η επιδίωξη φαίνεται να είναι οι φρεγάτες Constellation να θέσουν το ΠΝ σε μια συγκεκριμένη τροχιά για τις επόμενες δεκαετίες, με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό/πλάνο και παράλληλα αναζωογόνηση της ελληνικής ναυπηγικής βιομηχανίας.

Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, δήλωσε πρόσφατα πως η συμμετοχή της Ελλάδας στη σχεδίαση και ναυπήγηση των φρεγατών αναμένεται να έρθει σύντομα προς έγκριση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής. Σημειώνεται πως το θέμα έχει περάσει από το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ), ενώ ο υπουργός έχει πει ξεκάθαρα πως «βεβαίως θα πάμε στο πρόγραμμα Constellation», χαρακτηρίζοντάς το ως πρόγραμμα «μακράς πνοής» που ενδιαφέρει πάρα πολύ, καθώς δεν είναι μόνο θέμα ναυπήγησης στην Ελλάδα, μα και θέμα σχεδιασμού με βάση τις ανάγκες του ΠΝ. Ακόμη δεν πρέπει να παραβλέπεται η προοπτική η ελληνική ναυπηγική βιομηχανία να παρέχει service στα πλοία του τύπου (όχι μόνο τα ελληνικά, μα και τα αμερικανικά) που θα επιχειρούν στην περιοχή εν γένει. Γενικότερα έχει αναφερθεί πως επιδίωξη είναι η συμπαραγωγή έως 7 νέων φρεγατών της συγκεκριμένης κλάσης σε ελληνικά ναυπηγεία.

Η «ταυτότητα» των Constellation

Οι φρεγάτες Constellation (FFG-62) επελέγησαν από το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό το 2020, στο ευρύτερο πλαίσιο επιδίωξης αύξησης του στόλου των ΗΠΑ (ναυτικό 355 πλοίων) - σημειώνεται πως η κλάση των φρεγατών είχε μείνει εκτός του USN από το 2015, έτος που αποσύρθηκε η τελευταία φρεγάτα κλάσης Oliver Hazard Perry. Γενικότερα μιλώντας, το αμερικανικό ναυτικό δίνει έμφαση, όσον αφορά σε πλοία τέτοιου είδους, σε αντιτορπιλικά και καταδρομικά, που προορίζονται να επιχειρούν σε περιοχές υψηλότερου βαθμού απειλής. Οι φρεγάτες του USN προορίζονται να αναλαμβάνουν πολλές παρόμοιες αποστολές με μικρότερο κόστος, ωστόσο σε περιοχές με λιγότερες απειλές, και ως εκ τούτου είναι μικρότερα πλοία από τα προαναφερθέντα, με λιγότερα όπλα και δυνατότητες. Ωστόσο, για τα δεδομένα χωρών όπως η Ελλάδα και η Τουρκία, οι φρεγάτες αποτελούν «μεγάλα» σκάφη/ «κύριες μονάδες».

Η FFG-62 βασίζεται στο σχέδιο της γαλλοϊταλικής FREMM (Fregata Europea Multi-Missione), η οποία φτιάχτηκε σε δύο παραλλαγές, μια για το γαλλικό και μια για το ιταλικό ναυτικό- ωστόσο η νέα φρεγάτα έχει πολλές διαφορές με το «μητρικό» σχέδιο.

Το πρόγραμμα FFG-62 ήταν προηγουμένως γνωστό ως FFG(X). Τα σκάφη θα είναι πολλαπλών ρόλων, με σημαντικές δυνατότητες αεράμυνας (AAW), ανθυποβρυχιακού πολέμου (ASW), επιχειρήσεων κατά άλλων πλοίων (ASuW) kκαι ηλεκτρονικού πολέμου. Προορίζονται για χρήση τόσο σε «blue water» (ανοιχτή θάλασσα/ ωκεανό) όσο και κοντά σε ακτές και για να είναι ικανά να επιχειρούν είτε ανεξάρτητα είτε στο πλαίσιο μεγαλύτερων σχηματισμών.

Στο πλαίσιο των μεταβολών, το κύτος έχει επιμηκυνθεί για να υπάρξει χώρος για μεγαλύτερες γεννήτριες και αναβαθμίσεις, υπήρξαν αλλαγές στον σχεδιασμό της πλώρης και στις προπέλες, το εκτόπισμα αυξήθηκε για να υπάρχουν επιπλέον περιθώρια εξέλιξης/ αναβάθμισης, ενώ υπήρξαν και αλλαγές για να ταιριάξουν καλύτερα τα ανθυποβρυχιακά συστήματα. Συνολικά, το μήκος τους είναι 151 μέτρα, με εκτόπισμα περίπου 7.400 τόνους και πλήρωμα 200 άτομα. Τα σκάφη αυτά θα έχουν 32 κελιά κάθετης εκτόξευσης πυραύλων (Mark41 VLS- Vertical Launch System). O οπλισμός θα συμπληρώνεται, μεταξύ άλλων, από αντιπλοϊκούς πυραύλους NSM (16), πυροβόλο των 57 χιλιοστών, εκτοξευτή αντιαεροπορικών πυραύλων RIM για εγγύς αεράμυνα, προηγμένα συστήματα μάχης (για ανθυποβρυχιακές, αντιαεροπορικές, επιφανείας- επιφανείας επιχειρήσεις) , υπερσύγχρονα ραντάρ, σόναρ και συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου, χώρο για ελικόπτερο MH-60R και drones.

Οι ΗΠΑ επιδιώκουν την προμήθεια μέχρι και 20 φρεγατών, σε ένα πρόγραμμα ύψους γύρω στα 22 δισ. δολάρια. Σε κάθε περίπτωση, εάν η Ελλάδα μπει στο πρόγραμμα, η διαρρύθμιση/ έκδοση του σκάφους θα είναι προσαρμοσμένη στις ανάγκες του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού.

Τι συμβαίνει με την παραγγελία του αμερικανικού ναυτικού

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ωστόσο, τα πράγματα με το πρόγραμμα – που ερμηνεύεται από πολλούς ως «διορθωτική» κίνηση στο εκ των πραγμάτων προβληματικό πρόγραμμα των LCS (Littoral Combat Ships)- είναι μάλλον περίπλοκα.

Πρόσφατα ανακοινώθηκε πως η Fincantieri Marinette Marine (FMM), θυγατρική της Fincantieri στις ΗΠΑ, υπέγραψε συμβόλαιο ύψους άνω του ενός δισ. δολαρίων για τη ναυπήγηση πέμπτης και έκτης φρεγάτας κλάσης Constellation για το ναυτικό των ΗΠΑ. Σημειώνεται πως το συμβόλαιο για την πρώτη φρεγάτα και 9 options, που είχε υπογραφεί το 2020, έχει σωρευτική αξία 5,5 δισ. δολαρίων. Η πρώτη φρεγάτα ναυπηγείται ήδη στο Ουϊσκόνσιν.

Το ότι οι ΗΠΑ εμφανίζονται να έχουν επενδύσει πραγματικά στο συγκεκριμένο πρόγραμμα αποτελεί σίγουρα ένα είδος «εγγύησης» ως προς την ορθότητα της ελληνικής επιλογής για τις Constellation. Από εκεί και πέρα, δεν απουσιάζουν τα προβλήματα και οι δυσκολίες ως προς την παραγγελία για το αμερικανικό ναυτικό, που σε μεγάλο βαθμό φαίνονται να οφείλονται στις αλλαγές πάνω στο αρχικό σχέδιο της FREMM, όπου βασίζεται και η νέα φρεγάτα, και το ότι το σχέδιο δεν έχει οριστικοποιηθεί πλήρως, παρά την έναρξη της ναυπήγησης του πρώτου σκάφους- και αυτό προκαλεί «πονοκεφάλους» στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, δεδομένου ότι ένας από τους κύριους λόγους που η Constellation βασίστηκε σε μια ήδη υπάρχουσα φρεγάτα ήταν για να μειωθούν κόστη, ο χρόνος παραγωγής και ο βαθμός ρίσκου εν γένει.

Συγκριτικά με τη FREMM, η Constellation είναι ένα μεγαλύτερο και βαρύτερο σκάφος, και αυτό δυσκολεύει τα πράγματα- σε αναφορά του US Government Accountability Office του Κογκρέσου σημειωνόταν πως το «ασταθές σχέδιο έχει καθυστερήσει τη ναυπήγηση και προκαλέσει πρόβλημα στα χρονοδιαγράμματα παράδοσης» και ότι αναμένεται καθυστέρηση τριών ετών. Σημειώνεται πως το USNI News έγραψε στις αρχές του Απριλίου πως το πρώτο πλοίο της κλάσης μπορεί να μην παραδοθεί πριν το 2029- τρία χρόνια αργότερα από ό,τι είχε σχεδιαστεί αρχικά (2026).

Στην αναφορά του GAO εκτιμάται πως «η απόφαση του ναυτικού να αρχίσει τη ναυπήγηση πριν ο σχεδιασμός ολοκληρωθεί δεν συνάδει με τις πρακτικές σχεδιασμού του πρώτου σκάφους και έθεσαν σε κίνδυνο αυτή την προσέγγιση. Επιπλέον, η αστάθεια του σχεδιασμού έχει προκαλέσει ανάπτυξη βάρους». Εν συνεχεία, σημειώνεται πως «το ναυτικό αναγνωρίζει πως η ημερομηνία παράδοσης τον Απρίλιο του 2026 δεν είναι επιτεύξιμη».

Σε σχετικό δημοσίευμα του War Zone υπογραμμίζεται επίσης πως το ναυτικό των ΗΠΑ δεν φαίνεται να έχει παρουσιάσει τις απαιτήσεις όσον αφορά στην ταχύτητα της κλάσης, μα τα πλοία αυτά αναμένεται να είναι σε θέση να διατηρούν ταχύτητα cruising τουλάχιστον 26 κόμβων. Επίσης, σημαντικό τμήμα του «ψηφιδωτού» της ανάπτυξης του εν λόγω σκάφους είναι η ύπαρξη περιθωρίων για αναβάθμιση/ ενίσχυση των σκαφών με νέες δυνατότητες στο μέλλον, και αυτό καθιστά ακόμα πιο πολύπλοκο το όλο εγχείρημα από άποψης βάρους, μεγέθους κλπ. Όσον αφορά τώρα στην έναρξη ναυπήγησης χωρίς οριστικοποίηση του σχεδιασμού, αξίζει να σημειωθεί πως κάτι τέτοιο είχε γίνει εσκεμμένα στο πρόγραμμα των LCS, το οποίο εν τέλει δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα- για την ακρίβεια, στην αναφορά του GAO γράφεται ξεκάθαρα πως το πρόγραμμα των φρεγατών άρχισε «ως απάντηση στα προβλήματα του Littoral Combat Ship και των εξελισσόμενων απειλών»- πρακτικά μια διορθωτική κίνηση, η οποία όμως, όπως προκύπτει, αντιμετωπίζει και αυτή προβλήματα που μένει να φανεί πώς θα επιλυθούν.

Το αμερικανικό ναυτικό από πλευράς του, σύμφωνα με το War Zone, αποδίδει την έλλειψη προόδου στην ανάπτυξη και ναυπήγηση σε ζητήματα εργατικού δυναμικού στον ναυπηγό- ωστόσο ο γερουσιαστής Ρότζερ Γουΐκερ σε ακρόαση σχετικά με το θέμα κατηγόρησε το ναυτικό των ΗΠΑ πως «δεν μπορεί να κρατήσει τις απαιτήσεις του σταθερές. Περίπου το 70% των απαιτήσεων έχουν αλλάξει από τότε που το ναυτικό υπέγραψε συμβόλαιο».

Σε κάθε περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, το ότι οι ΗΠΑ έχουν δώσει οι ίδιες «ψήφο εμπιστοσύνης» σε τόσο μεγάλο βαθμό στο πρόγραμμα των νέων φρεγατών επιτρέπει σίγουρα ένα βαθμό αισιοδοξίας για την ελληνική πλευρά, καθώς, ακόμα και με τα προβλήματα που αναφέρονται, φαίνεται μάλλον δύσκολo να ακολουθήσει το νέο πρόγραμμα πορεία αντίστοιχη αυτής πχ των προγραμμάτων των LCS ή των αντιτορπιλικών Zumwalt (προγράμματα που έγιναν γνωστά λόγω της αρνητικής εξέλιξης που είχαν), ιδιαίτερα δεδομένων των αναγκών των ΗΠΑ στον τομέα της ναυτικής ισχύος απέναντι σε μια ταχέως ανερχόμενη Κίνα. Κοινώς, εκτιμάται πως οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να προχωρήσει κανονικά το πρόγραμμα και να λυθούν τα όποια προβλήματα προκύπτουν- το πώς θα συμβεί αυτό, βεβαίως, είναι κάτι που μένει να φανεί.

Δημοφιλή