Geçmiş olsun (περαστικά) Ταγίπ

H ελληνική πλευρά μόνο να κερδίσει έχει από την παραμονή του Ερντογάν στην εξουσία.
Anadolu Agency via Getty Images

Δεν συνέβαινε στο παρελθόν, την εποχή που η παντοδυναμία του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν αδιαπραγμάτευτη, να διαρρέουν ειδήσεις σχετικά με την πορεία της υγείας του. Το ότι ο κλοιός του Ερντογάν στα τουρκικά ΜΜΕ είναι πιο χαλαρός έρχεται προς επίρρωση της αίσθησης τρωτότητας που ο Τούρκος πρόεδρος απορρέει εν μέσω φιλοδοξιών δελφίνων, οικονομικού ολέθρου, γεωπολιτικών ηττών.

Στην Ελλάδα τέτοιου είδους ειδήσεις μεταφέρονται με μια συγκεκαλλυμένη ευφορία καθώς πολλοί λανθασμένα ταυτίζουν την εκρηκτικότητα του χαρακτήρα του Ερντογάν, τον εθισμό του στην επιθετική ρητορεία, με τον τουρκικό επεκτατισμό.

Η αλήθεια είναι ότι η σύλληψη του νέο-οθωμανισμού στην τουρκική εξωτερική πολιτική είχε προηγηθεί της ανόδου του ΑΚΡ στην εξουσία αν και ομολογουμένως η καταλυτική παρουσία του Αχμέτ Νταβούτογλου και η «πολιτική των μηδενικών προβλημάτων» που προσπάθησε να εμφυσήσει, έγραψαν χρυσές σελίδες στην τουρκική δημόσια διπλωματία. Προσωρινά όμως.

Ούτε το Ισλάμ ήταν και είναι πρόθυμο να ποδηγετηθεί από την Τουρκία αλλά ούτε και η Δύση έτοιμη να επιτρέψει μια δυνατή μουσουλμανική δύναμη να εξελιχθεί σε κάτι περισσότερο από περιφερειακό εντολοδόχο. Ο παράγοντας Ερντογάν υπήρξε καταλυτικός στη ροή που πήραν τα πράγματα και η εκδίωξη Νταβούτογλου μόνο ως θετική για τα ελληνικά συμφέροντα εξέλιξη μπορεί να χαρακτηριστεί,

Ο Ερντογάν έδωσε στη Δύση να καταλάβει ότι δεν είναι ένας από αυτούς. Η ατσάλινη διακυβέρνηση και η στέρηση βασικών ελευθεριών, οι διώξεις των Γκιουλενιστών ή των φερόμενων ως Γκιουλεντιστών, τα γεγονότα στο πάρκο Γκεζί, ο εξευτελισμός υψηλών αξιωματούχων, αλλά και μη βίαια περιστατικά, όπως η μετατροπή της Αγια Σοφιάς σε τζαμί, ήταν φωτεινές ενδείξεις ότι το καθεστώς απείχε πολύ από την φιλελεύθερη δημοκρατία της Δύσης. Αν προσθέσουμε και την προσωπολατρία που το ίδιο το περιβάλλον Ερντογάν καλλιέργησε, τότε το αποτέλεσμα είναι ένα καθεστώς εκλογικής απολυταρχίας. Δικτατορία με εκλογές δηλαδή.

Υπάρχουν βέβαια και στοιχεία του χαρακτήρα του ίδιου του Ερντογάν τα οποία δρουν καταλυτικά στις σχέσεις του με τα κέντρα αποφάσεων του δυτικού κόσμου.

Οι εξάρσεις, οι απειλές, οι λεονταρισμοί, θυμίζουν ηγέτες του παρελθόντος που δεν προσέφεραν τα αναμενόμενα στις πατρίδες τους, όπως ο Μακάριος, ο Καντάφι, ο Σαντάμ Χουσείν. Η κοινή τους συνιστώσα ήταν ότι είχαν απωλέσει την αξιοπιστία τους, με ανεξέλεγκτες συμπεριφορές που οι μεγάλες δυνάμεις μισούν.

Η τραγωδία του συστήματος εγγυάται και την επιβίωση του στο βάθος των αιώνων. Είναι ανίκητο και η τιμωρία του στους «παραβάτες» είναι ανάλογη της επικινδυνότητας τους, όπως αργά αντιλήφθηκαν στο παρελθόν οι προαναφερθέντες.

Ο Ερντογάν δεν χαρακτηρίζεται αξιόπιστος συνομιλητής και σύμμαχος από κανέναν πια. Η αναβάθμιση της Ελλάδας στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε είναι εμφανής και ενοχλεί την Τουρκία, καθώς βλέπει ένα «ταμπούρωμα» πίσω από ελληνικές θέσεις, εκμεταλλευόμενη τη συγκυρία με έναν πρωθυπουργό του οποίου η ήπια ισχύς υπερτερεί κατά πολύ της ζοφερής εικόνας του μαινόμενου Ερντογάν.

Ίσως εάν το κόμμα του Ερντογάν δεν είχε κερδίσει τις εκλογές του 2002, να είχε επικρατήσει μια πιο φιλελεύθερη πολιτική, η οποία δεν θα καθιστούσε την Ελλάδα ανάχωμα σε έναν άλλο, ξένο, πολιτικό πολιτισμό. Μια άλλη διακυβέρνηση θα ήταν πιο προσηνής στα συμφέροντα των συμμάχων μας, χωρίς βέβαια να έχει απεμπολήσει τις βλέψεις της προς τα δικά μας κυριαρχικά δικαιώματα.

Υπό αυτήν την έννοια, και λαμβάνοντας υπόψιν τον συσχετισμό συμμαχιών και άρα δυνάμεων, η ελληνική πλευρά μόνο να κερδίσει έχει από την παραμονή του Ερντογάν στην εξουσία.

Περαστικά του λοιπόν.

Geçmiş olsun (Γκετζμίς Ολσούν).

Δημοφιλή