Νάγια Κωστιάνη
Τα 5χλμ δεν είναι ποτέ «έλα μωρέ πέντε χιλιομετράκια». Ποτέ.
Στην προπόνηση του περασμένου Σαββάτου -ξέρετε, αυτή μου μαζευόμαστε αξημέρωτα δέκα νοματαίοι στον Εθνικό Κήπο για να τρέξουμε κάνα τρίωρο μέσα στα δέντρα, επειδή τι άλλο μπορείς να κάνεις τα ξημερώματα του Σαββάτου;- έπρεπε να τρέξω 25χλμ. Μια εβδομάδα πριν είχα τρέξει 20χλμ οπότε δεν ήμουν ιδιαίτερα αγχωμένη. Εντάξει, σκεφτόμουν, άλλα 5 χιλιομετράκια είναι, σιγά την υπόθεση.
Χα.
Αφενός, τα 5χλμ δεν μπορείς ποτέ να τα χαρακτηρίσεις «χιλιομετράκια», ειδικά όταν έχουν προηγηθεί άλλα 20. Αφετέρου, εκείνο το πρωί έκανε τόση ζέστη που τις περισσότερες φορές ήταν σαν να σου πετάνε ζεστή λάσπη στα ρουθούνια. Ένα κάποιο κέφι, θα έλεγες.
Σε αυτό το long run λοιπόν διαπίστωσα δύο πράγματα:
Τα long runs βγαίνουν, τελικά, πιο εύκολα με ψιλοκουβέντα, παρά με μουσική.
Τα 25χλμ χωρίς καθόλου μουσική φάνταζαν μαρτύριο στο μυαλό μου. Τα 25χλμ με συνεχή αλληλεπίδραση με άλλους, εφιάλτης. Στο 25άρι του Σαββάτου συνέβησαν και τα δύο και χάρη σε αυτά η ώρα πέρασε χωρίς να το καταλάβω -και, κυρίως, ευχάριστα. Η κουβέντα κατά το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων, όπως έμαθα, είναι απαραίτητη ώστε να κρατάς σταθερό ρυθμό και να μην το παρακάνεις. Βοήθησε και το ότι μιλούσαμε για μουσική και μπαρ, βέβαια.
Για μοναχικό άθλημα, το τρέξιμο είναι τρομακτικά ομαδικό.
Fact: Οι δρομείς είναι τρομερά κοινωνικά άτομα.
Θα σου συστηθούν μόνοι τους, θα σου πιάσουν τη κουβέντα, θα τρέξουν μαζί σου για να σε βοηθήσουν με τον ρυθμό, θα σου δώσουν ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΕΣ συμβουλές για Ό,ΤΙ έχει να κάνει με το τρέξιμο, θα σου διηγηθούν δικές τους εμπειρίες και, όταν έρθει η ώρα, θα σε πάρουν από το χέρι, κυριολεκτικά, και θα σε σύρουν να βγάλεις τα τελευταία 2 χλμ. Και, πιστέψτε με, αυτή η ώρα πάντα έρχεται. Σε εμένα ήρθε εκείνο το Σάββατο, όταν είχα κλείσει περίπου 23χλμ και ένιωθα τα πόδια μου να εγκαταλείπουν.
«Παιδιά, εγώ σταματάω σε αυτόν το γύρο, δεν έχω άλλο να δώσω, τέλος», είπα στον Νάσσο και τον Άρη που τρέχαμε μαζί (ο Νάσσος θα τρέξει για 3η φορά στον Μαραθώνιο φέτος, ο Άρης για 2η), αρχίζοντας να ρίχνω τον ρυθμό μου.
«Τι; Καλά ναι, δεν υπάρχει περίπτωση, ένας γύρος έμεινε. Έλα πάμε, πάμε, σκέψου πως θα λες μετά στους φίλους σου ότι έβγαλες το 25άρι».
«Νάσσο, κανείς τους δεν νοιάζεται».
«Ναι, ισχύει, ούτε οι δικοί μου. Το κάνεις για εσένα, έλα, κουνήσου».
Και κάπως έτσι κουνήθηκα και τα έβγαλα.
Για κάποιον που δεν τα πάει ιδιαίτερα καλά με τους ανθρώπους, αυτή η ομαδικότητα του τρεξίματος είναι απρόσμενα όμορφη.
Αν οδηγείς 2 ώρες για να τρέξεις στη βροχή, είσαι στο σωστό δρόμο. Ή και όχι.
Όταν ξεκίνησαν οι βροχές στην αρχή της εβδομάδας, η αντίδρασή μου δεν ήταν η κλασική (κραυγές, χορός πάνω στο γραφείο, κατέβασμα πουλόβερ από το πατάρι, ένα πάρτυ για την περίσταση). Αντίθετα, άρχισα να αγχώνομαι για το μέλλον των προπονήσεών μου και να τσεκάρω κάθε μέρα το δελτίο καιρού.
Πρώτο καμπανάκι.
Το 10άρι της Δευτέρας πήγε άκλαυτο, καθώς η ένταση της βροχής συνδυασμένη με την -ατελείωτη- διάρκειά της κατάφεραν να λυγίσουν την όποια αποφασιστικότητά μου (εντάξει, δεν χρειάστηκε και πολύ). Την Τετάρτη είχα τη διαλειμματική προπόνηση στο ΟΑΚΑ, αλλά αυτή τη φορά δεν υπήρχε περίπτωση να τη χάσω. Τόσο λόγω τύψεων, όσο και επειδή ένιωθα την ανάγκη να τρέξω.
Δεύτερο καμπανάκι.
Ξεκίνησα από το γραφείο στις 18.10, ώστε να είμαι γύρω στις 19.00 στο στάδιο. Έφτασα στις 20.00, έπειτα από 2 ώρες εγκλωβισμού στην Κηφισίας και στα όρια της σχιζοφρένειας. Φυσικά, οι περισσότεροι είχαν μείνει σπίτι τους λόγω βροχής. Πέντε έρμοι έτρεχαν στο πάνω γήπεδο, άλλοι πέντε στο κάτω και το βλέμμα του προπονητή μου όταν με είδε έλεγε ξεκάθαρα «αχ την καημένη, ήρθε». Λίγα λεπτά μετά, κι ενώ έτρεχα στο τερέν με τιραντάκι ενώ κουβάδες νερού έπεφταν πάνω μου, ήρθε η δεύτερη διαπίστωση της εβδομάδας:
Έφυγα από τη Συγγρού για να ανέβω στο ΟΑΚΑ, σε ώρα αιχμής και με βροχή, κάνοντας μια απελπιστική διαδρομή δύο ωρών μέσα στην Μόρντορ της Κηφισίας, αντί να γυρίσω στο σπίτι μου (θα μου έπαιρνε το πολύ 15 λεπτά), να φάω, να δω το κακόμοιρο το σκυλί μου που έχει ξεχάσει πώς μοιάζω και να ξεκουραστώ. Και όλα αυτά γιατί; Για να τρέξω άλλη μια ώρα μέσα στη βροχή.
Μόνο που, αυτή η μία ώρα, ήταν η πιο χαλαρωτική και feel-good στιγμή της εβδομάδας μου.
Τρίτο καμπανάκι, και κάτι έχει αρχίσει να πηγαίνει πολύ λάθος εδώ. Ή και όχι.
Στο επόμενο blog: Πώς έβγαλα το πρώτο test event των 32χλμ, από τον Μαραθώνα στην Αγία Παρασκευή. Spoiler alert: Μισώντας τον εαυτό μου.
Το repeat της εβδομάδας: Fauve - Requin-tigre
Δέσποινα Τριβόλη
Εβδομάδα τέταρτη: Nάγια η τιμωρός
Οφείλω να είμαι ειλικρινής. Στις 2,5 εβδομάδες που έχει να ανανεωθεί αυτό το μπλόγκ έχω τρέξει 2 (δύο- το γράφω και ολογράφως) φορές. Κάθε φορά που πάω να τρέξω κάτι γίνεται: βρέχει καταρρακτωδώς (πολύ συγκινητικές οι διαφημίσεις όπου μοντέλα με μπουστάκια τρέχουν στη βροχή, αλλά ας είμαστε ειλικρινείς δεν είμαι μοντέλο με μπουστάκι), ξεχνάω τα παπούτσια του τρεξίματος στο πατρικό μου, με παίρνει ο ύπνος και δεν ακούω ούτε ένα από τα τρία ξυπνητήρια που έχω βάλει ή σηκώνομαι και σκέφτομαι πως πρέπει να τρέξω και μετά πίνω καφέ κοιτώντας έξω από το παράθυρο.
Εντωμεταξύ ο καιρός περνάει και σε 4 (τέσσερις- το γράφω και αυτό ολογράφως μπας και συνέλθω) εβδομάδες πρέπει να τρέξω 5 χλμ. Έχω σκεφτεί εκατοντάδες λόγους για να τα παρατήσω καθώς και φοβερές δικαιολογίες όπως κάποιο ιδιαίτερα πολύπλοκο ζήτημα υγείας, (μπορώ να γίνω εξαιρετικά δημιουργική σε τέτοιες περιστάσεις). Στο γραφείο με ρωτάνε πως πάει η προπόνηση και εγώ τους λέω ότι πάει πολύ καλά αλλά λέω ψέματα, και κάπως ντρέπομαι, ειδικά όταν μια συνάδελφος με βλέπει να τρώω και μου λέει «Φάε το έχεις ανάγκη, τώρα που προπονείσαι».Την κοιτάω με βλέμα σκύλου που έσπασε πιατάκι τσαγιού και τώρα κρύβεται πίσω από τον καναπέ. Το μόνο που θέλω είναι να κάθομαι σπίτι μου κάτω από ένα κουβερτάκι και να τρώω Doritos. Μέχρι που έρχεται αυτό το email.
Καταλαβαίνω ότι έτσι και δεν τρέξω θα θυμώσω πολύ με τον εαυτό μου κι έτσι ξαναρχίζω πάλι. Αποφασίζω ότι θα κάνω ότι καλύτερο μπορώ, να τερματίσω θέλω, ακόμα κι αν είμαι τελευταία. Την πρώτη φορά τρέχω στο διάδρομο - και επειδή έχω τύψεις ρυθμίζω το διάδρομο να έχει μεγάλη κλίση σαν να τρέχω σε ανηφόρα και δεκαπέντε λεπτά αργότερα νομίζω ότι θα μείνω στον τόπο. Τη δεύτερη φορά τρέχω την ώρα που σουρουπώνει στον ποδηλατόδρομο της Εκάλης (ναι η Εκάλη έχει ποδηλατοδρόμους, και όχι δε μένω στην Εκάλη). Πρόκειται για μια φαντασμαγορική πασαρέλα: κυρίες με βελουτέ φόρμες και λείες ξανθές κοτσίδες, ηλικιωμένοι άντρες ντυμένοι με φωσφοριζέ ρούχα που κραδαίνουν αποφασιστικά ραβδιά ορειβασίας στο χέρι, κι εγώ που έχω γίνει λούτσα στον ιδρώτα και δεν καταφέρνω να τρέξω χωρίς διακοπή περισσότερο από τρία λεπτά συνεχόμενα. Σύμφωνα με το πρόγραμμα θα έπρεπε πλέον να τρέχω 5 λεπτά χωρίς διακοπή. Όταν μπαίνω στό σπίτι στέλνω μήνυμα στo group του whats app στα κορίτσια λέγοντας τους ότι μπορώ να τρέξω μόνο 3 λεπτά. Αυτή ειναι η απάντηση της τιμωρού Νάγιας.
Καλά να πάθω. Ας πρόσεχα