Αν υπάρχει κάποιο φαγητό που αντιπροσωπεύει την Αμερική, αυτό είναι το ταπεινό hot dog.
Σήμερα, αυτά τα λουκάνικα με το ψωμάκι, πωλούνται σε κάθε αγώνα μπέιζμπολ, ψήνονται σχεδόν σε κάθε αυλή από οικογένειες και φίλους που μαζεύονται για μπάρμπεκιου, ενώ θα τα βρεις σε street food μαγαζιά από την Καρολίνα μέχρι την Καλιφόρνια.
Στην πραγματικότητα, αυτό το πιο αρχετυπικό από τα αμερικανικά τρόφιμα ξεκίνησε όταν οι ΗΠΑ άρχισαν να ξανασυνδέονται στη δεκαετία του 1860 μετά τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο και να διαμορφώνουν τη νέα τους ταυτότητα.
Αλλά ενώ μπορείς πλέον να βρεις αυτά τα σάντουιτς με λουκάνικο σε όλη την αμερικανική ενδοχώρα, η εμβληματική πατρίδα του hot dog βρίσκεται στον πεζόδρομο του Coney Island της Νέας Υόρκης, όπου δύο μαγαζιά ερίζουν για το πιο αυθεντικό hot dog, το «Nathan’s Famous» και το «Feltman’s of Coney Island: Το αυθεντικό hot dog -1867».
Αλλά ενώ το Nathan’s καυχιέται ότι είναι το αυθεντικό, αποδεικνύεται ότι δεν ήταν καν η πρώτη καντίνα στον πεζόδρομο που έψησε hot dog.
Σύμφωνα με τον γεννημένο στο Μπρούκλιν και ιστορικό του Coney Island Michael Quinn, ένας Γερμανός μετανάστης ονόματι Charles L. Feltman σερβίριζε hot dog στην πολυσύχναστη λωρίδα δεκαετίες πριν από τη δημιουργία του Nathan’s.
Ο Feltman πήγε στις ΗΠΑ το 1856. Όπως πολλοί Γερμανοί μετανάστες εκείνης της εποχής, έφερε μαζί του την αγάπη του για τα λουκάνικα Φρανκφούρτης που ήταν συνηθισμένα στην πατρίδα του.
Εκπαιδευμένος αρτοποιός, ο Feltman άνοιξε έναν φούρνο στο Μπρούκλιν το 1865 και κέρδιζε αξιοπρεπώς τα προς το ζην παραδίδοντας πίτες σε επιχειρήσεις του Coney Island από ένα καροτσάκι, ενώ παράλληλα πουλούσε μύδια.
Καθώς ο νέος σιδηρόδρομος Coney Island and Brooklyn Railroad έφερνε πολύ περισσότερο κόσμο στην παραλιακή περιοχή από το Μανχάταν στα τέλη της δεκαετίας του 1860, οι πελάτες έλεγαν στον Feltman ότι ήθελαν να φάνε ζεστό φαγητό, όχι κρύα μύδια, σύμφωνα με τον Richard F Snow, πρώην συντάκτη του American Heritage Magazine.
Έτσι, το 1867, ο Feltman κάλεσε τον τεχνίτη που είχε αρχικά κατασκευάσει το καρότσι του και του ζήτησε να το τροποποιήσει. Ο τεχνίτης κατασκεύασε κατά παραγγελία μια ξυλόσομπα για το μαγείρεμα των λουκάνικων και ένα μεταλλικό κουτί για το ζέσταμα του ψωμιού.
Εκείνο το καλοκαίρι, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του έθνους ανακάμπτει από τον εμφύλιο πόλεμο, ο Feltman έσπρωξε το προσαρμοσμένο καρότσι του πάνω-κάτω στην άμμο του Coney Island, πουλώντας σχεδόν 4.000 Coney Island red hots σε μακρύ ψωμάκι με την υπογραφή του, για 5 σεντς το καθένα.
Ήταν αυτό το ψωμάκι, μια τροποποίηση του τρόπου με τον οποίο σερβίρονταν τα λουκάνικα στη Γερμανία χωρίς ψωμί, που έκανε το λουκάνικο να τρώγεται εύκολα στην παραλία. Ο όρος hot dog δεν θα επινοούνταν για μερικά χρόνια ακόμα, αλλά η αμερικανική παραλιακή εκδοχή του Feltman για τη γερμανική σπεσιαλιτέ του διάσημου μεζέ της μπίρας, αποδείχθηκε μια καυτή επιτυχία.
Το 1871, ο Feltman νοίκιασε ένα μικρό παραθαλάσσιο οικόπεδο στη West 10th Street και άνοιξε ένα εστιατόριο με την ονομασία Feltman’s Ocean Pavilion.
Με την επιτυχία ήρθε και η επέκταση, και μέχρι το γύρισμα του αιώνα, το ταπεινό καρότσι με τις πίτες του Feltman είχε εξελιχθεί σε μια ολοκληρωμένη αυτοκρατορία που κάλυπτε ένα ολόκληρο τετράγωνο - με εννέα εστιατόρια, τρενάκι του τρόμου, καρουζέλ, αίθουσα χορού, υπαίθριο κινηματογράφο, ξενοδοχείο, μπιραρία, λουτρά, περίπτερο και αλπικό χωριό που κάποτε φιλοξένησε τον πρόεδρο των ΗΠΑ William Howard Taft.
Σύμφωνα με τους Sharon Seitz και Stuart Miller στο βιβλίο τους The Other Islands of New York City, ο Feltman έπεισε ακόμη και τον Andrew Culver, πρόεδρο του Prospect Park and Coney Island Railroad, να παρατείνει το πρόγραμμα του νέου του σιδηροδρόμου, ώστε οι πελάτες να μπορούν να μείνουν στο Feltman’s για δείπνο.
Στο αποκορύφωμά του, το Feltman’s κατάφερνε να παράγει έως και 40.000 red hots την ημέρα, καθώς και δείπνα με θαλασσινά στο πιο υγιεινό περιβάλλον του συγκροτήματος Ocean Pavilion. Ο Feltman πέθανε το 1910 ως πλούσιος άνθρωπος. Η εταιρεία του, την οποία μέχρι τότε διαχειρίζονταν οι γιοι του Charles και Alfred, απασχολούσε περισσότερους από 1.000 υπαλλήλους, και τη δεκαετία του 1920, το Feltman’s θεωρούνταν το μεγαλύτερο εστιατόριο στον κόσμο.
Εν μέσω αυτής της άνθησης στις αρχές του 20ού αιώνα, η οικογένεια Feltman προσέλαβε έναν Πολωνό μετανάστη, τον Nathan Handwerker, η δουλειά του οποίου ήταν να κόβει τα ρολά.
Σύμφωνα με τον Lloyd Handwerker (εγγονό του Nathan) στο βιβλίο του Famous Nathan, αφού δύο φίλοι ενθάρρυναν τον Handwerker να ανοίξει τη δική του επιχείρηση red hot, μερικές φορές κοιμόταν στο πάτωμα της κουζίνας στου Feltman για να εξοικονομήσει χρήματα.
Στη συνέχεια, το 1916, «οπλισμένος» με ένα δάνειο 300 δολαρίων και τη συνταγή της οικογένειας της συζύγου του, ο Handwerker άνοιξε το δικό του μαγαζί μόλις λίγα τετράγωνα μακριά από τον παλιό του εργοδότη.
Ο Handwerker συνειδητοποίησε ότι για να ανταγωνιστεί έπρεπε να απευθυνθεί στις μάζες, οπότε πούλησε τα hot dog του σε ένα πεντάλεπτο το καθένα, υποτιμώντας το Feltman’s, που μέχρι τότε χρέωσε μια δεκάρα για τα δικά του.
Μετά από μια δύσκολη πορεία κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικογένεια Feltman πούλησε τελικά την επιχείρησή της τη δεκαετία του 1940. Οι νέοι ιδιοκτήτες συντηρούσαν μια επιχείρηση της οποίας το σλόγκαν κάποτε ήταν «ο τροφός εκατομμυρίων», πριν κλείσει οριστικά τις πόρτες της το 1954.
Για πρώτη φορά μετά από πάνω από μισό αιώνα, το Nathan’s ήταν το μόνο hot dog στον πεζόδρομο του Coney Island, και οι πολλοί οπαδοί των μεγαλύτερων και πιο ζουμερών λουκάνικων του Feltman έμειναν πεινασμένοι για περισσότερα.
«Ο παππούς μου ήταν πιστός πελάτης του Feltman κατά την εποχή της οικονομικής κρίσης κι έλεγε ότι πάντα προτιμούσε τη συνολική ποιότητα του Feltman’s από το Nathan’s», είπε ο Quinn.
Παρόλο που ο Quinn δεν έζησε για να γευτεί ποτέ τα αυθεντικά hot dogs του Feltman’s πριν κλείσει, οι ιστορίες του παππού του για το φαγητό του Coney Island red hots έμειναν μαζί του - τόσο πολύ που ως ενήλικας, «έβαλα σκοπό να αναπαραστήσω την εμπειρία του παππού μου», είπε.
Ο Quinn και τα δύο αδέλφια του μεγάλωσαν στο νότιο Μπρούκλιν και το Coney Island ήταν η παιδική τους χαρά. Ως παιδί, ο Quinn ονειρευόταν να ανοίξει μια επιχείρηση με τα αδέλφια του, αλλά όταν ο αδελφός του Jimmy πέθανε στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στις 11 Σεπτεμβρίου, αυτός και ο αδελφός του Joe αποφάσισαν να τιμήσουν τον Jimmy ανασταίνοντας το εμπορικό σήμα Feltman’s.
Ευτυχώς, ο παππούς του Quinn ήταν καλός φίλος με έναν πρώην υπάλληλο που έφτιαχνε τα hot dog του Feltman και του έδωσε το αρχικό μείγμα μπαχαρικών που χρησιμοποιούσε ο Feltman στα hot dog του. Ο παππούς του Quinn αργότερα πέρασε αυτή τη συνταγή στον Quinn.
Αρκετά χρόνια και λίγα δολάρια αργότερα, ο Quinn αγόρασε την εμπορική ονομασία Feltman’s το 2015 και άνοιξε ένα μικροσκοπικό παράθυρο για takeout από το εσωτερικό ενός θεάτρου στο East Village. Τελικά κατάφερε να ανοίξει ξανά το Feltman’s στην ίδια ακριβώς τοποθεσία με το αρχικό εστιατόριο του Feltman στο Coney Island τον Μάιο του 2017.
Τα λουκάνικά του είναι φτιαγμένα από εξαιρετικό μοσχαρίσιο κρέας με τη σωστή ποσότητα μπαχαρικών και χωρίς πρόσθετα, συνοδεύονται από ξινολάχανο για να δώσει μια υποψία οξύτητας και μια σταγόνα μουστάρδας, φτιαγμένη με τη δική του συνταγή.
Όσοι το έχουν δοκιμάσει λένε ότι είναι καλό - τόσο καλό στην πραγματικότητα, που τα τελευταία χρόνια, το Feltman’s έχει ανακηρυχθεί ένα από τα 10 καλύτερα hot dog των ΗΠΑ από το The Daily Meal, με το Gothamist να γράφει: «Υπάρχει μόνο ένα στοιχείο στο μενού του Feltman’s, και είναι ένα hot dog… αλλά είναι πιθανό να είναι το καλύτερο hot dog που θα φάτε ποτέ στη ζωή σας».
Πέρυσι, η εταιρεία κατέκτησε το παγκόσμιο ρεκόρ Γκίνες για τη δημιουργία του μεγαλύτερου hot dog στον κόσμο, ένα μεγαθήριο με ψωμάκι βάρους 75 λιβρών και μήκους 1,5 μέτρου.
Και παραδόξως, ακόμη και όταν η πανδημία του κορονοϊού έχει φέρει τις ΗΠΑ σε αδιέξοδο και έχει βάλει τέλος σε πράγματα όπως οι αγώνες μπέιζμπολ, οι ψησταριές στην αυλή και τα πικνίκ, οι New York Times ανέφεραν ότι η επιχείρηση του Feltman ανθεί, με τις πωλήσεις να έχουν αυξηθεί κατά 100% και τις διαδικτυακές πωλήσεις κατά 200%.
Και το hot dog του Nathan; Το επιχειρηματικό δαιμόνιο του Handwerker και η συνταγή της γιαγιάς της συζύγου του έθεσαν τα θεμέλια για μια διεθνή αυτοκρατορία, τα προϊόντα της οποίας πωλούνται σήμερα σε περισσότερα από 55.000 σούπερ μάρκετ, κλαμπ και εστιατόρια σε περισσότερες από 10 χώρες.
Σήμερα, ο διεθνής διαγωνισμός κατανάλωσης hot dog της Nathan’s Famous Inc., ο οποίος διεξάγεται κάθε 4 Ιουλίου από το 1972 στην αρχική τοποθεσία του Coney Island, μεταδίδεται από την τηλεόραση σε όλη τη χώρα.
Ενώ το όνομα Nathan’s και το ετήσιο ακαθάριστο εισόδημά του που ξεπερνά τα 40 εκατομμύρια δολάρια κυριαρχούν πλέον έναντι του Feltman’s, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι τα καλύτερα.
Φημολογείται ότι ο διάσημος eater των ρεκόρ Γκίνες Takeru Kobayashi (ο οποίος γνωρίζει ένα ή δύο πράγματα για το καρυκευμένο λουκάνικο, αφού κέρδισε έξι συνεχόμενες φορές τον διαγωνισμό Nathan’s Hot Dog Eating Contest) προτιμά τη γεύση του Feltman’s.
Πηγή: BBC