Μπορεί στην κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας να πανηγυρίζουν αναφορικά με την περιβόητη συμφωνία στο Eurogroup, η πραγματικότητα όμως είναι αρκετά διαφορετική.
Ο κ. Τσίπρας ουσιαστικά καταδίκασε τη χώρα μας σε ένα νέο ισόβιο Μνημόνιο και λιτότητα διαρκείας μέχρι το 2060. Η συμφωνία Τσίπρα ήταν πολύ κατώτερη των προσδοκιών που ο ίδιος αλλά και συνεργάτες του είχαν καλλιεργήσει μεθοδικά εδώ και αρκετούς μήνες. Ότι δήθεν δηλαδή τον Αύγουστο τα Μνημόνια τελειώνουν και ότι ξεκινά μία νέα πορεία για τη χώρα και ένα καλύτερο «αύριο» για όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες. Πρόκειται για μία ακόμη πολιτική απάτη ή αυταπάτη του κ. Τσίπρα σαν και αυτή του 2015 όταν εξαιτίας των ιδεοληψιών του φόρτωσε τη χώρα μας με ένα επιπλέον κόστος άνω των 100 δις. ευρώ που θα πληρώνουν τα παιδιά αλλά και τα εγγόνια μας.
Ας εξετάσουμε όμως προσεκτικότερα τη συμφωνία Τσίπρα και ας δούμε αναλυτικά τι κατάφερε να κερδίσει τελικά ο πρωθυπουργός και δήθεν ικανός διαπραγματευτής με τους ευρωπαίους εταίρους μας.
Καταρχήν δεν υπάρχει κανένα ονομαστικό κούρεμα του χρέους αντίστοιχο με εκείνο του PSI του 2012 που διαπραγματεύτηκε και έφερε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και πολεμήθηκε τότε σφοδρά από τον Αλέξη Τσίπρα. Στην ουσία πήραμε μία περαιτέρω αναβολή των τόκων για τα δάνεια του EFSF κατά 10 χρόνια και μια παράταση του μέγιστου μέσου όρου ωρίμανσης κατά 10 χρόνια. Κανένα κούρεμα χρέους, και καμία διασύνδεσή του με τη μακροχρόνια ανάπτυξη. Η πολυδιαφημισμένη γαλλική πρόταση για αυτόματη σύνδεση των μέτρων για το χρέος με το ρυθμό ανάπτυξης δεν υπάρχει πουθενά στη συμφωνία. Εδώ θα πρέπει να θυμίσουμε επίσης πως όταν η κυβέρνηση το 2012 κατάφερε να πετύχει έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις 10ετή επιμήκυνση ο κ. Τσίπρας έκανε λόγο για «ένα μακρύτερο σχοινί για να κρεμαστούμε» και υποστήριζε ότι η μόνη λύση είναι η μονομερής διαγραφή χρέους. Τώρα μάλλον θα κρεμαστούμε με την κόκκινη γραβάτα του κ. Τσίπρα την οποία και φόρεσε περιχαρής στο Ζάππειο, σε μια προσπάθεια να παρουσιάσει μία κάτω του μετρίου συμφωνία ως επιτυχία.
Επιπλέον με βάσει και τη συμφωνία, η Ελλάδα θα βγει από το πρόγραμμα τον Αύγουστο με ένα κεφαλαιακό «μαξιλάρι» ύψους24,1 δισ. ευρώ, που θα καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες για περίπου 22 μήνες. Το «μαξιλάρι ασφαλείας» τελεί υπό τον έλεγχο του ESM και καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες για το προαναφερόμενο διάστημα. Αυτό όμως στην ουσία καθορίζει μια από τις βασικές προτεραιότητες της επόμενης κυβέρνησης, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας δεσμεύτηκε για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι και το 2022 και 2,2% από το 2023 μέχρι το 2060. Πρόκειται για ένα στόχο θηλειά στο λαιμό των Ελλήνων και των επόμενων γενεών που καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει καταφέρει να πετύχει. Μία καταδίκη σε σκληρή λιτότητα δεκαετιών και ένα μέλλον δυσοίωνο για τις επόμενες γενιές.
Επίσης με δεδομένο ότι το ελληνικό χρέος δεν διακατέχεται από εγχώριες τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία κλπ. ώστε κάθε φορά που το Δημόσιο θα αποπληρώνει τις υποχρεώσεις του να μένουν περισσότεροι πόροι διαθέσιμοι στην ελληνική οικονομία, τα πρωτογενή πλεονάσματα μετατρέπονται σε μεταφορά πόρων στο εξωτερικό, δυσκολεύοντας την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Το πλασματικό τέλος των Μνημονίων
Την ίδια ώρα η κατάσταση στην οικονομία διαγράφεται ακόμη πιο δυσοίωνη και οι μέρες για τα νοικοκυριά ακόμη χειρότερες εξαιτίας των όσων έχει ήδη συμφωνήσει ο κ. Τσίπρας. Δεν υπάρχει καμία έξοδος από Μνημόνια όταν έχουν ήδη συμφωνηθεί περικοπές συντάξεων έως και 18% από το 2019, μείωση του αφορολογήτου από το 2020 και υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας για 99 χρόνια. Με απλά λόγια, η δήθεν έξοδος από το Μνημόνιο συνεπάγεται απώλειες τριών συντάξεων για κάθε συνταξιούχο σε ετήσια βάση και ενός μισθού για κάθε μισθωτό.
Επιπλέον η αυστηρή εποπτεία θα παραμείνει. Η Τρόικα θα έρχεται κάθε τρίμηνο στην Ελλάδα, θα ελέγχει και θα βαθμολογεί. Τυχόν αρνητική βαθμολογία θα είναι επιζήμια για την πρόσβαση της χώρας στις αγορές. Στην περίπτωση δε που η χώρα μας δεν θα έχει επιτύχει τους στόχους, η Τρόικα διατηρεί το δικαίωμα επιβολής νέων μέτρων.Η περιβόητη έξοδος από τα Μνημόνια είναι ένα ακόμη παραμύθι. Η χώρα μας με αυτές τις επιλογές καλείται να πετύχει ανάπτυξη, έχοντας όμως μία βαριά σιδερένια μπάλα στο πόδι.
Με τη συμφωνία αυτή κατέρρευσε όμως και ένας ακόμη μύθος που είχε φροντίσει να καλλιεργήσει ο Αλέξης Τσίπρας. Αυτός του δήθεν ικανού διαπραγματευτή σε διεθνές επίπεδο. Ήταν μια συμφωνία κατώτερη των προσδοκιών, όπως κατώτερη ήταν και η συμφωνία που επετεύχθη με τον πρωθυπουργό των Σκοπίων Ζόραν Ζάεφ για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Δίχως κανένα σοβαρό αντάλλαγμα ο Αλέξης Τσίπρας παραχώρησε τα πάντα προσπαθώντας να χαϊδέψει τη διεθνή ελίτ, θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτό θα καταφέρει να παραμείνει στην εξουσία.
Σα να μην έφταναν όλα αυτά, σε συνέντευξή του στους Financial Times, δήλωσε έτοιμος να υπογράψει συμφωνία με την κα Μέρκελ για την «επιστροφή» στη χώρα μας, προσφύγων που ζητούν άσυλο στη Γερμανία. Δήλωσε ότι είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε τους πρόσφυγες πίσω, τη στιγμή που γνωρίζει την ανικανότητα της κυβέρνησης του να διαχειριστεί το προσφυγικό, στοιβάζοντας ανθρώπινες ψυχές σε ασφυκτικές συνθήκες όπως αυτές της Μόριας, των έξι μέχρι σήμερα νεκρών και να μετατρέψει τη χώρα σε ένα απέραντο κάμπινγκ άστεγων ανθρώπων.
Είναι ξεκάθαρο πως προκειμένου να γίνει αρεστός σε αυτούς που μέχρι εχθές έβριζε, υπογράφει ότι του ζητηθεί υποθηκεύοντας το μέλλον της χώρας μας.
Μπροστά στο ζοφερό τοπίο που διαμορφώνεται για τη χώρα μας εξαιτίας των επιλογών Τσίπρα, η πολιτική αλλαγή είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ, με το Κίνημα Αλλαγής και τα νέα στελέχη του να φαντάζει ως η μόνη σωτηρία και η μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να εγγυηθεί ένα καλύτερο αύριο σε μια προοδευτική κατεύθυνση, ώστε να αλλάξει τα δεδομένα, να εξασφαλίσει όρους ανάπτυξης και να ξαναφέρει την Ελλάδα πίσω στους Έλληνες.
Να καταφέρει να εξασφαλίσει στους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες που τώρα στενάζουν, ένα καλύτερο αύριο. Το οφείλουμε απέναντι σε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες αλλά κυρίως στα παιδιά μας. Δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να τους στερήσουμε το μέλλον και την ελπίδα.