Η 12ετής θητεία-ρεκόρ του Μπέντζαμιν Νετανιάχου ως πρωθυπουργός του Ισραήλ έληξε την Κυριακή με το κοινοβούλιο να εγκρίνει μια νέα «κυβέρνηση αλλαγής» με επικεφαλής τον εθνικιστή Ναφτάλι Μπένετ - ένα απίθανο σενάριο που λίγοι Ισραηλινοί θα μπορούσαν να φανταστούν.
Είναι ο εκατομμυριούχος ”θρησκευτικός εθνικιστής”, Ναφτάλι Μπένετ η αλλαγή που θέλουν οι Ισραηλινοί;
Ομως, η ψηφοφορία-θρίλερ (60-59) για την εμπιστοσύνη σε έναν συνασπισμό αριστερών, κεντρώων, δεξιών και αραβικών κομμάτων με λίγα κοινά εκτός από την επιθυμία να εκτοπίσουν τον Νετανιάχου, υπογράμμισε μόνο την πιθανή αστάθεια του.
Στο Τελ Αβίβ, χιλιάδες βγήκαν στους δρόμους, καλωσορίζοντας το αποτέλεσμα, μετά από τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις μέσα σε δύο χρόνια.
Αλλά ένας μαχητικός Νετανιάχου, 71 ετών, είπε ότι θα επιστρέψει νωρίτερα από το αναμενόμενο. «Εάν πρόκειται να πάμε στην αντιπολίτευση, θα το κάνουμε με τα κεφάλια μας ψηλά μέχρι να μπορέσουμε να το ανατρέψουμε», δήλωσε στο κοινοβούλιο πριν ορκιστεί ο Μπένετ.
Η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει σε μεγάλο βαθμό να αποφύγει τις σαρωτικές κινήσεις σε διεθνή ζητήματα, όπως η πολιτική έναντι των Παλαιστινίων, και να επικεντρωθεί αντίθετα στις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις.
Οι Παλαιστίνιοι δεν «συγκινήθηκαν», εξάλλου, από την αλλαγή της κυβέρνησης, προβλέποντας ότι ο Μπενέτ - πρώην αρχηγός άμυνας που υποστηρίζει την προσάρτηση τμημάτων της κατεχόμενης Δυτικής Οχθης - θα ακολουθήσει την ίδια δεξιά ατζέντα με τον προκάτοχό του.
Σύμφωνα με τη συμφωνία συνασπισμού, ο 49χρονος Ορθόδοξος Εβραίος και εκατομμυριούχος υψηλής τεχνολογίας, θα αντικατασταθεί ως πρωθυπουργός το 2023 από τον κεντρώο Γιαΐρ Λάπιντ, 57 ετών, έναν δημοφιλή πρώην τηλεοπτικό παρουσιαστή.
Με το ακροδεξιό κόμμα του, Γιαμίνα, να κερδίζει μόνο έξι από τις 120 έδρες του κοινοβουλίου στις τελευταίες εκλογές, η άνοδος του Μπένετ στην πρωθυπουργία ήταν πολιτικός κόλαφος.
Κατά την ορκωμοσία του, που Διακόπηκε από ασταμάτητες κραυγές από πιστούς του Νετανιάχου στο κοινοβούλιο που φώναζαν «ψεύτη» και «ντροπή», ο Μπένετ ευχαρίστησε τον πρώην πρωθυπουργό για την «μακρά και γεμάτη επιτυχία» θητεία του.
Ο ισχυρός «Μπίμπι» έχασε
Ο Νετανιάχου - ευρέως γνωστός ως «Μπίμπι» - ήταν ο μακροβιότερος ηγέτης του Ισραήλ, διατελώντας πρωθυπουργός από το 2009, μετά από μια πρώτη θητεία από το 1996 έως το 1999.
Ο πιο κυρίαρχος Ισραηλινός πολιτικός της γενιάς του, είχε γίνει το πρόσωπο του Ισραήλ στη διεθνή σκηνή.
Χρησιμοποίησε το παγκόσμιο ανάστημά του για να αντισταθεί στις εκκλήσεις για την κατάσταση στην Παλαιστίνη, χαρακτηρίζοντάς την ως κίνδυνο για την ασφάλεια του Ισραήλ. Αντ′ αυτού, προσπάθησε να παρακάμψει το παλαιστινιακό ζήτημα, σφυρηλατώντας διπλωματικές συμφωνίες με περιφερειακά αραβικά κράτη, λόγω των κοινών φόβων για το Ιράν.
Αλλά ήταν διχαστική φιγούρα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, αποδυναμωμένος από την επανειλημμένη αποτυχία του να σφραγίσει μια αποφασιστική εκλογική νίκη και από μια συνεχιζόμενη δίκη διαφθοράς στην οποία αρνήθηκε τις κατηγορίες σε βάρος του.
Οι αντίπαλοί του έχουν καταγγείλει εδώ και πολύ καιρό την «διχαστική» ρητορική του, τις «ύπουλες» πολιτικές τακτικές του και την υποταγή των κρατικών συμφερόντων στην δική του πολιτική επιβίωση.
Ο ίδιος ήλπιζε να επικρατήσει στις εκλογές μετά από μια ταχύτατη και άκρως επιτυχημένη εκστρατεία εμβολιασμού κατά του κορονοϊού στο Ισραήλ, αλλά επικρίθηκε από τους αντιπάλους του, που τον ονόμασαν «Υπουργό Εγκλήματος» και τον κατηγόρησαν ότι είχε χειριστεί αρχικά πολύ άσχημα την κρίση του κορονοϊού και την οικονομική της επίπτωση.
Τι ακολουθεί
Απευθυνόμενος στο κοινοβούλιο, ο Μπένετ επανέλαβε το αίτημα του Νετανιάχου προς τις Ηνωμένες Πολιτείες να μην επιστρέψουν στην πυρηνική συμφωνία του 2015 μεταξύ του Ιράν και των παγκόσμιων δυνάμεων - μια συμφωνία που ακυρώθηκε από τον προκάτοχο του Μπάιντεν, Ντόναλντ Τραμπ.
«Η ανανέωση της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν είναι ένα λάθος, ένα λάθος που θα επέτρεπε και πάλι τη νομιμοποίηση σε ένα από τα πιο σκοτεινά και βίαια καθεστώτα στον κόσμο», δήλωσε ο Μπένετ. «Το Ισραήλ δεν θα επιτρέψει στο Ιράν να εξοπλιστεί με πυρηνικά όπλα», πρόσθεσε.
Ευχαριστώντας τον Μπάιντεν για τα «χρόνια δέσμευσής του για την ασφάλεια του Ισραήλ» και για την «στήριξή του στο Ισραήλ» κατά τη διάρκεια της μάχης με τους μαχητές της Χαμάς στη Γάζα τον περασμένο μήνα, ο Μπένετ είπε ότι η κυβέρνησή του θα επιδιώξει καλές σχέσεις με τους Αμερικανούς, τόσο τους Δημοκρατικούς όσο και τους Ρεπουμπλικάνους.
Στο εσωτερικό, ο Μπένετ έχει εξοργίσει τους δεξιούς, ωστόσο, παραβιάζοντας τη δέσμευση της εκστρατείας του για να ενώσει τις δυνάμεις του με τον Λάπιντ, με τον Νετανιάχου να τον κατηγορεί για εξαπάτηση του εκλογικού σώματος.
Τόσο ο Μπένετ όσο και ο Λάπιντ δήλωσαν ότι θέλουν να γεφυρώσουν τους πολιτικούς διχασμούς και να ενώσουν τους Ισραηλινούς.
Ωστόσο, το νέο υπουργικό συμβούλιο, το οποίο συνεδρίασε για πρώτη φορά αργά την Κυριακή, αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις διεθνών σχέσεων, ασφάλειας και οικονομίας: το Ιράν, μια εύθραυστη εκεχειρία με Παλαιστίνιους μαχητές στη Γάζα, μια έρευνα για εγκλήματα πολέμου από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και την μετα-πανδημική οικονομική ανάκαμψη.
Ο Μπένετ χαρακτήρισε ως μεταρρυθμίσεις προτεραιότητας την εκπαίδευση, την υγεία, τη μείωση της γραφειοκρατίας για την ανάπτυξη επιχειρήσεων και τη μείωση του κόστους στέγασης. Οι ηγέτες του συνασπισμού δήλωσαν ότι θα χρειαστεί να περάσουν έναν διετή προϋπολογισμό που θα βοηθήσει στη σταθεροποίηση των οικονομικών της χώρας.