«… Η γενική εικόνα στο συλλογικό ασυνείδητο σχετικά με τον Αριστοτέλη Ωνάση είναι ανάμεικτη. Έχει αναμφισβήτητα διατηρηθεί η κάπως αόριστη διάσταση ενός εξαιρετικά επιτυχημένου επιχειρηματία, με κοινωνική παρουσία αλλά και έντονο το στοιχείο της τραγικότητας. Ειδικά τα δύο τελευταία στοιχεία έχουν αναλυθεί και ιστοριογραφηθεί ad nauseam. Πλέον είναι τόσα πολλά τα δημοσιεύματα και τα μυθεύματα για τις σχέσεις του με την Μαρία Κάλλας, την Jackie Kennedy-Ωνάση και άλλες προσωπικότητες, για τον τραγικό θάνατο του Αλέξανδρου, για την τύχη της Χριστίνας και πιο πρόσφατα της Αθηνάς, ώστε δεν έχει νόημα να προσπαθεί να τα παρακολουθεί κανείς. Ύστερα από σχεδόν 50 χρόνια από τον θάνατό του, εμφανίζονται από το πουθενά αναμνήσεις υπέργηρων ατόμων που θυμούνται κάτι δήθεν σημαντικό από τη ζωή του του Ωνάση τη δεκαετία του 1970 ή ακόμα και του 1960. Αυτό που παρέμενε κενό στην ιστορία του Ωνάση ήταν η καταγραφή της επιχειρηματικής του δράσης, της καινοτομίας και της ρήξης που επέφερε το δαιμόνιό του στη ναυτιλία -και όχι μόνο…».
Αυτά σημειώνει μεταξύ άλλων, ο Αντώνης Σ. Παπαδημητρίου, πρόεδρος του ΔΣ του Ιδρύματος Ωνάση, στον πρόλογο της εξαιρετικής έκδοσης «Ιστορία των Επιχειρήσεων Ωνάση 1924-1975» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης), που στηρίζεται στο Αρχείο Ωνάση και παρουσιάστηκε σε επίσημη εκδήλωση στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, τη Δευτέρα 9 Οκτωβρίου.
Μία έκδοση που μέσα σε 700 σελίδες αποτυπώνει την πεντηκονταετή λειτουργία ενός πολυεθνικού επιχειρηματικού ομίλου, με εταιρείες σε τρεις ηπείρους (Ευρώπη, Ασία, Αμερική) και 14 χώρες (Ελλάδα, Γαλλία, Μονακό, Γερμανία, Νορβηγία, Σουηδία, Αγγλία, Αργεντινή, Ουρουγουάη, Παναμά, Ονδούρα, Ηνωμένες Πολιτείες, Σαουδική Αραβία και Λιβερία) και δραστηριότητες σε όλο τον πλανήτη.
Την εκδήλωση άνοιξε ο Αντώνης Σ. Παπαδημητρίου, ο οποίος μίλησε για τον Ωνάση «που ήξερε να είναι winner» και «τίποτα δεν τον κατέβαλε εκτός από τον θάνατο του γιου του».
«... Για τον Ωνάση που δεν γνώρισα, αλλά τον έζησα μέσα από τον πατέρα μου, τη μητέρα μου, όλη μου την οικογένεια», όπως είπε. «Ο Ωνάσης ήταν πάντα αόρατος, αλλά παρών. Στο βραδινό τραπέζι, χτυπούσε το τηλέφωνο, το σήκωνα κι έλεγα: Μπαμπά, ο κύριος Ωνάσης. Στο συνοφρυωμένο πρόσωπο του πατέρα μου, στη χαρά του, στην ανησυχία του τους τελευταίους μήνες πριν πεθάνει ο Ωνάσης, γιατί ήξερε τι έγραφε η διαθήκη του. Πέρα από αυτά, θα πρέπει να σας μιλήσω για τον Ωνάση που ζω καθημερινά, όπως τον ζούμε και όλοι εμείς που είμαστε σήμερα εδώ. Τον Ωνάση πέρα από τον ψεύτικο μύθο, στον αληθινό μύθο και στην τωρινή κατάσταση. Τον Ωνάση που υπάρχει μέσα από το Ίδρυμα, που φέρει το όνομα του γιου του. Όχι του ίδιου. Ο Ωνάσης δεν είχε ποτέ τα περισσότερα πλοία του κόσμου. Ούτε τα περισσότερα χρήματα στην τράπεζα. Δεν υπήρξε ο καλύτερος των συζύγων. Ούτε ένας άριστος πατέρας. Δεν είναι ο μόνος που έζησε τη Μικρασιατική Καταστροφή, τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Πόλεμο της Κορέας το ’50, το Σουέζ το ’56, τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το ‘67, το Γιομ Κιπούρ το 1973. Μια ολόκληρη γενιά πέρασε ακριβώς απ’ τα ίδια. Όμως υπήρξε μοναδικός στο είδος του ως επιχειρηματίας και ως άνθρωπος. Θες η λοξή του ματιά, τον έκανε να οργανώσει μια εφοπλιστική επιχείρηση από το πουθενά. Σε ένα πρωτόγνωρο κανονιστικό πλαίσιο, ίσως τη μεγαλύτερη επενδυτική του απόφαση. Κι έβαλε τη σημαντικότερη υπογραφή της ζωής του. Χάρη σε αυτή την υπογραφή, υπάρχει το Ίδρυμα Ωνάση. Σχεδόν πενήντα χρόνια μετά, το Ίδρυμα μας συγκεντρώνει όλη, όχι μόνο την επιχειρηματική, προσωπικότητα του Ωνάση. Πως να αναλαμβάνεις ρίσκα με σύνεση, εξυπνάδα, να σπας τους κανόνες όπου πρέπει και να τους σέβεσαι όπως πρέπει, να τιμάς την παράδοση αλλά να μην δεσμεύεσαι από αυτήν, να χαίρεσαι τη ζωή, αλλά και να αποδέχεσαι όσα αυτή σου φέρνει. Έτσι εμείς τώρα τρέχουμε το μαγαζί όπου μας έλαχε. Όχι ως επίγονοι, ούτε ως κληρονόμοι, αλλά ως συνεχιστές».
Στα 14 κεφάλαια της έκδοσης που εκκινεί από την Οικογένεια Ωνάση και τις ρίζες του Αρίστου, όπως τον έλεγαν οι δικοί του άνθρωποι, τη «μεγάλη και εύπορη εμπορική οικογένεια της κοσμοπολίτικης και πολυεθνικής Σμύρνης, η οποία καταγόταν από τη Μουταλάσκη της Καππαδοκίας» και ολοκληρώνει την αφήγηση με τον Εφοπλιστικό Όμιλο Ωνάση από το 1975 μέχρι σήμερα, αποκαλύπτονται πολύτιμες -και κυρίως, αξιόπιστες- πληροφορίες, για τα πρώτα χρόνια της επιχειρηματικής δράσης του, την περίοδο στην Αργεντινή (1923–1940), τη σύγκρουση με το ελληνικό εφοπλιστικό κατεστημένο, την υπεράκτια αυτοκρατορία που δημιούργησε, την Ολυμπιακή Αεροπορία (1956–1974), τη θαλαμηγό «Χριστίνα», την περιβόητη σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και τους ανθρώπους του Ωνάση, την «επιχειρηματική οικογένεια».
«Μεγάλωσα πλούσιο αρχοντοελληνόπουλο στην Τουρκία», έγραφε ο Αριστοτέλης Ωνάσης το 1947. «Δεν υπάρχει τίποτα το μυστηριώδες, τονίζω δε αυτό, διότι δεκάδες κακοηθέστατων και αθλίων συναδέλφων μού σέρνουνε τα πάντα. “Τι έκαμε πριν να μπει στη δουλειά μας; Πώς έπιασε τα πρώτα του χρήματα; Τι μυστήρια μετήλθε και επηγγέλθη;” Ε, λοιπόν, απαντώ: Σημαίνων έμπορος ήτο ο πατήρ μου. Παρά την Μικρασιατικήν καταστροφήν, του έμεναν η πιστωτική του υπόστασις και ολίγα κεφάλαια». Ο Αριστοτέλης Ωνάσης αποτύπωνε την αλήθεια στον πρώτο δημοσιευμένο λόγο του το 1947.
Η οργάνωση, η καταλογογράφηση και η ταξινόμηση του Αρχείου Ωνάση καθώς και η συγγραφή της έκδοσης είναι προΐόν ερευνητικού έργου που ανέθεσε το Ίδρυμα Ωνάση στο Κέντρο Ναυτιλιακής Ιστορίας του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών του ΙΤΕ, και αποτέλεσμα συνεργασίας πλειάδας ερευνητών υπό τη διεύθυνση της Τζελίνας Χαρλαύτη, καθηγήτριας Ναυτιλιακής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθύντριας του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας.
Δίνοντας μία μικρή πρόγευση, η Τζελίνα Χαρλαύτη απάντησε κατά την παρουσίαση σε ερωτήσεις του Αλέξη Παπαχελά, όπως μεταξύ άλλων, εάν ο Ωνάσης ήταν αυτοδημιούργητος -η απάντηση ήταν «όχι, τα πρώτα κεφάλαια ήταν από την οικογενειακή επιχείρηση», κατά πόσο έπαιρνε ρίσκα -«ναι, αλλά το μελετούσε πολύ»-, αλλά και για τον ανταγωνιστή Νιάρχο, ένα από τα πιο συζητημένα κεφάλαια της θρυλικής ζωής του. Όπως είπε η κ. Χαρλαύτη, η σχέση Ωνάση - Νιάρχου «ξεκίνησε φιλικά». Αυτά προτού παντρευτούν τις θυγατέρες του Σταύρου Λιβανού.
Η Τζελίνα Καρλαύτη αναφέρθηκε στον κοσμοπολίτη Ωνάση που απέκτησε νωρίς, μέσα από τα ταξίδια του, μία διαφορετική θεώρηση του κόσμου, στο γεγονός ότι έγινε διάσημος μετά το 1954, στη στιγμή που κόντεψε να καταστραφεί αλλά και στο γύρισμα της τύχης να έχει αναύλωτα καράβια όταν έκλεισε η Διώρυγα του Σουέζ, όπως επίσης και στα πρόσωπα με τα οποία συμπορεύτηκε κατά τη διάρκεια του επιχειρηματικού βίου του.
«Το 1975, έτος θανάτου του, ο Ωνάσης ήταν ένας από τους δέκα μεγαλύτερους ιδιοκτήτες δεξαμενοπλοίων στον κόσμο. Ωστόσο, πρωτοπόρο στην παγκόσμια ναυτιλία δεν τον ανέδειξε το μέγεθος του στόλου του. Αυτό που τον διέκρινε από τους άλλους εφοπλιστές ήταν η καθοριστική συμβολή του στην εξέλιξη του θεσμού της ναυτιλιακής επιχείρησης, καθώς συνδύασε την ευρωπαϊκή ναυτιλιακή τεχνογνωσία με τους αμερικανικούς θεσμούς και πόρους, προσαρμόζοντας τους στις νέες τάσεις που αναπτύχθηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης δημιούργησε τη ναυτιλιακή επιχείρηση της νέας παγκοσμιοποιημένης εποχής, η οποία λειτουργεί θεσμικά μέχρι σήμερα ακολουθώντας τα πρότυπα που εκείνος έθεσε».
Για τον διασημότερο εφοπλιστή του 20oύ αιώνα μίλησαν επίσης, ο εφοπλιστής Πήτερ Γ. Λιβανός, ο οποίος είχε συναντήσει τον Αριστοτέλη Ωνάση μία φορά ως παιδί, στον Σκορπιό, ο Κώστας Γραμμένος, καθηγητής Ναυτιλίας, Εμπορίου & Χρηματοοικονομικών και πρόεδρος του Κέντρου Ναυτιλίας, Εμπορίου & Χρηματοοικονομικών «Κώστας Γραμμένος» στην Bayes Business School του Πανεπιστημίου City του Λονδίνου και ο Ιωάννης Θεοτοκάς, καθηγητής Διοίκησης Ναυτιλιακών Επιχειρήσεων και πρόεδρος του Τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά.