Γιατί γίνεται ένας ανασχηματισμός;
Από ανάγκη, συνήθως. Υπουργοί παραιτούνται, αποπέμπονται και αντικαθίστανται. Ως αποτέλεσμα μιας ορθολογικής, περιοδικής αξιολόγησης του κυβερνητικού έργου- σπανίως. Συνήθως, μετά από κάποιο πολιτικό ατύχημα, μια αποτυχία, ένα σκάνδαλο, μια διαφωνία. Η ανάγκη, ενίοτε, αφορά σε αναδιάταξη πολιτικών ισορροπιών στο κόμμα της πλειοψηφίας. Συχνότερα, η ανάγκη είναι καθαρά επικοινωνιακή. Κυβερνήσεις που έχουν υποστεί φθορά ελπίζουν ότι θα πάρουν μιαν ανάσα ανανέωσης, αν ανακατευτεί η τράπουλα- αν και η τράπουλα και μετά το ανακάτεμα θα έχει και πάλι τέσσερις βαλέδες κι άλλες τόσες ντάμες και τριάρια. Καινούργια τραπουλόχαρτα σπανίως εμφανίζονται. Κι έτσι οι περισσότεροι από τους περίπου τριάντα ανασχηματισμούς της μεταπολίτευσης (ο Ανδρέας είχε κάνει επτά σε τέσσερα χρόνια) τροφοδότησαν για λίγο ένα μικροπολιτικό κουτσομπολιό κι ύστερα ξεχάστηκαν για πάντα.
Καμμιά φορά, μάλιστα, αυτό το ανακάτεμα της τράπουλας καταλήγει σε φιάσκο. Συνέβη στον Ανδρέα Παπανδρέου, το δύσκολο 1987, όταν έβγαλε από την κυβέρνηση και έστειλε στο κόμμα, για επτά μήνες μόνον, τα πιο διακεκριμμένα του στελέχη. Συνέβη, με μοιραίες συνέπειες, στον Κώστα Σημίτη το 2001. Συνέβη, με πολύ βαρύτερες συνέπειες, και στον Αντώνη Σαμαρά, μετά τις ευρωεκλογές του 2014.
Υπάρχουν, βέβαια, και περιπτώσεις όπου ένας ανασχηματισμός γίνεται ορόσημο, εισάγει σε μια νέα πολιτική περίοδο. Συνέβη με τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης Καραμανλή, τον Μάιο του 1978, με την είσοδο των κεντρώων Μητσοτάκη και Κανελλόπουλου. Ήταν το πρώτο βήμα για την μετάβαση του Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας και, ταυτόχρονα, ήταν η πρώτη κίνηση πολιτικής προσαρμογής στην επερχόμενη νίκη του ΠΑΣΟΚ και η γένεση μιας μετακαραμανλικής ΝΔ.
Συνέβη, επίσης, με τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης Παπανδρέου, τον Ιούλιο του 1985, ενάμιση μήνα μόλις μετά τις εκλογές, όταν ο Σημιτης διαδέχθηκε αιφνιδίως τον Αρσένη στο υπουργείο Οικονομίας. Ήταν ένας ανασχηματισμός που σηματοδότησε την στροφή από τον κεϋνσιανισμό της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ στην πολιτική της δημοσιονομικής σταθεροποίησης, η οποία συνεχίστηκε ως το 2001 και την ένταξη στο ευρώ, μ’ ένα τριετές διάλειμμα πολιτικών περιπετειών.
Υπάρχουν, τέλος, και οι περίφημοι «εκλογικοί ανασχηματισμοί». Όταν το κόμμα που κυβερνά υποτάσσει οριστικά την διακυβέρνηση στην εκλογική μάχη και διατάσσει τις όποιες δυνάμεις διαθέτει με κριτήριο όχι την κυβερνητική αποτελεσματικότητα αλλά την καλύτερη δυνατή προεκλογική τους αξιοποίηση. Κανένα από τα κόμματα που κυβέρνησαν μετά την δικτατορία δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό ενός τέτοιου ανασχηματισμού.
Και ο χθεσινός ανασχηματισμός; Σε ποια κατηγορία εντάσσεται; Ασφαλώς δεν είναι από εκείνους που μένουν στην ιστορία και σημαδεύουν μια πολιτική εποχή. Ως εκλογικό τον προσδιόρισε, 24 ώρες πριν τον πραγματοποιήσει, ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Μα πάνω απ όλα είναι ένας ανασχηματισμός που δηλώνει προθέσεις. Θα ήθελε να κλείσει μερικές επικίνδυνες «μαύρες τρύπες» που ο Τσίπρας (άργησε αλλά) κατάλαβε ότι του στοιχίζουν- Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (για χίλιους και έναν λόγους), Εσωτερικών (μετά το Μάτι), Δικαιοσύνης (μετά από όλα αυτά...). Και θα ήθελε επίσης να συμβολίζει μια «διεύρυνση», την άρση του «αποκλεισμού», μια τρύπα στην «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» πολιτική απομόνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Ως προς το δεύτερο, η θαμπή και προεξoφλημένη Μαριλίζα και η (κατηγορίας Γιακουμάτος) Παπακώστα δηλώνουν αποτυχία. Ως προς το πρώτο, η πράξη θα δείξει. Αν προλάβει να δείξει κάτι στον χρόνο ως τις εκλογές.