Τις τελευταίες μέρες προβλήθηκε στα ΜΜΕ η ιστορίας της κυρίας Βούλας Αγειορίτη, της καθαρίστριας του 27ου Δημοτικού Σχολείου Βόλου που έβαψε ολόκληρο το σχολείο μόνη της με δική της πρωτοβουλία. Η αξιέπαινη πράξη της παρουσιάστηκε ως εθελοντισμός και επιβραβεύθηκε τόσο από την διεύθυνση του σχολείου όσο και από την κοινή γνώμη.
Ωστόσο για τους ερευνητές της οργανωσιακής συμπεριφοράς δεν πρόκειται απλώς για μια εθελοντική πράξη αλλά για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα job crafting. Μια νέα έννοια που έχει αλλάξει τη θεωρία των σχεδιασμών θέσεων εργασίας και η σημασία της ολοένα και αυξάνεται μέσα από την πληθώρα των νέων δημοσιεύσεων και ερευνών. Πλέον οι εργαζόμενοι δεν θεωρούνται παθητικοί αποδέκτες εντολών αλλά ενεργοί αρχιτέκτονες της δικής τους εργασίας.
Τι είναι το Job Crafting
Το job crafting είναι μια έννοια που εισήχθη στην οργανωσιακή συμπεριφορά το 2001 από δύο κορυφαίες Αμερικανίδες καθηγήτριες την Jane Dutton (University of Michigan) και την Amy Wrzesniewski (Yale School of Management). Αναφέρεται στην συμπεριφορά σύμφωνα με την οποία οι εργαζόμενοι προσαρμόζουν τη δουλειά στα μέτρα τους ώστε να ταιριάζει στα δικά τους ενδιαφέροντα, δεξιότητες και ανάγκες.
Αυτό μπορεί να γίνει με τρεις τρόπους εισάγοντας αλλαγές που σχετίζονται: είτε α) με το αντικείμενο της δουλειάς (task crafting), είτε β) με ποιόν και πόσο συχνά συναναστρέφονται (relationship crafting) είτε γ) το νόημα που δίνουν στην δουλειά τους (cognitive crafting). Το να ζητάω να κάνω τις εξωτερικές δουλειές αν είμαι αθλητικός τύπος, ή να κάνω την αρχειοθέτηση παλιών φακέλων αν είμαι οργανωτικός είναι παραδείγματα task crafting. Να ζητάω να εκπαιδεύσω τον νέο στη δουλειά ή να προσπαθήσω να γνωρίσω σε βάθος τον πελάτη μου είναι παραδείγματα relationship crafting. Το να δω την δουλειά μου ολιστικά στο πως η δική μου εργασία συνεισφέρει σε όλη την εταιρεία, ή στην κοινωνία εν γένει είναι μια γνωστική αλλαγή που αφορά το cognitive crafting.
Γιατί είναι σημαντικό
To job crafting σηματοδοτεί ότι οι εργαζόμενοι μπορεί να είναι ενεργοί στην δουλειά τους και να κάνουν αλλαγές ώστε να την φέρουν στα μέτρα τους. Ο σύγχρονος εργαζόμενος δεν χρειάζεται να νιώθει παγιδευμένος σε μια εργασία που δεν του αρέσει, ακόμα και αν δεν μπορεί να αλλάξει εργασία, έχει το περιθώριο να επέμβει στην δουλειά του και να κάνει αλλαγές ώστε να του αρέσει πιο πολύ. Αυτό θα επιφέρει μεγαλύτερη ικανοποίηση στον εργαζόμενο αλλά και πολλαπλά οφέλη στις επιχειρήσεις οι οποίες θα δουν πρωτοβουλίες σαν της κυρίας Βούλας ν’ ανθίζουν.
Μπορώ εγώ να αλλάξω τη δουλειά μου;
Το πιο σημαντικό εύρημα στην θεωρία του job crafting είναι ότι υπάρχει σε κάθε είδους δουλειάς, σε κάθε οργανωσιακό επίπεδο, από το πιο χαμηλό ως το πιο υψηλό, και σε κάθε χώρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η Παρασκευοπούλου (2017) εντόπισε συμπεριφορές job crafting ακόμα και στο περιορισμένο πλαίσιο του ελληνικού δημοσίου.
Άρα, ναι κάθε εργαζόμενος μπορεί να αλλάξει την δουλειά του. Πώς; Με το να ζητάει να κάνει παραπάνω εργασίες που του αρέσουν, να συνεργάζεται περισσότερο με συνάδελφους που έχει καλή επικοινωνία, να σκέφτεται τρόπους να ενσωματώσει προσωπικά ενδιαφέροντα του μέσα στην δουλειά και πολλές άλλες ιδέες. Το πανεπιστήμιο του Michigan έχει δημιουργήσει και ένα εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στα πλαίσια ενός εξειδικευμένου workshop job crafting από ειδικούς επιστήμονες στο χώρο που μπορούν να βοηθήσουν τους εργαζομένους σε αυτή την διαδικασία αναπροσαρμογής της εργασίας τους στα ενδιαφέροντα τους, τις ικανότητες και τις προτιμήσεις τους.
Το στοιχείο όμως που παίζει κύριο ρόλο είναι το cognitive crafting: δηλαδή ο τρόπος που βλέπω την δουλειά μου. Χωρίς αυτό καμία αλλαγή δεν είναι εφικτή. Χαρακτηριστικά η κυρία Βούλα αναφέρει «Εργάζομαι σε αυτό το σχολείο 11 χρόνια. Για μένα πλέον δεν είναι απλά ένας απρόσωπος χώρος εργασίας. Είναι το δεύτερο σπίτι μου, έτσι το νιώθω. Θέλησα, λοιπόν, να το φρεσκάρω μιας και είχαμε ήδη τα χρώματα στην αποθήκη και δεν μου ήταν κόπος. Το έκανα τόσο για τα παιδιά όσο και για εμένα, για να βρίσκομαι κι εγώ σε έναν χώρο όμορφο και καθαρό όπως κι εκείνα». Ο τρόπος που βλέπει την δουλειά της είναι ξεκάθαρα ως το δεύτερο σπίτι της. Άρα είναι αναμενόμενο για το δεύτερο σπίτι της να μην υπολογίζει τον κόπο για να κάνει το κάτι παραπάνω. Χαρακτηριστικό είναι ότι και οι καθηγήτριες Dutton κα Wrzesniewski εντόπισαν το job crafting σε καθαρίστριες νοσοκομείων στην Αμερική, οι οποίες αντίστοιχα με την κυρία Βούλα δήλωναν ότι «εμάς η δουλειά μας είναι να παρέχουμε έναν όμορφο και υγιεινό χώρο για να μπορούν οι ασθενείς να γίνουν γρήγορα καλά, κι όχι απλά να καθαρίζουμε».
Το cognitive crafting είναι στο χέρι μας. Το αν θα δούμε το σχολείο σαν έναν χώρο ρουτίνας που πρέπει για άλλη μια μέρα να καθαρίσουμε τα σκουπίδια των παιδιών ή αν θα το δούμε σαν το δεύτερο σπίτι μας που θέλουμε να προσφέρουμε στους γύρω μας ότι καλύτερο μπορούμε, είναι απλά μια απόφαση: θέλω να εργάζομαι σε μια δουλειά που δεν μου αρέσει και δεν μου ταιριάζει ή θέλω να βρω την ομορφιά και τον εαυτό μου μέσα σε αυτό; Η κυρία Βούλα μόλις έδωσε την απάντηση…
Η δρ. Λουίζα Παρασκευοπούλου εργάζεται ερευνητικά πάνω στο job crafting στο χώρο των σχολείων. Η έρευνα αυτή γίνεται υπό την επίβλεψη της κας Ελένης Αποσπόρη, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας στο ΟΠΑ και υποστηρίζεται από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.) στο πλαίσιο της Δράσης «1η Προκήρυξη ερευνητικών έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση των μελών ΔΕΠ και Ερευνητών/τριών και την προμήθεια ερευνητικού εξοπλισμού μεγάλης αξίας» (Αριθμός Έργου: 11319401). Στα πλαίσια του έργου θα πραγματοποιηθεί ενημερωτική ημερίδα με job crafting workshop.
Πηγές:
Paraskevopoulou, L., (2017) ’’Crafting the extra innovation: the relationship of job crafting and innovative behavior’’. [Unpublished doctoral dissertation]. Athens University of Economics and Business.
Wrzesniewski, A., & Dutton, J. E. (2001). Crafting a job: Revisioning employees as active crafters of their work. Academy of management review, 26(2), 179-201.