35 ημέρες μετά την επεισοδιακή κατάληξη της επίσκεψης που πραγματοποίησαν στην Τουρκία η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον Ντερ Λέιεν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί μία μεγαλοπρεπή ”κολοτούμπα”, τουλάχιστον σε φραστικό επίπεδο, επιχειρώντας ταυτόχρονα να περάσει το μήνυμα πως η Άγκυρα επιθυμεί έντονα την αναθέρμανση των ευρω-τουρκικών σχέσεων, που έχουν μπει σε βαθιά κατάψυξη.
Παρά τις ”υποδείξεις” που επιχειρεί να απευθύνει στους Ευρωπαίους ο Τούρκος Πρόεδρος, το ύφος του μαρτυρά άγχος και πίεση, καθώς η οικονομία και το νόμισμα της χώρας παραπαίουν επί μήνες, ενώ παρουσιάζονται και σημάδια διεθνούς απομόνωσης, ως αποτέλεσμα των νεο-οθωμανικών οραμάτων που αναπαράγει η τουρκική ηγεσία τα τελευταία χρόνια, κλιμακώνοντας σταθερά την ρητορική της. «Παρά τα διπλά στάνταρ και τα εμπόδια, η Τουρκία διατηρεί την αποφασιστική της στάση για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση», δήλωσε ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επικρίνοντας τις Βρυξέλλες που δεν προσκάλεσαν τα υποψήφια για ένταξη έθνη σε διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης. Σε ένα γραπτό μήνυμα που εξέδωσε με αφορμή την Ημέρα της Ευρώπης, ο Ερντογάν δηλώνει αίφνης θερμός οπαδός της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας και ”απορεί” που δεν έχει προχωρήσει ακόμα η διαδικασία.«Η Τουρκία διατηρεί την αποφασιστική στάση και τις προσπάθειές της προς τον στρατηγικό της στόχο για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τα διπλά στάνταρ και τα εμπόδια που αντιμετωπίζει. Η ένταξη της Τουρκίας θα ανοίξει το δρόμο για την άνοδο μιας Ευρώπης που θα είναι πιο αποτελεσματική σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, δίνει ελπίδα όχι μόνο στους πολίτες της, αλλά και στους ανθρώπους της γειτονιάς της, καθώς και σε ολόκληρο τον κόσμο», αναφέρει η δήλωση του Ερντογάν.
Υπενθυμίζοντας ότι η Τουρκία γιορτάζει την 9η Μαΐου που είναι «Ημέρα της Ευρώπης», με αφορμή την ιστορική Διακήρυξη του Σουμάν, μετά την έγκριση της υποψηφιότητάς της για ένταξη στην ΕΕ το 1999, ο Ερντογάν δήλωσε ότι η ΕΕ έχει συμβάλλει σημαντικά στην εδραίωση της ειρήνης, της σταθερότητας και της ευημερίας στην ήπειρό μας και πέρα από αυτήν.
«Ωστόσο, η Ένωση αντιμετώπισε πρόσφατα πολλές προκλήσεις όπως η κρίση των προσφύγων, η ισλαμοφοβία και η ξενοφοβία, οι οικονομικές και δημοσιονομικές ευπάθειες, η απόσυρση του Ηνωμένου Βασιλείου και η πανδημία του κορονοϊού. Η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, που απειλούν την Ένωση και το μέλλον της, εξαρτάται από την αλληλεγγύη, τη συνεργασία και την ανάκτηση μιας γενναίας και χωρίς αποκλεισμούς προοπτικής», πρότεινε ο Ερντογάν ”λησμονώντας” την θεωρία που ο ίδιος έχει αναπτύξει κατά καιρούς, ισχυριζόμενος πως η Ευρώπη είναι εκείνη που έχει ανάγκη την Τουρκία.
Το σημαντικότερο εμπόδιο της ΕΕ στο να γίνει ένας ισχυρός παγκόσμιος παράγοντας είναι η έλλειψη στρατηγικής υπομονής και οράματος και πρέπει να επανεξετάσει τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων, μια νέα θεσμική δομή, ένα νέο όραμα και έναν νέο περιεκτικό λόγο, δήλωσε ο Ερντογάν.
«Η Τουρκία, ως μέρος της Ευρώπης όσον αφορά τις ιστορικές, γεωγραφικές και ανθρώπινες πτυχές, είναι έτοιμη να συμβάλει στην επίλυση των προβλημάτων που αντιμετώπισε η Ευρωπαϊκή Ένωση και αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα της Ένωσης. Είναι προφανές ότι η Ένωση δεν μπορεί να αντέξει, χωρίς τη συμβολή και την υποστήριξη της χώρας μας.»
Ο Ερντογάν κατηγόρησε την ΕΕ επειδή δεν τήρησε υποσχέσεις σχετικά με την ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας, λέγοντας: «Ορισμένα κράτη μέλη έφεραν τα διμερή τους προβλήματα με την Τουρκία στους διαδρόμους της ΕΕ και, ως εκ τούτου, καταγράφηκαν οι σχέσεις Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ικανότητα της Ένωσης να καταπολεμήσει τις παγκόσμιες προκλήσεις έχει εξασθενημένη. Ευχόμαστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να επιδείξει την ικανότητά της να αναπτύξει τις σχέσεις της με την Τουρκία βάσει αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης, με στρατηγική άποψη και κοινή λογική.»
Συμφωνία για τους πρόσφυγες και θετικός διάλογος
Σε ξεχωριστή δήλωση, ο Τούρκος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για υποθέσεις της ΕΕ, Φαρούκ Καγιακτσί, υπογράμμισε ότι η Τουρκία επιθυμεί επικαιροποίηση της προσφυγικής συμφωνίας του 2016 με την ΕΕ και τη συνέχιση των θετικών σχέσεων με το μπλοκ.
Σημειώνοντας ότι η Τουρκία είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο Καϊμακτσί είπε ότι η ”ευρωπαϊκότητα” της χώρας δεν προκύπτει μόνο μέσω της ΕΕ, στην οποία είναι επίσημα υποψήφια από το 1999.
Αξιολογώντας την προοπτική του τουρκικού λαού για την ΕΕ, επανέλαβε ότι η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού υποστηρίζει την ένταξη στο μπλοκ και πιστεύει ότι η χώρα έχει τη δυνατότητα να είναι πλήρες μέλος.
«Η Τουρκία θέλει να προχωρήσει στη θετική ατζέντα μετά τη Διάσκεψη Κορυφής της ΕΕ τον Ιούνιο του 2021, αν όχι νωρίτερα από αυτήν την ημερομηνία. Με θετική ατζέντα, αναφερόμαστε στην συμφωνία προσφύγων που συνάψαμε στις 18 Μαρτίου 2016 μαζί τους », σημείωσε.
Τονίζοντας την προσδοκία της Τουρκίας για βελτίωση σε όλους τους τομείς των σχέσεων με την ΕΕ, ο ΚαΪμακτσί είπε: «Ελπίζουμε ότι η ηγεσία της ΕΕ δεν θα θυσιάσει τις σχέσεις μας για το Κυπριακό και τις μεγαλοπρεπείς και παράλογες απαιτήσεις [ορισμένων χωρών]».
DW: «Δεν θα μπορούσε ποτέ να ενταχθεί» Αντί άλλου σχολίου και για όσους τυχόν αναρωτηθούν, γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέχεται τα τερτίπια και τα ανατολίτικα παζάρια που επιχειρεί απροκάλυπτα ο Ερντογάν, ίσως αρκεί μία απλή ανάγνωση, μίας και μόνο παραγράφου από το άρθρο γνώμης που δημοσίευσε η Deutsche Welle στις 6 Απριλίου (ημέρας της συνάντησης του Τούρκου Προέδρου με τον Σαρλ Μισέλ και την Ούρσουλα Φον Ντερ Λέιεν, όπου η πρόεδρος της Κομισιόν απέμεινε όρθια και έκπληκτη κάποια στιγμή). Ο Bernd Riegert υπογραμμίζει:«Είναι σαφές σε όλους τους ενδιαφερόμενους ότι, στην τρέχουσα κατάστασή της, η Τουρκία δεν θα μπορούσε ποτέ να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι διαπραγματεύσεις προσχώρησης δεν ξεκίνησαν ποτέ. Σε τελική ανάλυση, η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την Κύπρο που είναι κράτος μέλος της ΕΕ, αλλά έχει καταλάβει μέρος της επικράτειάς της. Θα ήταν πολιτικά σωστό να αποδεχτούμε τα αιτήματα της Αυστρίας και πολλών συντηρητικών βουλευτών της ΕΕ και τελικά να διακόψουμε τις διαπραγματεύσεις μετά από 16 χρόνια αδιεξόδου. Αλλά αυτό δεν θα βοηθούσε κανέναν. Όσο ο Ερντογάν έχει ακόμη και το παραμικρό συμφέρον να συνεχίσει τις ”φανταστικές” διαπραγματεύσεις, η ΕΕ δεν πρέπει να ”ξεγράψει” αυτό το φύλλο, στο παιχνίδι πόκερ της Τουρκίας.»