Κάποιες μετα-σκέψεις για το ATLAS Αθήνα και τον Δημήτρη Καμαρωτό

Βλέπει αλλεπάλληλα – και ολοένα πιο διεπιστημονικά - οριζόντια και κάθετα δίκτυα διαφόρων ειδών να συνδέουν μεταξύ τους όλα τα σημεία του πλανήτη αλλά και όλους τους ανθρώπους οι οποίο βρίσκονται πάνω σε αυτόν.
.
.
Yiannis Soulis

Η τέχνη/μουσική δεν είναι απαραίτητο να αντιγράφει τη ζωή αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφήνει να την προσπερνά. Μπορεί να συμβαδίζει μαζί της, κάποτε ακόμα και να την οδηγεί...

Μια εβδομάδα μετά το ATLAS Αθήνα (πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου στην ΣΙΩ ταυτόχρονα με τα άλλα δύο σκέλη του Project ATLAS στο Παρίσι και την Καρλσρούη) είναι αρκετή για να κατασταλάξουν οι πάρα πολλές σκέψεις που προσωπικά μου προκάλεσε, τα συναισθηματικά ερεθίσματα μιας παράστασης, ως πιο άμεσα, επεξεργάζονται πάντα πιο σύντομα. Θα ξεκινήσω από το «κλειδί» που μου έδωσε για να αποκωδικοποιήσω οριστικά συνολικά το έργο του Δημήτρη Καμαρωτού, δημιουργού του «Μουσική είναι η πόλη» το οποίο αποτελούσε την ελληνική συμμετοχή στο ATLAS. Παρακολουθώ προσεχτικά εδώ και πολλά χρόνια το έργο του Δημήτρη Καμαρωτού και τα τελευταία, όχι και τόσο λίγα πια, έχει επιπλέον καλλιεργηθεί ανάμεσα μας μια θερμή φιλική σχέση. Προφανώς λοιπόν είχα ήδη σχηματίσει προοδευτικά μιαν άποψη που το «Μουσική είναι η πόλη» ήρθε όχι μόνο να επιβεβαιώσει αλλά και να καταστήσει πλέον απολύτως ξεκάθαρη.

Πάρα πολύ καιρό πριν, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ο Brian Eno ανακάλυψε συγκυριακά – όπως έχει συμβεί με τόσες πολλές σπουδαίες ανακαλύψεις της ανθρωπότητας – ένα νέο μουσικό ιδίωμα, την ambient ή μουσική περιβάλλοντος αν θέλουμε να αποδώσουμε το αρκετά ασαφές αγγλικό όνομα του στα ελληνικά. Αν και στο πέρασμα του χρόνου η ambient ανέπτυξε φυσικά τις δικές της δομές, μορφές και κώδικες στο ξεκίνημα της και για αρκετά χρόνια δεν ήταν τίποτα από αυτά που την διαφοροποιούσε από όλα τα προγενέστερα ιδιώματα αλλά μόνον η πρόσληψη και, κατά προέκταση, η χρήση της από το ακροατήριο. Αν δηλαδή όλα τα υπόλοιπα ιδιώματα διεκδικούσαν το να είναι το βασικό, αν όχι το μόνο, επίκεντρο της προσοχής του/της ακροατή/ιας για όσο διαρκούσε η ακρόαση η ambient όχι μόνο δεν το έκανε αλλά αντίθετα επιδίωκε να είναι παραπληρωματική, να επενδύει και να συνοδεύει όχι μόνον οποιαδήποτε δραστηριότητα αλλά και τις σκέψεις και τα συναισθήματα του/της, στοχεύοντας κατά κύριο λόγο στο να βοηθήσει τον άνθρωπο να κατακτήσει την εσωτερική γαλήνη του, να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του ώστε να οδηγηθεί ακόμα πιο αποτελεσματικά προς την αυτοπραγμάτωση. Ηταν μια ήρεμη, σχεδόν...«σιωπηλή» επανάσταση για την οποία όμως υπάρχει πλέον γενική συμφωνία ότι άλλαξε όχι μόνο τα δεδομένα αλλά και την εξέλιξη του μουσικού γίγνεσθαι μα και της ακρόασης του.

Στην διασταύρωση του χρόνου

.
.
Yiannis Soulis

Προοδευτικά επικράτησε τα ambient έργα (που προφανώς δεν είναι...τραγούδια!) να μην αποκαλούνται συνθέσεις ή «κομμάτια» αλλά ηχοτοπία. Μια μεταφορά από τα εικαστικά η οποία όμως ανέκαθεν πίστευα ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό λανθασμένη καθώς σε ένα ζωγραφικό τοπίο υπάρχει πάντα η ανθρώπινη παρουσία, έστω και μόνο διά των ιχνών της τα οποία μερικές φορές μπορεί και να μην είναι καν ορατά. Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς πρέπει να πούμε ότι η ambient δημιουργεί «ηχητικές νεκρές φύσεις», το είδος των πινάκων δηλαδή που απεικονίζουν φυσικούς κατά κύριο λόγο χώρους οι οποίοι υπάρχουν ερήμην και άνευ της ανθρώπινης παρουσίας. Πιστεύω λοιπόν ότι ο Δημήτρης Καμαρωτός (που αν πρέπει να εντάξουμε κάπου το εξαιρετικά σύνθετο και πολυσυλλεκτικό έργο του σχεδόν υποχρεωτικά δεν μπορεί παρά να είναι η ευρύτερη παράδοση της ambient) είναι όχι μεν ο μόνος αλλά ένας από τους/τις ελάχιστους δημιουργούς διεθνώς που έκαναν μια δεύτερη, ακόμα πιο «αθόρυβη» αλλά εντέλει και πολύ περισσότερο σημαντική επανάσταση εντός εκείνης της ambient εισάγοντας με καθοριστικό τρόπο το στοιχείο της ανθρώπινης παρουσίας έτσι ώστε όταν μιλάμε για έργα σαν τα δικά του όχι μόνο να δικαιούμαστε αλλά και να πρέπει πλέον να χρησιμοποιούμε τον όρο ηχοτοπία!

Καθένας από τους/τις συνθέτες/ιδές που το επέτυχαν αυτό το έκανε με τον δικό του/της διαφορετικό τρόπο και εκείνος του Δ. Καμαρωτού είναι εξαιρετικά ενδιαφέρων. Δεν εκκινεί από τον ανθρώπινο παράγοντα όπως θα ήταν αναμενόμενο αλλά από τον χώρο. Οχι οποιονδήποτε χώρο αλλά τον συγκεκριμένο στον οποίο θα παρουσιαστεί κάθε νέο έργο του που την προετοιμασία του αρχίζει πάντα μελετώντας εξαντλητικά, ακουστικά αλλά και με επιστημονικές/τεχνολογικές μεθόδους, τον χώρο πραγματοποίησης του. Η μελέτη αυτή δεν αποσκοπεί μόνο στο να διαπιστώσει το πως, ποιες θα είναι οι πλέον ιδανικές συνθήκες για να προσλαμβάνει το ακροατήριο το έργο αλλά αφορά και μια πολύ σπουδαιότερη παράμετρο, τον όλο και πιο καίριο ρόλο που παίζει ο χώρος στην ίδια την μουσική του. Οχι μόνον η σύνθεση/εκτέλεση της (καθώς για τον Δ. Καμαρωτό αυτές οι δύο διαδικασίες συνδέονται άρρηκτα ολοένα και πιο πολύ, σε βαθμό πλέον που να συναποτελούν μιαν ενιαία) εμπνέονται από τον εκάστοτε χώρο αλλά και τον χρησιμοποιεί, τμήματα και στοιχεία του ή και στο σύνολο του, κατά ένα μέρος και κάποιες φορές αποκλειστικά ως ηχητική πηγή μα και εκφραστικό μέσο.

Το γεγονός αυτό έχει μιαν καθοριστική συνέπεια για την συνολική θεώρηση αλλά και την δομή της μουσικής του, ανεξαρτήτως επιμέρους έργων. Πέραν του βασικού, δομικού στοιχείου της μουσικής δίχως το οποία δεν υφίσταται, την σχέση της με τον χρόνο που εντός του εξελίσσεται, της οριζόντιας χρονικής διάστασης της, της προσθέτει και μιαν δεύτερη, την κάθετη χρονική διάσταση, δηλαδή την «πυκνότητα» ηχητικών συμβάντων σε κάθε δεδομένη στιγμή κατά την διάρκεια ενός έργου. Κάθε σύστημα αξόνων όμως, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, εντέλει ορίζει συντεταγμένες, μια μοναδική θέση μέσα στον χώρο. Αναπόφευκτα λοιπόν με αυτή την σταθερή επιλογή του η μουσική του Δ. Καμαρωτού ξεφεύγει από τις δύο διαστάσεις που έχει κάθε μουσική και αποκτά μιαν τρίτη. Γίνεται τρισδιάστατη ή αλλιώς μετατρέπεται και αυτή σε χώρο, έναν «χώρο» που αποτελείται μόνον από ήχο. Στο επίκεντρο αυτού του χώρου βρίσκεται φυσικά ο δημιουργός/εκτελεστής, ο ίδιος σε αυτή την περίπτωση. Ομως ο χώρος αυτός περιλαμβάνει και το ακροατήριο, δεν είναι καθόλου συμπτωματική η επιμονή του σε πολυφωνικά/πολυκαναλικά συστήματα ηχείων, στην περιφέρεια αλλά και σε εσωτερικά σημεία κάθε χώρου στον οποίο πραγματοποιείται συναυλία του τα οποία τείνουν προς μια στερεοσκοπική πλέον και όχι στην δήθεν «στερεοφωνική» παραδοσιακή απόδοση του. Η ανθρώπινη παρουσία εισάγεται αποφασιστικά και θριαμβευτικά, τόσον ως πομπός όσο και σαν δέκτης, κάνοντας τις συνθέσεις, τα έργα του να είναι αληθινά ηχοτοπία! Απηχώντας έτσι την ρήση του Πρωταγόρα «πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος» η οποία είναι η πρωταρχική και κυριότερη στην οποία εδράζεται η φιλοσοφική θεώρηση, τόσο της ζωής όσο και της δημιουργίας, του Δ. Καμαρωτού.

Από το «παγκόσμιο χωριό» στην διεθνοποιημένη μητρόπολη

..
..
Yiannis Soulis

Στο σημείο αυτό όμως δεν μπορώ να μην θυμηθώ το γεγονός που διαμόρφωσε τον συνθέτη και τον άνθρωπο Δ. Καμαρωτό, την μουσική αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό την διανοητική θεώρηση του περισσότερο από οτιδήποτε άλλο και φυσικά δεν είναι παρά η μαθητεία του δίπλα στον μέγιστο Ελληνα πρωτοπόρο Ιάννη Ξενάκη. Ο Καμαρωτός είναι ένας από τους ελάχιστους σημερινούς δημιουργούς από την χώρα μας που διδάχθηκε – έστω και όχι με την τυπική έννοια καθώς ο κορυφαίος avant garde συνθέτης δεν είχε μαθητές,αλλά και εργάστηκε ποικιλοτρόπως υπό της οδηγίες του Ξενάκη και, όπως και να το κάνουμε, είναι εφ’ όλης της ύλης πνευματικό τέκνο του. Φυσικά και δεν τον αντιγράφει από οποιαδήποτε πλευρά αλλά έχει προ πολλού ξεπεράσει και το στάδιο εφαρμογής των διδαγμάτων του χωρίς φυσικά να ισχυρίζομαι οτιδήποτε περί «διαδόχου» - ειδικά στην περίπτωση του Ξενάκη άλλωστε αυτό θα ήταν αδύνατο – θα έλεγα ότι είναι ο μοναδικός συνεχιστής του πνεύματος του. Αυτό φαίνεται ακόμα και σε μικρές λεπτομέρειες που για άλλους θα ήταν άνευ σημασίας, για παράδειγμα ο Ξενάκης ήταν και αρχιτέκτων, ο Καμαρωτός που δεν είναι, δεν επέλεξε να συνεργαστεί για τα σκηνικά και τις εγκαταστάσεις του «Μουσική είναι η πόλη» με έναν/μία σκηνογράφο ή έστω ένα/μία ζωγράφο, αλλά με την αρχιτέκτονα Εύα Μανιδάκη.

Ο δημιουργός λοιπόν στο σημείωμα του για το για το συγκεκριμένο έργο αναφέρει και αποκαλύπτει έμμεσα ως μιαν από τις πηγές έμπνευσης του την «Κοσμική Πόλη». Μια σύλληψη δηλαδή και παράλληλα προβληματισμό του αρχιτέκτονα Ξενάκη για την αναπόφευκτα υπερσυγκεντρωτική πόλη του μέλλοντος και τους τρόπους με τους οποίους ο άνθρωπος θα μπορούσε να συνεχίσει να ζει, να αναπτύσσεται και να εξελίσσεται σε αυτό το νέο αστικό περιβάλλον. Οι τεχνολογικές εξελίξεις έτρεξαν με ασύλληπτα γρήγορο ρυθμό και στο «πλανητικό χωριό» που ο Ξενάκης ήταν ίσως από τους πρώτους οι οποίοι το οραματίστηκαν εκ των γεγονότων έχει αρχίσει ήδη να εφαρμόζεται πολεοδομικό σχέδιο, να χωρίζεται το κέντρο από τα περίχωρα του και να χαράσσεται η ρυμοτομία που το μετατρέπουν σε μιαν όντως απολύτως διεθνοποιημένη μητρόπολη.

.
.
Yiannis Soulis

Μια από τις πλέον σταθερές παραμέτρους του έργου του Καμαρωτού είναι ότι διαπιστώνει αυτή την πραγματικότητα, την αποδέχεται πλήρως ως αναπόφευκτη κι προσπαθεί να λειτουργήσει ως μουσικός και άνθρωπος εντός της αλλά και να προβλέψει τη συνέχεια της ώστε να προσαρμοστεί ακόμα καλύτερα σε αυτήν. Βλέπει αλλεπάλληλα – και ολοένα πιο διεπιστημονικά - οριζόντια και κάθετα δίκτυα διαφόρων ειδών να συνδέουν μεταξύ τους όλα τα σημεία του πλανήτη αλλά και όλους τους ανθρώπους οι οποίο βρίσκονται πάνω σε αυτόν. Δίκτυα τα οποία μεταφέρουν την γνώση, την πληροφορία, την ενημέρωση, την διασκέδαση, την ψυχαγωγία και, στο πολύ πιο άμεσο από όσο νομίζουμε μέλλον, την φροντίδα υγείας και ποιος ξέει τι άλλο. Το Internet of things ή όπως αλλιώς θα λέγεται είναι πλέον πάρα πολύ κοντά, πολύ σύντομα το Διαδίκτυο θα μετατραπεί σε αληθινό Υπερδίκτυο που η μία απόληξη του θα είναι η πόλη, κάθε μια χωριστά αλλά και η ιδεατή μεν αλλά καθόλου φαντασιακή συνένωση τους σε μία και η άλλη ο άνθρωπος, καθένας και καθεμία μας.

.
.
Yiannis Soulis

Έτσι κάθε πόλη υπό μιαν έννοια θα αποκτήσει ζωή, έχει ήδη αρχίσει να γίνεται ένας ιδιότυπος ζωντανός οργανισμός (γεγονός που απασχολεί πολύ και την Γεωργία Σπυροπούλου, πρωτοποριακή δημιουργό η οποία, διόλου συμπτωματικά, εργάζεται ως συνθέτιδα μα και ερευνήτρια στο γαλλικό IRCAM, τον φορέα που ήταν ο εμπνευστής και κεντρικός διοργανωτής του ATLAS και το έργο της, αν και από πολύ διαφορετικούς φυσικά δρόμους, κινείται προς αρκετά ή και πολύ παράλληλες κατευθύνσεις με αυτές του Καμαρωτού) εντός του οποίου καλείται να ζήσει ο αληθινά ζωντανός οργανισμός που λέγεται άνθρωπος. Ο Καμαρωτός δεν βλέπει την «ζώσα» πλέον πόλη ως μια σύγχρονη εκδοχή του «Λεβιάθαν» του Άγγλου φιλοσόφου του δεκάτου εβδόμου αιώνα Τόμας Χομπς η οποία θα κατασπαράξει και εντέλει θα εξολοθρεύσει τον άνθρωπο ούτε όμως σαν μια μελλοντολογική υπερτεχνολογική Εδέμ. Την αντιμετωπίζει ως ένα άγνωστο ακόμα εν πολλοίς περιβάλλον προς εξερεύνηση και στη συνέχεια επιτόπια διερεύνηση ώστε να αξιοποιηθεί προς όφελος και μόνον του ανθρώπου και κατά το μέγιστο δυνατόν.

Κομβικό στοιχείο της θεώρησης του είναι ότι κάθε άνθρωπος δεν ανήκει στην πόλη όπου ζει αλλά, καθώς με τον ένα τρόπο ή τον άλλο αυτή είναι δημιούργημα της ανθρωπότητας, ανήκει σε εκείνον. Δεν είναι ο άνθρωπος ξενιστής της πόλης αλλά, εκ των πραγμάτων, εκείνη και πάντα δικός του ξενιστής. Το ίδιο φυσικά, ότι πάντα ανήκουν σε εκείνον ο οποίος τα δημιούργησε και τα ελέγχει και όχι το αντίστροφο, ισχύει και για τα δίκτυα και οποιαδήποτε άλλη, κυρίως τεχνολογική και όχι μόνον, επινόηση που συνδέει τον άνθρωπο με την πόλη.

Η σύζευξη των αντιθέτων

Για να καταστεί δυνατόν να κατανοηθεί αυτό ως φιλοσοφία και στη συνέχεια να εφαρμοστεί απαιτείται μια σειρά διανοητικών μα και πρακτικών υπερβάσεων που ο Καμαρωτός δεν είναι απλά διατεθειμένος να τις κάνει αλλά τις έχει ήδη πραγματώσει. Συνειδητοποιεί πλήρως ότι η νεωτερικότητα δεν ήταν παρά ένας συνεχής αγώνας του ανθρώπου να απομακρυνθεί από το υποσυνείδητο το οποίο ήλεγχε μέχρι τότε την ζωή του και, διά του ορθολογισμού, να δώσει την πρώτη θέση στο συνειδητό. Ο σκοπός αυτός επετεύχθη πλήρως και τώρα, καθώς βρισκόμαστε στην ύστερη νεωτερικότητα και βαδίζουμε προς το τέλος της, έχει φτάσει η στιγμή να ακολουθήσουμε αντίστροφη πορεία. Να επιστρέψομε εκεί όπου ξεκινήσαμε, να ξαναβρούμε το υποσυνείδητο ώστε να συνδέσουμε πλέον το θυμικό με το λογικό με αποτέλεσμα και τα δύο μαζί να ελέγχουν πλέον απόλυτα το ασυνείδητο, τα πρωτεϊκά ορμέμφυτα που, ακόμα και όταν είναι θετικά, αν δεν τιθασεύονται καταλήγουν να βλάπτουν τον άνθρωπο αντί να του κάνουν το ελάχιστο καλό.

Ο Καμαρωτός αποδέχεται επίσης πλήρως ότι η έννοια της εντοπιότητας κάθε ανθρώπου δεν έχει σε τίποτα να κάνει με τον χώρο στον οποίο γεννήθηκε και ζει και οποιοδήποτε στοιχείο του, επί της ουσίας δεν εξαρτάται καθόλου από οποιονδήποτε εξωτερικό παράγοντα αλλά μόνον από εσωτερικούς, το πνεύμα και την κουλτούρα των οποίων είναι φυσικός και διανοητικός κληρονόμος. Όλα αυτά δεν είναι απλές θεωρητικές συλλήψεις και αντιλήψεις ή και πεποιθήσεις αλλά εφαρμόζονται και είναι απολύτως ορατά στο έργο του.

.
.
Yiannis Soulis

Οταν άλλοι αναζητούν την «χαμένη ελληνικότητα» (ξανα)μελοποιώντας μεγάλους ποιητές μας του εικοστού αιώνα εκείνος διερευνά την προσωδία του λόγου στην αρχαία ελληνική τραγωδία και την αποδίδει μουσικά με μάσκες ήχου. Οταν κάποιοι κόπτονται για την συναδέλφωση των λαών, την αδελφότητα όλων των ανθρώπων, εκείνος την κάνει πράξη ταξιδεύοντας μαζί με τον σκηνοθέτη Μιχαήλ Μαρμαρινό στην Κίνα για να ανεβάσουν στην όπερα της Σαγκάης την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή στην κινεζική γλώσσα. Για την μουσική της μάλιστα εγκαταλείπει οποιοδήποτε τεχνολογικό ή και απλά σύγχρονο μέσο και χρησιμοποιεί μόνο μια προσομοίωση του αρχαίου ελληνικού οργάνου πλαγίαυλος (η οποία κατασκευάστηκε σε δικά του σχέδια με βάση το μοναδικό σωζόμενο αρχαίο όργανο) σε συνδυασμό με ένα επίσης αρχαίο κινεζικό πνευστό και έτσι η επαναπροσέγγιση του κοινού, ανεξάρτητα από τος διαφορετικούς τόπους, πολιτισμικού και συναισθηματικού παρελθόντος όλης της ανθρωπότητας συντελείται. Διι-εθνιστής με την κυριολεξία της λέξης, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι μόνο διαμέσου αν όχι όλων αλλά των περισσοτέρων δυνατών κατά τόπους πολιτισμών και παραδόσεων μπορεί κάποτε να οδηγηθούμε σε μιαν όντως παγκόσμια – και όχι εκβιαστικά «παγκοσμιοποιημένη» - ανθρώπινη κοινωνία.

Απώτατο παρελθόν και απόλυτα σύγχρονο παρόν, παλαιό και νέο, υπερεξελιγμένη τεχνολογία και χειρωνακτικές – συχνά από τον ίδιο – ιδιοκατασκευές, επιστήμη και – κατά προτίμηση συλλογική – βιωματική εμπειρία, κατεκτημένη τονική γλώσσα και πλήρης ατονικότητα ή και ποικίλοι θόρυβοι, εσωτερικός και εξωτερικός κόσμος λογική και συναίσθημα, πνεύμα και ύλη, μια σειρά από αντιφατικά δίπολα τα οποία ο Καμαρωτός όχι μόνο δεν αποφεύγει αλλά επίμενε να συμφιλιώνει και να συνενώνει διαρκώς ξέροντας ότι μόνον έτσι μπορείς να πλησιάσεις έστω λίγο στην θέαση της αληθινά «μεγάλης εικόνας» της ύπαρξης και του κόσμου. Ισορροπώντας πάντα ακριβώς ανάμεσα στα δύο σκέλη καθενός και μη γέρνοντας ούτε προς το ένα ούτε προς το άλλο με την εξαίρεση μόνο του τελευταίου για το οποίο πριμοδοτεί ανενδοίαστα το ένα καθώς πιστεύει ακράδαντα – και δεν θα μπορούσα να συμφωνώ περισσότερο – ότι η οποιαδήποτε ύλη είναι πάντα κατώτερη από το ανθρώπινο πνεύμα και δεν μπορεί παρά να υποτάσσεται σε αυτό!

Μόνη οδός προς τα εμπρός

Το ερώτημα τώρα είναι τι ωθεί τον Δ. Καμαρωτό σε αυτό, ποιο είναι το κίνητο του για να μπαίνει σε διαδικασίας οι οποίες απαιτούν τόσο χρόνο και κόπο, μερικές φορές μπορεί να είναι ακόμα και επίπονες με όλες τις έννοιες της λέξης, ώστε άλλοι συνθέτες, οποιουδήποτε είδους άλλοι δημιουργοί (με πολύ υψηλότερες απολαβές από εκείνον που πρώτα διαπραγματεύεται τον προϋπολογισμό ο οποίος θα του επιτρέψει να πραγματοποιήσει ένα project ακριβώς όπως κρίνει ότι πρέπει και, αν και μόνον συμφωνήσει σε αυτό, την αμοιβή του που μερικές φορές μπορεί να καταλήξει και συμβολική) δεν έχουν καν σκεφτεί ποτέ να εισέλθουν. Η απάντηση βρίσκεται σε ένα στοιχείο της ψυχοσύνθεσης του, το ότι δεν είναι θαυμαστής ή και λάτρης ακόμα του νέου αλλά του το επιβάλει η φύση του να το επιδιώκει. Ο Καμαρωτός δεν είναι πρωτοπόρος επειδή το επέλεξε ή γιατί το αποφάσισε συνειδητά αλλά γιατί πολύ απλά γεννήθηκε τέτοιος, είναι εσωτερική ανάγκη για εκείνον το να ανακαλύπτει νέες μεθόδους, οδούς και προορισμούς μόνο και μόνο για την ικανοποίηση που του δίνει αυτή η ανακάλυψη και όχι για οποιαδήποτε ανταμοιβή, ούτε καν για να τον αναγνωρίσουν σαν πρωτοπόρο. Αυτή η συνιστώσα είναι μια από τις κυριότερες του έργου του και η μόνη σταθερή σε όλη την διαδρομή του. Η οικονομική και τεχνική υποστήριξη του IRCAM του επέτρεψε να παρουσιάσει με το «Μουσική είναι η πόλη» αυτό το μονίμως ανανεωτικότερο δημιουργικό όραμα του πιο ολοκληρωμένα από οποιαδήποτε φορά μέχρι τώρα και αυτό σημαίνει απλούστατα ότι την επομένη θα πάει ένα βήμα πιο μακριά.

.
.
Yiannis Soulis

Αν αναρωτιέστε για το αίτιο αυτού του κινήτρου η δική μου τουλάχιστον εξήγηση είναι ότι η δεύτερη ρήση η οποία οριοθετεί την φιλοσοφική θεώρηση του Δ. Καμαρωτού είναι το τα πάντα ρει του Ηρακλείτου. Δεν υπάρχει ζωή χωρίς εξέλιξη και εξέλιξη σημαίνει πριν από όλα κίνηση, ακινησία – με όλες τις δυνατές έννοιες της λέξης – ίσον θάνατος, μια διαπίστωση που πάρα πολλοί διανοητές έχουν κάνει στο πέρασμα των αιώνων. Ο Καμαρωτός όχι μόνο την ενστερνίζεται απόλυτα αλλά και την απολαμβάνει, απολαμβάνει το να προχωρεί, τόσο πολύ ώστε όχι απλά να μην θεωρεί τα λάθη και τις αποτυχίες του διαψεύσεις ή και ματαιώσεις αλλά αντίθετα να τα χαίρεται, ενσωματώνοντας τα στην συνολική προσπάθεια του να συνεχίσει να προσχωρεί και θεωρώντας τα υποθήκες για μελλοντικές επιτυχίες.

Πρόκειται για την ίδια ακριβώς θεώρηση που έκανε τον Blixa Bargeld να ονομάσει το γκρουπ του, όταν ακόμα δεν χρησιμοποιούσαν τόσο όργανα αλλά αντικείμενα όπως οι...στύλοι μιας μεταλλικής γέφυρας ως μέσα για την μουσική τους και πριν μετατραπούν σε μα πολύ καλή μεν αλλά και συμβατική rock μπάντα, Einstürzende Neubauten δηλαδή Καταρρέοντα Νεόκτιστα. Οι παλαιοί μάστορες έκτιζαν στέρεα και ασφαλή σπίτια, Οι σημερινοί σπουδαίοι αρχιτέκτονες όμως χτίζουν κτίρια που εκτός από στέρεα και ασφαλή είναι και χρηστικά και μπορούν να γκρεμιστούν εύκολα και δίχως μεγάλο κόστος ώστε στη θέση τους να ανεγερθούν άλλα – ίσως και χρησιμοποιώντας και μέρος των υλικών από την κατεδάφιση τους – ακόμα καλύτερα και πιο ασφαλή. Ο Δ. Καμαρωτός – ο οποίος εκτιμά πολύ το γερμανικό συγκρότημα – το πιστεύει επίσης ακράδαντα αυτό και πριν από όλους για το δικό του έργο μην διστάζοντας να αυτοαναιρείται (όχι όμως και να ακυρώνεται!) διαρκώς στην προσπάθεια του να το βελτιώνει.

Μια τέτοια απόλυτα προσωπική (και για αυτό συνήθως και μοναχική) στάση δημιουργίας και ζωής είναι – όπως και κάθε ανάλογη, πριν από όλων του μέντορα του Ιάννη Ξενάκη – και πολιτική στο έπακρο. Ο Καμαρωτός δεν έγραψε όπως άλλοι τραγούδια για τις δυσκολίες της ζωής των μεταναστών στη χώρα μας ούτε για το πως θα τους προσεγγίσουμε καλύτερα. Εμπνεύστηκε όμως από την εικόνα του Αιγαίου γεμάτου από πνιγμένα πτώματα παιδιών και ενηλίκων ένα εφιαλτικό ηχοτοπίο, μια θορυβώδη μα και συγκλονιστική ελεγεία η οποία εστιάζει στην αιτία του μεταναστευτικού και πολλών άλλων προβλημάτων, την βία που ασκούν και την δυστυχία που προκαλούν πολλές φορές οι άνθρωποι σε άλλους ανθρώπους.

Σεμνός μέχρι υπερβολής, μην έχοντας ποτέ εκδώσει όχι βαρύγδουπη αλλά ούτε καν ανακοίνωση για τα τόσα σημαντικά που κάνει και παρά την διεθνή ακτινοβολία του, περισσότερο ουσιωδώς καινοτόμος από άλλους που έχουν την μισή ηλικία του, περισσότερο Έλληνας από όλους μαζί τος ακραιφνείς εθνικιστές με τις γαλανόλευκες, περισσότερο διεθνιστής από όλους τους ινστρούχτορες της αριστεράς με την υποτιθέμενη παγκόσμια ειρήνη η οποία θα εξασφαλιστεί με την επιβολή των θέσεων τους και εντέλει, πίσω από τους υπολογιστές και τα τόσα υπόλοιπα τεχνολογικά μέσα του, περισσότερο άνθρωπος από όλους/ες που ομνύουν στην ανθρωπιά με άλλοθι το ότι παίζουν μόνο με ένα μπουζούκι ή μια ακουστική κιθάρα, καλοκουρδισμένα και με επάρκεια ή και όχι. Αυτός είναι ο Δημήτρης Καμαρωτός και – δίχως καμία διάθεση κολακείας την οποία άλλωστε όχι μόνο δεν την χρειάζεται αλλά και την απεχθάνεται – για αυτό είναι μοναδική περίπτωση δημιουργού και μουσικού, όχι μόνο για την χώρα μας αλά και διεθνώς.

Εν αρχή (και τέλος) ην ο άνθρωπος...

Απομένει μόνο το «διά ταύτα», το γιατί, ποιος είναι ο σκοπός που οποιοσδήποτε, ο Δ. Καμαρωτός σε αυτή την περίπτωση, θα τα έκανε όλα αυτά. Μήπως για να ενωθεί ο άνθρωπος με την τεχνολογία, να γίνει και αυτός μηχανή με την μορφή cyborg ή οποιαδήποτε άλλη; Οσο ο Καμαρωτός δεν είναι φυσικά Λουδίτης άλλο τόσο είναι κάθετα ενάντιος στο να γίνει ο άνθρωπος υποχείριο ή χειρότερα υπόδουλος της τεχνολογίας, δεν συμμερίζεται καν την λατρεία για τα gadgets που χαρακτηρίζει πάρα πολλούς ανθρώπους στην εποχή μας. Μια ακόμα επιμονή του που πολλοί θα έλεγαν και εμμονή (αναφέρθηκε σε αυτό και στη σύντομη συζήτηση του με τον διευθυντή της ΣΙΩ Χρήστο Καρρά και το κοινό μετά το τέλος το ATLAS Athens) είναι το να σταματήσουμε επιτέλους να μιλάμε για τα μέσα πραγματοποίησης του και να εστιάσουμε στο ίδιο το έργο. Πέραν από την σημασία που δικαίως αποδίδει στο τελικό αποτέλεσμα το οποίο είναι το μόνο από το οποίο κρίνεται οποιοδήποτε έργο υπάρχει και ένας ακόμα και μάλλον πολύ σημαντικότερος λόγος για αυτή την επιμονή του, το ότι ακριβώς θεωρεί όλη αυτή την τεχνολογία, όσο εξελιγμένη και αν είναι, απλώς μέσο. Για την ακρίβεια εργαλείο, πολύ χρήσιμο σίγουρα αλλά εργαλείο.

..
..

Σε προσωπική συζήτηση μας μου είχε πει ότι, αν και τμήμα των σπουδών του στο Παρίσι – και ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες που το σπούδασαν – ήταν η χρήση των υπολογιστών στην μουσική ασχολήθηκε ελάχιστα με την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης σε αυτήν. Πολύ σύντομα όχι μόνον έχασε κάθε ενδιαφέρον αλλά και την εγκατέλειψε όταν συνειδητοποίησε ότι επί της ουσίας περαιτέρω ανάπτυξη της θα οδηγούσε στην υποκατάσταση του και των άλλων συνθετών από αυτήν, με άλλα λόγια θα ήταν σα να δρομολογούσε την αυτοκατάργηση του. Μπορεί λοιπόν να συνδεόμαστε, μεταφορικά και ίσως σε ορισμένες περιπτώσεις στο μέλλον και κυριολεκτικά, με την τεχνολογία αλλά το ζητούμενο δεν μπορεί να είναι ποτέ ο άνθρωπος – μηχανή. Είναι μόνον η ομαλή μετάβαση από τον homo sapiens στον homo sapientis technologia, αν μου επιτραπεί ο νεολογισμός μετά αρκετής δόσης βαρβαρισμού.

Μήπως τότε το αίτημα είναι το να μετατραπούμε σε μικρούς – ή και μεγαλύτερους...- θεούς αποδεικνύοντας στους εαυτούς μας ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε κάτι τόσο εξελιγμένο και κοντά στην τελειότητα όσο εμείς και ιδίως το μυαλό μας; Κατηγορηματικά όχι, απαντά και πάλι ο Δ. Καμαρωτός. Αλλωστε το θείο και το απαραβίαστα ιερό βρίσκεται εντός μας, εκεί καταλήγουμε και επιστρέφουμε πάντα οσοδήποτε και με οτιδήποτε και αν ασχοληθούμε εκτός. Δεν υπάρχει τίποτα ιερότερο από την υπόσταση, την έννοια του ανθρώπου, την ίδια την ανθρωπιά που βρίσκεται μέσα μας. Ο Δ. Καμαρωτός, πριν από όλα ανθρωποκεντρικός και σε αυτό όπως και σε οτιδήποτε άλλο, πιστεύει ότι αυτήν την ανθρωπιά πρέπει να καλλιεργήσουμε και να αναπτύξουμε φτάνοντας στον απόλυτο έλεγχο των αρνητικών πλευρών του εαυτού μας ενώ ταυτόχρονα συμφιλιωνόμαστε και εντέλει ενωνόμαστε μαζί του. Αυτό κάνει ο ίδιος και αυτό εφαρμόζει στο έργο του, στοχεύοντας να ωθήσει, στον βαθμό που μπορεί, και άλλους/ες να το κάνουν.

Ουτοπία; Μπορεί...Ομως οι ουτοπίες αξίζουν και είναι όντως σημαντικές όταν είναι τέτοιες στο έπακρο και αληθινά πιστεύεις σε αυτές αλλιώς πολύ γρήγορα ξεπέφτουν σε οικτρές αυταπάτες και τελικά σε ματαιώσεις. Μα τέτοια πολύ ισχυρή ουτοπία ήταν η επιστημονική φαντασία στα πρώτα βήματα της, τα βιβλία του Ιουλίου Βερν για παράδειγμα. Λιγότερο από ενάμιση αιώνα μετά όσα προέβλεπαν είναι πλέον πραγματικότητα η οποία υπερβαίνει κατά πολύ ακόμα και τις πιο ουτοπικές προβλέψεις τους! Έτσι πλέον σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μιαν άλλη πολύ μεγάλη ουτοπία, την φαντασία της επιστήμης, το να χρησιμοποιήσουμε την δεύτερη, με την τεχνολογική αλλά και την ερευνητική και θεωρητική της διάσταση, για τα πόσα πολλά που μπορεί να κατορθώσει η τεράστια δύναμη του μυαλού μας ώστε να βελτιώσουμε την ζωή μας όχι μόνο μη χάνοντας την ανθρωπιά μας αλλά ενώ παράλληλα γινόμαστε αληθινοί και ολοκληρωμένοι άνθρωποι όλο και περισσότερο.

Φυσικά, όπως και για οτιδήποτε άλλο, υπάρχουν διαφορετικές αντιμετωπίσεις αυτής της νέας μεγάλης ουτοπίας. Κάποιοι/ες αδιαφορούν για αυτήν, η μεγάλη πλειοψηφία μάλλον την θεωρεί ανέφικτη, άρα την έχει εκ προοιμίου ματαιώσει αλλά λίγοι και λίγες δηλώνουμε αθεράπευτα...ουτοπιστές και ουτοπίστριες! Ραντεβού στο επόμενο ηχοτοπίο σου, τόσο ιδεατό ώστε νομοτελειακά κάποτε θα υπάρξει, θα γίνει αληθινό και μέρος της πραγματικότητας μας όσο και εμείς οι ίδιοι/ες Δημήτρη...

|

Δημοφιλή