“Σε ότι αφορά την υπόθεση της επανάστασης, οι λατινοαμερικάνοι είχαμε πάντα έναν ξεκάθαρο καταμερισμό εργασίας με τους Ευρωπαίους. Εμείς βάζαμε τους νεκρούς κι εκείνοι έβαζαν τα δάκρυα”.
Λόγια βολιβιανού μαρξιστή, πρώην αντάρτη
Στη Βενεζουέλα, οι άνεμοι της βίαιης αλλαγής καθεστώτος και της ιμπεριαλιστικής επέμβασης έχουν αρχίσει ξανά να φυσούν δυνατά, ίσως δυνατότερα από κάθε άλλη φορά. Ως αναρχικοί και αντικρατιστές είμαστε υποχρεωμένοι να διαμορφώσουμε την πολιτική κρίση μας για το καθεστώς σύμφωνα με τις ηθικές αρχές και τις αξίες που διέπουν το πρόταγμα μας. Ωστόσο, θα ισοδυναμούσε με σφάλμα εκ μέρους μας να προβούμε σε μια καθολική απόρριψη του εγχειρήματος της μπολιβαριανής “επανάστασης”, στο όνομα μιας καθαρά ιδεολογικής κριτικής, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη την ιστορική συγκυρία και τον γεωπολιτικό συσχετισμό δυνάμεων μέσα στον οποίο αυτή εκδηλώθηκε.
Όταν μια επανάσταση αποτυγχάνει να διανύσει ολόκληρο τον δρόμο προς την ριζική αναμόρφωση της κοινωνίας σύμφωνα με ένα νέο κοινωνικό παράδειγμα, όταν μένει ανολοκλήρωτη και ημιτελής, η ενδεδειγμένη στάση για εκείνους που επιθυμούν να γίνουν ριζοσπαστικές αλλαγές που θα ωφελήσουν τα λαϊκά στρώματα, δεν είναι να διακηρύξουν την ουδετερότητα τους ανάμεσα στην (μισοτελειωμένη) επανάσταση και την δεξιά αντιπολίτευση που βρίσκεται κάτω από τις διαταγές των ιμπεριαλιστών επικυρίαρχων και επιζητά την ολοκληρωτική παλινόρθωση του συστήματος της οικονομίας της αγοράς. Αντίθετα, ίσως πιο λογικό θα ήταν να απαιτήσουν το βάθεμα της επανάστασης. Την επέκταση της πέρα από τα κρατικής προέλευσης κοινωνικά προγράμματα που σαν αντικείμενο τους έχουν τη βελτίωση των υλικών συνθηκών ζωής των φτωχών, στη δημιουργία των αναγκαίων συνθηκών και των συλλογικών πολιτικοοικονομικών δομών για τον αυτοκαθορισμό του προλεταριάτου σε όλα τα επίπεδα. Σίγουρα, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί χωρίς η πιο οργανωμένη μερίδα των ετεροκαθοριζόμενων στρωμάτων να έρθει σε ρήξη με την θεσμοποιημένη “επαναστατική” εξουσία, δηλαδή την κεντρική κυβέρνηση που υποτίθεται πως τα εκπροσωπεί. Παρ′ όλα αυτά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ταξική αυτοδιάθεση των προλετάριων της Βενεζουέλας απέχει παρασάγγας από την αντιδραστική πολιτική στροφή που θέλει να επιβάλει στη χώρα ο Γκουαϊδό και όσοι τον υποστηρίζουν.
Ας μην βιαστεί ο αναγνώστης να υποθέσει ότι η παραπάνω ανάλυση υιοθετεί μια συγκεκαλυμμένα εθνικιστική προσέγγιση ενταγμένη στο αφήγημα του κλασσικού αντιμπεριαλισμού. Τα πολύ χειροπιαστά αποτελέσματα του ιμπεριαλισμού πάνω στις ιεραρχικές κοινωνικές σχέσεις που αναπαράγονται μέσα στον ετερόνομο κοινωνικό σχηματισμό της Βενεζουέλας, απορρέουν από το ίδιο το περιεχόμενο και την έμφυτη δυναμική του διεθνοποιημένου συστήματος της οικονομίας της αγοράς. Ενός συστήματος που είναι την ίδια στιγμή ιεραρχικά διαρθρωμένο, μέσα από τον διεθνοποιημένο καταμερισμό της εργασίας που αναπαράγει την ανισοκατανομή της δύναμης ανάμεσα στις επιμέρους κοινωνικές ολότητες, και παγκοσμιοποιητικό, επεκτεινόμενο διαρκώς και καθιερώνοντας σχέσεις εξάρτησης ή αλληλεξάρτησης ανάμεσα στις οικονομίες της αγοράς που ενσωματώνονται σε αυτό.
Έτσι, ενώ η πολιτική ελίτ που ηγείται της μπολιβαριανής “επανάστασης” στη Βενεζουέλα είναι παντελώς ανήμπορη να επιφέρει οποιουδήποτε είδους αλλαγή στην πολιτική ή οικονομική κατάσταση των ισχυρών καπιταλιστικών οικονομιών που ανήκουν στο κλειστό κλαμπ της υπερεθνικής ελίτ, οι ΗΠΑ και οι πλούσιες χώρες της ΕΕ είναι σε θέση να δρομολογήσουν μονομερώς, ή τουλάχιστον να επηρεάσουν ενεργά τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Βενεζουέλας, παρέχοντας πολιτική αναγνώριση σε μια παράλληλη κυβέρνηση και διακρατώντας παράνομα τα περιουσιακά στοιχεία που είχε αποθηκεύσει το μπολιβαριανό κράτος στις τράπεζες τους στο εξωτερικό.ii Αυτό δεν συνιστά παραπλανητικό “εθνικιστικό αφήγημα”, αλλά τη σκληρή όψη της πραγματικότητας ενός ιμπεριαλισμού που εκπορεύεται από τον πλούσιο γείτονα του Βορρά και που οι λαοί της Λ. Αμερικής είναι αναγκασμένοι να βιώνουν στο πετσί τους εδώ και κάμποσες δεκαετίες.
Από την άλλη, θα ήταν εξίσου πολιτικά αντιπαραγωγικό να αποκηρύξουμε τη Βενεζουέλα, επειδή το καθεστώς εκεί δεν συμμορφώνεται επαρκώς με τους έτοιμους θεωρητικούς ορισμούς περί σοσιαλισμού ή κομμουνισμού που τυχαίνει να έχουμε στο κεφάλι μας. Εξαρχής το μπολιβαριανό κίνημα δεν υπήρξε ένα κίνημα αμιγώς και ρητά σοσιαλιστικό, αλλά μια αναγκαία αντίδραση από-τα-πάνω στην ακραία κοινωνική ανισότητα που επικρατεί διαχρονικά στη Βενεζουέλα. Μια οργανωμένη απόπειρα αντιστροφής της αργής κοινωνικής γενοκτονίας που συντελούνταν για τρεις συνεχόμενες δεκαετίες από τις νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές ελίτ σε βάρος των φτωχών και των αδύναμων της κοινωνίας της Βενεζουέλας. Κι αυτό μέσα σε μια ιστορική συγκυρία όπου η Αριστερά, ως ζώσα δύναμη κοινωνικού μετασχηματισμού, ως δομή εξουσίας αλλά κι ως πρόταγμα, τελούσε παντού σε μια κατάσταση είτε εκτεταμένης αποσύνθεσης, ή καθολικής κατάρρευσης.
Προτού ο Τσάβες αναλάβει την εξουσία, ένα ποσοστό μεγαλύτερο από το 40% του πληθυσμού της χώρας διαβιούσε κάτω από καθεστώς ακραίας στέρησης και φτώχειας, με φαινόμενα όπως η έλλειψη στέγης, ο υποσιτισμός και η παιδική θνησιμότητα να θερίζουν τα κατώτερα στρώματα της κοινωνικής ολότητας.iii Από αυτή την άποψη, το μπολιβαριανό καθεστώς δεν ήταν παρά η θεσμική έκφραση της ηττημένης λαϊκής εξέγερσης του 1989, μια μετριοπαθής πολιτική εκδοχή του λαϊκού ριζοσπαστισμού που εκδηλώθηκε με τη βίαιη κοινωνική εξέγερση του Καρακάσο.iv
Η “επαναστατική” κυβέρνηση, στην κορυφή της οποίας βρέθηκε ο Τσάβες, ήταν απαραίτητη όχι σαν το ριζοσπαστικό όργανο που θα μεταμορφώσει τη Βενεζουέλα σε μια κοινωνία αυτόνομη και σοσιαλιστική, αλλά πρωτίστως σαν μια κοινωνικά ευαίσθητη ηγεσία, η οποία ανέλαβε να μετατρέψει τη Βενεζουέλα σε μια κοινωνία “κανονική”. Μια κοινωνική ολότητα όπου τα 2/3 του πληθυσμού δεν θα κινδυνεύουν να χάσουν τη ζωή τους από την πείνα και τις αρρώστιες.
Παρόλα αυτά, σε μια κοινωνία όπου επί δεκαετίες κυριαρχούσαν ο φονταμενταλισμός της αγοράς και η δικτατορική εξουσία μιας διεφθαρμένης καπιταλιστικής ελίτ, οποιοδήποτε μαζικό κίνημα βάζει σαν σκοπό του την ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών ζωής των μη-προνομιούχων στην πραγματικότητα προϋποθέτει μια επαναστατική ρήξη με τις θεσμοποιημένες δομές εκμετάλλευσης και ανισοκατανομής της πολιτικής και οικονομικής δύναμης. Η Βενεζουέλα ουδέποτε πήρε τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να απαλλοτριώσει το μεγάλο κεφάλαιο και να εξαλείψει τον ρόλο που διατηρούσε η τάξη των καπιταλιστών στην εγχώρια παραγωγική διαδικασία. Τα πειράματα για μια αυτοδιάθεση των κοινοτήτων μέσω μιας ελεγχόμενης αποκέντρωσης από-τα-πάνω, συνυπήρχαν με την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής στους πιο προωθημένους τομείς του συστήματος της οικονομίας της αγοράς, με το κράτος να παίζει έναν ρόλο καλοπροαίρετου επιδιαιτητή σε ένα μεικτό οικονομικό σύστημα, που μπορεί να μην ταίριαζε με το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό μοντέλο, αλλά σίγουρα δεν ήταν ούτε σοσιαλιστικό, ούτε κομμουνιστικό.
Από αυτή την άποψη, υπάρχει κάποια δόση αλήθειας στην κατηγορία για “κυβερνητική ανικανότητα” που εκτοξεύουν ενάντια στον Μαδούρο οι πολιτικοί αντίπαλοι του, εφόσον την κοινωνική επανάσταση που ευαγγελιζόταν το μπολιβαριανό κίνημα την άφησε στην μέση. Σίγουρα, μεγάλο ρόλο για αυτή την απροθυμία των τσαβιστών να φτάσουν μέχρι το τέλος έπαιξε και ο φόβος μπροστά στην οργισμένη αντίδραση του ιμπεριαλιστικού παράγοντα που καραδοκεί, στην περίπτωση που η κυβέρνηση τολμούσε να προχωρήσει στην μονομερή απαλλοτρίωση των περιουσιακών στοιχείων της εγχώριας καπιταλιστικής τάξης και στη συνακόλουθη καθολική διάρρηξη των δεσμών εξάρτησης από το διεθνοποιημένο σύστημα της οικονομίας της αγοράς.
Στην Λ. Αμερική, όπως άλλωστε και στις χώρες της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής περιφέρειας, αυτά τα δύο βήματα θα πρέπει να νοούνται σαν οι δύο αλληλένδετες όψεις μιας ενιαίας διαδικασίας κοινωνικής αλλαγής. Μιλάμε εδώ για την απειλή της αμερικανικής επέμβασης διότι ο στρατός της Βενεζουέλας φαίνεται προς το παρόν ότι στηρίζει σύσσωμος την μπολιβαριανή κυβέρνηση. Μάλλον αυτό έχει να κάνει λιγότερο με την αφοσίωση που τρέφουν οι στρατηγοί για τα ιδανικά της “επανάστασης” και περισσότερο με τα οικονομικά συμφέροντα τους που απορρέουν από τις κερδοφόρες συναλλαγές με την πολεμική βιομηχανία της Ρωσίας σε ότι αφορά την προμήθεια οπλικών συστημάτων και πολεμικού υλικού.v
Ωστόσο, στο νότιο ημισφαίριο της αμερικανικής ηπείρου ο ιμπεριαλισμός είναι κάτι περισσότερο από ένα σημείο αναφοράς στις ιδεολογικές διαμάχες που ξεσπούν κάθε τόσο ανάμεσα στους αριστερούς και τους αναρχικούς της Δύσης. Η οικονομική, πολιτική και στρατιωτική ισχύς του Λεβιάθαν που βρίσκεται στον Βορρά είναι παρούσα μέσα στη Βενεζουέλα και αποτελεί συνισταμένη για τη διαμόρφωση του ταξικού συσχετισμού δυνάμεων στο εσωτερικό της χώρας. Είναι η επίγνωση αυτής της ισχύος που δίνει στον Γκουαϊδό την αυτοπεποίθηση να απευθύνει τελεσίγραφα στις ένοπλες δυνάμεις και να βάζει προθεσμίες στους στρατηγούς προκειμένου να αναγνωρίσουν την εξουσία του και να προσχωρήσουν στο δικό του στρατόπεδο.vi
Το δίχως άλλο, οι αξιωματούχοι του μπολιβαριανού καθεστώτος είναι λαλίστατοι σε ότι έχει να κάνει με τον βρώμικο πόλεμο που έχουν εξαπολύσει οι ΗΠΑ ενάντια στη Βενεζουέλα, τις οικονομικές κυρώσεις που έχουν παραλύσει την οικονομία και τις απροκάλυπτες απόπειρες ανατροπής της κυβέρνησης. Παρ′ όλα αυτά, είναι κάπως αδόκιμο για έναν αυτοαποκαλούμενο “επαναστάτη” να επιρρίπτει τις ευθύνες αποκλειστικά στον κακό ιμπεριαλιστή γείτονα και να τον χρησιμοποιεί σαν άλλοθι για όλες τις “ατέλειες” και τις αποτυχίες της διαδικασίας του ριζοσπαστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας που ο ίδιος έβαλε σε κίνηση.
Είναι απολύτως φυσιολογικό και αναμενόμενο ότι ένα μαζικό κίνημα που προσβλέπει να επιβάλει μια φιλολαϊκή πολιτική και οικονομική μεταρρύθμιση σε μια χώρα της Λ. Αμερικής, θα επισύρει την οργή και τις επιθετικές διαθέσεις όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά σύσσωμων των μηχανισμών που απαρτίζουν από κοινού το αποκεντρωμένο δίκτυο εξουσίας της υπερεθνικής ελίτ. Η κοινωνική απελευθερωτική θεωρία εμπεριέχει και μια γεωπολιτική διάσταση, πράγμα που οι ισπανοί αναρχικοί του μεσοπολέμου φαίνεται πως γνώριζαν και καταλάβαιναν πολύ καλύτερα από τους “επαναστάτες” της Βενεζουέλας. Έτσι, στην μπροσούρα που είχε συγγράψει με θέμα τον αναρχικό κομμουνισμό στην Ιβηρική, ο αναρχικός γιατρός Ι. Πουέντε προχώρησε σε μια αναλυτική καταγραφή της πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής της τοπικής οικονομίας, έχοντας πλήρη συναίσθηση του γεγονότος ότι μια ενδεχόμενη επικράτηση των αναρχοκομμουνιστών σε Ισπανία και Πορτογαλία θα συνεπαγόταν σχεδόν αυτόματα την επιβολή οικονομικού και εμπορικού εμπάργκο, αν όχι την ένοπλη παρέμβαση των μεγάλων καπιταλιστικών δυνάμεων της εποχής.vii Το να ισχυρίζεται κάποιος ότι είναι διατεθειμένος να αγωνιστεί για την κοινωνική απελευθέρωση, χωρίς την ίδια στιγμή να περιμένει και να προετοιμάζεται για λυσσαλέα αντίδραση από εκείνες τις κοινωνικές δυνάμεις της ετερονομίας που ιστορικά υπήρξαν οι πιο ορκισμένοι κι αμείλικτοι εχθροί της, συνιστά πιο πολύ ιδεολογία, με την παραδοσιακή μαρξιστική έννοια της απόκρυψης ή διαστρέβλωσης της κοινωνικής πραγματικότητας, και λιγότερο “επαναστατική” θεωρία, με την έννοια ενός νοητικού εργαλείου που μας βοηθά να την κατανοήσουμε.
Η μονοσήμαντη ερμηνεία των γεγονότων από τη σκοπιά της επιρροής που ασκούν οι δομές του διεθνοποιημένου συστήματος κυριαρχίας στο “εσωτερικό” της Βενεζουέλας, στην πραγματικότητα αποκρύπτουν τις ευθύνες της ίδιας της μπολιβαριανής ηγεσίας για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα. Με το να είναι ανίκανοι, ή μάλλον απρόθυμοι, να υπερβούν τον ορίζοντα της ειρηνικής συνύπαρξης με τους καπιταλιστές μέσα στο θεσμικό πλαίσιο μιας μεικτής, σοσιαλδημοκρατικής οικονομίας, οι μπολιβαριανοί κρατιστές άφησαν το πολιτικό τους πείραμα για μια ριζοσπαστική μεταρρύθμιση της βενεζουελάνικης κοινωνίας, εκτεθειμένο στο παρατεταμένο οικονομικό μποϋκοτάζ των καπιταλιστών στο εγχώριο αλλά και στο διεθνές επίπεδο.
Οι καταστροφικές συνέπειες αυτής της συνύπαρξης είχαν σαν αποτέλεσμα την ολοένα και μεγαλύτερη αδυναμία της κυβέρνησης να χρηματοδοτήσει επαρκώς τα κοινωνικά προγράμματα ενδυνάμωσης και αναβάθμισης των υλικών συνθηκών διαβίωσης των υποτελών κοινωνικών τάξεων. Μια συνθήκη που έχει οδηγήσει στην εξάπλωση της δυσαρέσκειας και της απογοήτευσης μέσα στις γραμμές του υποπρολεταριάτου (φτωχοί των πόλεων, αγρότες κι εργάτες γης στην ύπαιθρο, φυλές αυτοχθόνων), που συνιστά και το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνικής βάσης πάνω στην οποία στηρίχτηκε μέχρι σήμερα η “επαναστατική” διαδικασία στη Βενεζουέλα. Με άλλα λόγια, η βασική αδυναμία της “επανάστασης” στη Βενεζουέλα απορρέει από την κρατικιστική φύση της μπολιβαριανής “επαναστατικής” διαδικασίας, ότι πρόκειται για μια πολιτική, δηλαδή διευθυνόμενη από-τα-πάνω, και όχι για μια κοινωνική επανάσταση.
Ο Μαδούρο γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν υπάρχει αστική εκλογική διαδικασία που θα αναδείξει νικητή το ενωμένο σοσιαλιστικό κόμμα της Βενεζουέλας και θα γίνει αποδεκτή από τους νεο-ιμπεριαλιστές επικυριάρχους της υπερεθνικής ελίτ. Εκείνο που θα διασφάλιζε τη συνέχιση της επανάστασης, ή μάλλον θα εγκαινίαζε ιστορικά την πρώτη, πραγματική της φάση, θα ήταν να καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και να μεταφερθεί το σύνολο των οικονομικών πόρων κάτω απ′ τον άμεσο έλεγχο του συστήματος των κοινοτικών συνελεύσεων, το οποίο σήμερα φυτοζωεί. Ωστόσο, κάτι τέτοιο στην ουσία θα απαιτούσε από το μπολιβαριανό κράτος να αυτοκαταργηθεί στην πράξη. Πράγμα που σημαίνει ότι ο κρατικιστικός “σοσιαλισμός του 21ου αιώνα”, όπως αυτάρκεσκα αποκαλούν το κοινωνικό σύστημα της Βενεζουέλας ο Μαδούρο και οι παρατρεχάμενοι του, οδεύει προς τον αφανισμό του, όπως συνέβη και με τους κρατιστές προκατόχους του του προηγούμενου αιώνα.
i“Τόσο ψηλά είναι τα κτήρια,
Τίποτε δεν απομένει πια από την παιδική μου ηλικία,
Έχασα τον μικρό μου κηπάκο με τα τεμπέλικα σύννεφα του,
Εκεί που το φως άφηνε τα φτερά του να πέσουν,
Απαλές Αιγυπτιακές
Έχασα το όνομα μου και το όνειρο για ένα δικό μου σπίτι,
Αλύγιστοι σκελετοί κτισμάτων, ο ένας πύργος πάνω στον άλλο,
Τώρα κρύβουν το βουνό από τα μάτια μας.
Η φασαρία μεγαλώνει με τον θόρυβο από χίλια αυτοκίνητα να βουίζει στο κάθε αυτί,
Χιλιάδες ζευγάρια από τροχούς για το κάθε πόδι, όλα τους θανάσιμα.Οι άνθρωποι τρέχουν να προλάβουν τη φωνή τους,
Αλλά οι φωνές τους έχουν φύγει,
Κυνηγώντας τα ταξί που τρέχουν μανιασμένα.
Πιο απόμακρο από την Θήβα, την Τροία, τη Νινευή,Καράκας, που είσαι;
Έχασα την σκιά μου και την αίσθηση της πέτρας,
Τίποτα πια δεν απομένει απο την παιδική μου ηλικία.
Περιδιαβαίνω τώρα τους δρόμους της πόλης,Σαν να ήμουν τυφλός, κάθε μέρα και πιο μόνος.
Η πόλη είναι πραγματική, ατρόμητη, φτιαγμένη από συμπαγές τσιμέντο.Μονάχα η δική μου ιστορία είναι λάθος”.
Ε. Μοντέχο, Καράκας
iihttps://zcomm.org/znetarticle/venezuela-the-u-s-s-68th-regime-change-disaster/.
iiihttps://www.greenleft.org.au/content/venezuela-chavezs-legacy-lives-social-gains.
ivVenezuela’s Caraczo: State Repression and Neoliberal Misrule, https://venezuelanalysis.com/analysis/11868.
vhttps://en.wikipedia.org/wiki/Venezuelan_Army#Infantry_weapons.
viGuaido gives Venezuelan Army 2 weeks to join him, https://www.almasdarnews.com/article/guaido-gives-venezuelan-army-2-weeks-to-join-him/.
viiI. Puente, Libertarian Communism, https://libcom.org/library/libertarian-communism.