Το Μουσείο Charles Dickens στο Μπλούμσμπερι, όπου ο Κάρολος Ντίκενς έζησε από το 1837 έως το 1839 -το μοναδικό σωζόμενο σπίτι του στο Λονδίνο- γιορτάζει τα 100 χρόνια λειτουργίας του, με μία έκθεση σπάνιων αντικειμένων που φωτίζουν τη ζωή και το έργο του συγγραφέα.
Στα highlight της έκθεσης «The Dickens in Doughty Street: 100 Years of the Charles Dickens Museum», που εγκαινιάζεται στις 5 Φεβρουαρίου και θα διαρκέσει έως τα τέλη Ιουνίου, είναι ένα αντίτυπο του Ντέιβιντ Κόπερφιλιντ, το οποίο διασώθηκε από την αποστολή του πλοίαρχου Ρόμπερτ Φάλκον Σκοτ στην Ανταρκτική το 1910.
Καθηλωμένο σε μια σπηλιά πάγου, το πλήρωμα διάβαζε ένα κεφάλαιο κάθε βράδυ επί εξήντα νύχτες και το βιβλίο φέρει μαύρα δακτυλικά αποτυπώματα των μελών του που πιθανότατα οφείλονταν στη φωτιά όπου έκαιγαν λίπος φώκιας για να ζεσταθούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όταν η αποστολή επιλέγει να πάρει μαζί της το συγκεκριμένο βιβλίο, έχουν περάσει 40 χρόνια από τον θάνατο του Ντίκενς -τόσο επιδραστικά ήταν τα έργα του.
Όσο ζούσε στο σπίτι στην οδό Ντάουτι, ο συγγραφέας έγραψε τις ιστορίες που τον έκαναν διεθνώς γνωστό -«Τα έγγραφα Πίκγουικ» (το πρώτο μυθιστόρημα του και ένα από τα κορυφαία σατιρικά έργα της αγγλικής λογοτεχνίας, με το οποίο ο εικοσιτετράχρονος τότε συγγραφέας έγινε πασίγνωστος μέσα σε ελάχιστο χρόνο), «Όλιβερ Τουίστ» και «Νίκολας Νίκλεμπι», σύμφωνα με τον Guardian.
Μεταξύ άλλων, θα παρουσιαστούν ένα προσχέδιο της επιστολής που έγραψε ανακοινώνοντας τον χωρισμό του από τη σύζυγό του Κάθριν -το γράμμα δημοσιεύθηκε στο Household Words (κίνηση που θεωρήθηκε αμφιλεγόμενη, αν και ο συγγραφέας ήταν σελέμπριτι)-, έργα των αγαπημένων του εικονογράφων Φρεντ Μπάρναρντ, Τζον Λιτς και Τζορτζ Γκούντγουιν Κίλμπερν, τα πρώτα σχέδια για την πρώτη έκδοση του «A Christmas Carol», φωτογραφίες, πορτρέτα και προσωπικά αντικείμενα, όπως το μπαστούνι του, αλλά και το μοναδικό κοστούμι του που έχει διασωθεί.
Ανάμεσα στα χειρόγραφα που παρουσιάζονται για πρώτη φορά, είναι και κάποια από τα πρώτα γραπτά του έφηβου Ντίκενς προς την πρώτη του αγάπη, Maria Beadnell, η οποία φύλαξε τα ερωτικά του ποιήματα -αν και δεν θυμίζουν στο ελάχιστο τη λογοτεχνική διάνοια της βικτοριανής εποχής, σύμφωνα με την επιμελήτρια της έκθεσης, Emma Harper.