Έρχεσαι μόνη σου
και γυρεύεις τον πατέρα σου.
Ασπρόμαυρη πάντοτε.
Έρχεσαι κάθε Ιούλιο.
Τους υπόλοιπους μήνες μου είπαν ότι πορεύεσαι «ορφανή πατρός».
Γυρεύεις τον πατέρα σου.
Τι να σου πω;
Σκορπισμένα κόκαλα ο πατέρας σου;
Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη, μου λες.
Πού τα ξέρεις εσύ αυτά;
Εσύ, όσο κι αν μεγαλώνεις,
είσαι δέκα χρονών
και γυρεύεις τον πατέρα σου.
Μα, πενθούν τα παιδιά; αναρωτιέμαι.
Πενθούν την βία της ενηλικίωσης, μου απαντώ.
Και ξέρω πως δεν σου λέω όλη την αλήθεια.
Πρώτη δημοσίευση στο Φρεαρ