Η επιστροφή της ρευστότητας στην αγορά αποτελεί ένα από τα βασικά αιτήματα των επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το μέγεθος και τη διείσδυση που έχουν στην αγορά. Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις στα 10 χρόνια της κρίσης ήταν ο αποκλεισμός τους από τις γραμμές χρηματοδότησης, γεγονός που έναν σημαντικό αριθμό τις οδήγησε σε «οικονομική ασφυξία» και τελικά σε «λουκέτο».
Η αντιστροφή του φαινομένου, γεγονός που θα μπορούσε να επαναφέρει - σε ένα ποσοστό - την ισορροπία στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας, αποτελεί το μεγάλο στοίχημα για το επόμενο διάστημα.
Η επίτευξη βέβαια αυτού του στόχου, όπως αναφέρουν παλαιά στελέχη της αγοράς και παραδοσιακοί «παίχτες» απαιτεί:
1. Ομαλότητα στην οικονομία
2. Μείωση φόρων και εισφορών
3. Αύξηση διαθέσιμου εισοδήματος, ώστε να κινηθεί χρήμα και πάλι στην αγορά.
Ταυτόχρονα όμως απαιτείται και η επιστροφή στις παραδοσιακές μορφές χρηματοδότησης με τις τράπεζες να επιβάλλεται να ξαναμπούν στο παιχνίδι. Σύμφωνα με παράγοντες τις αγοράς το 2018 μπορεί να αντιστραφεί η τάση των προηγούμενων 8 χρόνων και - έστω και οριακά - να αυξηθεί η ροή των επιχειρηματικών δανείων.
Ψάχνουν πελάτες
Τράπεζες και επιχειρήσεις ήδη συζητούν για τις δυνατότητες νέου δανεισμού. Βέβαια, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές οι κινήσεις γίνονται πολύ προσεκτικά και απευθύνονται σε υγιείς επιχειρήσεις, καθώς όπως αναφέρουν «είναι κρίσιμο να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος».
Η πιστωτική επέκταση των τραπεζών στα επιχειρηματικά δάνεια δεν θα κριθεί βέβαια μόνο από την προθυμία των τραπεζών ή τις ανάγκες των επιχειρήσει αλλά θα την κρίνει κυρίως:
α) η δυνατότητα περαιτέρω χαλάρωσης των capital controls
β) η σταθερή - ομαλή πορεία της Ελληνικής Οικονομίας το επόμενο διάστημα
γ)η διατήρηση αρχικά και στη συνέχεια η επιτάχυνση των θετικών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας
δ) η σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων στα τραπεζικά ιδρύματα.
Προτάσσουν τη σιγουριά
Το σύστημα βέβαια θα απευθυνθεί στις υγιείς επιχειρήσεις ανεξάρτητα του μεγέθους τους. Ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον υπάρχει για τις μεγάλες επιχειρήσεις, καθώς κατά τη διάρκεια της κρίσης, αυτές βρήκαν εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης κυρίως από το εξωτερικό.
Δεδομένο είναι οτι οι τράπεζες στην Ελλάδα δεν μπορούν να ανταγωνιστούν ούτε τα χαμηλά επιτόκια των τραπεζών του εξωτερικού, ούτε το «ζεστό» χρήμα των ομολογιακών εκδόσεων, ούτε το «φρέσκο» χρήμα των κεφαλαίων τα οποία θα επενδυθούν από νέους μετόχους.
Αυτό όμως που διεκδικούν προκειμένου να μπουν και πάλι «στο παιχνίδι» είναι με συνδυάστηκες κινήσεις να ρυθμίσουν παλαιότερα δάνεια των επιχειρήσεων με τέτοιος όρους, οι οποίοι θα παραπέμπουν σε νέα χρηματοδότηση.
Για παράδειγμα ήδη οι τράπεζες βρίσκονται σε επαφή με υγιείς επιχειρήσεις στην Ελλάδα και διαπραγματεύονται ένα πακέτο επιμήκυνσης δανείων και μείωσης των επιτοκίων. Σε αυτό όμως που περισσότερο ποντάρουν είναι στην αμεσότητα της σχέσης-συνεργασίας που μπορεί να υπάρχει μεταξύ των Ελληνικών επιχειρήσεων και των τραπεζών στην Ελλάδα. Κυρίως όμως ποντάρουν στο γεγονός ότι η επιτυχής χρηματοδότηση από τις τράπεζες θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις να διατηρήσουν την αυτονομία και την ανεξαρτησία τους στην αγορά