«Λουκέτο» από την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου και τουλάχιστον μέχρι τις 3 Δεκεμβρίου, βάζουν τα Μουσεία του Βατικανού, που φιλοξενούν ορισμένους από τους μεγαλύτερους καλλιτεχνικούς θησαυρούς στον κόσμο, στο πλαίσιο των νέων περιορισμών που ανακοίνωσε η Ιταλία για την εξάπλωση του κορονοϊού.
Τα μουσεία είχαν παραμείνει κλειστά επί τρεις μήνες και άνοιξαν και πάλι τις πύλες τους για να υποδεχθούν περιορισμένο αριθμό επισκεπτών την 1η Ιουνίου.
Προ πανδημίας τα Μουσεία του Βατικανού -μεταξύ των οποίων και η περίφημη Καπέλα Σιστίνα του Μιχαήλ Αγγέλου- δέχονταν περί τα 6 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως και αποτελούσαν σημαντική πηγή εσόδων για το Βατικανό.
Φωτογραφίζοντας την Καπέλα Σιστίνα επί 67 νύχτες
Λίγες εβδομάδες πριν, ο οίκος Callaway Arts & Entertainment κυκλοφόρησε μία υπερπολυτελή τρίτομη έκδοση σε 1.999 αριθμημένα αντίτυπα, που φέρει τη σφραγίδα αυθεντικότητας των Μουσείων του Βατικανού.
Στις 822 σελίδες παρουσιάζονται με εξαιρετική ακρίβεια χρωμάτων και εκτυπωτική πιστότητα τα μοναδικά έργα του Μιχαήλ Αγγέλου, του Μποτιτσέλι, του Περουτζίνο και άλλων Δασκάλων της Αναγέννησης «με τρόπο που ο κόσμος δεν έχει ξαναδεί», σύμφωνα με τον εκδοτικό οίκο.
Η έκδοση «The Sistine Chapel» σε συνεργασία με τα Μουσεία του Βατικανού και τον ιταλικό οίκο εκδόσεων τέχνης Scripta Maneant, είναι η πρώτη εγκεκριμένη έκδοση του είδους και δεν πρόκειται να επανεκδοθεί, γεγονός που κατά τους δημιουργούς της, δικαιολογεί την απίστευτα υψηλή τιμή πώλησης (ειδικά σε περίοδο παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης λόγω πανδημίας) των 22.000 δολαρίων.
Για να δημιουργηθεί το βιβλίο, επί 67 συνεχόμενες νύχτες ενώ η Καπέλα Σιστίνα ήταν κλειστή για το κοινό, μια ομάδα φωτογράφων τράβηξε περισσότερες από 270.000 ψηφιακές φωτογραφίες.
Χρησιμοποιώντας σκαλωσιά ύψους 10 μέτρων για να αιχμαλωτίσουν σε gigapixel φωτογραφία κάθε εκατοστό του παρεκκλησίου, η ομάδα χρησιμοποίησε ειδικό λογισμικό εικόνων για να συρράψει «χωρίς ραφές» όλες τις λήψεις.
Η εγγύτητα του θεατή με τα έργα που προσφέρεται στην έκδοση δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί ακόμη και με τα καλύτερα κιάλια με τα οποία θα είχε φροντίσει να εξοπλιστεί ο επισκέπτης στην Καπέλα Σιστίνα.
«Τώρα περισσότερο από ποτέ, όταν η δυνατότητα ταξιδιού είναι περιορισμένη και ο τεράστιος όγκος ψηφιακών εικόνων κουράζει το μάτι, αυτοί οι υπέροχοι τόμοι μπορούν να χρησιμεύσουν ως τονωτικό ψυχής», όπως σημειώνει το Designboom– o ιστορικός τέχνης και έμπορος έργων τέχνης Ρόμπερτ Σάιμον. «Είτε τη δεις ως θρίαμβο της φωτογραφίας, ως μνημείο εμβριθούς μελέτης ή ως πολυτελές απόκτημα, αυτή είναι μια δουλειά να τη λαχταρά κανείς και οι τυχεροί να την έχουν» πρόσθεσε.