Όμως κλιματική αλλαγή δεν είναι μόνο το αποτύπωμα του άνθρακα και η ενέργεια. Είναι οι άνθρωποι, οι κοινωνίες, το όραμα, η εξασφάλιση της ισορροπίας και της συνύπαρξης με άλλα είδη∙ και ακόμη σημαντικότερες έννοιες όπως η ευζωία, η κλιματική δικαιοσύνη, το ζήτημα των δικαιωμάτων, η κοινή πορεία. Χωρίς αυτά, η όποια προεκλογική αλλά και μετεκλογική ατζέντα για την κλιματική αλλαγή παραμένει ουσιωδώς ελλειπής, περιορισμένη και αδύναμη να παράξει συνθήκες και πολιτικές για μια καινούρια εποχή.
Βαδίζοντας προς το τέλος μίας έντονης προεκλογικής περιόδου, όπως εξάλλου είναι οι περισσότερες προεκλογικές περίοδοι στην Ελλάδα, ανάμεσα σε αυτά που μπορούν να ειπωθούν με βεβαιότητα είναι και αυτό: το ζητήματα του περιβάλλοντος, είτε με επίκεντρο είτε με αφορμή την κλιματική αλλαγή, δεν απασχόλησε καθόλου.
Το ζήτημα -που σύμφωνα με την Τακτική Έρευνα του Φθινοπωρινού Ευρωβαρόμετρου 2022*- συγκεντρώνει εντυπωσιακά μεγάλο ενδιαφέρον και ανησυχία από τους Ευρωπαίους πολίτες σε σχέση με την τρέχουσα διεθνή συγκυρία (η κλιματική αλλαγή αποτελεί το τρίτο κατά σειρά ζήτημα που απασχολεί τους ευρωπαίους πολίτες με 81%, μετά την αύξηση του κόστους ζωής 93% και τον κίνδυνο της φτώχειας 82% και μαζί με τον πόλεμο στην Ουκρανία 81%), που κρίνεται ως σημαντικό για το μέλλον των πληθυσμών και των κοινωνιών παγκόσμια, που συγκεντρώνει τις πιο μεγάλες προκλήσεις σε επίπεδο αποφάσεων ηγεσίας και κινεί τις μεγαλύτερες χρηματοδοτικές ροές στην Ευρώπη (η ΕΕ μαζί με τα κράτη μέλη της, είναι ο μεγαλύτερος χορηγός χρηματοδότησης για το κλίμα στον κόσμο), δεν βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της προεκλογικής ατζέντας των «μεγάλων» κομμάτων, αλλά ούτε και όλων των «μικρότερων».
Ούτε και με αφορμή το μεγάλο σώμα των νέων ψηφοφόρων, καθώς η κλιματική αλλαγή συγκαταλέγεται σταθερά τα τελευταία χρόνια από τους νέους ευρωπαίους ανάμεσα στα τρία πρώτα θέματα που τους απασχολούν. Θα πρέπει κανείς να ανατρέξει στις θέσεις των κομμάτων, στις ιστοσελίδες τους, για να πάρει μια ιδέα.
Και αν η απουσία αυτή αποκαλύπτει ότι, η συζήτηση για το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής δεν έχει δημιουργήσει έναν «κοινό τόπο», ούτε η επιχειρηματολογία έχει γίνει «κοινό κτήμα» και η κοινή δράση υπολείπεται, γιατί άραγε συμβαίνει αυτό;
Ίσως να φταίει ο τρόπος που το ίδιο το αφήγημα της κλιματικής αλλαγής έχει «γραφτεί». Καταστροφολογία, φόβος, ένα ακόμη επικείμενο «τέλος» (δίπλα στο «τέλος του Θεού», στο «τέλος της ιστορίας») που με κόπο θα αποφύγουμε. Γενικά, ένα αφήγημα που δεν εμπνέει εύκολα, δεν ενεργοποιεί, δεν παρακινεί για δράση σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Ίσα-ίσα, μπορεί και να απογοητεύει, να αποθαρρύνει και να οδηγήσει στην ματαίωση, στην παραίτηση, στην αδράνεια. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου το «κλιματικό άγχος» (climate anxiety) που έχει αρχίσει και καταγράφεται πλέον ως μια νέα διαταραχή άγχους.
Ίσως να φταίει και ο τρόπος που τοποθετήθηκε το θέμα στη δημόσια σφαίρα. Μεγάλης κλίμακας εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης σχεδιασμένες κεντρικά και με υλοποίηση σε βάθος χρόνου από κρατικούς φορείς έλειψαν. Τη θέση τους κάλυψαν και καλύπτουν ευκαιριακά, φωτογραφίες από καταστροφές του παρόντος ή και του μέλλοντος (αυτές είναι πιο προσφιλείς), αποσπασματικές αποτυπώσεις που ελάχιστα παραπάνω προσφέρουν εκτός από εντυπώσεις. Έτσι, έννοιες-κλειδιά που περιλαμβάνουν σημαντικά νοηματικά και θεωρητικά πλαίσια όπως Προσαρμογή, Μετάβαση, Κλιματική Ουδετερότητα, Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης, έμειναν χωρίς ευρεία κατανόηση και δεν ενσωματώθηκαν στην καθημερινή ζωή και την αντίληψή της.
Ακόμη και ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος δεν είχε την προβολή ή τη γνωστοποίηση που θα έπρεπε ανάλογα με την κρισιμότητα που φέρει. Η δημόσια διαβούλευση («Εθνικός Κλιματικός Νόμος - Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή») κράτησε μόλις δύο μήνες (24/11-28/01), κι αυτό αφού πήρε παράταση καθώς αρχικά είχε υπολογιστεί μόνο για έναν μήνα. Σε αυτούς τους δύο μήνες μεσολάβησαν οι διακοπές των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς∙ περίοδος όχι αρκετή για ένα συζητηθεί ένα τόσο σημαντικό θέμα στη δημόσια σφαίρα και οπωσδήποτε όχι την καταλληλότερη εποχή του χρόνου. Και η απουσία αυτής της δημόσιας διαβούλευσης έχει αποτυπωθεί στον Κλιματικό Νόμο, όπως και η έλλειψη σφαιρικής προσέγγισης, εμβάθυνσης και πολιτικού οράματος.
Δεν μπορεί να παραγνωριστεί, γιατί ακούγεται συχνά αλλά και ελλοχεύει στην ευρύτερη πολιτική και κοινωνική στάση, ότι σε μια χώρα με τόσα προβλήματα ζωτικής σημασίας για τους πολίτες της (το υψηλό κόστος ζωής, η πτώση του βιοτικού επιπέδου, η απώλεια του εισοδήματος, η απειλή της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού) και αλλεπάλληλες κρίσεις, η ανησυχία για το κλίμα και την κλιματική αλλαγή αποτελεί μια «πολυτέλεια» μόνο για κάποιους. Και πραγματικά, πρόκειται για μία από τις πιο στρεβλές προσλήψεις του ζητήματος της κλιματικής αλλαγής. Το μόνο που προσφέρει ως επιχείρημα είναι να επιτείνει υπάρχοντα κοινωνικά στερεότυπα, πολώσεις και ανισότητες.
Ακόμη και στο χτεσινό debate των πολιτικών αρχηγών η συζήτηση για το κλίμα έλλειψε. Δύο-τρεις ερωτήσεις υπήρξαν και αυτές συνδεδεμένες με τις πηγές ενέργειας και το κόστος της ενέργειας. Όμως, κλιματική αλλαγή δεν είναι μόνο ο αποτύπωμα του άνθρακα και η ενέργεια. Είναι οι άνθρωποι, οι κοινωνίες, το όραμα, η εξασφάλιση της ισορροπίας και της συνύπαρξης με άλλα είδη∙ και ακόμη σημαντικότερες έννοιες που αποτυπώνονται στις πτυχές της κλιματικής αλλαγής και συνδέονται με αυτήν μέσα από συνθήματα και στόχους με σημασία, όπως είναι η ευζωία, η κλιματική δικαιοσύνη, το ζήτημα των δικαιωμάτων, η συμπερίληψη, το να μην μείνει κανείς πίσω (Leave no one behind/LNOB). Χωρίς αυτά τα ζητήματα η όποια προεκλογική αλλά και μετεκλογική ατζέντα για την κλιματική αλλαγή παραμένει ουσιωδώς ελλειπής, περιορισμένη και αδύναμη να παράξει συνθήκες και πολιτικές για μια καινούρια εποχή.
Αν λάβουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με την έρευνα που αναφέρθηκε παραπάνω, η κλιματική αλλαγή απασχολεί τους Έλληνες κατά 84% (και έρχεται τέταρτη μετά την απειλή της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού 97% και τη μετανάστευση 86%), η απουσία του θέματος από την προεκλογική ατζέντα αποκαλύπτει τη δυσκολία της αλλαγής της, την έλλειψη τόλμης να ενσωματώσει νέα ζητήματα δίπλα στα «παλιά», τη μεγάλη απόσταση ανάμεσα στον έλληνα ψηφοφόρο και τα κόμματα. Ή τελικά, τη διαφορά ανάμεσα σε μια πολιτική προεκλογική ατζέντα και μια κοινωνική ατζέντα διάρκειας.
* Το Τακτικό Ευρωβαρόμετρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το φθινόπωρο του 2022 διεξήχθη μεταξύ 12/10- 7/11 2022 στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ. Στην έρευνα συμμετείχαν 26.431 Ευρωπαίοι και τα αποτελέσματα σταθμίστηκαν ανάλογα με το μέγεθος του πληθυσμού της κάθε χώρας. Στην Ελλάδα συμμετείχαν 1009 άτομα μέσω προσωπικής συνέντευξης.