«Δέχομαι έναν ανελέητο, συκοφαντικό, εξυβριστικό πόλεμο από ατάλαντους ηθοποιούς, τραγουδιστές και μόδιστρους, που μετά την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου έχουν κάνει τις καταγγελίες των φερομένων βιασμών και σεξουαλικών κακοποιήσεών τους προ αμνημονεύτων χρόνων, ως το μεγαλύτερο επαγγελματικό τους προσόν».
Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο Αλέξης Κούγιας σε προσωπική του δήλωση αναφορικά με την υπόθεση Λιγνάδη - του οποίου την υπεράσπιση έχει αναλάβει - σε συνέχεια προηγούμενης τοποθέτησής του περί «επαγγελματιών ομοφυλόφιλων» που έχει προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες τόσο ο Αλ.Κούγιας όσο και ο έτερος δικηγόρος του Λιγνάδη, Ιωάννης Βλάχος, θα κληθούν στο Πειθαρχικό του ΔΣΑ για να δώσουν εξηγήσεις αναφορικά με τις δημόσιες δηλώσεις τους και τη δημοσιοποίηση του περιεχομένου δικογραφίας, η οποία αφορά την ίδια υπόθεση.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο του ΔΣΑ μετά τις εξηγήσεις θα αποφασίσει εάν θα ασκήσει ή όχι πειθαρχικές διώξεις σε βάρος τους.
Ακολουθεί ολόκληρη η δήλωση του Αλέξη Κούγια
«Από την Τρίτη το μεσημέρι, όταν ολοκλήρωσα τη μελέτη της 10 φύλλων δικογραφίας, που περιείχε ως μόνα αποδεικτικά στοιχεία τις μαρτυρικές καταθέσεις των φερομένων ότι εβιάσθησαν από τον εντολέα μου, κορυφαίο ηθοποιό, σκηνοθέτη και τον πλέον επιτυχημένο καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, Δημήτρη Λιγνάδη και για πρώτη φορά ακούστηκαν, αφενός μεν, δι’ εμού οι απόψεις του εντολέως μου για την αξιοπιστία και την ποιότητα της προσωπικότητος των φερομένων ως βιασθέντων και των μαρτύρων τους και αφετέρου τα αδιάσειστα και ακλόνητα στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν τη σκευωρία που στήθηκε εις βάρος του, αλλά και ο βάναυσος τρόπος, με τον οποίο ο δικηγόρος ενός εκ των φερομένων ως βιασθέντων επί 10 ημέρες, σε δεκάδες εκπομπές και δελτία ειδήσεων, αλλά και διάφοροι ηθοποιοί μαζί με δημοσιογράφους και παρουσιαστές εκπομπών, παραβίαζαν το τιμωρούμενο από τον ελληνικό νόμο, την ευρωπαϊκή νομοθεσία, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τεκμήριο αθωότητος του δυστυχούς εντολέως μου, δέχομαι έναν ανελέητο, συκοφαντικό, εξυβριστικό πόλεμο από ατάλαντους ηθοποιούς, τραγουδιστές και μόδιστρους, που μετά την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου έχουν κάνει τις καταγγελίες των φερομένων βιασμών και σεξουαλικών κακοποιήσεών τους προ αμνημονεύτων χρόνων, ως το μεγαλύτερο επαγγελματικό τους προσόν, χαρακτηρίζοντάς με ομοφοβικό, ρατσιστή και με άλλες εξυβριστικές λέξεις, παράνομη συμπεριφορά, για την οποία τόσο τα πρόσωπα, όσο και τα μέσα ενημερώσεως που δημοσιοποίησαν τις παράνομες πράξεις τους θα λογοδοτήσουν.
Χθες τα ξημερώματα τη σκυτάλη πήρε με ανάρτησή του στο Facebook ο παντελώς μέχρι πριν 6 χρόνια άγνωστος πολιτικός, Παύλος Πολάκης, με μια χαμηλοτάτου ηθικού επιπέδου ανάρτησή του τις ώρες που συνήθως εξοντώνει τα θύματα του, όταν οι τίμιοι εργαζόμενοι κοιμούνται και στην οποίαν θα απαντήσω λέξη προς λέξη.
Έβαλε δίπλα στη λέξη επάγγελμα το επώνυμό μου Κούγιας και πράγματι σωστά το έβαλε, γιατί σχεδόν 50 χρόνια ξεκινώντας από το υπόγειο σπίτι μας στο προάστιο της αληθινής αριστεράς, την Πετρούπολη, όπου διδάχτηκα τις πραγματικές αξίες των πραγματικών αριστερών, όχι των ιμιτασιόν, που είναι αυτός και οι φίλοι του, κατάφερα να καταστήσω το επώνυμό μου συνώνυμο και ταυτόσημο με το λειτούργημα, το οποίο υπηρετώ.
Καταλαβαίνω κύριε Πολάκη ότι στεναχωριέστε γιατί όταν ακούει κάποιος το όνομά μου σκέφτεται αυτόματα το επάγγελμα δικηγόρος, ενώ όταν ακούει το δικό σας όνομα αμέσως σκέφτεται τον υβριστή, τον συκοφάντη και τον κατασκευαστή μαζί με επιόρκους πρώην εισαγγελείς δικαστικών σκευωριών εις βάρος πρωθυπουργών, ανωτάτων δικαστικών, υπουργών, επιστημόνων και πολιτικών του αντιπάλων.
Όσον αφορά την αναφερθείσα από τον Πολάκη νομική μου ανικανότητα και την έλλειψη αρχών και αξιών, τον θυμάμαι πριν κάποια χρόνια στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χανίων να με χειροκροτεί μετά από μια αγόρευσή μου, όταν υπερασπιζόμουν έναν συντοπίτη του κατηγορούμενο σε μια ανθρωποκτονία – βεντέτα και τον παραπέμπω στους περίπου 100 ασκούμενους δικηγόρους, οι οποίοι διδάχτηκαν τη δικηγορία από εμένα και σήμερα κοσμούν το δικηγορικό σώμα, τον παραπέμπω στους χιλιάδες συναδέλφους μου, που είτε συνυπάρχουμε, είτε παρακολουθούν τις δίκες μου περίπου 50 χρόνια στα δικαστήρια όλης της Ελλάδος, τον παραπέμπω στους χιλιάδες δικαστές και εισαγγελείς που συνεργαστήκαμε και συνεργαζόμαστε όλα αυτά τα χρόνια στην απονομή της δικαιοσύνης και στην υπηρεσία της δίκαιης δίκης, αλλά κυρίως τον παραπέμπω στον συνάδελφό του στο υπουργικό συμβούλιο της τελευταίας κυβερνήσεως Τσίπρα, πρώην υπουργό δικαιοσύνης και διευθυντή σήμερα του πολιτικού γραφείου του κου Τσίπρα, Μιχάλη Καλογήρου, που το 2004 με παρακάλεσε μέσω του τότε παντοδύναμου επιχειρηματία εντολέως και τότε φίλου μου Στηβ Κακέτση, μόλις είχε τελειώσει τις σπουδές του στην Ιταλία να τον δεχτώ ως ασκούμενο και από εμένα επί 3 σχεδόν χρόνια, όσο κράτησε η δίκη του ΕΛΑ, εκεί γνώρισε και τους σημερινούς πολιτικούς συντρόφους του, όπου υπερασπιζόμουν, έναν πραγματικό αντιστασιακό της Χούντας τίμιο βιοπαλαιστή, που ο Διώτης και ο Χρυσοχοϊδης μαζί με τη CIA τον κατηγόρησαν ότι ήταν ο αρχηγός των τρομοκρατών, τον Αγγελέτο Κανά, κοινοτάρχη Κιμώλου, διδάχτηκε από εμένα, τον ανίκανο νομικά, κατά Πολάκη, τη δικηγορία, αλλά και τις αρχές και τις αξίες του ανεξάρτητου, τίμιου και ασυμβίβαστου δικηγόρου, που δεν πρέπει να φοβάται κανέναν κατά την τίμια και επαρκή άσκηση του λειτουργήματός του για την απόδειξη της αθωότητος ταλαιπωρούμενων συνανθρώπων μας, ανεξαρτήτως πλούτου και κοινωνικής τάξεως από κατασκευασμένες κατηγορίες, όπως αυτή του Αγγελέτου Κανά, αλλά και του Δημήτρη Λιγνάδη.
Καταλαβαίνω ότι σας στεναχώρησα στην υπόθεση Ριχάρδου, όπου πάλι κατασκευάστηκε μία ψεύτικη κατηγορία για να γίνει ταπεινή κομματική εκμετάλλευση όπως τώρα, αλλά έτσι είναι η ζωή ακόμη και οι ανίκανοι δικηγόροι τα καταφέρνουν.
Εάν όμως δεν του αρκεί η γνώμη του Μιχάλη Καλογήρου, ας ρωτήσει και τη γνώμη της Τασίας Χριστοδουλοπούλου, αλλά και τη γνώμη των σημερινών δικηγόρων της Ρένας Δούρου στη δίκη για τα 24 θύματα της Μάνδρας, αλλά και των συμπατριωτών του στα Σφακιά.
Αυτόν τον λεβέντη που κάνει τον προστάτη των αδικημένων, κρυπτόμενος πίσω από τη βουλευτική του ασυλία, να είναι βέβαιος ότι θα τον συναντήσω στα δικαστήρια εκεί που θα τον οδηγήσω εγώ ο ανίκανος και εκεί είμαι βέβαιος ότι με τους ικανούς δικηγόρους του θα συντρίψει εμένα τον ανίκανο.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει επιτέλους να σταματήσει αυτή η κατατρομοκράτηση του οιουδήποτε πολίτη με τον χαρακτηρισμό του ως ομοφοβικού και ρατσιστή, που τολμά να διατυπώσει την οιαδήποτε συνταγματικά κατοχυρωμένη άποψή του σε μια δημοκρατική χώρα για αυτήν τη δικτατορία των ιδιαιτεροτήτων που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στην κοινωνική και πολιτική μας ζωή και τα ΜΜΕ.
Επιτέλους, συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα έχουμε κι εμείς, που είμαστε η συντριπτική πλειοψηφία παγκοσμίως και δεν θεωρούμε ότι πτυχίο σπουδών και προσόν για την επιβίωσή μας στη ζωή είναι η ιδιαιτερότητά μας, αλλά πιστεύουμε, κάνουμε πράξη και διδάσκουμε τα παιδιά μας ότι ο μόνος δρόμος για την προσωπική τους ευτυχία και ισορροπία είναι όχι η ιδιαιτερότητα, αλλά η φυσιολογικότητα, η σκληρή και καθημερινή εργασία, η οποία είναι πολλές φορές απάνθρωπη, οι σπουδές, η μόρφωση και η διανόηση, η φυσιολογικότητα στην ερωτική μας ζωή με τον ρομαντικό ερώτα και την αγάπη για το άλλο φύλο, η δημιουργία φυσιολογικής οικογένειας που μέσα από αυτήν θα γεννηθούν παιδιά μεγαλωμένα με φυσιολογική ισορροπία και ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη και ισορροπία και το μέλλον των παιδιών μας, σεβόμενοι σε κάθε περίπτωση τις επιλογές των συνανθρώπων μας στη διαφορετικότητα, χωρίς όμως να τις συμμεριζόμεθα και να τις αποδεχόμεθα και οπωσδήποτε με αυτές τις επιλογές μας δεν είμαστε ούτε ομοφοβικοί ούτε ρατσιστές.
Αντιλαμβάνομαι ότι με τις παρεμβάσεις μου και την ανάδειξη της αθωότητος Λιγνάδη κατέστρεψα τα σχέδια των νικητών στο Δ.Σ. στον αδυσώπητο μέχρι τώρα πόλεμο, που έχει ξεσπάσει μέσα στην Ένωση Ελλήνων Ηθοποιών, αλλά και την πολιτική εκμετάλλευση αυτής της δικαστικής σκευωρίας, με την καταρράκωση του τεκμηρίου αθωότητος και την ανθρωποθυσία του Δημήτρη Λιγνάδη, αλλά έτσι έχω μάθει να ασκώ το λειτούργημά μου».