Όταν η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει την αγορά των αεροσκαφών Ραφάλ, τουρκικές ιστοσελίδες παρατηρούσαν ότι τα ελληνικά ομόλογα που είχαν τότε κυκλοφορήσει, είχαν αγοραστεί από εμιρατιανά και σαουδαραβικά funds. Για τους γείτονες το συμπέρασμα ήταν σαφές: Οι Άραβες είχαν πληρώσει για τα αεροπλάνα της Ελλάδας. Τέτοιου είδους δημοσιεύματα μπορεί να είναι απλουστευτικά, αλλά δείχνουν τον εκνευρισμό που επικρατεί στην Τουρκία για την αναβάθμιση των σχέσεων της Ελλάδας με τις χώρες του Κόλπου και το Ισραήλ. Διότι οι Τούρκοι γνωρίζουν καλά ότι οι σχέσεις αυτές μπορούν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο στρατιωτικό ισοζύγιο. Άλλωστε, στο παρελθόν, έχουν ωφεληθεί και οι ίδιοι, τόσο από το αραβικό χρήμα όσο και από την ισραηλινή τεχνολογία.
Εξοπλισµοί
Το Ισραήλ προσφέρει σύγχρονα οπλικά συστήματα σε προσιτό κόστος, και ήδη συζητείται η αγορά όπλων που θα ενισχύσουν σημαντικά την ελληνική αποτρεπτική ισχύ, όπως οι αντιαρματικοί πύραυλοι Σπάικ ή οι πύραυλοι Ράμπατζ, που θα εξοπλίσουν τα F-16, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να πλήττουν με ακρίβεια στόχους σε αποστάσεις που υπερβαίνουν τα 150 χιλιόμετρα.
Επίσης, αμυντικά δημοσιεύματα φέρουν τα δύο Επιτελεία να βρίσκονται σε συζητήσεις για την απόκτηση των βαλλιστικών πυραύλων τύπου Λόρα με βεληνεκές άνω των 400 χιλιομέτρων και θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να στοχοποιεί υποδομές βαθιά στο τουρκικό έδαφος. Το δε χαμηλό σχετικά κόστος του επιτρέπει την απόκτηση ικανού αριθμού συστημάτων.
Εκτός από την αγορά νέων όπλων, όμως, οι συμμαχίες προσφέρουν και ευκαιρίες για τη συντήρηση και αναβάθμιση του υπάρχοντος υλικού. Ένα παράδειγμα είναι τα ελικόπτερα Απάτσι, τα οποία είναι πλέον παλαιά και ο τύπος τους δεν υποστηρίζεται από την κατασκευάστρια εταιρεία, ενώ η αναβάθμισή τους στον νεώτερο τύπο είναι ιδιαίτερα δαπανηρή. Η Αεροπορία Στρατού βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με το Ισραήλ για την αναβάθμισή τους, ενώ και τα Η.Α.Ε. προσέφεραν πολύτιμα ανταλλακτικά από το δικό τους στοκ.
Τα Η.Α.Ε. έχουν και άλλα πράγματα να προσφέρουν: Η πρόσφατη παραγγελία 80 μαχητικών Ραφάλ σημαίνει ότι σε λίγα χρόνια θα αρχίσουν να αποσύρονται τα 60 μαχητικά Μιράζ 2000-5 που διαθέτουν, και τα οποία είναι εκσυγχρονισμένα και ίδια με τα ελληνικά. Η Γαλλία δεν φαίνεται να έχει πρόβλημα, αν κάποια από τα Μιράζ αυτά καταλήξουν στην Ελλάδα – σε συμβολικές πάντα τιμές.
Η δε Σαουδική Αραβία έχει υποσχεθεί ότι, σαν αντάλλαγμα για την παραχώρηση του αντιαεροπορικού συστήματος Πάτριοτ, θα καλύψει το –διόλου ευκαταφρόνητο– κόστος της αναβάθμισής του (οι ελληνικοί Πάτριοτ κλείνουν ήδη εικοσαετία).
Μία αθόρυβη, αλλά κρίσιµη παράµετρος
Ένας τομέας στον οποίο αποτυπώνεται καθαρά η αναβάθμιση των σχέσεων της Ελλάδας και της Κύπρου με τη Σ. Αραβία, τα Εμιράτα, την Αίγυπτο και το Ισραήλ είναι αυτός των στρατιωτικών συνεκπαιδεύσεων.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα και η ελληνική Πολεμική Αεροπορία έχει μετατραπεί σε «πολύφερνη νύφη» της αεροπορικής εκπαίδευσης, καθώς οι μεγαλύτερες και καλύτερες αεροπορίες του ΝΑΤΟ και της ευρύτερης περιοχής επιδιώκουν να έρχονται συχνά πυκνά στην Ελλάδα για να εκπαιδεύσουν τους χειριστές τους μαζί με τους Έλληνες συναδέλφους τους. Αεροπλάνα από τις Η.Π.Α., τη Γαλλία, το Ισραήλ, τα Η.Α.Ε., την Αίγυπτο και τη Σ. Αραβία βρίσκονται κάθε λίγο στην Ελλάδα. Η ετήσια άσκηση «Ηνίοχος» είναι πλέον μία από τις πιο περιζήτητες ασκήσεις στο ΝΑΤΟ.
Οι πιλότοι μας συνεκπαιδεύονται με τους πλέον προηγμένους τύπους αεροσκαφών, όπως τα F-35, τα F-15 και τα Ραφάλ. Στην περίπτωση των Αράβων, οι ασκήσεις μπορεί να κρατήσουν έως και έναν μήνα, σε σημείο να μοιάζουν περισσότερο με ... μεταστάθμευση αεροσκαφών παρά με τυπική άσκηση.
Όσο για το Ισραήλ, είναι συχνές οι ασκήσεις σε ολόκληρο τον εναέριο χώρο ανάμεσα στις δύο χώρες, προσφέροντας έτσι στην Πολεμική Αεροπορία την ευκαιρία να εκπαιδευτεί σε επιχειρήσεις μακράς ακτίνας, προσομοιώνοντας επιχειρήσεις προσβολής και αεροπορικής υπεροχής βαθιά στο εσωτερικό του αντιπάλου.
Τον ίδιο βαθμό εντατικών συνεκπαιδεύσεων, όμως, παρατηρούμε και στην Κύπρο, με χώρες όπως η Γαλλία, οι Η.Π.Α. η Αίγυπτος και το Ισραήλ. Πρόσφατα ολοκληρώθηκε η κυπροϊσραηλινή άσκηση «Αγαπήνωρ 2022», στην οποία σημειώθηκε η μεγαλύτερη στρατιωτική αποστολή σε ξένη χώρα, από συστάσεως ισραηλινού κράτους.
Οι συνεκπαιδεύσεις αυτές, λοιπόν, δεν ενισχύουν απλώς τη διπλωματική θέση της χώρας μας, αλλά συμβάλλουν καθοριστικά στην ενίσχυση του ποιοτικού πλεονεκτήματος που διατηρούν οι Ένοπλες Δυνάμεις Ελλάδας και Κύπρου έναντι των τουρκικών. Την ίδια στιγμή οι ασκήσεις της αποδεκατισμένης τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας είναι λιγοστές, οι δε ξένες συμμετοχές σ’ αυτές περιορισμένες: συνήθως περιλαμβάνουν μόνον την –όχι και τόσο ξακουστή– Πολεμική Αεροπορία του Πακιστάν.
Μακροπρόθεσµα κέρδη
Σε μία ταραγμένη εποχή, κανείς δεν περιμένει από μία συμμαχία να κρατήσει για πάντα. Το ζητούμενο είναι να μπορεί η χώρα μας να εκμεταλλεύεται την εκάστοτε συγκυρία και, στην παρούσα φάση, τα μεσανατολικά φλερτ της ελληνικής διπλωματίας πρέπει να κεφαλαιοποιηθούν με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Ειδικά με το Ισραήλ, θα πρέπει να επιδιωχθεί όχι απλώς η αγορά οπλικών συστημάτων, αλλά και η πρόσβαση σε χρήσιμες και κρίσιμες για την αμυντική μας βιομηχανία τεχνολογίες.
Στη δεκαετία του 2000, οι θερμές τουρκοϊσραηλινές σχέσεις είχαν οδηγήσει στη συνεργασία των δύο κρατών στον τομέα των μη επανδρωμένων αεροχημάτων. Σήμερα βλέπουμε τους καρπούς των προσπαθειών εκείνων, που έχουν φέρει την Τουρκία σε μία αξιοζήλευτη θέση.
Όσο για τους Άραβες, η «αβρότητά» τους είναι γνωστή εδώ και καιρό. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, μετά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, η Σ. Αραβία είχε ανταμείψει την Τουρκία για τη συνδρομή της στον πόλεμο, αγοράζοντας για λογαριασμό της 80 μαχητικά αεροσκάφη F-16. Τα χρόνια πέρασαν, οι σχέσεις των κρατών άλλαξαν, αλλά η τεχνογνωσία και τα αεροσκάφη παρέμειναν.