Απόγευμα Τρίτης, λίγο πριν την πρόβα. Μπαίνει στο θέατρο «Βέμπο» ελαφρώς φουριόζα -και όπως πάντα χαμογελαστή- χαιρετά και μιλά συγχρόνως σε τρεις, πέντε, επτά συναδέλφους της, ενώ παράλληλα, αρχίζει να μακιγιάρεται βιαστικά για ένα σποτάκι, σχολιάζοντας τα πάντα. Σε πέντε λεπτά έχω τελειώσει, λέει και εξαφανίζεται για το μίνι γύρισμα σε μια γωνιά.
Η χαρισματική, εντός και εκτός σκηνής, Λένα Παπαληγούρα, γίνεται η «Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια», ενσαρκώνοντας τη Σαπφώ Βρανά, στην πρώτη θεατρική μεταφορά του εμβληματικού μυθιστορήματος του Στρατή Μυριβήλη, τη σκηνοθεσία της οποίας υπογράφει ο Πέτρος Ζούλιας.
Το γεγονός ότι το ταλαντούχο κορίτσι, είναι πλέον μία ευτυχισμένη σύζυγος και μητέρα -ο γιος της Αναστάσης γίνεται τον Νοέμβριο ενός έτους (ο μικρός πήρε το όνομα του πατέρα της Λένας, πρώην υπουργού Αναστάση Παπαληγούρα)- μοιάζει να έχει αλλάξει τα πάντα.
Η Λένα Παπαληγούρα μιλά στη HuffPost για την ηρωίδα του Μυριβήλη, τον απαγορευμένο έρωτα και τις ενοχές. Ομολογεί ότι κοιτάζοντας πίσω, στα χρόνια από το ξεκίνημα της, το 2006, οπότε και τελείωσε τη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, μέχρι τώρα, τα βλέπει όλα να τρέχουν σαν «κινηματογραφικά καρέ», δηλώνει ότι «ηθοποιός είναι εύκολο να είσαι, καλλιτέχνης είναι δύσκολο» και εξηγεί τι σημαίνει «σαν να ξαναμαθαίνω τον κόσμο μέσα από τα μάτια του παιδιού μου».
-Λέω να ξεκινήσουμε με τον Μυριβήλη. Τι θα έλεγες στο νεαρής ηλικίας κοινό που δεν είναι εξοικειωμένο ούτε με τον συγγραφέα, ούτε με την περίφημη Γενιά του ’30, για τη Σαπφώ Βρανά; Και πριν απ′ όλα, ποιά είναι η Σαπφώ;
Όταν με προσέγγισε ο Πέτρος Ζούλιας και μου πρότεινε να κάνουμε την παράσταση ήταν από τις μεγαλύτερες ανησυχίες μου -οι νέοι άνθρωποι. Συν τοις άλλοις, έχοντας διαβάσει το βιβλίο χρόνια πριν, μου είχαν αποτυπωθεί οι έντονες περιγραφές του Μυριβήλη. Οπότε επιπλέον, αναρωτιόμουν πώς το έργο θα μεταφερθεί στο θέατρο. Διαβάζοντας όμως, τη διασκευή του Πέτρου και ξανά το μυθιστόρημα, αντιλήφθηκα ότι, η πλοκή και οι χαρακτήρες είναι πάρα πολύ δυνατοί και αιχμηροί. Έχουμε ολοκληρωμένους και βαθείς ανθρώπους, μία πολύ ενδιαφέρουσα σκιαγράφηση της εποχής στην οποία εκτυλίσσεται η ιστορία και μία γερή πλοκή -γι αυτό άλλωστε, το μυθιστόρημα έχει αυτή τη δύναμη και τη διαχρονικότητα. Όλο αυτό είναι βέβαια, δοσμένο μέσα από τις υπέροχες περιγραφές του συγγραφέα, που στην παράσταση αναγκαστικά γίνονται εικόνα.
Ποιά είναι η Σαπφώ. Για μένα, είναι ένας σύγχρονος χαρακτήρας. Με την έννοια ότι είναι μία γυναίκα η οποία ζει σε μία πολύ συντηρητική και κλειστή κοινωνία, όμως αποφασίζει να είναι ο εαυτός της -με όποιο κόστος.
“Η Σαπφώ είναι μία γυναίκα μετά τα δάκρυα. Πικραμένη, πονεμένη και βαθιά σαρκαστική”
Είναι μία γυναίκα η οποία έχει υποστεί ανδρική βία και από τον άνδρα της, αλλά και από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, καθότι βρισκόμαστε αμέσως μετά τον πόλεμο, όπου βλέπουμε άνδρες τραυματισμένους, ψυχικά και σωματικά, και γυναίκες οι οποίες αναγκάστηκαν να γίνουν γριές, ενώ είναι μόλις 22 χρονών για να μπορέσουν να κρατήσουν τα σπίτια τους και τη ζωή τους, όταν έλειπαν οι άνδρες στον πόλεμο και ταυτόχρονα, μία γυναίκα η οποία διατηρεί το ήθος της, την αξιοπρέπεια της και τον χαρακτήρα της σε μία διεφθαρμένη κοινωνία. Σε μία κοινωνία με ανθρώπους οι οποίοι δεν είναι «καθαροί». Αυτό λίγο με απελπίζει προσωπικά, αν σκεφτείς ότι ο Μυριβήλης περιγράφει καταστάσεις που συναντάμε μέχρι σήμερα.
Ταυτόχρονα, η γυναίκα αυτή έχει ένα μυστήριο, μία έντονη γοητεία που νομίζω ότι βασίζεται ακριβώς σε αυτό το μυστήριο -η γοητεία υπάρχει σχεδόν ερήμην της. Κύριο μέλημα μου ήταν να είναι μία γυναίκα με σάρκα και οστά, δηλαδή να αποφύγω ο,τιδήποτε μελοδραματικό, ρομαντικό, ψευτοθλιμμένο και να πάω στον πυρήνα του χαρακτήρα, που είναι μία γυναίκα η οποία λέει, τι να μου κάνουμε εμένα τα ενθύμια του άντρα μου μέσα στη δυστυχία; Η Σαπφώ δηλαδή, είναι μία γυναίκα μετά τα δάκρυα. Πικραμένη, πονεμένη και βαθιά σαρκαστική.
-Αν σου ζητούσα να μιλήσεις για κείνη με τα δικά της λόγια;
Κάποτε άκουσα να κατηγορούν τις γυναίκες που βάφουν τα χείλη τους κόκκινα. Τότε τα έβαψα κι εγώ. Στο σχολείο, στα σπίτια τους, στη λέσχη των ανδρών. Τότε τα έβαψα ακόμη πιο πολύ. Για να έχουν να λένε πιο πολλά. Αυτό.
Και σε άλλο σημείο όταν λέει, Η αγάπη; Ποιά αγάπη;
-Πέραν όλων των άλλων, η ιστορία έχει στο κέντρο της και έναν απαγορευμένο έρωτα, μία σχέση - ταμπού.
Οι βασικές θεματικές του έργου, κατ′ εμέ, είναι δύο: Κατ′ αρχάς η ιστορία του Μυριβήλη είναι μία αντιπολεμική κραυγή. Αυτό είναι το πρώτο. Και το δεύτερο, η μάχη αυτή ανάμεσα στο «πρέπει» και στο «θέλω», που νομίζω σε κάθε κοινωνία, σε κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, είναι ένα ερώτημα, που περισσότερο ή, λιγότερο, έχει βασανίσει όλους μας.
“Οι ενοχές απέναντι σε ανθρώπους που έχουν χαθεί είναι μεγαλύτερες από το να είναι ο άλλος εδώ, ζωντανός, και να έρθεις σε ρήξη”
Ο ανθυπολοχαγός Λεωνής επιστρέφει από τον πόλεμο έχοντας χάσει τον καλύτερο του φίλο και πηγαίνει στη χήρα του να της δώσει τα ενθύμια του νεκρού φίλου του. Και την ερωτεύεται. Νομίζω ότι, αυτό από μόνο του, σε κάθε εποχή, είναι ένα πολύ μεγάλο δίλημμα: Ο έρωτας V την ανδρική φιλία δεν σόκαρε και προβλημάτιζε μόνο τότε και σήμερα συμβαίνει το ίδιο, πόσο μάλλον όταν η φιλία έχει μοιραστεί πόλεμο και μάλιστα, όταν οι ενοχές είναι απέναντι σε έναν νεκρό.
Γιατί καμιά φορά οι ενοχές απέναντι στην απώλεια και απέναντι σε ανθρώπους που έχουν χαθεί είναι μεγαλύτερες από το να είναι ο άλλος εδώ, ζωντανός, και να έρθεις σε ρήξη για να λύσεις τα πράγματα. Εδώ μιλάμε για έναν νεκρό, ο οποίος γίνεται σχεδόν φάντασμα στη συνείδηση του, είναι «παρών», οπότε το έργο αποκτά και μία μεταφυσική διάσταση: Βλέπουμε ένα τρίο, μόνο που ο ένας εκ των τριών, είναι νεκρός.
-Ο έρωτας πρέπει να έχει ενοχές (και να τις κουβαλάει);
Για μένα, όχι -ο έρωτας είναι ένα πάθος, κάτι πολύ έντονο- αλλά από την άλλη, υπάρχει πάντα μία γραμμή: Να μην προσβάλλονται άλλοι άνθρωποι. Γιατί εκεί πια, δεν μιλάμε μόνο για ενοχές που είναι στο κεφάλι μας, μιλάμε για ένα υπαρκτό πρόβλημα. Οπότε, σίγουρα ο έρωτας έχει το πάθος του, αλλά έχει και την ηθική του. Και αναφέρομαι στην προσωπική ηθική, θέλω να πω, όχι στις ενοχές σε σχέση με την κοινωνία και το «πρέπει» μιας εποχής, αλλά σε σχέση με το τι ο καθένας μας πιστεύει ότι μπορεί και τι όχι. Όταν εμπλέκονται άλλοι άνθρωποι, εκεί τα πράγματα γίνονται πολύπλοκα. Καμιά φορά νικάει ο έρωτας, η ζωή μας το αποδεικνύει αυτό, αλλά σίγουρα δεν γίνεται αναίμακτα.
-Εφέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από τον θάνατο του Μυριβήλη. Πώς βλέπεις τις επετείους και τα αφιερωματικά έτη;
Τίποτα δεν σημαίνουν επί της ουσίας, νομίζω ότι είναι μια καλή ευκαιρία να θυμηθούμε αυτά τα πρόσωπα και αν τύχει και μας γοητεύσουν και να μας μετατοπίσουν, τότε έχει γίνει κάτι καλό. Εάν όχι, μένουν στη βιβλιοθήκη μας και λέμε απλά, ότι γιορτάζουμε τα πενήντα χρόνια. Θέλω να πω, εξαρτάται από το πώς λειτουργεί στον καθένα. Σίγουρα ένας νέος άνθρωπος, με την ευκαιρία των πενήντα χρόνων, ενδεχομένως δει τη δική μας παράσταση, ενδεχομένως πάει σε κάποια εκδήλωση -όπως αυτή στην οποία παραβρέθηκα πριν λίγες ημέρες- ενδεχομένως κινητοποιηθεί να διαβάσει το βιβλίο. Για μένα αυτό είναι. Όχι κάτι παραπάνω.
“Ηθοποιός είναι εύκολο να είσαι, καλλιτέχνης είναι δύσκολο”
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ανθρώπους που σημάδεψαν τον τόπο μας, αλλά καλύτερα να τους θυμόμαστε πιο συχνά και όχι μόνο με αφορμή κάποια επέτειο.
-Κοιτάζοντας προς τα πίσω, την πορεία σου, τι βλέπεις;
Κινηματογραφικά καρέ. Αισθάνομαι ότι πέρασαν όλα πολύ γρήγορα.
-Έχεις μετανιώσει για κάποια από τις επιλογές σου -στο θέατρο, στην τηλεόραση, στο σινεμά;
Δεν μπαίνω σ′ αυτή τη διαδικασία, με την έννοια ότι φυσικά και όλοι μετανιώνουμε για πράγματα, απλώς νομίζω ότι κάθε δουλειά σου μαθαίνει, και προσωπικά, έχω προσπαθήσει σε κάθε δουλειά να είμαι εκατό τοις εκατό μέσα, γιατί αλλιώς αισθάνομαι ότι προδίδω τον εαυτό μου. Οπότε, σε αυτό το πλαίσιο, δεν έχω μετανιώσει, γιατί ξέρω ότι ήμουν παρούσα σε κάθε στιγμή και πήρα ό,τι ήταν να πάρω και έδωσα ό,τι μπορούσα. Από κει και πέρα, άλλες δουλειές τις αγάπησα περισσότερο, άλλες λιγότερο -και φυσικό είναι. Αλλά, δεν είναι κάτι τρανταχτό να σου πω, ξέρεις αυτό δεν θα έπρεπε να έχω κάνει ή, αυτό με πλήγωσε, όχι. Ούτε πιστεύω ότι, ας πούμε σε έναν ηθοποιό -σε κάποιον ο οποίος προσπαθεί να είναι καλλιτέχνης, γιατί ηθοποιός είναι εύκολο να είσαι, καλλιτέχνης είναι δύσκολο- μετριούνται τα πράγματα με μία παράσταση ή, με μια συμμετοχή ή, με μία συνέντευξη ή, με ένα σίριαλ. Θέλω να πω, νομίζω ότι μιλάμε για αγώνα αντοχής. Στον χρόνο κρίνονται τα πράγματα, στο πώς ωριμάζεις και πώς εξελίσσεσαι σ′ αυτά.
-Μια και μιλάμε για εξέλιξη, νομίζω ότι ήρθε η στιγμή να πούμε για τον Αναστάση.
... (Γέλια)
-Έχει μετατοπιστεί το κέντρο βάρους;
Αφοσιώνομαι πολύ σε ό,τι κάνω. Είναι ίδιον του χαρακτήρα μου -μου αρέσει, δεν το κάνω επειδή πρέπει. Πόσο μάλλον στο παιδί μου. Το οποίο θεωρώ ότι είναι δώρο και τους ευγνωμονώ -και τον γιο μου και τον άντρα μου- κάθε στιγμή που υπάρχουν και είμαστε μαζί.
“Και μόνο που ξαναζώ όλο τον κόσμο, σαν να τον ξαναμαθαίνω μέσα από τα μάτια του παιδιού μου, σημαίνει πως έχω την τύχη να ξαναδώ τα πράγματα ακόμη μία φορά”
Σίγουρα, παλαιότερα το μυαλό μου ήταν σε μία παράσταση ή σε μια πρόβα 24 ώρες το 24ωρο. Αυτό εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να γίνει, γιατί οι προτεραιότητες και οι ανάγκες του μικρού είναι καταιγιστικές και εισβάλλουν στην καθημερινότητα μου χωρίς να το καταλάβω και την απορροφούν πλήρως. Όμως, δεν έχει μειωθεί το ενδιαφέρον μου για τη δουλειά, απλώς έχει γίνει μία μετατόπιση. Θέλω να πω ότι, σε μία πρόβα είμαι εξίσου συγκεντρωμένη -ίσως και περισσότερο- επομένως και εξαιτίας του μικρού, πιθανώς οι κεραίες μου είναι πιο τεντωμένες. Απλώς, μέσα στη μέρα, οι ώρες που θα σκεφτώ την πρόβα είναι λιγότερες εξαιτίας του ότι η καθημερινότητα τρέχει πιο γρήγορα από ότι παλαιότερα, όταν ήμουν μόνη και είχα την ευθύνη μόνο του εαυτού μου.
Νομίζω ότι όταν έρχεται ένα καινούργιο πλάσμα στη ζωή σου -αυτό είναι και το μαγικό, για μένα τουλάχιστον- γίνεται μία υπαρξιακή μετατόπιση και αρχίζει να σε νοιάζει πιο πολύ ένας άλλος άνθρωπος. Σε μένα συνέβη από την πρώτη στιγμή και είναι φανταστικό γιατί σε βγάζει από τον εαυτό σου κι αυτό ενδεχομένως σε κάνει πιο ανοιχτό απέναντι στους άλλους ανθρώπους, απέναντι στη δουλειά σου, πιο ευάλωτο, πιο καλό άνθρωπο. Βεβαίως έτσι το βιώνω εγώ, κάθε γυναίκα το βιώνει διαφορετικά. Για μένα και μόνο που ξαναζώ όλο τον κόσμο, σαν να τον ξαναμαθαίνω μέσα από τα μάτια του παιδιού μου, σημαίνει ότι έχω την τύχη να ξαναδώ τα πράγματα ακόμη μία φορά.
Info
Θέατρο «Βέμπο», Καρόλου 18, πλατεία Καραϊσκάκη, τηλ. 2105221767
του Στρατή Μυριβήλη
Διασκευή - σκηνοθεσία: Πέτρος Ζούλιας
Μουσική: Ευανθία Ρεμπούτσικα
Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή
Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη
Φωτισμούς: Λευτέρης Παυλόπουλος
Χορογραφίες: Φώτης Διαμαντόπουλος
Video design - προβολές: Κάρολος Πορφύρης
Φωτογραφίες: Μαριλένα Αναστασιάδου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαριάννα Τουντασάκη
Πρωταγωνιστούν: Λένα Παπαληγούρα, Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Γιούλικα Σκαφιδά, Χριστίνα Τσάφου, Γιώργος Γιαννόπουλος, Μιχάλης Λεβεντογιάννης, Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης.
Στο ρόλο του Δημάρχου, ο Γιώργος Κωνσταντίνου.
Συμμετέχουν αλφαβητικά: Χρήστος Ζαχαριάδης, Αλίκη Ζαχαροπούλου, Βαγγέλης Κρανιώτης, Άννα Κωνσταντίνου, Πατρίκιος Κωστής, Βασίλης Λέμπερος, Ανδρέας Λόντου, Σταύρος Μερμήγκης, Αλεξία Μουστάκα, Ευφροσύνη Σακελλαρίου, Όλγα Σκιαδαρέση, Ντίνος Σπυρόπουλος, Αλμπέρτο Φάις.
Πρεμιέρα: 30 Οκτωβρίου 2019.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη 19.00, Πέμπτη 20.00, Παρασκευή 21.00 Σάββατο και Κυριακή 18.00 και 21.00
Τιμές εισιτηρίων: από 18 ευρώ
Προπώληση: Viva.gr