Το σοβαρό ενδεχόμενο η Αμερική να χρειαστεί να σκοτώσει Τούρκους στη Συρία θέτει σε ανάλυσή του ο Μάικλ Ρούμπιν, πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου και αναλυτής στο American Enterprise Institute, μία από τις πιο γνωστές «δεξαμενές σκέψης» της Ουάσινγκτον. Ο Ρούμπιν προειδοποιεί ότι πιθανές τουρκικές επιθέσεις κατά Κούρδων, βασικών συμμάχων των Ηνωμένων Πολιτειών στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους, θέτουν σε κίνδυνο τις ζωές Αμερικανών στρατιωτών, ενώ παράλληλα αποσταθεροποιούν τη Μέση Ανατολή. Στο άρθρο του, με τίτλο «Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προετοιμαστούν να σκοτώσουν Τούρκους στη Συρία», ο Ρούμπιν καλεί τον Λευκό Οίκο να λάβει σκληρές αποφάσεις για την προστασία των αμερικανικών συμφερόντων και δυνάμεων.
Το κείμενο σε μετάφραση έχει ως εξής:
Οι πανηγυρισμοί που τερμάτισαν την τυραννία της οικογένειας Άσαντ στη Συρία, η οποία διήρκεσε περισσότερο από μισό αιώνα, τελείωσαν. Βραχυπρόθεσμα, η Ρωσία και το Ιράν είναι χαμένοι- η Τουρκία είναι ο νικητής. Εξάλλου, η Τουρκία ήταν ο κύριος υποστηρικτής της αντάρτικης ομάδας Hay’at Tahrir al-Sham που σάρωσε τη Συρία.
Η Ουάσινγκτον δικαιολογημένα έχει και αυτή το δικό της μερίδιο στους πανηγυρισμούς. Η υποτιθέμενη ισχύς της Τουρκίας προσελκύει εκείνους που επιθυμούν να την ακολουθήσουν ή να επωφεληθούν από αυτήν. Ακριβώς όπως οι Αμερικανοί αξιωματούχοι «εξαργύρωσαν» την εργασιακή τους εμπειρία στη Σαουδική Αραβία σε προσοδοφόρα σε προσοδοφόρες θέσεις στα τέλητου 20ού αιώνα, το ίδιο κάνουν και οι Αμερικανοί αξιωματούχοι με υπηρεσία στην Τουρκία. Οι δεξαμενές σκέψης και τα πανεπιστήμια επιδιώκουν επίσης να «θηλάζουν από τη χρυσή θηλή», ενώ προσποιούνται ότι το έργο τους παραμένει αγνό και ότι δεν αυτολογοκρίνονται ή δεν επιλέγουν ερευνητικά θέματα για να διατηρήσουν τη ροή των κονδυλίων.
Πολλοί επαγγελματίες της άμυνας εξακολουθούν να αγκαλιάζουν την Τουρκία λόγω του ρόλου της στο ΝΑΤΟ. Ήταν μία από τις δύο μόνο χώρες του ΝΑΤΟ που συνόρευε με τη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και διαθέτει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό από όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ. Ο αριθμός των στρατευμάτων, ωστόσο, είναι μια μέτρηση χωρίς νόημα- αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η δυνατότητα αξιοποίησής τους για τις αποστολές του ΝΑΤΟ.
Ενώ η στρατηγική σημασία της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ έχει μειωθεί με τις εναλλακτικές λύσεις στην Ελλάδα και τη Ρουμανία, καθώς και με τα πιο προηγμένα αμφίβια σκάφη που μπορούν να μεταφέρουν F-35 σχεδόν οπουδήποτε στον κόσμο, η γραφειοκρατική δυναμική παραμένει στο Πεντάγωνο που δεν επιθυμεί να χάσει οποιαδήποτε πρόσβαση στη βάση. Στην πραγματικότητα, όπως και το Κατάρ με την αεροπορική βάση al-Udeid, η Τουρκία αξιοποιεί το Ιντσιρλίκ ως μια κάρτα απαλλαγής από την όποια λογοδοσία για οποιαδήποτε κακοήθη συμπεριφορά. Οι επαγγελματίες της άμυνας υποστηρίζουν ότι ο σταθμός ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης της Τουρκίας στη Μαλάτεια είναι απαραίτητος για τον εντοπισμό οποιασδήποτε εκτόξευσης ενός πιθανού ιρανικού πυρηνικού όπλου.
Πάρα πολλοί δυτικοί αξιωματούχοι και αναλυτές κάνουν δύο βασικά λάθη όταν πρόκειται για την Τουρκία.
Πρώτον, βλέπουν την Τουρκία όπως ήταν, ή όπως θα ήθελαν να είναι, και όχι όπως είναι. Δύο δεκαετίες Ερντογανισμού έχουν μεταμορφώσει τη χώρα ανεπανόρθωτα.
Δεύτερον, πιστεύουν ότι επειδή η Τουρκία δεν είναι το Ιράν ή η Ρωσία, αντιπροσωπεύει μια θετική δύναμη.
Η σχέση του Ιράν με τον Μπασάρ αλ Άσαντ αποτελούσε απειλή. Η Ισλαμική Δημοκρατία αγκάλιασε τους Αλαουίτες της Συρίας ως μηχανισμό της δικής της επαναστατικής εξαγωγής. Αλλά ο ένας εξτρεμισμός δεν εξαλείφει την απειλή ενός άλλου. Η υποστήριξη της Τουρκίας σε ριζοσπαστικά σουνιτικά κινήματα είναι καλά τεκμηριωμένη. Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν κρύβει τη στενή του σχέση με τη Χαμάς, αλλά υπάρχουν αποδείξεις για τη διπλωματική και οικονομική, αν όχι στρατιωτική, συνενοχή του με τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία της σουνιτικής ισλαμιστικής αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένης της Αλ Κάιντα, αλλά και προς ομάδες που συνδέονται με το Ισλαμικό Κράτος.
Είναι απλά ψευδές ότι η Τουρκία, η οποία είναι μια αναθεωρητική δύναμη, μπορεί παράλληλα να είναι μια δύναμη σταθερότητας στην περιοχή. Η Τουρκία αποσταθεροποιεί την Κύπρο, στέλνει μη επανδρωμένα αεροσκάφη και άλλο οπλισμό στους ισλαμιστές στη Λιβύη και στη συνέχεια χρησιμοποιεί Λίβυους ως μισθοφόρους σε άλλες μάχες της. Η υποστήριξη της Τουρκίας σε ισλαμιστικές και αντιδημοκρατικές φατρίες στη Σομαλία θέτει όλο και περισσότερο σε κίνδυνο την εύθραυστη σταθερότητα στο Κέρας της Αφρικής. Η υποστήριξή της προς τη Χαμάς έχει καταστεί η σωσίβια λέμβος σε μια ομάδα που είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τη θηριωδία της 7ης Οκτωβρίου 2023, τη μεγαλύτερη σφαγή Εβραίων σε μία μόνο ημέρα μετά το Ολοκαύτωμα.
Η ατζέντα της Τουρκίας στη Συρία δεν είναι η σταθερότητα στη χώρα ή η δημιουργία μιας Συρίας σε ειρήνη με τον εαυτό της και τους γείτονές της- αντίθετα, η Τουρκία χρησιμοποιεί τους Σύρους ισλαμιστές εναντίον μειονοτικών ομάδων, ιδίως τους Αρμένιους χριστιανούς στο Χαλέπι και τους Κούρδους της Συρίας στη βορειοανατολική Συρία. Ο Ερντογάν, για λόγους προφανώς τόσο παράλογους όσο και ρατσιστικούς, αρνείται απλώς να ανεχθεί τη συριακή αυτοδιοίκηση και την ύπαρξη της Αυτόνομης Διοίκησης της Βόρειας και Ανατολικής Συρίας.
Όσοι από την κοινότητα των δεξαμενών σκέψης της Ουάσινγκτον παπαγαλίζουν τα τουρκικά λεγόμενα για την περιοχή ως τρομοκρατική βάση του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) που απειλεί την Τουρκία ή ως φιλοϊρανική σατραπεία, είναι αποκλειστικά εκείνοι που δεν έχουν επισκεφθεί ή και συχνά αρνούνται να επισκεφθούν την περιοχή για να ερευνήσουν οι ίδιοι.
Ενώ ο Αμπού Μοχάμεντ αλ-Τζολάνι μιλάει για ανεκτικότητα, ακόμη και για εκλογές, η Τουρκία απαιτεί από την HTS να υπακούσει στις εντολές της και να στοχοποιήσει τους Κούρδους. Ουσιαστικά, η Τουρκία βλέπει τη HTS όπως το Ιράν βλέπει τη Χεζμπολάχ: μια ομάδα που διεκδικεί νομιμότητα και φοράει εθνικιστικό μανδύα, αλλά στην πραγματικότητα ενεργεί ως πληρεξούσιος μιας ξένης δύναμης.
Ο Ερντογάν δίνει προτεραιότητα στην επιθυμία του να σκοτώσει τους ένοπλους Κούρδους -την ίδια ομάδα που συμμαχεί και συνεργάζεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες για να περιορίσει και να νικήσει το Ισλαμικό Κράτος- έναντι του κινδύνου να σκοτώσει τους Αμερικανούς που συνεργάζονται μαζί τους.
Όταν ένα τουρκικό μη επανδρωμένο αεροσκάφος έπληξε ανεπιτυχώς τον στρατηγό Mazloum Abdi, τον διοικητή των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων στο Διεθνές Αεροδρόμιο Sulaymaniyah του Ιρακινού Κουρδιστάν τον Απρίλιο του 2023, μόνο το βρεγμένο από τη βροχή έδαφος έσωσε τους συνοδούς Αμερικανούς από το θάνατο, καθώς ο πύραυλος θάφτηκε βαθύτερα στο μαλακό έδαφος πριν εκραγεί.
Τις επόμενες εβδομάδες, καθώς η Τουρκία αύξησε τις αεροπορικές επιδρομές της κατά των κουρδικών περιοχών στη Συρία, υπήρξαν αρκετές παρ′ ολίγον συγκρούσεις στις οποίες τα τουρκικά πλήγματα θα μπορούσαν εύκολα να είχαν σκοτώσει Αμερικανούς στρατιώτες ή εργαζόμενους σε ανθρωπιστικές οργανώσεις.
Εν τω μεταξύ, η Τουρκία εισάγει τις δικές της ειδικές δυνάμεις και τις υπηρεσίες πληροφοριών στην HTS και σε άλλες ομάδες «πληρεξουσίων», πράξεις η οποίες ουσιαστικά προσομοιάζουν με τον ρόλο των πολλών Ιρανών συμβούλων, οι οποίοι, όπως επιμένει η Τεχεράνη, δεν έπαιζαν κανένα πολεμικό ρόλο στη Συρία.
Μπορεί να είναι διπλωματικά άκομψο να ειπωθεί ευθέως, αλλά αν οι δυνάμεις που υποστηρίζονται από την Τουρκία ενθαρρύνουν την τρομοκρατία και συνεχίζουν να αποτελούν απειλή για τις αμερικανικές δυνάμεις που αντιμετωπίζουν το Ισλαμικό Κράτος στην περιοχή, είναι υποχρέωση των Ηνωμένων Πολιτειών να ξεκινήσουν μια συζήτηση σχετικά με το αν είναι απαραίτητο να στοχεύσουν τους Τούρκους χορηγούς τρομοκρατίας στην περιοχή.
Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά η επίθεση στις δυνάμεις της εκτός των συνόρων της δεν θα ενεργοποιούσε τις ρήτρες αυτοάμυνας του ΝΑΤΟ. Ούτε θα έπρεπε να υπάρξει αγανάκτηση για μια τέτοια συζήτηση, ειδικά όταν οι ενέργειες της Τουρκίας έχουν ήδη διαβεί τον Ρουβίκωνα και θέτουν σε κίνδυνο τις αμερικανικές δυνάμεις και τα συμφέροντα.
Η καλύτερη ευκαιρία για την αποφυγή άμεσης σύγκρουσης θα ήταν να αναγνωριστεί η πορεία της τουρκικής επιθετικότητας εκτός των συνόρων της και ο αντίκτυπος των τακτικών της ”σαλαμοποίησης”, που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο Αμερικανούς, και να καταστεί σαφές στην Τουρκία, προς το συμφέρον της αποφυγής σύγκρουσης, τι είναι πρόθυμες να πράξουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να προστατεύσουν το προσωπικό τους.
Αν η Τουρκία είναι διατεθειμένη να σκοτώσει Αμερικανούς, οι οποίοι δρουν σύμφωνα με την επίσημη αμερικανική πολιτική στη Συρία, τότε οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να υιοθετήσουν την ίδια πολιτική και να είναι πρόθυμες να σκοτώσουν Τούρκους εκτός των τουρκικών συνόρων. Είναι μια δύσκολη συζήτηση, αλλά γίνεται ολοένα και πιο αναγκαία.
Ο Μάικλ Ρούμπιν είναι ανώτερος συνεργάτης στο American Enterprise Institute, με ειδίκευση στο Ιράν, την Τουρκία και τη Μέση Ανατολή γενικότερα.
Πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου, ο Δρ. Ρούμπιν έχει ζήσει στο Ιράν μετά την επανάσταση, στην Υεμένη, καθώς και στο Ιράκ πριν και μετά τον πόλεμο. Επίσης, πέρασε χρόνο με τους Ταλιμπάν πριν την 11η Σεπτεμβρίου. Για περισσότερα από δέκα χρόνια, δίδαξε μαθήματα εν πλω σχετικά με τις συγκρούσεις, την κουλτούρα και την τρομοκρατία στη Μέση Ανατολή και την περιοχή του Κέρατος της Αφρικής σε αποσπασμένες μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού και των Πεζοναυτών των ΗΠΑ.
Είναι συγγραφέας, συν-συγγραφέας και επιμελητής πολλών βιβλίων που εξετάζουν τη διπλωματία, την ιστορία του Ιράν, την αραβική κουλτούρα, τις κουρδικές σπουδές και τη σιιτική πολιτική, όπως τα εξής: “Seven Pillars: What Really Causes Instability in the Middle East?” (AEI Press, 2019), “Kurdistan Rising” (AEI Press, 2016), “Dancing with the Devil: The Perils of Engaging Rogue Regimes” (Encounter Books, 2014) και “Eternal Iran: Continuity and Chaos” (Palgrave, 2005).