«Χρειαζόμαστε ένα ρεαλιστικό και ιδανικό φεντεραλισμό. Ποτέ έως τώρα οι ευρωπαϊκές αξίες ειρήνης και ανθρωπισμού, δεν χρειάστηκε να τις αντιμετωπίσουμε όπως σήμερα. Εάν καταφέρουμε να κάνουμε ένα βήμα μπροστά, να βρεθούν άμεσα λύσεις, μπορούμε να παραδώσουμε μια καλύτερη Ευρώπη. Ο πόλεμος έφερε την αμφισβήτηση για την ειρήνη που ήταν κατάκτηση στην Ευρώπη, ειρήνη που βασίζεται στη διπλωματία, στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παντού, και όχι στην καταπάτηση, όπως έκανε ο ρωσικός στρατός στη Μαριούπολη. Προστατεύοντας την Ουκρανία, προστατεύουμε τον εαυτό μας, βοηθώντας τους, βοηθάμε εμάς», είπε ο Μάριο Ντράγκι στο ξεκίνημα της ομιλίας του στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σήμερα, αναφορικά με το «Μέλλον της Ευρώπης».
Ο Ιταλός πρωθυπουργός, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, γνωρίζοντας πολύ καλά και τα οικονομικά, επισήμανε ότι το πρώτο τρίμηνο του 2022 κινείται στο +0,2%, ενώ και το ΔΝΤ μείωσε τις αρχικές του προβλέψεις για ανάπτυξη στο περίπου 4%.
Ο Μάριο Ντράγκι ανέφερε ότι ο πόλεμος θέτει την ΕΕ ενώπιον της σοβαρότερης κρίσης της ιστορίας της, οικονομικής και ανθρωπιστικής. «Οι χώρες μας αντιμετωπίζουν τη συνέχεια της πανδημίας. Η επιστημονική έρευνα πρόσφερε τη δυνατότητα να σταματήσουμε την εξάπλωση. Με το ίδιο πνεύμα αλληλεγγύης πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του σήμερα. Η πανδημία και ο πόλεμος καλούν τα ευρωπαϊκά όργανα να αναλάβουν ευθύνες που δεν είχαν ποτέ», τόνισε χαρακτηριστικά.
«Οι οικονομικές κυρώσεις δεν έχουν φθάσει στα επιθυμητά αποτελέσματα. Είμαστε στην πρώτη γραμμή και αντιμέτωποι με όλες τις πιθανές επιπτώσεις. Μπορούμε να διασφαλίσουμε την ειρήνη στην ήπειρό μας, έστω και μετά από αιματηρούς πολέμους. Εχουμε εκατομμύρια μετανάστες και πάρα πολλά παιδιά. Πολλές χώρες έκαναν μεγάλες προσπάθειες φιλοξενίας. Πολλοί επέστρεψαν στην πατρίδα τους αλλά δεν ξέρουμε πότε θα τελειώσει ο πόλεμος», είπε ο Ιταλός πρωθυπουργός, επισημαίνοντας ότι «ο πόλεμος έφερε αυξήσεις στην ενέργεια, στις πρώτες ύλες και στα τρόφιμα. Υπάρχει κίνδυνος η αύξηση των τιμών με την έλλειψη λιπασμάτων, να φέρει και επισιτιστική κρίση.»
Ο Μάριο Ντράγκι μίλησε για το πανεθνικό πρότυπο που αποτέλεσε η ΕΕ, τονίζοντας ότι πρέπει να ενωθούν δυνάμεις στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. «Ο μακρύς δρόμος άλλαξε τις ζωές μας προς το καλύτερο. Η ενιαία αγορά εξασφάλισε μορφές κοινωνικής πρόνοιας, μοναδικές στον κόσμο. Λαμβάνονται κοινές αποφάσεις στο Ευρωκοινοβούλιο. Δεν κάνουμε πίσω. Να προτάξουμε την κοινή μας πορεία, να είμαστε πολύ φιλόδοξοι, να σχεδιάσουμε τη νέα Ευρώπη, να εγγυηθούμε την ασφάλεια των μελών μας ως ΕΕ και ΝΑΤΟ», είπε.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στις αμυντικές δαπάνες της ΕΕ, οι οποίες είναι τριπλάσιες της Ρωσίας, αλλά κατανέμονται σε 144 αμυντικά συστήματα, ενώ οι ΗΠΑ έχουν 34, αναφέροντας ότι η ΕΕ χρειάζεται πλέον «κοινή άμυνα και κοινή εξωτερική πολιτική».
Καταλήγοντας, ο Μάριο Ντράγκι είπε ότι πρέπει «να ξεπεράσουμε τη φοβία της ομοφωνίας. Μια Ευρώπη που να αποφασίζει γρήγορα και να είναι πιο αξιόπιστη στους πολίτες. Μια πρώτη κίνηση είναι η διαδικασία διεύρυνσης. Η Ιταλία στηρίζει έναρξη διαπραγματεύσοεν με Αλβανία και Βόρεια Δημοκρατία. Να πάρουν σειρά Μαυροβούνιο, Βοσνία Ερζεγοβίνη και Κόσοβο. Θέλουμε και την Ουκρανία.»
Επίσης, αναφέρθηκε σε έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών, να ενισχυθούν οι νόμιμοι δίαυλοι της Ευρώπης, η Μεσόγειος.
«Το αύριο περνά από τις επενδύσεις που θα κάνουμε σήμερα. Πρέπει να βάλουμε ανώτατη τιμή στο φυσικό αέριο που εισάγουμε από τη Ρωσία. Η Ευρώπη εξαρτάται από εκεί και πρέπει να μειώσουμε την εξάρτηση αυτή και τα ποσά που στέλνουμε στον Πούτιν, με τα οποία χρηματοδοτεί τον πόλεμο», κατέληξε.
Το «Μέλλον της Ευρώπης»
Στις 29 και 30 Απριλίου η σύνοδος ολομέλειας της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης συνεδρίασε και συμφώνησε σε μια σειρά από 49 αναλυτικές προτάσεις, οι οποίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, από την κλιματική αλλαγή έως την υγεία, τη μετανάστευση και την ΕΕ στον κόσμο. Προηγήθηκε ένα εξαιρετικό ταξίδι που κράτησε έναν χρόνο, με συζητήσεις, διαβουλεύσεις και συνεργασίες μεταξύ πολιτών απ’ όλη την Ευρώπη, σχετικά με το σε τι είδους Ευρώπη θέλουν να ζήσουν.
Οι εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων εξέφρασαν τη συναίνεσή τους, όσον αφορά τις προτάσεις.