O πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζει να μαίνεται, χωρίς να διακρίνεται κάποια αποφασιστική εξέλιξη στον ορίζοντα: Η ουκρανική αντεπίθεση, παρά τις προσδοκίες, δεν έχει εξελιχθεί ως τώρα όπως αναμενόταν, «κολλώντας» στις ρωσικές γραμμές άμυνας, με τα εκτενή τους ναρκοπέδια και άλλα οχυρωματικά έργα. Αν και αναφέρθηκε ρήγμα στην πρώτη και ισχυρότερη ρωσική γραμμή άμυνας στον νότο, δεν είναι λίγοι αυτοί που εκφράζουν αμφιβολίες για το τι επιτυχίες μπορούν να σημειωθούν μέχρι ο καιρός να δυσκολέψει πολύ την κατάσταση, ενώ, από την πλευρά της Ρωσίας, οι επιθέσεις με πυραύλους και drones εναντίον στόχων ανά την Ουκρανία συνεχίζονται, ωστόσο, παρά την πίεση που ασκείται σε κάποια σημεία του μετώπου, οι ρωσικές δυνάμεις δεν φαίνονται ικανές να καταφέρουν και αυτές από πλευράς τους κάποιο αποφασιστικό πλήγμα.
Το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει εν μέσω της «ομίχλης του πολέμου», σε μια σύγκρουση η οποία διαρκεί προφανώς πολύ περισσότερο από ό,τι περίμενε και επιδίωκε το Κρεμλίνο όταν εισέβαλε τον Φεβρουάριο του 2022, είναι απλό: Ποιος έχει το «πάνω χέρι» στον πόλεμο, και πότε και πώς αυτός θα τελειώσει (ή, έστω, θα υπάρξει κάποιου είδους εκεχειρία). Κάποιες απαντήσεις (ή, έστω, εκτιμήσεις) σε αυτό το ερώτημα επιχειρούν να δώσουν, μιλώντας στη HuffPost Greece, δύο αναλυτές: Ο Τομ Γκράχαμ, distinguished fellow του Council of Foreign Relations και η Μαρίνα Μιρόν, αμυντική/ στρατιωτική αναλύτρια στο Defence Studies Department του King’s College London.
Πόλεμος φθοράς
Φαινομενικά, η πιο απλή ερώτηση είναι «ποιος κερδίζει τον πόλεμο» αυτή τη στιγμή. Η Ουκρανία αντεπιτίθεται και η Ρωσία αμύνεται στις κατεχόμενες περιοχές, ενώ παράλληλα συνεχίζει να εξαπολύει επιθέσεις με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη ανά την Ουκρανία. Από πλευράς τους οι δυνάμεις του Κιέβου σημειώνουν βραδεία πρόοδο, δεδομένης της ισχυρής ρωσικής άμυνας και της έλλειψης αεροπορικής ισχύος, εξαπολύοντας και αυτές χτυπήματα με drones κατά της Κριμαίας και βάσεων και πόλεων στη Ρωσία.
Κατά τον κ. Γκράχαμ, αυτή τη στιγμή κανείς δεν φαίνεται να «κερδίζει»: «Σίγουρα οι Ρώσοι απέχουν από την επίτευξη των στόχων τους- υπάρχει βέβαια μεγάλος βαθμός αβεβαιότητας ως προς το τι προσπαθούν να επιτύχουν αυτή τη στιγμή. Αρχικά ο Πούτιν είχε μιλήσει για αποναζιστικοποίηση και αποστρατιωτικοποίηση. Υπάρχουν εικασίες πως προσπαθούν να ελέγξουν πλήρως τις τέσσερις περιφέρειες που προσάρτησαν παράνομα πέρυσι, μα δεν κατέχουν πλήρως όλη την περιοχή καμίας εξ αυτών. Όσον αφορά στους Ουκρανούς, έχουν δηλώσει ξεκάθαρα πως ο στόχος τους ήταν η απελευθέρωση όλων των εδαφών που κατέλαβε η Ρωσία από το 2014. Πέτυχαν σημαντικά κέρδη στο Χάρκοβο και στη Χερσώνα πέρυσι, μα από τις αρχές αυτού του έτους έχουν πάρει πολύ λίγες περιοχές. Οπότε και αυτοί απέχουν από τους στόχους που έχουν δηλώσει σε αυτό το σημείο. Και για αυτό έχουμε έναν πόλεμο φθοράς. Καμία πλευρά δεν είναι κοντά στην επίτευξη των στόχων που έχει θέσει, καμία πλευρά δεν είναι έτοιμη να τα παρατήσει αυτή τη στιγμή, και οι δύο έχουν υλικούς και ανθρώπινους πόρους και την πολιτική βούληση να συνεχίσουν».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο αναλυτής του Council of Foreign Relations εκτιμά ότι αυτό που θα βλέπουμε το επόμενο χρονικό διάστημα είναι ένας πόλεμος φθοράς, με επιθέσεις και από τις δύο πλευρές που δεν θα καταλαμβάνουν πολλά εδάφη, με την κάθε πλευρά να προσπαθεί να φθείρει την άλλη, καταστρέφοντας τους πόρους της, αυξάνοντας τις απώλειές της, μειώνοντας τη θέληση για μάχη, με απώτερο στόχο μια στρατιωτική νίκη ή μια διαπραγμάτευση η οποία θα ευνοεί τη Μόσχα ή το Κίεβο. «Αυτό πιστεύω ότι θα δούμε σε αυτό το σημείο- μια συνέχιση της σύγκρουσης, με την ένταση να αλλάζει από καιρό σε καιρό, μα καμία πλευρά δεν έχει κίνητρο να κάνει πίσω αυτή τη στιγμή» προσθέτει.
Όσον αφορά στο ενδεχόμενο κάποιου «ρήγματος» ή δραματικής εξέλιξης, ο κ. Γκράχαμ σχολιάζει πως «δεν μπορείς να τα αποκλείσεις, εξάλλου υπάρχουν αναφορές πως η Ουκρανία είχε επιτυχίες στον νότιο άξονα της αντεπίθεσής της, μα είναι ακόμα μακριά από την επίτευξη του δηλωθέντος στόχου της αντεπίθεσης, δηλαδή την ανάκτηση αρκετών εδαφών και ειδικά την αποκοπή της χερσαίας γέφυρας μεταξύ Ρωσίας και Κριμαίας».
Όσον αφορά σε πιο φιλόδοξους μακροπρόθεσμα στόχους, όπως η ανάκτηση της Μαριούπολης ή της Κριμαίας, ο κ. Γκράχαμ εκτιμά πως η αντεπίθεση δεν φαίνεται πως θα φτάσει στη Μαριούπολη ή τη Μελιτόπολη, «μα είναι σχεδόν βέβαιο πως θα έχουμε περαιτέρω επιθέσεις από τους Ουκρανούς την άνοιξη ή το καλοκαίρι του επόμενου έτους. Μεγάλο μέρος της προόδου τους θα εξαρτηθεί από τη στήριξη που θα συνεχίσει να έρχεται από τη Δύση, τις βελτιώσεις στις δυνατότητές τους και το τι είναι έτοιμοι οι Ρώσοι να κάνουν στο πλαίσιο της άμυνάς τους. Ωστόσο η Κριμαία είναι κάτι διαφορετικό, θα χρειάζονταν τεράστιες δυνατότητες από πλευράς της Ουκρανίας για την ανάκτηση της Κριμαίας, εν μέρει επειδή, όπως νομίζω, ο πληθυσμός της Κριμαίας θέλει να είναι μέρος της Ρωσίας. Δημοσκοπήσεις μετά το 2014 έδειξαν πως η στήριξη ήταν πολύ μεγάλη, οι Ρώσοι είναι οχυρωμένοι εκεί, είναι μια περιοχή σημαντικής στρατηγικής αξίας για τους Ρώσους. Η Ρωσία θα ρίξει ό,τι έχει και δεν έχει για να υπερασπιστεί την Κριμαία. Από πρακτικής άποψης φαίνεται πιθανότατα πέραν των δυνατοτήτων της Ουκρανίας σχεδόν σε κάθε σενάριο που μπορεί να σκεφτεί κανείς».
Ως προς το ενδεχόμενο η Ρωσία να προσπαθούσε ξανά ένα χτύπημα «αποκεφαλισμού», απειλώντας το Κίεβο, σχολιάζει πως «η επιχείρηση δεν πήγε καλά την πρώτη φορά και δεν φαίνονται να έχουν τους πόρους για μια τέτοια επιχείρηση αυτή τη στιγμή...δε νομίζω ότι θα δούμε δραματικές αλλαγές στο μέτωπο τους επόμενους μήνες, και πιθανώς για έναν χρόνο ή παραπάνω».
Οι στρατιωτικοί στόχοι και η λογική της ποσότητας και των αριθμών
Από πλευράς της η κ. Μιρόν υπογραμμίζει πως δεν υπάρχει ένα μεμονωμένο κριτήριο ή «μέτρο» που να ορίζει ποιος σημειώνει μεγαλύτερη πρόοδο και «νικάει»: «Μπορεί να έχει να κάνει με τα εδάφη που ελέγχονται, με την ισχύ των ενόπλων δυνάμεων και τον όγκο των απωλειών. Σε κάθε περίπτωση, προκειμένου να το προσεγγίσω αυτό, θα εξετάσω τους στρατιωτικούς στόχους- ποια χώρα είναι πιο κοντά στην επίτευξη των στόχων της».
Αρχίζοντας από την Ουκρανία, η κ. Μιρόν τονίζει πως η θέση της φαίνεται να χαρακτηρίζεται από έναν βαθμό αβεβαιότητας- δεδομένων και των αλλαγών στο υπουργείο Άμυνας. «Ας δούμε τι λέει ο Ζελένσκι, πως θέλουν να ανακτήσουν κάθε ίντσα εδάφους, περιλαμβανομένης της Κριμαίας- αυτό θα συνεπαγόταν επίσης και έλεγχο της περιοχής, επειδή το να καταλάβεις μια περιοχή δεν είναι το ίδιο με το να την ελέγξεις. Με βάση αυτό, πόσο κοντά είναι οι Ουκρανοί στην επίτευξη των στόχων αυτών; Αν δούμε τα “μαθηματικά”, οι Ρώσοι ελέγχουν ακόμα ένα σημαντικό, γύρω στο 20%, ποσοστό της ουκρανικής επικράτειας, συν την Κριμαία. Αυτό δεν είναι καλό για τους Ουκρανούς, καθώς δεν φαίνονται να είναι κοντά στο να διώξουν τους Ρώσους- θα έπρεπε να διασφαλίσουν πως θα αποκοπεί ο ανεφοδιασμός των δυνάμεων στον βορρά και στον νότο και θα έπρεπε να ανακτήσουν όλο το Ντονμπάς και να το ελέγξουν πριν προχωρήσουν στην Κριμαία, που είναι βαρέως στρατιωτικοποιημένη. Δεν είναι εύκολη αποστολή. Και από ό,τι βλέπουμε αυτή τη στιγμή, η αντεπίθεση δεν πηγαίνει όπως σχεδιαζόταν, οι σύμμαχοι ξεμένουν από υλικό για να στείλουν στην Ουκρανία, ο καιρός δεν θα ευνοεί μεγάλες επιθέσεις σε έναν μήνα περίπου. Στον βορρά, οι Ρώσοι επιτίθενται σε ουκρανικές θέσεις, οπότε υπάρχει ένας κίνδυνος να υπάρξει ρήγμα από τους Ρώσους, μα είναι πολύ νωρίς για να πει κανείς».
Όπως σημειώνει, η κύρια δράση λάμβανε χώρα στην περιοχή του Ρομπότινε, της Ζαπορίζια και του Κουπιάνσκ- αν και υπήρχε δραστηριότητα και στο Μπαχμούτ, δεν φαινόταν ιδιαίτερα σημαντική προς το παρόν.
Όσον αφορά στο πόσο κοντά είναι η Ρωσία θα κάτι που θα μπορούσε να δηλώσει ως νίκη: «Έλεγαν πως ήθελαν να “ελευθερώσουν” το Ντονμπάς. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι οι Ρώσοι θα ήθελαν να καταλάβουν τα εδάφη μεταξύ Χαρκόβου και Οδησσού...μα δεν είναι κοντά σε κάτι τέτοιο. Έχουν βομβαρδίσει πολύ την Οδησσό, μα δεν έχουν στείλει στρατεύματα εκεί. Δεν πρόκειται να λάβει χώρα γενική επιστράτευση, μα φαίνεται πως έρχεται μερική, και νομίζω πως θα τη δικαιολογήσουν εύκολα λόγω των επιθέσεων με drones. Κινούνται προς τα εμπρός στον βορρά, έχουν οχυρωθεί καλά στη Ζαπορίζια, θα δούμε τι θα συμβεί εκεί. Είναι πολύ νωρίς για να πούμε με σιγουριά, μα φαίνεται πως οι δυνάμεις στον βορρά δεν είναι το ίδιο ικανές ή καλά εξοπλισμένες, κάτι που μπορεί να σημαίνει πως γίνεται “ανταλλαγή” εδαφών με τη Ζαπορίζια...δεδομένου ότι οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν απλωθεί πολύ».
Όπως λέει η κ. Μιρόν, με καθαρά ποσοτικούς όρους, και από άποψης εδαφών που ελέγχονται, θα μπορούσε να ειπωθεί πως οι Ρώσοι «κερδίζουν», καθώς είναι πιο κοντά στην επίτευξη των στόχων τους, τους οποίους όμως οι ίδιοι έχουν αλλάξει πολλές φορές: «Ας θεωρήσουμε ότι ο στρατιωτικός τους στόχος είναι η κατάληψη του Ντονμπάς, είναι πιο κοντά από ό,τι οι Ουκρανοί, παρά τις δυσκολίες- η κατάσταση αυτή τη στιγμή φαίνεται πιο ευνοϊκή για τη Ρωσία, ειδικά με τις μεταβολές στη γεωπολιτική κατάσταση και τις BRICS και τις επερχόμενες εκλογές στις ΗΠΑ. Οι Ουκρανοί επίσης έχουν προβλήματα σε ανθρώπινο δυναμικό, οπότε από άποψης ωμής ισχύος και στρατιωτικών δυνατοτήτων η Ρωσία φαίνεται να έχει το πάνω χέρι, και αυτό δεν θα είχε αμελητέα επίδραση στην έκβαση του πολέμου. Πρέπει να το θυμόμαστε αυτό: Τι έχει η κάθε χώρα για να επιτύχει τους στόχους της».
Επίσης, ένας άλλος σημαντικός πυλώνας είναι αυτός της ανοικοδόμησης: «Δεν καταλαμβάνεις απλά εδάφη, πρέπει και να τα κρατήσεις, να τα ανοικοδομήσεις, και αυτό είναι σημαντικό κομμάτι, δεν είναι μάχη, μα είναι έντονο από πλευράς εργασιών και πολύ δαπανηρό...η Ουκρανία εξαρτάται πολύ από αυτά που λαμβάνει από τη Δύση, τόσο σε στρατιωτική όσο και σε ανθρωπιστική βοήθεια, οπότε ακόμα και αν ο Ζελένσκι καταφέρει να υλοποιήσει τους στρατιωτικούς στόχους του, θα πρέπει να γίνουν πολλές εργασίες. Η έκταση και η ποιότητά τους θα καθορίσει την ειρήνη. Πρέπει να το κατανοούμε αυτό, να κατανοούμε ότι πρέπει να υπάρχει ένα βιώσιμο σχέδιο για την ανοικοδόμηση αυτών των περιοχών...αυτά είναι ερωτήματα που τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Ουκρανοί πρέπει να θέτουν στους εαυτούς τους- έχουν τους πόρους; Η Ρωσία έχει σίγουρα τους πόρους. Δεν είναι σε καλή κατάσταση, μα μπορεί να τα καταφέρει, ενώ επίσης δεν είναι απομονωμένη. Οπότε από αυτή την οπτική έχει καλύτερες πιθανότητες να ασφαλίσει αυτές τις περιοχές και να τις ανοικοδομήσει- αν και το σε τι βαθμό θα μπορούσε να τις ανοικοδομήσει είναι άλλο ερώτημα, μιλάμε από οικονομικής άποψης και δυνατοτήτων όσον αφορά στο απαραίτητο ανθρώπινο δυναμικό που πρέπει να πάει εκεί. Επειδή αν δεν σταθεροποιήσεις αυτές τις περιοχές και δεν τις ανοικοδομήσεις, τότε θα έχεις άλλα προβλήματα, εξεγέρσεις και αντάρτικο, οπότε είναι πολύ σημαντικό αυτό. Όπως είδαμε και στο Ιράκ το 2003, μια επιτυχής στρατιωτική επιχείρηση δεν εγγυάται απαραίτητα σταθερότητα».
Ο θάνατος και η «κληρονομιά» του Γεβγκένι Πριγκόζιν
Ο άλλοτε «σεφ του Πούτιν» και μετέπειτα επικεφαλής της μισθοφορικής Wagner Group εξελίχθηκε σε μια πολύ ιδιαίτερη φιγούρα- σύμβολο του πολέμου στην Ουκρανία, λόγω της μεγάλης του κόντρας με την ηγεσία των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και, μετά, της στάσης της Wagner. Το τέλος του ήρθε με τη συντριβή του αεροπλάνου στο οποίο επέβαινε, η οποία ερμηνεύτηκε ευρέως ως δολοφονία- μια ενέργεια για να «βγει από τη μέση» ένας «παίκτης» η επιρροή του οποίου είχε αρχίσει να ενοχλεί άλλους «ισχυρούς παίκτες». Πολλοί «βλέπουν» το Κρεμλίνο πίσω από τη συντριβή του αεροπλάνου και τον θάνατο του Γεβγκένι Πριγκόζιν, ωστόσο ουδείς μπορεί να πει με βεβαιότητα τι συνέβη.
Ανεξαρτήτως του ποιοι ευθύνονται για τον θάνατο του επικεφαλής της Wagner, αυτό που έχει πραγματικά σημασία, τονίζει η κ. Μιρόν. είναι η διαχείριση της «αυτοκρατορίας» της Wagner Group, που αποτελούσε ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τη Ρωσία: «Αν θεωρήσουμε πως το Κρεμλίνο ήταν πίσω από τη δολοφονία, δεν θα ήταν εκτός του ρεπερτορίου του Πούτιν να ξεφορτωθεί αυτούς που τον προδίδουν, το έχουμε δει αυτό και με προδότες στο παρελθόν, να εξοντώνονται στη Ρωσία ή σε ξένο έδαφος. Το πρόβλημα για το Κρεμλίνο, αν ήταν πίσω από αυτή την επίθεση, είναι να βρεθεί κάποιος βιώσιμος για αντικατάσταση του Πριγκόζιν, και ο λόγος για αυτό είναι οι εξελίξεις στην αφρικανική ήπειρο, στον Νίγηρα, στη Γκάμπια και σε άλλα μέρη. Η Ρωσία επωφελείται πολύ από την παρουσία της Wagner εκεί, καθώς διασφαλίζει πως προβάλλεται εκεί η ρωσική ισχύς. Τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα αγωνίζονται για τον έλεγχο της Αφρικής και προσπαθούν να βγάλουν έξω τις χώρες της Δύσης, ειδικά τη Γαλλία, το είδαμε αυτό στο Μάλι και πρέπει επίσης να θυμόμαστε πως η Wagner ήταν ενεργή στη Μπουρκίνα Φάσο και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και τη Λιβύη. Επίσης, κάνει προσπάθειες για συνεργασία με τη Νότια Αφρική. Γενικά είναι μια πολύ σημαντική, πλούσια σε πόρους ήπειρος, όπου η Ρωσία χρησιμοποιεί το αφήγημα του θύματος- της θυματοποίησης των αφρικανικών χωρών από τις αποικιακές δυνάμεις. Χρησιμοποιούν αυτό το αφήγημα για να πείσουν αυτές τις χώρες να ξεφορτωθούν τη δυτική παρουσία. Η Wagner Group δεν παρείχε μόνο στρατιωτικές υπηρεσίες στην Αφρική, μα έκανε και μια πολύ στοχευμένη πληροφοριακή εκστρατεία- αυτό ήταν ένα από τα πράγματα που έκανε ο Πριγκόζιν. Οπότε αν χανόταν αυτή τη στιγμή η Αφρική, όπως έχουν τα πράγματα, με τις κυρώσεις κτλ, αυτό θα ήταν πολύ κακό για τη Ρωσία, και θα μπορούσε να επηρεάσει την οικονομία, την παραγωγή και τις δυνατότητές της να υποστηρίξει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Το θέμα εδώ είναι πως η Ρωσία δεν θα στείλει στρατεύματα στην Αφρική για προφανείς λόγους, χρειάζονται κάποιον μεσάζοντα, που θα τους βγάζει χρήματα και θα διασφαλίζει πολιτική στήριξη».
Η «έκπληξη» πάνω σε αυτό το θέμα ήταν αφ’ενός η ταχύτητα των εξελίξεων: «Θα περίμενα το Κρεμλίνο να χρειαζόταν περισσότερο χρόνο για να βρει κάποιον να αναλάβει αυτές τις επιχειρήσεις στην Αφρική. Η Wagner δεν χρειάζεται πλέον στην Ουκρανία, και το να έχει αυτό το εργαλείο που παρέχει έναν βαθμό “plausible deniability” είναι πολύ επωφελές για το Κρεμλίνο. Ο θάνατος του Πριγκόζιν ναι, αποτελεί παραδειγματισμό, μα από την άλλη δημιουργεί δυσκολίες ως προς την κάλυψη αυτού του κενού δυνατοτήτων. Θεωρώ πως θα ήταν κάποιος από τη GRU, κάποιος που τα ανώτερα κλιμάκια της διοίκησης της Wagner ξέρουν και εμπιστεύονται. Πραγματικά δεν ξέρουμε τι συνέβη, μα λογικά μιλώντας, ποιος ωφελείται περισσότερο; Φαίνεται πως το Κρεμλίνο ωφελείται πολύ, ωστόσο ίσως ήταν η GRU ή ακόμα και οι Ουκρανοί, που μπορεί να φοβούνταν ότι οι δυνάμεις της Wagner ίσως έκαναν κάτι από τη Λευκορωσία ή επέστρεφαν στην Ουκρανία. Αυτό ωστόσο που θέλω να τονίσω είναι πως το Κρεμλίνο ρισκάρει να αποδυναμωθεί στην Αφρική. Θα ήταν τόσο βραχυπρόθεσμο όσο και μακροπρόθεσμο πρόβλημα αν η Ρωσία δεν ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσει κάποια δύναμη για να παρέχει υπηρεσίες ασφαλείας εκεί».
Πώς μπορεί να τελειώσει ο πόλεμος
Το κυριότερο ερώτημα των ημερών είναι προφανώς πώς και πότε θα μπορούσε να τελειώσει ο πόλεμος- και, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, απάντηση δεν μπορεί να δοθεί.
«Γενικά οι πόλεμοι τελειώνουν όταν η μία πλευρά επιτύχει μια σημαντική στρατιωτική νίκη- αυτό δεν φαίνεται πιθανό σε αυτό το σημείο- ή όταν είναι εξαντλημένες. Τίποτα δεν δείχνει πως το Κίεβο ή η Μόσχα σκοπεύουν να τα παρατήσουν την παρούσα στιγμή. Και οι δύο θεωρούν πως έχουν επαρκείς δυνατότητες επιστράτευσης, να στέλνουν στρατιώτες στη μάχη, αν και η Ουκρανία ξεκάθαρα μειονεκτεί. Και οι δύο έχουν πολιτική θέληση. Για την Ουκρανία είναι υπαρξιακή μάχη, για τη Ρωσία ο Πούτιν πιστεύει ότι είναι αγώνας ζωής και θανάτου για αυτόν και το καθεστώς του. Το πότε μπορεί να εξαντληθούν κανείς δεν μπορεί να το γνωρίζει, ούτε το πώς μπορεί να μοιάζει μια λύση κατόπιν διαπραγμάτευσης» σημειώνει ο κ. Γκράχαμ.
«Κάποιοι εικάζουν πως αν η Ρωσία μπορούσε να ελέγξει στα αλήθεια τις τέσσερις περιφέρειες που προσάρτησε, θα δήλωνε νίκη και ίσως θα διαπραγματευόταν έναν συμβιβασμό. Είναι σημαντικό ωστόσο να θυμόμαστε πως για τη Ρωσία είναι μια σύγκρουση με τη Δύση. Ακόμα και αν υπάρξει βραχυπρόθεσμα λύση στην Ουκρανία, ή παύση των εχθροπραξιών, θα υπάρχουν πάντα σημαντικές εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, Ρωσίας και Δύσης. Και πάντα η πιθανότητα ανάφλεξης μιας σύγκρουσης στην Ουκρανία ή κάπου αλλού στα σύνορα ΝΑΤΟ- Ρωσίας» καταλήγει ο αναλυτής του Council of Foreign Relations.