Όταν ξεκίνησε η κατ’ ευφημισμό «ειδική στρατιωτική επιχείρησε» όλοι μετά το πρώτο ξάφνιασμα που ένιωσαν από την ρωσική εισβολή στα εδάφη της Ουκρανίας, ανέμεναν ένα σύντομο τέλος, κυρίως λόγω της – όπως πιστευόταν - υπεροχής της ρωσικής στρατιωτικής μηχανής.
Το γεγονός ότι η πολυποίκιλη δυτική συμπαράσταση στην ουκρανική πλευρά δεν μπορούσε να πάρει και την μορφή αποστολής έμψυχου μάχιμου δυναμικού, ενίσχυε την αρχική εντύπωση ότι η ρωσική εισβολή σύντομα θα ολοκληρώσει το έργο της.
Στην συνέχεια άρχισαν στάλα τη στάλα να εμφανίζονται ειδήσεις (από το παρελθόν που υπενθύμιζαν την ροή των γεγονότων από το 2014 και παλαιότερα), περιγραφές (από τα τεκταινόμενα στα πεδία των μαχών).
Ακολούθησαν οι αντιδράσεις των δυτικών κυβερνήσεων με το εμπάργκο στα προϊόντα, στις υπηρεσίες και στα φυσικά πρόσωπα με την ψευδαίσθηση ότι θα συνετισθεί η ρωσική αρκούδα, αλλά η παγκοσμιοποιημένη οικονομική πραγματικότητα, επέτρεψε στην ρωσική οικονομία να βρει τρόπους διαφυγής και υποχρέωσε τις δυτικές κοινωνίες να νοιώσουν απτά την δυσάρεστη - εν προκειμένω - πραγματικότητα όπου η παγκοσμιοποίηση σε όλες τις εκφάνσεις και ιδιαίτερα στην οικονομική της λειτουργία αντιδρά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως ένα στρώμα νερού: αν καθίσεις πάνω σε κάποια πλευρά ενός στρώματος νερού θα προκαλέσεις αναταράξεις σε κάποια άλλη πλευρά του ή και σε κάποιες άλλες πλευρές του.
Τουτέστιν το δυτικό εμπάργκο από την μια πλευρά του στρώματος και στις άλλες του πλευρές, η εκτίναξη του πληθωρισμού και του κόστους ζωής χέρι-χέρι με την ενεργειακή και επισιτιστική κρίση.
Με αυτά και αυτά φθάσαμε σε μια περίοδο σχετικού τέλματος των εχθροπραξιών, όπου τα γεγονότα έρποντας φθάσανε στον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια, όπου για να το πω όσο πιο απλά γίνεται ο πυρηνικός όλεθρος είναι ζήτημα μιας βολής…
«Εύστοχης» ή «άστοχης» βολής δεν έχει σημασία τι όνομα θα της δώσουν ούτε ποια πλευρά την εκτόξευσε, το ερώτημα είναι:
Με ένα πυρηνικό ατύχημα θα πρέπει να τερματισθεί ο παράλογος αυτός πόλεμος;
Με ισχυρότατες συγγενικές σχέσεις οι δυο λαοί - τα ποσοστά Ρώσων και Ουκρανών που έχουν συγγενή από την άλλη πλευρά είναι πολύ υψηλά - έχουν εμπλακεί σε μια χρόνια διαμάχη που πήρε την μορφή (στα όρια) ενός αδελφοκτόνου ξεκληρίσματος , εξ’ ου και ο παραλογισμός, η δε χρόνια άρνηση της Δύσης να αποδεχθεί το δικαίωμα στην άλλη υπερδύναμη την ύπαρξη μιας ζώνης προστασίας μέσα από κάποιο αξιόπιστο διπλωματικό διάλογο - κάτι που αντίστροφα έγινε στην περίπτωση της πυραυλικής κουβανικής κρίσης – ενέτεινε το παράλογο σκηνικό.
«Ο Θεός, μη μπορώντας να συμφιλιώσει τους δυο εχθρούς, τους έδεσε χειροπόδαρα», αναφέρει ένα απόσπασμα από τον «Φαίδωνα» του Πλάτωνα. Οι δυο εχθροί στο παραπάνω απόσπασμα ήταν ο πόνος και η ηδονή και δεν θα μου περνούσε ποτέ απ’ το μυαλό να συσχετίσω με οποιοδήποτε τρόπο τις καταστάσεις αυτές με τις αντιμαχόμενες δυνάμεις. Νομίζω ότι το απόσπασμα δίνει επιγραμματικά την ουσία των σχέσεων του παράξενου αντρόγυνου που εξακολουθούν, για το καλύτερο και το χειρότερο να επηρεάζουν άμεσα και έντονα την καθημερινότητά μας, καθώς καθόμαστε στο στρώμα νερού ή κινούμαστε πάνω σ’ αυτό.
Ο Τσού ’Εν Λάϊ , συχνά έλεγε , αναφερόμενος σε μια παλιά κινέζικη παροιμία: «Οι δυο μεγάλες δυνάμεις κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι, αλλά δεν βλέπουν τα ίδια όνειρα». Πιο σαφής για την φύση των ονείρων αυτών ήταν ο συμπατριώτης του Χουάνγκ Χούα, Υπουργός Εξωτερικών, όταν δήλωσε στην Γ.Σ του ΟΗΕ στις 29/5/1978: «Η μία επιδιώκει να συνεχίζει την εξάπλωσή της και η άλλη να διαφυλάξει τα κεκτημένα».
Πράγματι: η μία αποκαλεί «φορά της ιστορίας» με σκοπό να επωφεληθεί εκείνο, που η άλλη ονομάζει «αποσταθεροποίηση», προκειμένου να το αποφύγει. Αλλά η ύπαρξη πυρηνικών όπλων, πυρηνικών εγκαταστάσεων, η οικονομική αλληλεσύνδεση και αναγκαιότητα περιόριζε ως ένα σημείο μέχρι τώρα την έκταση και την ένταση της δράσης τους, αναγκάζοντάς τες – σύμφωνα με την έκφραση Τσού ’Εν Λάϊ - να μοιράζονται την ίδια κλίνη.
Αυτά ως τα τώρα, όμως βρισκόμαστε στην Ζαπορίζια, και ο πυρηνικός σταθμός και ο περίγυρός του βάλλονται συχνά πυκνά ή κάθε τόσο με τις δύο πλευρές να αλληλοκατηγορούνται και τις τοπικές Αρχές να μοιράζουν χάπια ιωδίου.
Κι αν η κοινή γνώμη (που διεθνώς υφίσταται τα ταρακουνήματα του στρώματος) μπορεί να πιέσει, αν η διεθνής διπλωματία μπορεί να εντείνει τις προσπάθειες της και να εισηγηθεί, κι αν τα διεθνή κέντρα απόφασης εκλογικεύσουν τις απαιτήσεις τους, ίσως προλάβουμε την κρίσιμη βολή πριν τρυπήσει το στρώμα νερού ξεφουσκώνοντάς το και πλημμυρίζοντας τους χρήστες του.
Κάπως έτσι, νομίζω. Αν και υπάρχουν τόσα «αν»…
***
Μιχάλης Κονιόρδος, Καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής