Ένας «φόρος τιμής σε όλες αυτές τις, σε μεγάλο βαθμό, ‘αόρατες’ γυναίκες συγγραφείς, που άνοιξαν τον δρόμο σε πολύ δύσκολες εποχές για το φύλο τους, ώστε να υπάρχουμε εμείς σήμερα».
Με αυτή τη φράση συνοψίζει η Σοφία Ντενίση, καθηγήτρια Ιστορίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τµήµα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών την ουσία της έκδοσης «Με την πένα σπαθί: Κείμενα Ελληνίδων του 19ου αιώνα για τον αγώνα του 1821» (εκδόσεις Πατάκη), στην οποία υπογράφει την επιμέλεια.
Ένας τόμος στον οποίο συστήνονται μέσω των κειμένων τους -από εκκλήσεις για ενίσχυση του Αγώνα και ποιήµατα εξυµνητικά της ανδρείας στις µάχες του ’21, έως το πρώτο έµµετρο χρονικό της εξέγερσης στην Κρήτη- δώδεκα Ελληνίδες του 19ου αιώνα.
Ποιες είναι αυτές οι λόγιες, δυναμικές και στην πλειοψηφία τους λησμονημένες Ελληνίδες; Μαντώ Μαυρογένους, Ευανθία Καΐρη, Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αγγελική Πάλλη-Μπαρτολομέι (Βαρθολομαίη), Αντωνούσα Καμπουράκη, Μελπομένη X. Καπετανάκη, Ελένη Γουσίου, Αιμυλία Θ. Βελ(λ)ιανίτου, Μαριέττα Μπέτσου, Αγανίκη Μαζαράκη, Ελένη Γεωργίου, Ευγενία Ζωγράφου.
Με πολύτιμο οδηγό την εισαγωγή όπου δίνονται πληροφορίες για τον βίο και την πολιτεία των δώδεκα αυτών γυναικών, όπως και για την ανθρωπογεωγραφία της εποχής, ο αναγνώστης ξεκινά το ταξίδι του με την Μαντώ Μαυρογένους (1796 - 1840), γνωρίζοντας στην πραγματικότητα για πρώτη φορά τον τόνο της φωνής της.
«… Η Μαντώ έχει εγκατασταθεί στο Ναύπλιο από τις αρχές του 1823, όταν ήρθε σε διάσταση με τη μητέρα της επειδή διέθεσε την προσωπική της περιουσία για τον Αγώνα, στον οποίο και συμμετείχε ενεργά. Το Ναύπλιο εκείνη την περίοδο ήταν η έδρα του στρατιωτικού κόμματος του Κολοκοτρώνη, στο οποίο είχε προσχωρήσει ο Δημήτριος Υψηλάντης, που το συγκεκριμένο διάστημα διατηρούσε ερωτική σχέση με τη Μαντώ. Ούτε το έτος ούτε η επιλογή των Αγγλίδων φαίνεται ότι είναι τυχαία. Το 1824 είναι η χρονιά που έχει ξεσπάσει ο πρώτος εμφύλιος της Επανάστασης· είναι επίσης η χρονιά κατά την οποία έχει εξασφαλιστεί το πρώτο δάνειο από την Αγγλία, που φαίνεται να στηρίζει εμπράκτως τον Αγώνα· είναι όμως και η χρονιά που ο λόρδος Βύρων έχει χάσει τη ζωή του στο Μεσολόγγι, ερχόμενος να πολεμήσει στο πλευρό των Ελλήνων, γεγονός που έχει προκαλέσει έξαρση στα φιλελληνικά αισθήματα των Ευρωπαίων. Η Μαυρογένους, απευθύνοντας την έκκλησή της στις Αγγλίδες Φιλελληνίδες ακολουθεί τη διεθνή πρακτική των εκκλήσεων, θεωρώντας ότι κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο οι Αγγλίδες είναι θετικά διακείμενες προς την Ελλάδα. Η σύναψη του δανείου παρουσιάζει τη Βρετανία ως προστάτιδα χώρα και ο ένδοξος θάνατος του διασημότερου ποιητή της εποχής λίγους μήνες νωρίτερα, συνδεδεμένου με την ελληνική Επανάσταση, έχει προκαλέσει παγκόσμια συγκίνηση και έντονα φιλελληνικά αισθήματα. Η έκκληση της Μαυρογένους είναι ένα πολιτικό κείμενο…»
-Κυρία Ντενίση, πώς γεννήθηκε η ιδέα -με ποιά αφορμή- για το Ανθολόγιο «Με την πένα σπαθί»;
Το βιβλίο αυτό αποτελεί κομμάτι της μακρόχρονης ενασχόλησής μου με τις λόγιες Ελληνίδες του 19ου αιώνα, και της επιθυμίας μου να γίνουν γνωστές οι ίδιες και το αγνοημένο έργο τους στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Τα ανθολογούμενα κείμενα αποτελούν κομμάτι του δυσπρόσιτου υλικού που έχω συλλέξει για τις γυναίκες συγγραφείς του 19ου αιώνα κατά τη διάρκεια των τριάντα χρόνων που ασχολούμαι συστηματικά με το θέμα. Στην προσπάθεια αυτή με συνέδραμε σημαντικά η αγαπητή συνάδελφος Βαρβάρα Ρούσσου, άξια μελετήτρια των σπουδών του φύλου.
-Επιλέξατε κείμενα Ελληνίδων του 19ου αιώνα που έχουν ως επίκεντρο την Επανάσταση του 1821, άγνωστα ως επί το πλείστον. Ορισμένα δε από αυτά, βλέπουν το φως για πρώτη φορά μετά την αρχική τους εκείνη έκδοση ή δημοσίευση.
Θεωρώ πως αυτή η πλευρά καταγραφής της ιστορίας παραμένει μέχρι της μέρες μας μια αθέατη πλευρά, γιατί είναι η οπτική των γυναικών συγγραφέων σε σχέση με την εξέγερση του 1821. Στα κείμενα αυτά αποκαλύπτεται με τρόπο γοητευτικό η ανάδυση της συνείδησης του φύλου σε μια πολύ πρώιμη εποχή. Φωτίζονται ακόμη πλευρές της γυναικείας συμμετοχής στον Αγώνα, που παραβλέπει η επίσημη ιστορία.
-Το Ανθολόγιο εκκινεί με τη δυναμική -και διεθνώς γνωστή εκείνη την εποχή- Μαντώ Μαυρογένους. Με δύο επιστολές της - εκκλήσεις για βοήθεια προς τις κυρίες της Αγγλίας (1824) και προς τις Παρισινές κυρίες (1825). Ποια θεωρείτε ότι είναι η πιο σημαντική στιγμή της συμβολής της στον Αγώνα;
Εγώ δεν θα κρίνω τη σημαντικότερη στιγμή της συμβολής της στον Αγώνα. Ας το κάνουν οι ιστορικοί. Αυτό που προσπαθώ να φανερώσω είναι η δυναμική της προσπάθεια για την κινητοποίηση του γυναικείου φύλου στην Ευρώπη, με τις δύο αυτές, σχεδόν παντελώς άγνωστες, επιστολές της προς τις ευρωπαίες Φιλελληνίδες. Αποκαλύπτουν, ειδικά η επιστολή προς τις Γαλλίδες, μια εντελώς άγνωστη πτυχή μιας εξαιρετικά τολμηρής προσωπικότητας, που δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει αιχμηρό λόγο για το καλό της Ελλάδας.
-Είναι εντυπωσιακό ότι η λόγια Ευανθία Καΐρη, αδελφή του διαφωτιστή φιλοσόφου και κληρικού Θεόφιλου Καΐρη, οι επιστολές της οποίας επίσης περιλαμβάνονται στο Ανθολόγιο, δημοσίευσε ανυπόγραφο το 1826 το μοναδικό έργο της «Νικήρατος».
Το να δημοσιεύσει μια νεαρή Ελληνίδα ένα πρωτότυπο έργο, έστω και πατριωτικού περιεχομένου, ανωνύμως σε μια τόσο πρώιμη εποχή δεν πρέπει να μας εντυπωσιάζει, όταν η κορυφαία βικτωριανή μυθιστοριογράφος Mary Ann Evans σε μια μεταγενέστερη περίοδο υπέγραφε τα μυθιστορήματά της ως George Eliot και η κορυφαία γαλλίδα συγγραφέας Amantine Lucile Aurore Dupin de Francueil ως George Sand. Όμως παρά την ανωνυμία του δράματος, γνωρίζουμε πως η συγγραφέας του ήταν γνωστή τουλάχιστον στους κύκλους των λογίων της εποχής.
-Η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου στη Ζάκυνθο, δεν τόλμησε καν να δημοσιεύσει -παρά την επιθυμία της- έργο της όσο ζούσε. Μάλιστα, συγκρίνετε την περίπτωση της (και όχι μόνο) με της κορυφαίας Αμερικανίδας ποιήτριας του 19ου αιώνα Έμιλι Ντίκινσον, η οποία παρότι κι εκείνη εξόχως παραγωγική, δημοσίευσε ελάχιστα ποιήματα μέχρι τον θάνατό της. Ωστόσο, η Αντωνούσα Καμπουράκη στην Κρήτη είναι η πρώτη Ελληνίδα ποιήτρια η οποία εκδίδει επώνυμα έργο της το 1840. Πού αποδίδετε αυτές τις διαφορές;
Διαφορετικές κοινωνίες, διαφορετικές εμπειρίες και σίγουρα διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες. Δεν μπορώ να συγκρίνω μια επτανήσια αρχόντισσα που μεγάλωσε με ιδιωτικούς δασκάλους, έγκλειστη, παντρεύτηκε το εκλεκτό της οικογένειας και πέθανε νεότατη στη γέννα, με μια κρητικοπούλα, αυτοδίδακτη, δυναμική γυναίκα, που περιγράφει την εξέγερση στην πατρίδα της ως αυτόπτης μάρτυρας, επιβιώνει θανάτων συζύγου και παιδιού, εκπατρίζεται και ξεκινά να γράφει κατά τη χηρεία της, για να ξεπεράσει τον πόνο της απώλειας του παιδιού της, αγωνιζόμενη ως πρόσφυγας να επιβιώσει.
-Πόσο μοναδική είναι η περίπτωση της γεννημένης στο Λιβόρνο από πατέρα Ηπειρώτη, Αγγελικής Πάλλη-Μπαρτολομέι, γνωστής για το φιλολογικό της σαλόνι και τις μεγάλες λογοτεχνικές μορφές που σύχναζαν εκεί, η οποία τιμήθηκε μετά τον θάνατό της από το Λιβόρνο με προτομή για την πνευματική συνεισφορά της;
Ευτυχώς δεν είναι μια μοναδική περίπτωση, είναι σίγουρα, όμως, μια ξεχωριστή περίπτωση. Υπάρχουν και άλλες εξίσου αξιόλογες συγγραφείς με ελληνική καταγωγή που διέπρεψαν στην Ιταλία, όπως η κερκυραία Ισαβέλλα Θεοτόκη-Αλμπρίτζι, η Στάελ της Βενετίας σύμφωνα με τον λόρδο Βύρωνα και αργότερα η ελληνοϊταλίδα Ματίλντε Σεράο με μητέρα καταγόμενη από την Πάτρα, δημοσιογράφος, εκδότρια εφημερίδας και φημισμένη πεζογράφος, έξι φορές υποψήφια για νόμπελ λογοτεχνίας .
-Ποια από όλες αυτές τις γυναίκες θα θέλατε να έχετε γνωρίσει και γιατί;
Τις αγαπώ και τις θαυμάζω όλες και την κάθε μια από αυτές ξεχωριστά. Αυτό το βιβλίο, άλλωστε, όπως και το προηγούμενό μου, Ανιχνεύοντας την αόρατη γραφή: γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού διαφωτισμού – ρομαντισμού, αποτίνουν φόρο τιμής σε όλες αυτές τις, σε μεγάλο βαθμό, «αόρατες» γυναίκες συγγραφείς, που άνοιξαν τον δρόμο σε πολύ δύσκολες εποχές για το φύλο τους, ώστε να υπάρχουμε εμείς σήμερα.
-Αφιερώνετε το βιβλίο στη μνήμη της μητέρας σας Μαρίας Γαρδίκη-Ντενίση «που λάτρευε την Ιστορία και τις ιστορίες των γυναικών».
Νομίζω πως η αφιέρωση τα λέει όλα. Είχαμε μια σπουδαία μητέρα, μορφωμένη, δυναμική και φεμινίστρια, εργαζόμενη σε δύσκολο κλάδο, που μας έμαθε να αγαπούμε τις γυναίκες και τις ιστορίες τους. Λάτρευε τη Simone de Beauvoir και το έργο της, ήταν συνδρομήτρια στο φεμινιστικό περιοδικό Ms και εργαζόταν συστηματικά για τη βελτίωση της θέσης των γυναικών στον τόπο μας. Σε αυτήν οφείλω, και είναι μια από τις πολλές οφειλές μου, την ενασχόληση μου με τις λόγιες Ελληνίδες του 19ου αιώνα. Είμαι σίγουρη πως χαίρεται από εκεί ψηλά για την έκδοση του βιβλίου αυτού.