Ο Θανάσης Καμπαγιάννης ήταν συνήγορος πολιτικής αγωγής στην δίκη της Χρυσής Αυγής και τον Φεβρουάριο εξέδωσε την μακροσκελή αγόρευση του σε βιβλίο (εκδόσεις Αντίποδες) με τίτλο «Με τις μέλισσες ή με τους λύκους». Τώρα μια δημιουργική ομάδα μετέτρεψε το βιβλίο του σε ένα επί της ουσίας πολυμεσικό ομότιτλο θεατρικό έργο το οποίο παρουσιάζεται σε πέντε (19 – 23 Σεπτεμβρίου) ήδη sold out παραστάσεις στον κινηματογράφο «Τριανόν».
Η αρχική ιδέα ήταν του Παύλου Κατσιβέλη, ιδρυτή και ηγετικής φυσιογνωμίας του συγκροτήματος JazzMatazz αλλά και συνθέτη της μουσικής επένδυσης πολλών θεατρικών παραστάσεων. Οι αδελφές Λυδία και Δανάη Λιοδάκη έκαναν την δραματουργική επεξεργασία του κειμένου με την δεύτερη να αναλαμβάνει την σκηνοθεσία ενώ η εκτέλεση της παραγωγής είναι του Φοίβου Πετρόπουλου. Ο Γεράσιμος Γεννατάς ενσαρκώνει τον έναν και μοναδικό ρόλο, αυτόν του Θανάση Καμπαγιάννη αλλά στη σκηνή βρίσκονται και δύο μουσικοί, ο Παύλος Κατσιβέλης και ο Γιώργος Χανός που συνυπογράφουν την μουσική και συμμετέχουν ποικιλότροπα σε αυτό.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το «Με τις μέλισσες ή με τους λύκους» είναι μια μεταφορά του λογοτεχνικού είδους της μεταμυθοπλασίας στο θέατρο καθώς παίρνει ένα κείμενο – ντοκουμέντο, αυτό της αγόρευσης του Θ. Καμπαγιάννη και το μεταπλάθει σε ένα σε πρώτο επίπεδο «μυθοπλαστικό» δρώμενο που όμως δεν παύει ούτε στιγμή να αναφέρεται στα απολύτως αληθινά γεγονότα της ύπαρξης της Χρυσής Αυγής, της δράσης της και βέβαια της δίκης της. Η δραματουργία της παράστασης είναι τέτοια ώστε υπάρχουν μέρη στα οποία ο κεντρικός χαρακτήρας παύει να είναι ο δικηγόρος ο οποίος αγορεύει και γίνεται ο σίγουρος για την δύναμη του φασίστας που αφήνει την μισανθρωπία του να εκδηλωθεί εξαπολύοντας απειλές και ύβρεις κατά πάντων μη ομοίων του αλλά και ο κατηγορούμενος πλέον θρασύδειλος φασίστας ο οποίος σχεδόν εκλιπαρεί και γελοιοποιείται με τον γλοιωδέστερο τρόπο προσπαθώντας να γλιτώσει το τομάρι του. Μέσα από αυτό όμως φαίνεται καθαρά και η ευθύνη όχι των ηθικών αυτουργών αλλά των πρωταιτίων για κάθε αποτρόπαιη πράξη της ΧΑ οι οποίοι δεν είναι άλλοι από την φυσική και ιδεολογική ηγεσία της.
Εξαίρετος ο Γεράσιμος Γεννατάς, τόσο στο κύριο, καθαρά καταγγελτικό μέρος του ρόλου του όσο και σαν αρχικά επίφοβο αλλά τελικά αξιοθρήνητο και γελοιωδέστερο του γελοίου μέλος της ΧΑ, εκθέτοντας έτσι όλη την περισσότερο τραγικωμική παρά το αντίστροφο φύση της ψυχοπαθολογικής φασιστικής προσωπικότητας. Πάρα πολύ σημαντική όμως είναι και η παρουσία και η συμβολή στο τελικό αποτέλεσμα αυτού του ουσιαστικά θεατρικού μονολόγου των Παύλου Κατσιβέλη και Γιώργου Χανού. Με την επένδυση να προέρχεται στο μεγαλύτερο ποσοστό της από φυσικές πηγές - φωνές μελών της ΧΑ, ήχους και θορύβους – και όχι από μουσικά όργανα και άπαντα στη συνέχεια να επεξεργάζονται ηλεκτρονικά σε πραγματικό χρόνο επί σκηνής οι παρεμβάσεις τους σχολιάζουν, υπογραμμίζουν και αναδεικνύουν την αφήγηση ενώ σε κάποιες σύντομης διάρκειας περιπτώσεις τα ηχοτοπία τους φτάνουν μέχρι και να συμπληρώνουν το δρώμενο.
Το «Με τις μέλισσες ή με τους λύκους» είναι ένα βαθιά πολιτικό έργο, όχι μόνο δεν φοβάται να πάρει θέση αλλά και επιδιώκει και το κατορθώνει να είναι μια γροθιά στο στομάχι, τουλάχιστον του εφησυχασμού. Είναι η οργισμένη κραυγή του δημοκρατικού ανθρώπου, ανεξαρτήτως πολιτικών τοποθετήσεων, κατά του όνειδους για την ανθρωπότητα που ονομάζεται φασισμός. Κατονομάζει ενόχους για ένα συγκεκριμένο έγκλημα, την δολοφονία του Παύλου Φύσσα και για μια σειρά από άλλες βίαιες και βέβαια αξιόποινες πράξεις, καταδεικνύει όλα τα ερέβη του μυαλού και της ψυχής που βρίσκονται πίσω από την φρίκη του φασισμού και ζητά, απαιτεί μάλλον από τον/την θεατή/ια να κάνει, αν δεν έχει ήδη συμβεί αυτό, εκείνη την στιγμή την επιλογή του/της, αν είναι με τον φασισμό ή εναντίον του.
Το έργο επρόκειτο καταρχήν να παρουσιαστεί σε δύο παραστάσεις αλλά η ζήτηση ήταν τέτοια ώστε προστέθηκαν άλλες τρεις που όμως και αυτές, όπως ανέφερα στον πρόλογο, είναι ήδη sold out. Η μη διαθεσιμότητα του «Τριανόν» για τη συνέχεια αλλά και τα νέα, αυστηρότερα μέτρα για τον κορωνοϊκό καθιστούν αδύνατο προς το παρόν να υπάρξουν περισσότερες. Πρόθεση των συντελεστών είναι να γίνει αυτό μελλοντικά, στον ίδιο ή σε άλλο χώρο και θα ήταν πραγματικά πολύ καλό να το καταφέρουν ώστε να παρακολουθήσουν αυτή την θαυμάσια αλλά και τόσο σημαντική παράσταση όσο το δυνατόν περισσότεροι/ες.
Η σημασία της δεν έγκειται πλέον τόσο στην ίδια την Χρυσή Αυγή, όχι μόνον επειδή η δίκη επιτέλους λήγει ούτε καν γιατί μετά τα αποτελέσματα των περυσινών εκλογών η εθνικοσιαλιστική/ναζιστική οργάνωση (και όχι πολιτικό κόμμα όπως προσπαθούσε επί τόσα χρόνια να πείσει ότι είναι!) έχει σχεδόν διαλυθεί αλλά κυρίως επειδή έχει πια απαξιωθεί οριστικά στη συνείδηση της συντριπτικής πλειονότητας του ελληνικού λαού. Αν όμως αυτό ισχύει για την ΧΑ υπάρχει το νέο κόμμα το Ηλία Κασιδιάρη που δεν ξέρουμε τι έχει στο νου του και μας ετοιμάζει για το μέλλον. Ακόμα πιο ανησυχητικό και επικίνδυνο όμως είναι το φαινόμενο του ότι τους τελευταίους μήνες έχει αρχίσει να αναδύεται ένα νέο είδος φασιστών/ιών που δεν δέχονται καν τον χαρακτηρισμό του συντηρητικού/ής ακροδεξιού/ας. Αντίθετα καλύπτονται υπό τον μανδύα του δήθεν «απλού πατριωτισμού» για να εκφράσουν τις πλέον σκοταδιστικές, ακροδεξιές και ναι, φασιστικές απόψεις τις οποίες μάλιστα με πολύ ύπουλο τρόπο προσπαθούν όχι να περάσουν απλά αλλά να επιβάλλουν στην εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας (όπως θα έκαναν και για οποιαδήποτε άλλη ήταν στη θέση της, τόσο αυτονόητο ώστε είναι περιττό να το αναφέρουμε) φτάνοντας ως και συγκεκαλυμμένες απειλές για το μέλλον της, πάντα όμως με το νομιμοφανές πρόσχημα ότι «για το μόνο που ενδιαφέρονται είναι το καλό της Ελλάδας». Αρκεί όμως να τους αναφέρεις την Χρυσή Αυγή ή ακόμα και την επτάχρονη δικτατορία για να τους δεις να αλλάζουν στάση, να αποφεύγουν να απαντήσουν ή το πολύ – πολύ λένε κάτι ως «δεν με ενδιαφέρουν και δεν συμφωνώ ούτε με τις αριστερές ούτε με τις δεξιές ακρότητες». Δεν καταδικάζουν όμως αυτές τις «(ακρο)δεξιές ακρότητες» γιατί είναι πολύ δύσκολο να το κάνεις αυτό σε όσους/ες είναι, καλώς ή κακώς, «σαρξ εκ της σαρκός σου», έτσι δεν είναι; Τότε είναι που πέφτουν οι μάσκες και, είτε το θέλουν είτε όχι, αποδεικνύεται ότι σαφέστατα είναι με τους Λύκους και όχι βέβαια με τις Μέλισσες μιας απλά φυσιολογικής – παρά τις αναπόφευκτες αντιθέσεις της - ανθρώπινης κοινωνίας...