Φαίνεται βέβαιο ότι οι προσπάθειες Λευκωσίας και Αθηνών, Νίκου Χριστοδουλίδη και Κυριάκου Μητσοτάκη, για επανέναρξη των «διακοινοτικών» συνομιλιών «προς επίλυση του Κυπριακού, υπό την αιγίδα των καλών υπηρεσιών του Γ. Γρ. του ΟΗΕ» και πάλιν δεν θα αποδώσουν. Η Τουρκία Κατακτητής, διά στόματος Ερντογάν, απαιτεί επιμόνως όχι πια «διακοινοτικές», αλλά «διακρατικές» συνομιλίες. Απαιτεί την εκ των προτέρων παροχή διεθνούς νομιμοποίησης και αναγνώρισης του παράνομου κατοχικού της ψευδοκράτους “KKTC” ως κράτους ισότιμου και ισο-κυρίαρχου με την Κυπριακή Δημοκρατία. Και θεωρεί η Τουρκία ότι αυτή της η απαίτηση αποτελεί τη φυσιολογική συνέχεια, την αναπότρεπτη συνέπεια και το γνήσιο προϊόν όλων εκείνων που έχει ήδη εισπράξει και αποταμιεύσει, φέτα-φέτα, ως τουρκικό «κεκτημένο» σε όλη τη διάρκεια των «διακοινοτικών» και των «πενταμερών» της 50ετίας 1974-2024, από τις αλλεπάλληλες υποχωρήσεις όλων των έκτοτε κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδος.
Απολογισμός: Από την επαύριον του ολέθριου για τον Ελληνισμό Ιουλίου - Αυγούστου 1974 της τουρκικής εισβολής στις προδομένες από την Χούντα κυπριακές Θερμοπύλες και της στρατιωτικής κατοχής από τον Αττίλα των βορείων ελληνικών εδαφών της Κύπρου είχαμε έκτοτε κατά σειράν:
(α) Έξι μήνες προεδρεύοντα τον Γλαύκο Κληρίδη, (β) δυόμισι χρόνια Πρόεδρο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, (γ) εντεκάμισι χρόνια τον Σπύρο Κυπριανού, (δ) πέντε τον Γιώργο Βασιλείου, (ε) δέκα τον Γλαύκο Κληρίδη, (στ) πέντε τον Τάσσο Παπαδόπουλο, (ζ) πέντε τον Δημήτρη Χριστόφια, (η) δέκα τον Νίκο Αναστασιάδη και (θ) μέχρι τώρα επί 17 μήνες Πρόεδρο τον Νίκο Χριστοδουλίδη.
Απαντες, μηδενός εξαιρουμένου, αποφασισμένοι να επιτύχουν την «λύση» του Κυπριακού. Ομοίως και όλα τα κόμματα. Όσα έκτοτε υπάρχουν και όσα κατά καιρούς υπήρξαν. Με όλες ανεξαιρέτως τις διαδοχικές από τότε μέχρι σήμερα ηγεσίες τους. Και, βεβαίως, με την λαϊκή εντολή των εκάστοτε διακυμαινόμενων ποσοστών των ψηφοφόρων τους, στις κατά σειράν εκλογικές διαδικασίες, που αναδεικνύουν αφ’ ενός τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την εκάστοτε σύνθεση της Βουλής. Πρώτιστος στόχος ολωνών πάντοτε η «λύση» του Κυπριακού. Έχοντας σταθερά, όλα τα χρόνια, την συμπαράσταση, την συμπαράταξη επί μισό ήδη αιώνα 1974-2024 όλων ανεξαιρέτως των εν Αθήναις διαδοχικών κυβερνήσεων του ελλα-δικού μας κράτους, με υπ’ αριθμόν ένα πανεθνικό στόχο και σκοπό τη «λύση» του Κυπριακού.
Τελικός - μέχρι τούδε - λογαριασμός: Θα μπορούσε να αποδοθεί χονδρικά, πρόχειρα και επαληθευόμενα με την έκφραση «μηδέν εις το πηλίκον». Η σημερινή, τρέχουσα «φάση» των διαπραγματευτικών διαδικασιών για «λύση», ως η επί του παρόντος κατάληξη όλων όσων προηγήθηκαν και συσσωρεύτηκαν εν είδει «κεκτημένου», επαληθεύουν με βεβαιότητα 100% εκείνην, ακριβώς, την απ’ αρχής (ήδη από το 1977) διατυπωθείσα πρόβλεψη ότι:
- «Με αυτήν την Τουρκία δεν υπάρχει πιθανότητα εξεύρεσης, εκ συμφώνου με την Τουρκία, αμοιβαίως αποδεκτής λύσης του Κυπριακού».
Δεν ήταν εκείνη η πρόβλεψη, λόγια χαρτορίχτρας ή αστρολόγου, ή κάποιος ουρανοκατέβατος χρησμός μαντείου των Δελφών. Αλλά απόσταγμα προγονικής ρεαλιστικής σοφίας, που έγινε «κτήμα εσαιεί» απ’ όλους τους ανθρώπους («τοις νουν έχουσιν»):
- «Εάν στην απαίτηση του αντιπάλου σας, δείχνετε υποχωρητικότητα, εκείνος θα προβάλει αμέσως μεγαλύτερη απαίτηση, επειδή θα σιγουρευτεί ότι από φόβο ενδώσατε και υποχωρείτε...» (Θουκυδίδης Α-140).
Ασφαλώς το «μηδέν εις το πηλίκον» αναφέρεται και ισχύει στην προσώρας κατάσταση πραγμάτων των διαδικασιών «λύσης». Οι οποίες, δεν φαίνεται να έχουν οσονούπω πιθανότητες να ξεβαλτώσουν, αφού καμία υπέρτερη ισχύς δεν διατίθεται αποφασισμένη να εξαναγκάσει την Τουρκία σε υποχωρήσεις.
- Και, αφ’ ετέρου, δεν έφτασε ο Ελληνισμός στα έσχατα, ώστε να παραδοθεί αμαχητί, να δώσει γην τε και ύδωρ με τη νομιμοποίηση του Αττίλα στα σκλαβωμένα εδάφη της Κύπρου και του προσφέρει νέα «Πέντεμιλι» στο Αιγαίο και στην Θράκη.
Και, βεβαίως, οι παρούσες συγκυρίες επιβάλλουν ως ύψιστο καθήκον στους εν Λευκωσία και εν Αθήναις κυβερνώντες, την αξιοποίηση όλων των προσφερομένων ευκαιριών για την ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ και επαρκέστερη ενδυνάμωση αμφοτέρων των κρατών σε όλους τους επιμέρους τομείς της εσωτερικής και εξωτερικής εθνικής ισχύος.
- Με πρώτιστη, ασυζητητί, την αποφασιστική και έμπρακτη μέριμνα για τις κυπριακές και τις ελλα-δικές μας (α) Ένοπλες και (β) Διπλωματικές Δυνάμεις.
- Όχι μόνο για την ασφάλεια, κατά ξηράν, θάλασσα και αέρα, της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και για να εξασφαλίσουν ρόλο ικανού, υπολογίσιμου και σεβαστού «παίχτη», στην ήδη άκρως επικίνδυνα ρέουσα και αιματηρώς εξελισσόμενη διεθνή κατάσταση στην περιοχή μας και παγκοσμίως.
Ορατή απ’ όλους είναι η φλεγόμενη ρέουσα και επίφοβη για γενικότερη κλιμάκωση, διεύρυνση και εκτράχυνση, παρούσα πολεμική συγκυρία. Επιτείνοντας τους φόβους ότι αποτελεί προεόρτιο οιονεί της τρίτης παγκόσμιας σύρραξης. Με δύσκολα προβλέψιμες ή και απρόβλεπτες συνέπειες για τα κράτη και τους λαούς της περιοχής.
- Ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος ποιος ακριβώς θα είναι ο «χάρτης της περιοχής» την επαύριον μιας γενικευμένης ανάφλεξης.
- Οι σοφότεροι και ικανότεροι δρώντες δύνανται να εξαγάγουν ασφαλέστερα συμπεράσματα για τις, υπό τις περιστάσεις, δύσκολες αλλά αναγκαίες και επιβεβλημένες αποφάσεις, μελετώντας επίμονα όλα τα μικρά, μεγάλα ή και ολέθρια σφάλματα πολιτικής του παρελθόντος στην Ιστορία.
Μητσοτάκης και Χριστοδουλίδης έχουν ενώπιόν τους εντελώς ξεκάθαρη την εικόνα ότι η σωρεία των σφαλμάτων πολιτικής της πεντηκονταετίας οδήγησε το Κυπριακό στο «μηδέν εις το πηλίκον».
- Δεν δικαιούνται πλέον ουδέ κατ’ ελάχιστον να τρέφουν την παραμικρή ψευδαίσθηση για την Τουρτζιάν.
- Τα «ήρεμα νερά» που επέλεξε, εν είδει προσωρινής προβιάς, ο «διεθνούς εμβέλειας σκακιστής» Ερντογάν για την περαιτέρω μεθόδευση της νεο-οθωμανικής στρατηγικής του στην κρίσιμη αυτή περίοδο που επιχειρεί να «γαλέψει» τουρκιστί Δύση και Ανατολή, παρέχουν στους «παίχτες» της Αθήνας και της Λευκωσίας το περιθώριο χρόνου για το καθήκον ενδυνάμωσης των δύο κρατών.
- Εάν έχουν (επιτέλους) την στοιχειώδη επάρκεια να το αξιοποιήσουν.
- Αυτή ακριβώς η ΕΠΑΡΚΕΙΑ αποτελεί το σημαντικότερο, το κρισιμότερο, το εκ των ων ουκ άνευ, και εν αμφιβολία διακυβευόμενο, ζητούμενο.
Δεν γράφουμε νεοφανείς εξυπνάδες. Ούτε και ρητορισμούς αποκαμωμένων πλέον στην διαχρονική απογοήτευση γηρασκόντων. Γράφουμε την διαιωνίως επαληθευόμενη, σκληρά και αδυσώπητα, αλήθεια του Πολιτικού Ρεαλισμού, την οποία δίδαξε σε όλη την ανθρωπότητα (όσων ευδόκησαν να διδαχθούν) από τον Πέμπτο προ Χριστού αιώνα ο μελετώμενος ακόμη και από τους Τούρκους στρατηγιστές (καθ’ ομολογίαν και Νταβούτογλου στο «Στρατηγικό Βάθος» του) Θουκυδίδης. Διά στόματος Περικλέους στο Α-144 της Ξυγγραφής του:
«Περισσότερο φοβούμαι τα δικά μας σφάλματα, παρά τα σχέδια του εχθρού - μᾶλλον γὰρ πεφόβημαι τὰς οἰκείας ἡμῶν ἁμαρτίας ἢ τὰς τῶν ἐναντίων διανοίας»...
Πρώτη δημοσίευση στη Σημερινή