Το ερώτημα πλέον είναι ξεκάθαρα απλό: Είναι η προσαρμογή τού ανθρώπου στην κλιματική αλλαγή απτό τεκμήριο τής συνέχειας μας στο χρόνο ή όχι; Προσαρμογή ώστε το μέλλον μας να είναι βιώσιμο, ώστε η αειφορία να γίνει παγκόσμιο εφαρμοσμένο πρότυπο, ώστε η ανάπτυξη να περιλαμβάνει στον πρωταρχικό της σχεδιασμό τη βιωσιμότητα των φυσικών πόρων.
Οι επιπτώσεις τής ανθρώπινης δραστηριότητας στο κλίμα φαίνεται πως έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι πολίτες της κοινότητας του πλανήτη μας επιθυμούν να ασκείται η πολιτική αλλά η πολιτική δυστυχώς ακόμα δεν έχει καταφέρει να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η οικονομική δραστηριότητα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα υπερκέρδη τού δυτικού κόσμου έχουν πληγώσει βαθύτατα τη Γη, οι χώρες του τρίτου κόσμου υποφέρουν, η φτώχεια επιστρέφει δριμύτερη σε πολλές περιοχές του πλανήτη, οι μεταναστευτικές ροές αυξάνονται, η ενέργεια μετατρέπεται στο χρυσό τής νέας εποχής κι έχει πάψει πια να αποτελεί αυτονόητο κοινωνικό αγαθό. Πόσο ακόμα όμως μπορεί να αντέξει η Γη; Και πόσο οι άνθρωποί της;
Στη Γλασκώβη της Σκωτίας κρίνεται αυτές τις ημέρες το μέλλον τής ίδιας της ανθρωπότητας. Η συγκλονιστική κλίμακα με την οποία συμβαίνουν πια οι αλλαγές είναι σχεδόν βέβαιο πως θα οδηγήσουν σε κατάρρευση τον βιομηχανικό μας πολιτισμό σε πολύ συντομότερο χρονικό διάστημα απ’ όσο φανταζόμαστε αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα ανατροπής τής υφιστάμενης κατάστασης.
Η αυταπάτη της εφήμερης κι εν πολλοίς επίπλαστης ευημερίας έχει αποδειχτεί πως δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια αυτοκτονική, για τον πολιτισμό μας, ουτοπία η οποία αν και υποστηρίζεται από ισχυρούς ανθρώπους δυστυχώς δεν έχει σχεδιαστεί στο πλαίσιο ενός ολιστικού οράματος ανάπτυξης στη βάση τής βιωσιμότητας του βιολογικού μας κόσμου.
Γι’ αυτό και ο χρόνος των ανθρώπων έπαψε προ πολλού να είναι ερωτικός με το μέλλον κι έχει καταστεί πια αυστηρά αγχωτικός στο κάδρο μιας διαρκούς αβεβαιότητας που επικρέμεται σαν την δαμόκλειο σπάθη πάνω από τις επόμενες γενιές των ανθρώπων.
Το μεγαλύτερο ίσως αγκάθι τού προβλήματος είναι η χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής μιας και από πολλούς αυτό εκλαμβάνεται όχι ως μια πρωταρχική ανάγκη για την ίδια την επιβίωση του ανθρώπινου είδους αλλά ως μια αχρείαστη σπατάλη του δυτικού κόσμου.
Την ίδια στιγμή, έχει διαπιστωθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις οι εξαγγελίες για πράσινη οικονομία και πράσινη ανάπτυξη από κυβερνήσεις κι εταιρείες γίνονται -μάλλον- ως προωθητικές ενέργειες προϊόντων και πολιτικών στη βάση ενός κοινωνικού ρεύματος με το οποίο επιθυμούν να συμπλεύσουν, χωρίς ωστόσο οι προωθούμενες καινοτομίες να απευθύνονται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.
Διότι, κι αυτό πρέπει να επισημανθεί, στις περισσότερες των περιπτώσεων, οι πράσινες αλλαγές γίνονται είτε ερήμην είτε εις βάρος των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων ακόμα και στον ίδιο το δυτικό πολιτισμό που τις ευαγγελίζεται ως μονόδρομο για το μέλλον.
Ο κόσμος αγωνίζεται για τη ζωή που χάνεται και διαφεύγει από ένα αύριο το οποίο δεν του ανήκει πια μιας και ήδη εδώ και χρόνια το έχει υποθηκεύσει στις ρήτρες της υπερεκμετάλλευσης των φυσικών πόρων.
Η Σύνοδος για την κλιματική αλλαγή πριν πάρει οποιαδήποτε απόφαση θα πρέπει ενδεχομένως να αναλογιστεί την ίδια την υπαρξιακή απειλή που ελλοχεύει στο επόμενο ακραίο καιρικό φαινόμενο, στην επόμενη πλημμύρα, στην επόμενη πυρκαγιά, στην επόμενη ξηρασία.
Σ’ όλα αυτά που χτες ήταν σπάνια και σήμερα είναι ο αδιάψευστος κανόνας της ληστρικής παρακμής του πολιτισμού μας. Και να αφουγκραστούν ενδεχομένως και τον ίδιο τον πλανήτη μας πια χωρίς περιστροφές και δικαιολογίες.
«Όπου και να σταθεί, ο άνθρωπος με πληγώνει» θα φώναζε η Γη μας αν είχε φωνή. Φωνή που να ακούγεται στα αυτιά των ηγετών τούτες τις κρίσιμες ημέρες της ανθρωπότητας.