«Η Ευρώπη εξαφανίζεται. Είναι ληθαργική σε σύγκριση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και η οικονομία της δεν αναπτύσσεται. Οι κατά κεφαλήν αριθμοί τους είναι τρομακτικοί», δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ο Ken Griffin, ιδρυτής της Citadel Securities.
Μια άποψη που υιοθετείται όλο και περισσότερο από οικονομικούς κύκλους της Ευρώπης και τραπεζίτες όπως ο Andrea Orcel Διευθύντας σύμβουλος της Unicredit.
Η περίφημη έκθεση 10 σημείων του πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι στην ΕΕ τον περασμένο Σεπτέμβριο, για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας άνοιξε το δρόμο για μια μεγάλη συζήτηση στην Ευρώπη σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της απέναντι στις ΗΠΑ και την Κίνα.
Ο Ορσέλ, σε άρθρο του στους Financial Times υποστηρίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της.
Σχεδόν δύο δεκαετίες ενιαίας αγοράς
«Έχουν περάσει λίγο περισσότερο από δύο δεκαετίες από τότε που η ΕΕ πέρασε τη μεγαλύτερη διεύρυνση που έχει γίνει ποτέ δημιουργώντας μια ενιαία αγορά περίπου 450 εκατομμυρίων ανθρώπων, προωθώντας τη σταθερότητα, τη δημοκρατία και την οικονομική ευημερία. Το θετικό όραμα εκείνης της εποχής είναι ακόμη εφικτό, αλλά αναμφίβολα απειλείται».
Όμως όπως υπογραμμίζει σήμερα, η ΕΕ διανύει μια περίοδο διχασμού χωρίς αίσθηση κοινής πορείας» γεγονός που γίνεται ακόμη πιο ανησυχητικό όταν το 2025 θα σηματοδοτήσει μια δύσκολη εμπορική χρονιά για την ΕΕ.
Οι ανακοινώσεις Τραμπ για επιβολή επιπλέον δασμών στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, η ένταση μεταξύ ΕΕ και Κίνας σε εμπορικό επίπεδο μια σειρά γεωπολιτικών προβλημάτων κάνουν τη νέα χρονιά δύσκολη για την ανάπτυξη στην Ευρώπη.
Μπορεί να υπάρξει Τραπεζική Ενωση;
Για τον Ορσέλ αυτό θα μπορούσε να είναι το έναυσμα για μια μεγαλύτερη και πιο ουσιαστική ένωση των 27 με σκοπό την καλύτερη οικονομική ανάπτυξη όλων, όταν είναι προφανής η δύναμη της ενιαίας αγοράς.
Τόσο ο Enrico Letta όσο και ο Mario Draghi σε πρόσφατες εκθέσεις τους προς την ΕΕ υπογραμμίζουν ότι η «ΕΕ δεν μπορεί να συνεχίσει να προσφέρει καλύτερο βιοτικό επίπεδο στους πολίτες της εάν δεν συγκεντρώσει κρίσιμους πόρους για να επιταχύνουμε τη διαρθρωτική μας ανάπτυξη. Κινδυνεύουμε να μείνουμε πολύ πίσω από άλλα μπλοκ ως κέντρα καινοτομίας και δημιουργικότητας. Μπορεί τελικά να χάσουμε τις ελευθερίες και τα ιδανικά που μας είναι πολύτιμα».
Όμως η συνοχή της ΕΕ έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση αρκετές φορές σε κρίσιμες αποφάσεις γεγονός που αποτελεί και την αχίλλειο πτέρνα της και σε επίπεδο ανάπτυξης.
Ο Ορσέλ εκτιμά ότι η ΕΕ «φαίνεται να μην μπορεί να συμφωνήσει σε απλά πράγματα, όπως η ύπαρξη μιας ένωσης κεφαλαιαγορών ή τραπεζών για τη στήριξη των επενδύσεων και της ανάπτυξης. Αν το κάναμε, πολλές διαρθρωτικές προκλήσεις θα μπορούσαν να ξεπεραστούν».
«Έχουμε ήδη τους πυλώνες μιας τραπεζικής ένωσης, η οποία θα μπορούσε να ολοκληρωθεί γρήγορα. Έχουμε ακούσει τις εκκλήσεις για την προώθηση της ολοκλήρωσης του τραπεζικού συστήματος της Ευρώπης, ώστε να έχουμε μεγαλύτερη δύναμη πυρός για τη χρηματοδότηση νέων υποδομών και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Ωστόσο, έχουμε δει ελάχιστες ενέργειες» αναφέρει, εστιάζοντας στο ότι «οι πολιτικοί της Ευρώπης πρέπει να επιδείξουν μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και να προωθήσουν αυτές τις μεταρρυθμίσεις».
Φυσικά αυτό θα οδηγούσε στη δημιουργία ευρωπαϊκών τραπεζικών κολοσσών, κάτι που έχει ήδη ξεκινήσει να συμβαίνει στην Ευρώπη, με την επένδυσή του ομίλου της UniCredit Group στην Commerzbank και σε προσφορά για την αγορά της Banco BPM.
Σύμφωνα με τον Ορσέλ, το καλό σενάριο μια τέτοιας ισχυρής πανευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης σημαίνει μεγαλύτερη διάθεση κεφαλαίων στις επιχειρήσεις που χρειάζονται χρηματοδότηση για να αναπτυχθούν και περισσότερες επιλογές για την άντληση κεφαλαίων, μεταξύ άλλων μέσω των κεφαλαιαγορών.
Επίσης, σημαίνει μεγαλύτερες επενδύσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες για τη στήριξη των αποταμιευτών και ισχυρότερες, ανθεκτικότερες και πιο αξιόπιστες τράπεζες.
Όμως δεν λείπουν και οι πιο συντηρητικές απόψεις που θεωρούν ότι η δημιουργία ενός πανίσχυρου τραπεζικού πόλου, θα επιβάλλει τους κανόνες του και θα υπερασπίζεται αποκλειστικά τα συμφέροντά του, όχι πάντα προς όφελος των πολλών.
(Με πληροφορίες από Financial Times)