Καθημερινά ξένες λέξεις παρεισφρέουν ανεπαίσθητα στο λεξιλόγιο μας και τις χρησιμοποιούμε, όχι γιατί δεν υπάρχουν αντίστοιχες ελληνικές λέξεις, που μπορεί να περιγράφουν καλύτερα καταστάσεις, αλλά λόγω όσμωσης που έχει διεισδύσει όχι μόνο στο γλωσσικό μας πολιτισμό αλλά και σε άλλα πεδία.
Έτσι θεωρούμε φυσικό να αποδεχόμεθα τις καταστάσεις αυτές ως στάδιο εξελίξεως και ενσωματώσεως στη γλώσσα μας.
Ο πλέον αρμόδιος καθηγητής της γλωσσολογίας κ. Γ. Μπαμπινιώτης αντιστέκεται στη πρακτική αυτή και προσπαθεί να διατηρήσει τις ελληνικές λέξεις αντί των αντιστοίχων αλλοδαπών ακόμα συνθέτοντας κατά έννοια καινούργιες.
Με τον ορυμαγδό των σεξουαλικών σκανδάλων εμφανίσθηκε προφορικά και γραπτά η αγγλική σύνθετη λέξη MeToo, η οποία είναι τόσο γνωστή, που δεν χρειάζεται μετάφραση.
Η φράση Me Too κανονικά αποτελείται από δύο κεχωρισμένες λέξεις αλλά πλέον εμφανίζεται ως μία.
Παλαιότερα χρησίμευε στις αγγλοσαξονικές χώρες σε παραγγελίες (εστιατόρια,bar κλπ) και ήταν συνώνυμη του γαλλικού moi aussi ή ελληνικά και σε μένα ή κι εγώ, αλλά όταν το 2006 η ακτιβίστρια Tarana Burke τη χρησιμοποίησε στο διαδίκτυο για να δηλώσει, ότι και αυτή υπήρξε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης άρχισε σιγά -σιγά να επικρατεί ως κύρια έννοια της και ως σύνθημα του κινήματος MeToo.
Ένα κίνημα που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και έχει απλωθεί σε όλο τον κόσμο για να ενώσει τις φωνές των ανεξαρτήτως φύλλου ατόμων που έχουν υποστεί τουλάχιστον σεξουαλική παρενόχληση.
Το κίνημα αυτό με τη βοήθεια των ΜΜΕ και του διαδικτύου έχει ενθαρρύνει πολλά θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης ή και βιασμού να τολμήσουν να καταγγείλουν αρμοδίως ή και δημόσια τον θύτη και την περιπέτεια τους και με τον τρόπο αυτό βοηθήθηκαν να αποβάλλουν ή και να θεραπευτούν από τα ψυχολογικά τραύματα που υπέστησαν από την περιπέτεια τους. Τραύματα που για πολλά χρόνια τα κρατούσαν κρυμμένα μέσα τους και τους βασάνιζαν ψυχικά.
Το κίνημα MeToo απέκτησε παγκοσμίως τόση δύναμη και έχει τόσο δυνατή φωνή, που ανάγκασε πολλές κυβερνήσεις μεταξύ των οποίων και τη δικιά μας να αναπροσαρμόσουν τη νομοθεσία που προβλέπει και τιμωρεί τα σχετικά αδικήματα επί το βαρύτερο με αυστηρότερες ποινές.
Συζητείται και η επέκταση των ορίων της παραγραφής των σχετικών αδικημάτων, αλλά η ρύθμιση θα ισχύσει για τα μέλλον, γιατί σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ.1 του Συντάγματος δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ.
Ευχάριστη έκπληξη αποτέλεσε η ταχύτητα, που αντέδρασε η Ελληνική Δικαιοσύνη στη περίπτωση Λιγνάδη, σε αντίθεση με τη συνηθισμένη βραδύτητα απονομής της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης, που ο κόσμος περιμένει πολλά χρόνια να βρει το δίκιο του.
Μήπως ένα κίνημα MeToo από ταλαιπωρημένους πολίτες θα βοηθούσε στην επίσπευση της;
Κάθε περίπτωση σεξουαλικού εγκλήματος έχει την ιδιαιτερότητα του αναφορικά με την προσωπικότητα του δράστη, του θύματος , τις περιστάσεις και τις συνέπειες για το θύμα και όλα αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο, που θα δικάσει την υπόθεση, και πρέπει να τα κρίνει ψύχραιμα αντικειμενικά χωρίς την πίεση της κοινής γνώμης. Μιας κοινής γνώμης που μπορεί να κατευθύνεται από την σκανδαλοθηρία κάποιων ΜΜΕ ή για λόγους πολιτικούς.
Πιστεύω, ότι οι σχετικές δίκες πρέπει να διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών σύμφωνα με το άρθρο 330 Κ.Ποιν.Δ. κυρίως για τη προστασία του ανήλικου θύματος, το οποίο εξεταζόμενο σαν μάρτυρας θα υποστεί τη βάσανο των ερωτήσεων των δικηγόρων υπερασπίσεως, χωρίς πολλές φορές το δικαστήριο να μπορεί να τον υπερασπίσει.
Είναι γεγονός ότι ελάχιστα σεξουαλικά εγκλήματα ιδίως βιασμοί καταγγέλλονται ιδίως στην επαρχία είτε για να προστατέψουν την οικογενειακή τιμή είτε για να αποφύγουν οι γυναίκες τις ταπεινωτικές ερωτήσεις των δικηγόρων με λεπτομέρειες για τις συνθήκες του βιασμού με την πλέον ανώδυνη ερώτηση «μήπως κουνούσες την ουρά σου».
Πολλές φορές επιβάλλονταν τιμωρία με αυτοδικία, που όπως λέγεται, ότι συνέβη με συγκεκριμένο κατηγορούμενο, που πατέρας ανηλίκου τον μαχαίρωσε στη πλάτη.
Εξάλλου, παλαιότερα οι σχετικές δίκες αποτελούσαν για τις μικρές επαρχιακές πόλεις το γεγονός, που γέμιζε το ακροατήριο του δικαστηρίου.
Φυσικά υπήρχαν περιπτώσεις που η ποινική δίωξη έπαυε λόγω επιγενομένου γάμου ή συμβιβασμού ή όπως για μηνύσεις από τουρίστριες που για να εισπράξουν την ασφαλιστική αποζημίωση κατά του κινδύνου βιασμού έπρεπε να προσκομίσουν στην ασφαλιστική εταιρεία τη μήνυση ή την καταδικαστική απόφαση.
Η εκδίκαση των κακουργημάτων κατά των ηθών γίνεται από τα Μεικτά Ορκωτά Δικαστήρια, που πλειοψηφούν οι ένορκοι, συνήθως σε επαρχιακά πρωτοδικεία της περιφέρειας του Εφετείου, όπου τα ήθη είναι αυστηρότερα.
Για τη σωστή διαλεύκανση της υπόθεσης πρέπει να προσδιορισθεί η ακριβής ημερομηνία τέλεσης της πράξης, ιδίως όταν το θύμα είναι ανήλικο, γιατί από την ηλικία του οποίου εξαρτάται η ποινική πρόβλεψη και η εφαρμογή της ποινικής διάταξης, που ισχύει κατά την τέλεση της.
Επιπλέον όταν το θύμα είναι ανήλικο προσφυγόπουλο πρέπει να βρεθεί για να ληφθεί η κατάθεση του και να αποδειχθεί με έγγραφα το όνομα του και η ηλικία του.
Αυτά είναι δυσχέρειες, που πρέπει να διαχειριστεί τάχιστα η ανακριτική αρχή εντός του 18μηνου της προφυλακίσεως, που τυχόν θα επιβληθεί.
Ανακύπτουν όμως τα εξής σοβαρά ζητήματα: Τα κακουργήματα πλην των αδικημάτων που ο νόμος προβλέπει ποινή θανάτου ή ισόβιας κάθειρξης, που δεν προβλέπονται για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, παραγράφονται μετά την πάροδο δεκαπέντε ετών και των πλημμελημάτων πέντε ετών από την τέλεσης τους.
Η δε παραγραφή αναστέλλεται κατά πέντε ή τρία έτη αντίστοιχα εφόσον άρχισε η κυρία διαδικασία με την επίδοση του κλητήριου θεσπίσματος ή του παραπεμπτικού βουλεύματος.
Το άρθρο 113 παρ.3 Π.Κ., το οποίο ορίζει ότι η προθεσμία παραγραφής των κακουργημάτων που στρέφονται κατά ανηλίκου, αναστέλλεται μέχρι την ενηλικίωση του θύματος, ισχύει για τα κακουργήματα που τελέστηκαν μετά την 1.7.2019.
Συνεπώς όταν ένα αδίκημα έχει παραγραφεί είτε από την αρχή, είτε εν επιδικία, εξαλείφεται το αξιόποινο της πράξης.
Δηλαδή δεν υπάρχει πλέον αδίκημα που προβλέπεται και τιμωρείται από το νόμο και η υπόθεση μπαίνει στο αρχείο και δεν μπορεί να διερευνηθεί δικαστικά για την εξακρίβωση της αλήθειας και έτσι παραμένουν μόνο οι σε βάρος του κατηγορουμένου εντυπώσεις από την καταγγελία.
Η μόνη οδός υπερασπίσεως του είναι η υποβολή μηνύσεως για συκοφαντική δυσφήμηση και ψευδή καταμήνυση και περίπου στην οκταετία με ψυχική ταλαιπωρία και δαπάνη μπορεί να δικαιωθεί, αλλά αυτό δεν θα περάσει ως είδηση ούτε στα ψιλά των εφημερίδων.
Επιτέλους πρέπει να γίνει από όλους κατανοητό, κυρίως από τη πολιτική ηγεσία και τους δικαστικούς λειτουργούς, ότι η μη ταχεία απονομή δικαιοσύνης συνιστά αρνησιδικία και έλλειμμα κράτους δικαίου.
Ο θεσμός της παραγραφής των ποινικών αδικημάτων, που ισχύει στις χώρες που έχουν λατινογενές δίκαιο και όχι σε αυτές που έχουν αγγλοσαξονικό, προέρχεται από την ένσταση του ρωμαϊκού δικαίου longissimus temporis praescriptio και σκοπεί να μην διαιωνίζονται οι εκκρεμότητες.
Επομένως ο θεσμός της παραγραφής, που αποτελεί θετό δίκαιο, θέτει τα χρονικά όρια εντός των οποίων ακόμα και το θύμα γενετησίων αδικημάτων μπορεί να καταγγείλει νομίμως και να επιζητήσει τη δικαίωση του, και αυτό αποτελεί την απάντηση της Πολιτείας στο ερώτημα, εάν αυτό είναι ηθικό.
Το ερώτημα τι είναι νόμιμο και τι είναι ηθικό είναι μάλλον θεωρητικό και η μόνη απάντηση, που έχει δοθεί μέχρι τώρα είναι ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό.
Σαφώς όταν μια διάταξη νόμου προσκρούει στο κοινό περί δικαίου αίσθημα, που είναι μια αόριστη έννοια, με νομικές διαδικασίες δικαστικά αναπροσαρμόζεται και γίνεται θετό δίκαιο.
Η χώρα περνάει μια δύσκολη καμπή κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά και λόγω της πανδημίας και των εθνικών κινδύνων προκύπτουν μείζονα προβλήματα και αντί να επικεντρωθούμε όλοι στην επίλυση των κρίσιμων προβλημάτων της χώρας, ασχολούμεθα με τα σεξουαλικά εγκλήματα επωνύμων, που μπορεί να προσφέρουν είδηση στα ΜΜΕ, αλλά κυριαρχικά επιλύονται μόνο από την Δικαιοσύνη, που επιλήφθηκε τάχιστα.
Διαβλέπω όμως τάσεις πολιτικής εκμετάλλευσης του όλου θέματος, οπότε οποιαδήποτε απόφαση της Δικαιοσύνης θα πάρει πολιτικό πρόσημο και θα αμφισβητηθεί.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως όταν η πολιτική εμπλέκεται με την δικαιοσύνη υποφέρει η δικαιοσύνη.
Λέανδρος Τ.Ρακιντζής
Αρεοπαγίτης ε.τ.