Τη στρατηγική της για την αντιμετώπιση της διαφθοράς και μέτρα που περιλαμβάνουν νέους και ενισχυμένους κανόνες για την ποινικοποίηση των αδικημάτων που σχετίζονται με αυτή, αλλά και την εναρμόνιση των κυρώσεων όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρουσίασε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Επιπλέον η Κομισιόν υιοθετεί την πρόταση του Ύπατου Εκπροσώπου της Ε.Ε., Ζοζέπ Μπορέλ, για ένα ειδικό καθεστώς, στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας της Ενωσης - ΚΕΠΠΑ (Common Foreign and Security Policy [CFSP]), στο οποίο θα επιτρέπει στην ΕΕ την επιβολή κυρώσεων για σοβαρές πράξεις διαφθοράς παγκοσμίως, ανεξάρτητα από τον τόπο όπου αυτές συμβαίνουν. Το νέο πλαίσιο της ΚΕΕΠΑ θα πρέπει να συζητηθεί και να εγκριθεί από το Συμβούλιο, ενώ τα υπόλοιπα μέτρα πριν γίνουν νόμος της Ε.Ε. θα πρέπει να συζητηθούν και να υιοθετηθούν από το Ευρωκοινοβούλιο και στη συνέχεια να τεθούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
«Η διαφθορά υπονομεύει τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ειρήνη και τη διεθνή ασφάλεια και τη βιώσιμη ανάπτυξη, την ίδια στιγμή που εμποδίζει την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης στην Ευρώπη και παγκοσμίως» δήλωσε ο Μπορέλ επισημαίνοντας πως αυτοί ήταν και οι λόγοι που πρότεινε τη θέσπιση του νέου πλαισίου που θα ορίζει το νέο καθεστώτος κυρώσεων του ΚΕΠΠΑ
Πρόκειται για μέτρα τα οποία δίνουν μεγάλη έμφαση στην πρόληψη και στη δημιουργία ενός πνεύματος ακεραιότητας και ταυτόχρονα ενισχύουν τα εργαλεία επιβολής.
Σε αυτό το πλαίσιο η Αντιπρόεδρος της Κομισιόν για τις Αξίες και την Διαφάνεια Βιέρα Γιούροβα δήλωσε ότι «Η διαφθορά είναι σαν καρκίνος. Αν αφεθεί να αιχμαλωτίσει, θα πνίξει τη δημοκρατική κοινωνία μας και θα καταστρέψει τους θεσμούς της».
Στην ουσία η Επιτροπή αναγνωρίζοντας ότι το ισχύον νομικό πλαίσιο της ΕΕ για τη διαφθορά είναι παρωχημένο και ελλιπές προχώρησε στην επικαιροποίησή του για να καταστήσει τους κανόνες της ΕΕ κατάλληλους για τον επιδιωκόμενο σκοπό, ενσωματώνοντας, μεταξύ άλλων βελτιώσεων, τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς (UNCAC).
Στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι όλες οι μορφές διαφθοράς ποινικοποιούνται σε όλες τις χώρες της ΕΕ, ότι τα νομικά πρόσωπα μπορούν επίσης να θεωρηθούν υπεύθυνα για τα αδικήματα αυτά και ότι τα αδικήματα αυτά επισύρουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.
Οι αντιπροέδροι της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς και Βέρα Γιούροβα τόνισαν ότι η Επιτροπή αναλαμβάνει αποφασιστική δράση για την καταπολέμηση της διαφθοράς στην ΕΕ και παγκοσμίως, υλοποιώντας τη δέσμευση που ανέλαβε η πρόεδρος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης το 2022.
Μάλιστα ο κ. Σχοινάς υπογράμμισε ότι «ο ανείπωτος φόρος της διαφθοράς στις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων είναι καταστροφικός και πρέπει να είναι συνεχής αποστολή της Ένωσης να την ξεριζώσει όπου κι αν συμβεί».
Η διαφθορά κοστίζει
Η ομιλία της Φον ντερ Λάιεν τον Σεπτέμβριο του 2022 είχε προηγηθεί του σκανδάλου Qatargate που προκάλεσε πολιτική θύελλα στην ΕΕ. Ωστόσο η διαφθορά υπήρχε και προβλημάτιζε τους Ευρωπαίους πολίτες σε σημαντικό βαθμό όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου το 2022.
Σύμφωνα με αυτό σχεδόν επτά στους δέκα Ευρωπαίους (68%) πίστευαν ότι η διαφθορά ήταν ευρέως διαδεδομένη στη χώρα τους και μόνο το 31% ήταν της γνώμης ότι οι προσπάθειες της κυβέρνησής τους για την καταπολέμηση της διαφθοράς είναι αποτελεσματικές.
Βάσει της ίδιας πηγής, με συντηρητικές εκτιμήσεις η διαφθορά κοστίζει στην οικονομία της ΕΕ περίπου 120 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το 53% των Ευρωπαίων δηλώνει ότι δεν γνωρίζει πώς να καταγγείλει μια υπόθεση διαφθοράς, ενώ το 48% ακόμη και εάν βρεθεί αντιμέτωπο δεν την καταγγέλλει καθώς εκτιμά ότι δύσκολα θα το αποδείξει.
Αλλά μέτρα που προτείνει η Κομισιόν
Πρόληψη της διαφθοράς και οικοδόμηση κουλτούρας ακεραιότητας
Ευαισθητοποίηση και διεξαγωγή εκστρατειών ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, ερευνητικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τη μείωση των κινδύνων και των αδικημάτων διαφθοράς.
Διασφάλιση ότι ο δημόσιος τομέας λογοδοτεί με βάση τα υψηλότερα πρότυπα επιβάλλοντας την υποχρέωση στα κράτη μέλη να θεσπίζουν αποτελεσματικούς κανόνες για την ανοιχτή πρόσβαση σε πληροφορίες δημόσιου συμφέροντος, την αποκάλυψη και διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων στο δημόσιο τομέα, την αποκάλυψη και την επαλήθευση της περιουσίας των δημοσίων υπαλλήλων και τη ρύθμιση της αλληλεπίδρασης μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.
Σύσταση εξειδικευμένων φορέων κατά της διαφθοράς και εξασφάλιση επαρκών πόρων και κατάρτισης για τις αρχές που είναι αρμόδιες για την πρόληψη και την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Μία νομική πράξη για όλα τα αδικήματα και τις κυρώσεις διαφθοράς
Εναρμόνιση των ορισμών των ποινικών αδικημάτων που διώκονται ως διαφθορά για την κάλυψη όχι μόνο της δωροδοκίας αλλά και της υπεξαίρεσης, της άσκησης επιρροής, της κατάχρησης καθηκόντων, καθώς και της παρεμπόδισης της δικαιοσύνης και του παράνομου πλουτισμού που σχετίζονται με αδικήματα διαφθοράς. Η πρόταση καθιστά υποχρεωτικά όλα τα αδικήματα βάσει της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ και συνδυάζει τη διαφθορά του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Αυξάνει το επίπεδο των ποινικών κυρώσεων για φυσικά και νομικά πρόσωπα και εναρμονίζει τις επιβαρυντικές και ελαφρυντικές περιστάσεις.
Διασφάλιση αποτελεσματικών ερευνών και δίωξης της διαφθοράς
Εργαλεία διερεύνησης: Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι αρχές επιβολής του νόμου και οι εισαγγελείς διαθέτουν κατάλληλα ερευνητικά εργαλεία για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Ασυλία ή προνόμια από έρευνα και δίωξη: Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα προνόμια και η ασυλία μπορούν να αρθούν κατά τη διάρκεια ερευνών για διαφθορά μέσω μιας αποτελεσματικής και διαφανούς διαδικασίας που έχει προκαθοριστεί από το νόμο και έγκαιρα.
Θέσπιση ελάχιστων κανόνων σχετικά με την παραγραφή, ώστε να εξασφαλιστεί επαρκής χρόνος για την παραπομπή των αδικημάτων διαφθοράς στη δικαιοσύνη.