Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), Ματίας Κόρμαν ο οποίος παρουσίασε την τακτική Οικονομική Επισκόπηση του Οργανισμού για την Ελλάδα.
Μετά τη συνάντηση ο πρωθυπουργός σε δηλώσεις του αναφέρθηκε στα συμπεράσματα της έκθεσης και μίλησε για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Ακολουθούν τα κυριότερα αποσπάσματα των δηλώσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη:
«Η έκθεση αναγνωρίζει την πρόοδο της Ελλάδας τα τελευταία πέντε χρόνια»
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η παρουσίαση της έκθεσης αναγνωρίζει την πολύ ουσιαστική πρόοδο που έχει σημειώσει η Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια. «Παρουσιάζει, όμως, επίσης -και γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα πολύτιμη-, χρήσιμες προτάσεις σχετικά με την πορεία των μελλοντικών δράσεών μας. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία -και νομίζω ότι αυτό επιβεβαιώνεται από την έκθεση- ότι η ελληνική οικονομία σήμερα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από ό,τι ήταν πριν από πέντε χρόνια», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά και στη μείωση της ανεργίας καθώς και στην αύξηση των πραγματικών μισθών.
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η οικονομία έχει δημιουργήσει 500.000 θέσεις εργασίας τα τελευταία πέντε χρόνια.
Με αυτό ως κρατούμενο, συμφωνώ επίσης ότι πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά για να επιτευχθεί η σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών μας με τον ΟΟΣΑ και, βέβαια, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο», συνέχισε ο πρωθυπουργός.
Οι πυλώνες της πολιτικής που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικοί για την Ελλάδα
Για την επίτευξη αυτής της σύγκλισης πρέπει να διατηρηθούν οι πυλώνες πολιτικής που έχουν αποδειχθεί ,σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αποτελεσματικοί για την Ελλάδα από το 2019. Αυτοί είναι: η συνετή δημοσιονομική πολιτική, η συνεχής βελτίωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών και, πολύ σημαντικό, η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, αλλά και τη συμπερίληψη.
«Μετά το σοκ της πανδημίας, το 2020, η Ελλάδα έχει σταθερά καλύτερες επιδόσεις από τον μέσο όρο ανάπτυξης της ΕΕ, αλλά και από τον μέσο όρο ανάπτυξης του ΟΟΣΑ, με σημαντική διαφορά. Ταυτόχρονα, η οικονομική δραστηριότητα αλλάζει προσανατολισμό πολύ γρήγορα, περισσότερο προς τις επενδύσεις και τις εξαγωγές, με την Ελλάδα να είναι η χώρα της ΕΕ με την υψηλότερη αύξηση του όγκου των επενδύσεων από το 2019», επισήμανε ο πρωθυπουργός.
«Στο δημοσιονομικό μέτωπο, η Ελλάδα έχει επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα. Το 2024 και το 2025 αναμένουμε το δημοσιονομικό έλλειμμα κοντά στο μηδέν, ενώ ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ μειώνεται με πολύ γρήγορο ρυθμό» πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης ενώ αναφέρθηκε και στις σημαντικές θετικές εξελίξεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
«Η εξυγίανση της κληρονομιάς της κρίσης έχει πλέον προχωρήσει. Οι τράπεζες χρηματοδοτούν την πραγματική οικονομία σταδιακά. Πρέπει να κάνουν πολύ περισσότερα -θα μιλήσουμε γι′ αυτό πιο λεπτομερώς τις επόμενες ημέρες» προανήγγειλε.
«Σημαντική η βελτίωση της θέσης της Ελλάδας στις αγορές»
Αναφερόμενος στις αναπτυξιακές, χρηματοπιστωτικές και δημοσιονομικές προοπτικές της χώρας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισήμανε τη «σημαντική βελτίωση της θέσης της Ελλάδας στις αγορές και στους όρους του δανεισμού του Δημοσίου. Έχουμε ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, που ήταν ο βασικός στόχος που είχαμε θέσει πριν τις εκλογές του 2023. Οι αποδόσεις των κρατικών μας ομολόγων, πιθανώς με ταχύτερο ρυθμό από ό,τι πολλοί ανέμεναν».
Στη συνέχεια μίλησε για τις συνεχιζόμενες προκλήσεις της οικονομίας, όπως τα επίπεδα του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, των επενδύσεων, της ανεργίας, της παραγωγικότητας, τα οποία εξακολουθούν να είναι χαμηλότερα από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ και της ΕΕ.
«Αν και η πορεία της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού συνεχίζεται, αυτό το τελευταίο μίλι της διαδρομής προς τον στόχο του 2%, όπως σε πολλά κράτη του ΟΟΣΑ, είναι δυσκολότερο από τα προηγούμενα στάδια. Τα επίπεδα των τιμών εξακολουθούν να είναι αυξημένα. Ως εκ τούτου, παρά την αύξηση των ονομαστικών και πραγματικών μισθών, οι πολίτες εξακολουθούν να αισθάνονται πίεση όσον αφορά στην αγοραστική τους δύναμη. Αναγνωρίζουμε πλήρως ότι αυτό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα, όχι μόνο για την Ελλάδα, φαντάζομαι και για τις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ. Όμως, προχωρώντας προς τα εμπρός, αναμένω ότι το πρόβλημα αυτό θα αμβλυνθεί.
Το πρόσφατο πληθωριστικό επεισόδιο πλησιάζει προς το τέλος του, αλλά η αύξηση των πραγματικών μισθών επιταχύνεται. Αυτή είναι μια προσδοκία την οποία συμμερίζεται και η έκθεση. Προχωρώντας προς τα μπροστά, συμφωνούμε με την έκθεση ότι βασική επιταγή για την Ελλάδα θα είναι να διατηρήσουμε τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξής μας ενισχύοντας, ιδίως, την παραγωγικότητα, τις επενδύσεις και την απασχόληση», τόνισε ο πρωθυπουργός.
«Εστιάζουμε στις μεταρρυθμίσεις»
Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, είναι ανάγκη να διατηρηθεί το δημόσιο χρέος σε σταθερά πτωτική πορεία, αλλά και να αυξηθεί ο δημοσιονομικός χώρος για επενδύσεις. «Θα επιδιώξουμε αυτόν τον στόχο μέσω της διατήρησης των κατάλληλων πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά θα εστιάσουμε επίσης στις μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη και τη συνεχή μείωση της φοροδιαφυγής», ανέφερε μεταξύ άλλων ενώ μίλησε και για τη μάχη κατά της φοροδιαφυγής με τη λήψη 11 μέτρων που στοχεύουν στη μείωση της, εκφράζοντας παράλληλα την πεποίθηση ότι στην επόμενη έκθεση του ΟΟΣΑ θα έχει καταγραφεί σημαντική βελτίωση των επιδόσεων της κυβέρνησης σε αυτό το πεδίο.
«Πιστεύω ότι τα μέτρα που έχουμε λάβει πιθανόν να ξεπέρασαν και τις δικές μας προσδοκίες, αποφέροντας επιπλέον έσοδα, τα οποία ήδη, για παράδειγμα, χρησιμοποιήθηκαν φέτος για τη χρηματοδότηση δημόσιων επενδύσεων, δαπανών για την υγεία, την εκπαίδευση, αλλά και μέτρων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των σημαντικών δημογραφικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα μας, όμοιων με εκείνες πολλών άλλων χωρών του ΟΟΣΑ» είπε στη συνέχεια και μίλησε για τις επενδύσεις που κάνει η Ελλάδα στον τομέα της άμυνας.
«Έχω υποστηρίξει την αντιμετώπιση των αμυντικών δαπανών ως κοινό, ευρωπαϊκό δημόσιο αγαθό»
«Αυτό, φυσικά, θα προσθέσει περισσότερη πίεση στα δημόσια οικονομικά μας. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχω υποστηρίξει την αντιμετώπιση των αμυντικών δαπανών ως κοινό, ευρωπαϊκό δημόσιο αγαθό. Είναι σημαντικό τα κράτη μέλη της ΕΕ να συντονίζουν τις πολιτικές τους, από τις κοινές προμήθειες μέχρι την κοινή παραγωγή, αλλά και ενδεχομένως την κοινή χρηματοδότηση στρατιωτικών επενδύσεων» υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης εξηγώντας παράλληλα ότι η ίδια πρόταση μπορεί να εφαρμοστεί και στις επενδύσεις που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση.
Ο πρωθυπουργός έκανε επίσης αναφορά στους κινδύνους που φέρνει η κλιματική αλλαγή, μίλησε για τη σημασία του ρυθμιστικού πλαισίου, του ανταγωνισμού στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών ως κινητήριων δυνάμεων για υψηλότερες επενδύσεις και παραγωγικότητα ενώ αναφέρθηκε και στην ενίσχυση των δεξιοτήτων, της κατάρτισης και της επανειδίκευσης εργαζομένων προκειμένου να διορθωθούν οι αναντιστοιχίες που υπάρχουν σήμερα στην αγορά εργασίας.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε και στη τεχνητή νοημοσύνη σημειώνοντας ότι «ένας σημαντικός εθνικός στόχος για την Ελλάδα είναι η παγκόσμια τεχνολογική επανάσταση στην τεχνητή νοημοσύνη να λειτουργήσει ως καταλύτης προς όφελος της χώρας και των πολιτών της. Αναγνωρίζουμε ότι εισήλθαμε στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης μετά από άλλους, αλλά αυτό μπορεί να μας προσφέρει την ευκαιρία να κάνουμε άλμα στην επόμενη γενιά ανάπτυξης της ΤΝ, αξιοποιώντας πιθανά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα».
«Η επόμενη έκθεση, το 2026, θα έχει πιο θετικό περιεχόμενο»
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε πεπεισμένος ότι η επόμενη έκθεση, το 2026, θα έχει πιο θετικό περιεχόμενο, «αντικατοπτρίζοντας τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της Ελλάδας, η ευημερία των οποίων αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα της κυβέρνησής μου» έκλεισε τις δηλώσεις του με μία πολιτική παρατήρηση:
«Όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να εφαρμοστούν, απαιτούν ένα ευνοϊκό πολιτικό περιβάλλον. Η Ελλάδα είναι σήμερα μια χώρα που έχει σταθερή κυβέρνηση, με αυτοδυναμία στο κοινοβούλιο. Σε μια εποχή που η πολιτική κατάσταση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκη, αυτή είναι η πιο σημαντική αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή ενός φιλόδοξου μεταρρυθμιστικού προγράμματος.
Είμαστε στην ευτυχή θέση να πληρούμε αυτή την προϋπόθεση. Σίγουρα σκοπεύουμε να τιμήσουμε την εμπιστοσύνη που μας έδειξε πολύ γενναιόδωρα ο ελληνικός λαός στις πρόσφατες εκλογές και να διασφαλίσουμε ότι θα προχωρήσουμε σε φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές ενίοτε αντιμετωπίζουν αντιδράσεις σε πολιτικό επίπεδο, καθώς «ενοχλούν» συγκεκριμένα συμφέροντα. Αυτό είναι απολύτως φυσικό όταν μιλάμε για φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις. Αλλά η δέσμευσή μας στο μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα παραμένει ακλόνητη και είναι σε μεγάλο βαθμό σύμφωνη με τις προτάσεις της οικονομικής έρευνας του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα.»