Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε δήλωση του για τη συμπλήρωση ενός χρόνου από το τραγικό πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη που στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, στην πλειονότητα τους φοιτητές, σημειώνει ότι «ο σεβασμός στην οδύνη απαιτεί ωριμότητα και σύνεση» ενώ υπογραμμίζει ότι θα προσφέρει κάποια ανακούφιση στην υπέρβαση του εθνικού τραύματος η τιμωρία των ενόχων. «Και αυτό θα γίνει», ξεκαθαρίζει ο πρωθυπουργός.
Παράλληλα σημειώνει την εμπιστοσύνη του στη Δικαιοσύνη η οποία «κινείται γρήγορα και στον ανώτατο βαθμό, καλώντας τους πρώτους από όσους πρέπει να λογοδοτήσουν» ενώ αναφέρεται και στην ανάγκη θεραπείας των ελλείψεων της Πολιτείας.
«Πρώτη η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα οφείλουμε να διακρίνουμε πίσω από την τραγωδία μία συλλογική αποτυχία. Να βρούμε τον κορμό και τα κλαδιά της και με τόλμη να την ξεριζώσουμε, όχι διχασμένοι, αλλά ενωμένοι», σημειώνει μεταξύ άλλων ο κ. Μητσοτάκης, υπογραμμίζοντας τη δέσμευση του για αλλαγή του κράτους με στόχο τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών.
«Ως Πρωθυπουργός, ως πολίτης, αλλά και ως πατέρας, συμμετέχω στο πένθος της πατρίδας. Και επαναλαμβάνω τη δέσμευση ότι η χώρα θα συνεχίσει στον δρόμο της διαρκούς εγρήγορσης και της προόδου. Αλλάζοντας το κράτος και βελτιώνοντας την καθημερινότητα. Χωρίς συμβιβασμούς με λάθη του σήμερα και ανατρέποντας παθογένειες του χθες. Μέχρι το «ποτέ ξανά» από σύνθημα να γίνει, επιτέλους, πραγματικότητα», τονίζει στο κλείσιμο της δήλωσης του ο πρωθυπουργός.
Ακολουθεί ολόκληρη η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη:
Έναν χρόνο από την τραγωδία των Τεμπών, οι πληγές από τον χαμό των θυμάτων της μένουν νωπές, με τον Γολγοθά των δικών τους ανθρώπων πάντα δύσκολο και ανηφορικό. Είναι αλήθεια ότι ο χρόνος πάγωσε, την ώρα εκείνη, που ο τόπος συγκρούστηκε μετωπικά με τον χειρότερο εαυτό του. Ξέφυγε από τις ράγες τoυ, λυγίζοντας από το βάρος μιας κρυφής πραγματικότητας. Και, σε μία στιγμή, είδε το παρελθόν να παράγει το αδιανόητο στο παρόν.
Σε μία τέτοια μέρα η θλίψη δεν μπορεί να βαφτεί με χρώμα κομματικό. Κι ο σεβασμός στην οδύνη απαιτεί ωριμότητα και σύνεση. Στην υπέρβαση αυτού του εθνικού τραύματος ο καιρός δεν θα είναι σύμμαχος. Μπορεί, όμως, να προσφέρει κάποια ανακούφιση όταν αναδειχθούν όλες οι αιτίες του κακού. Όταν σβηστεί κάθε αμφιβολία. Όταν διαψευστούν ακόμη και οι πιο παράλογες φήμες. Και, κυρίως, όταν τιμωρηθούν οι ένοχοι. Και αυτό θα γίνει.
Η Βουλή εξέτασε δεκάδες μάρτυρες με εκατοντάδες στοιχεία, ερευνώντας πώς τα ανθρώπινα λάθη συναντήθηκαν μοιραία με τα διαχρονικά κενά του κράτους. Αλλά και αυτή δεν παύει να είναι ένας θεσμός πολιτικός. Γι’ αυτό και μόνο η Δικαιοσύνη είναι εκείνη που θα ρίξει φως στην υπόθεση, όπως το θέλουμε όλοι. Ήδη κινείται γρήγορα και στον ανώτατο βαθμό, καλώντας τους πρώτους από όσους πρέπει να λογοδοτήσουν. Της έχω απόλυτη εμπιστοσύνη και είμαι βέβαιος ότι θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Η αλήθεια, λοιπόν, δεν αργεί. Όπως δεν αργούν και οι προσπάθειες της πολιτείας να θεραπεύσει τις δικές της σοβαρές ελλείψεις.
Υποδεχόμαστε, συνεπώς, τη θλιβερή επέτειο, σκύβοντας το κεφάλι στη μνήμη των 57 αθώων που χάσαμε και στη δοκιμασία των τραυματιών. Με τη σκέψη στις οικογένειες, που έχουν κάθε δικαίωμα να κάνουν τον πόνο τους διαμαρτυρία. Ωστόσο, πρώτη η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα οφείλουμε να διακρίνουμε πίσω από την τραγωδία μία συλλογική αποτυχία. Να βρούμε τον κορμό και τα κλαδιά της και με τόλμη να την ξεριζώσουμε, όχι διχασμένοι, αλλά ενωμένοι.
Αποστολή μας είναι ο πόνος να μετουσιωθεί σε πράξεις. Ώστε οι οργανισμοί που υπηρετούν τον πολίτη να λειτουργούν με ασφάλεια, συνέπεια και επαγγελματισμό. Το Δημόσιο να μην μένει αιχμάλωτο της γραφειοκρατίας, που καθυστερεί κρίσιμα έργα. Και τα δικαστήρια να αποφασίζουν εγκαίρως, ιδίως για υποθέσεις που απασχολούν την κοινωνία.
Ως Πρωθυπουργός, ως πολίτης, αλλά και ως πατέρας, συμμετέχω στο πένθος της πατρίδας. Και επαναλαμβάνω τη δέσμευση ότι η χώρα θα συνεχίσει στον δρόμο της διαρκούς εγρήγορσης και της προόδου. Αλλάζοντας το κράτος και βελτιώνοντας την καθημερινότητα. Χωρίς συμβιβασμούς με λάθη του σήμερα και ανατρέποντας παθογένειες του χθες. Μέχρι το «ποτέ ξανά» από σύνθημα να γίνει, επιτέλους, πραγματικότητα.