Τώρα πια μας τύλιξε μια απέραντη μοναξιά, πνιγόμαστε σε εθνική κατάθλιψη, αναιρούμε την ύπαρξή μας σε αριθμούς απίστευτους για Έλληνες και Ελλάδα, δεν λέμε καλημέρα ή καλησπέρα, δεν κοιτάμε ψηλά, αλλά ούτε καν σε επίπεδο ματιών τους ανθρώπους που έρχονται από απέναντί μας.
Μια φορά κι έναν καιρό, είχαμε τους φίλους και τους κολλητούς να λέμε τα μυστικά μας, να μοιραζόμαστε χαρές που έτσι διπλασιάζονταν και λύπες που μειώνονταν επειδή τις βγάζαμε από το στέρνο με δάκρυα στα μάτια».
Κολλήσαμε στους καναπέδες μας και στις τηλεοράσεις μας που έχουν αδρανοποιήσει σήμερα τον μέσο Έλληνα, την μέση Ελληνίδα…
Τα μεγάλα ψυχοκοινωνικά φαινόμενα, αυτά που με την ολοκλήρωσή τους μορφοποιούν νέα σχήματα, δομές, θεσμούς και θεσμικά όργανα, είναι δύσκολο, εάν όχι ακατόρθωτο, να τα μελετήσει και να τα αξιολογήσεις κανείς με επιτυχία την ώρα που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Ελπίζω, φίλες και φίλοι αναγνώστες που με τιμάτε διαβάζοντας τα κείμενα με τις απόψεις μου, να συμφωνήσετε στη διαπίστωση ότι τέτοια φαινόμενα βιώνουμε εδώ και χρόνια στην Πατρίδα μας καθώς η γοητευτική εικόνα της τηλεόρασης έχει αδρανοποιήσει πλήρως τον μέσο Έλληνα και Ελληνίδα που με τον τηλεοπτικό μας εθισμό αποδεικνύουμε αληθές το Κινέζικο ρητό που λέει «μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις…»
Αυτό που είχε πει πολλές δεκαετίες πριν «ο Γέρος της Δημοκρατίας» ο αείμνηστος Γεώργιος Παπανδρέου ότι «στην Ελλάδα ευημερούν οι αριθμοί ενώ πένονται οι πολίτες» θα το προσαρμόσω στα τρέχοντα δηλώνοντας ότι σήμερα «ευημερεί η τηλεθέαση από νέους, που παραμένουν άνεργοι αφού ΔΕΝ έφυγαν από την Ελλάδα σε αναζήτηση κερδοφόρου απασχόλησης σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και από συνταξιούχους που πένονται».
Δηλαδή η καθημερινή τηλεοπτική πραγματικότητα ξεκινά χαράματα, καθώς οι παρουσιαστές των εκπομπών σε σταθμούς τηλεοράσεων και ραδιοφώνων πανελλαδικής εμβέλειας βοηθούμενοι από «ειδικούς» περί την οικονομία και στελέχη των κομμάτων της Συμπολίτευσης και Αντιπολίτευσης βομβαρδίζουν τα αυτιά μας με αριθμούς, επιχειρήματα, εικόνες και λεκτικές απεικονίσεις της καθημερινής μας πραγματικότητας και τελειώνει τις μεταμεσονύκτιες μικρές ώρες με τις σχετικές πολιτικές, οικονομικές, και δήθεν «πολιτισμικές» εκπομπές με καλογυμνασμένους νέους και νέες που προβάλλουν τα ημίγυμνα κορμιά τους. Δεχόμαστε όσα οι παρουσιαστές των εκπομπών και οι επισκέπτες τους μας σερβίρουν και οδηγούμαστε ως Έθνος με αδιαφιλονίκητη σιγουριά σε βαθιά κατάθλιψη!…
Είναι αδιαφιλονίκητα προφανές ότι μας τύλιξε μια απέραντη μοναξιά, πνιγόμαστε σε εθνική κατάθλιψη, αναιρούμε την ύπαρξή μας σε αριθμούς απίστευτους για Έλληνες και Ελλάδα, δεν λέμε καλημέρα ή καλησπέρα, δεν κοιτάμε ψηλά, αλλά ούτε καν σε επίπεδο ματιών τους ανθρώπους που έρχονται από απέναντί μας.
Μια φορά κι έναν καιρό, είχαμε τους φίλους και τους κολλητούς να λέμε τα μυστικά μας, να μοιραζόμαστε χαρές που έτσι διπλασιάζονταν και λύπες που μειώνονταν επειδή τις βγάζαμε από το στέρνο με δάκρυα στα μάτια. Μια φορά κι έναν καιρό, τα είχαμε αυτά για να παίζουμε εμείς σαν παιδιά γονιών που δεν είχαν λεφτά ούτε αυτοκίνητα, αλλά είχαμε όνειρα πολλά!…
Ζούμε πια σε ένα «χρεοκοπημένο» Κράτος, σε μια ρημαγμένη οικονομία, σε έναν κόσμο που γέμισε πλαστικά και εικονική πραγματικότητα ψηφιακής μορφής χωρίς σάρκα και οστά, χωρίς τη χαρά και τον πόνο της ζωής, των ανθρώπινων συναισθημάτων, του έρωτα, της αγάπης, του κουτσομπολιού.
Στρογγυλοκάθισαν δεκαετίες στη σειρά στους Εθνικούς, περιφερειακούς και τοπικούς «θώκους εξουσίας» μερικές οικογένειες και μαζί οι «παρατρεχάμενοι συγγενείς και αυλικοί» τους και αποφασίζουν για εμάς χωρίς να μας ρωτάνε αφού εμείς τους εκλέγουμε. Μας χώρισαν σε μπλε, πράσινους και πολύχρωμους, μαλλιοτραβηχτήκαμε και αφού μας «κατάντησαν» με εκλογές μας «σώζουνε» με ευφυολογήματα που λέγονται επιδόματα, κουπόνια και καλάθια.
Ο κυνισμός ως φιλοσοφία καθημερινότητας εγκαταστάθηκε στην ελληνική κοινωνία και η ελληνική εμπειρία πιστοποιεί ότι υπάρχει καταστροφικό χάσμα ανάμεσα στη σύλληψη και δόμηση μιας ουτοπίας και στην ειλικρινή και τίμια προσπάθεια εφαρμογής της στην πράξη, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά σχήματα.
Και το χάσμα γίνεται ακόμη πιο καταστροφικό και οδηγεί ακόμη πιο γοργά στη θανάτωση της ουτοπίας όταν η απόπειρα πραγμάτωσής της γίνεται χωρίς ειλικρίνεια, χωρίς εντιμότητα, χωρίς πίστη στην πιθανή επιτυχία της. Με τον τρόπο αυτό πέρα από την πίκρα της καθολικής απογοήτευσης φαίνεται να δημιουργείται ένα πολύ πιο επικίνδυνο ψυχοκοινωνικό και πολιτικά συλλογικό συναίσθημα των Ελλήνων, που είναι γνωστό ως κυνισμός.
Θα αντιτάξουν κακοπροαίρετα κάποιες και κάποιοι αναγνώστες ότι όλα τα παραπάνω συνιστούν «διαπιστώσεις» και καλοπροαίρετα θα ρωτήσουν άλλες και άλλοι:
«Τελικά, κ. Πιπερόπουλε, τι χρειαζόμαστε;»
Ως κοινωνία, ως Έθνος και ως Λαός αλλά και ως άτομα αυτό που τώρα χρειαζόμαστε, όπως νομίζω το χρειάζεται ολάκερη η ανθρωπότητα, έστω και εάν κατηγορηθώ θα το καταθέσω σήμερα λέγοντας ότι είναι ένας νέος «μύθος!…»
Φρονώ ότι ως Λαός έχουμε στο ελληνικό συλλογικό και ατομικό μας υποσυνείδητο όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για να δημιουργήσουμε τον «νέο μύθο» για να πραγματώσουμε καινοτόμα, χρήσιμα οράματα.
Χρειαζόμαστε ως λαός νέα οράματα που θα μας καθοδηγήσουν όχι με εξορκισμούς του χθες, αλλά καθώς θα ζούμε το σήμερα, διδασκόμενοι από το χθες να είμαστε σε θέση να προγραμματίσουμε με ελπίδα για το αύριο, ξεπερνώντας τα ρεκόρ που σημειώνουμε ως Έλληνες στην απαισιοδοξία και την απελπισία!…
Χρειαζόμαστε διοικητική οργάνωση εμπλουτισμένη με ανθρωπιστικά συναισθήματα, απαιτείται να θυμηθούμε τις ατομικές και συλλογικές μας ευθύνες απέναντι στην Ιστορία μας.
Χρειάζεται να ξαναβρούμε την ανθρωπιά μας, να ενεργοποιήσουμε το ξεχασμένο μας φιλότιμο, την αγάπη για τον συνάνθρωπό μας, και το ρωμαίικο «κυμπαριλίκι» μας…
Και τότε, ίσως κατορθώσουμε ως ιστορικός Λαός, να προσφέρουμε στους Λαούς όλης της γης, Δύσης και Ανατολής, οράματα και μύθους που και αυτοί, όπως και εμείς πλέον, τα χρειάζονται επιτακτικά καθώς η διαπιστωμένα διογκούμενη καθημερινά αλλοτρίωση έφερε την ανθρωπότητα στο έσχατο σημείο της υποβάθμισής της, με την κατάρρευση πατροπαράδοτων συστημάτων αξιών και τον εκμηδενισμό της ελπίδας…
――――――――――――――――――――――-
*O Γιώργος Πιπερόπουλος, Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας - Ψυχολογίας, είναι Επίτιμος Καθηγητής Μάνατζμεντ και Μάρκετινγκ στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham, συνταξιούχος καθηγητής Μάνατζμεντ, Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και πρώην Πρόεδρος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.