Μνήμη του λαού μου πώς σε λένε;

Μνήμη του λαού μου πώς σε λένε;
sooc

Ο μεγάλος μου γιος πηγαίνει στην τετάρτη δημοτικού. Φέτος έκανε για πρώτη φορά παρέλαση. Ήξερε τι γιορτάζουμε. Ήξερε επίσης ότι ο πολεμιστής της Μικρασίας παππούς μου γλίτωσε από δύο πολέμους και ποτέ δεν βαρυγκόμησε για τη συμμετοχή του σε αυτούς. Ήξερε επίσης ότι η μάνα μου μεγάλωσε ορφανή γιατί ο δικός της πατέρας γλίτωσε στο μέτωπο, αλλά τον φόνεψαν οι Γερμανοί κατακτητές στην κατοχή. Προσεχώς θα του μάθω ότι οι οικείοι αυτών των ανθρώπων δεν καταδέχθηκαν ποτέ να πάρουν τιμητικές συντάξεις επειδή έκαναν το υπέρ βωμών και εστιών καθήκον τους.

Ο μεγάλος μου γιος έκανε την πρώτη του παρέλαση προχθές κι ήταν υπερήφανος γι’ αυτό. Την χαρά του όμως για την μετοχή του στην γιορτή μαγάρισε μια αφίσα που ζητούσε την κατάργηση των παρελάσεων. Μια αφίσα που έλεγε ότι το να τιμάς τα γονικά σου είναι εθνικισμός, είναι ρατσισμός, είναι στρατοκρατία!

Δεν έχω τι να του πω. Κι άσχημα δεν θέλω να μιλήσω για κανέναν.

Πικράθηκα μονάχα που τον πίκρανε η μικροψυχία όσων αρνούνται να καταλάβουν την καθοριστική σημασία που έχει για την κοινωνική και εθνική μας περηφάνια η οφειλόμενη τιμή στις πράξεις αξιοπρέπειας των προγόνων μας. Και ποιοι είναι αυτοί που την αρνούνται; Τα εγγόνια των πρωταγωνιστών του έπους του ’40 και της εθνικής αντίστασης, που παριστάνουν τα ασπόνδυλα μαλάκια, τα εργαζόμενα ακαμάτως και κατά προτεραιότητα για την μικρόψυχη αναθεώρηση κι ενοχοποίηση της κληρονομιάς μας, για την αυτοπροαίρετη υποταγή μας στον ολοκληρωτισμό της ομοιομορφίας των πολυεθνικών. Μια ομοιομορφία που αποθεώνει την ατομικότητα, την εγωπάθεια και την αλαζονική αναπηρία των σύγχρονων Ελλήνων να νιώσουν συμμέτοχοι στη γιορτή και αλληλέγγυοι στης ελευθερίας το άθλημα.

Αυτοκριτική βεβαίως και χρειάζεται. Κι ανάληψη ευθυνών απ’ όσους επέτρεψαν το «ΟΧΙ» εκείνο να είναι το τελευταίο που κατόρθωσε ο ελλαδισμός μας.

Οι συγκρίσεις αναπόφευκτες. Το φρόνημα του τότε και η φρονιμάδα του σήμερα! Οι εγκλωβισμένοι της Κορυτσάς κι οι εγκλωβισμένοι του χρηματιστηρίου. Ο τότε πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής αυτοκτονούσε λίγο πριν μπουν οι Γερμανοί στην Αθήνα και μισό αιώνα αργότερα ο γιαλαντζί σοσιαλιστής πρωθυπουργός της εθνικά υπερήφανης χώρας μας υπέστειλε την σημαία μας, λέγοντας ένα μνημειώδες «thank you» στους υπερατλαντικούς του πάτρωνες.

Ας αφήσουμε ήσυχη την εθνική επέτειο. Δεν χρειάζονται άλλοι δεκάρικοι. Ας καταργηθούν κι οι παρελάσεις να μην στεναχωριούνται και οι «προοδευτικοί» άνθρωποι που αστυνομεύουν τον δημόσιο βίο μας. Άλλωστε τόσα χρόνια το έθνος παρελαύνει χωρίς, απ’ ό,τι φαίνεται, να είναι διατεθειμένο να πολεμήσει για την ελευθερία του. Διότι ποιοι να παρελάσουν φίλτατοι αναγνώστες; Οι μιζαδόροι των ενόπλων δυνάμεων, οι μαθητές που υπερασπίζονται το «δικαίωμά» τους να εισάγονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με βαθμούς κάτω από τη βάση ή οι δάσκαλοί τους που, αφού κανείς δεν τους επιβραβεύει για τις επιδόσεις των μαθητών τους, αγωνίζονται μόνοι τους για λίγο φυστικοβούτυρο επιπλέον;

Ας σωπάσουμε από τούδε κι ας ανάψουμε ένα κεράκι στην ιερή μνήμη εκείνων που έμειναν για πάντα στα βουνά της βορείου Ηπείρου και εκείνων που πήραν τα βουνά για να υπερασπιστούν την προσωπική κι εθνική μας αξιοπρέπεια. Αυτήν που εμείς εκποιήσαμε.

Αιωνία η μνήμη τους.

Το κείμενο είναι παλιό κι αναπαύεται στο Θεόδωρος Ε. Παντούλας, “10 χρόνια κομμάτια”, εκδ. manifesto 2013. Για την φωτογραφία που το συνοδεύει στην ανάρτηση δεν είναι σήμερα η μέρα να μιλήσουμε. Καλή αυριανή.

archive

Δημοφιλή