Στα τελευταία δεδομένα στο θέμα των μεταλλάξεων και κατά πόσο είναι αποτελεσματικά τα εμβόλια, αναφέρθηκε ο καθηγητής, Ηλίας Μόσιαλος.
Συγκεκριμένα έγραψε στο facebook:
«Παραλλαγές στην Αγγλία και στη Νότιο Αφρική και εμβολιασμοί στο Ισραήλ
Οι τελευταίες ημέρες ήταν ένας κατακλυσμός από ειδήσεις και ανακοινώσεις για την παραλλαγή B.1.1.7 που καλπάζει στην Αγγλία, την παραλλαγή 501Y.V2 που μελετάται στη Νότιο Αφρική και για το μαζικό εμβολιασμό στο Ισραήλ. Όλες είχαν κοινό παρανομαστή την ανησυχία για την αποτελεσματικότητας των εμβολίων.
Ας δούμε τι έχει γίνει όμως.
Ερευνητές της BioNTech χρησιμοποίησαν στέλεχος ιού που φέρει όλες τις μεταλλάξεις του στελέχους B.1.1.7. Διαπίστωσαν ότι κάνοντας πειράματα με αίμα 16 εμβολιασμένων ανθρώπων (οι μισοί από τους οποίους ήταν άνω των 55 ετών) ο ιός εξουδετερώθηκε από τα αντισώματα που υπήρχαν στο αίμα μετά τον εμβολιασμό. Στο άρθρο που δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί (προδημοσίευση), η εταιρεία δήλωσε ότι «δεν υπήρχε βιολογικά σημαντική διαφορά στη δραστηριότητα εξουδετέρωσης» αν συγκρίνουμε τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών μεταξύ της νέας παραλλαγής και του αρχικού στελέχους του κορωνοϊού, που βρέθηκε στην Κίνα τον περασμένο Ιανουάριο.
Αλλά οι συγγραφείς προειδοποιούν πως η «συνεχής εξέλιξη του SARS-CoV-2 απαιτεί συνεχή παρακολούθηση της σημασίας των αλλαγών για τη διατήρηση της προστασίας από τα επί του παρόντος εγκεκριμένα εμβόλια». Αυτή η μελέτη είναι η πρώτη του είδους της που δείχνει πως το εμβόλιο της Pfizer θα μας προστατεύει και από τη νέα παραλλαγή B.1.1.7.
Ταυτόχρονα, μια προδημοσίευση που μελετά την παραλλαγή 501Y.V2 του ιού στη Νότιο Αφρική έδειξε πως τα εξουδετερωτικά αντισώματα στο αίμα 44 πρώην ασθενών που είχαν νοσήσει ήπια ή σοβαρά, δεν ήταν τόσο αποτελεσματικά στο να εξουδετερώνουν την παραλλαγή 501Y.V2. Έτσι έβγαλαν το συμπέρασμα ότι θα υπάρχουν επαναλοιμώξεις σε ανθρώπους που είχαν κολλήσει το αρχικό στέλεχος, εάν εκτεθούν στην παραλλαγή 501Y.V2.
Τι μετέφεραν όμως κάποια ΜΜΕ;
Πως αυτή η μείωση στη δυνατότητα εξουδετέρωσης της παραλλαγής του ιού από τα αντισώματα στο πλάσμα πρώην ασθενών COVID-19 - σύμφωνα με την προδημοσίευση- ήταν πολύ σημαντική. Δηλαδή πως έπεσε σε τέτοια επίπεδα, που αν κάναμε αντιστοιχία με τη γρίπη θα έπρεπε να μιλάμε για ανάγκη για νέο εμβόλιο για να προστατευτούμε από αυτή την παραλλαγή του ιού.
Όμως όπως γνωρίζουμε, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της γρίπης, είναι πολύ μικρή (από 30 έως 60%): σύμφωνα με τα αμερικανικά κέντρα ελέγχου λοιμώξεων (CDC), αξιολογώντας καταγεγραμμένες λοιμώξεις σε εμβολιασμένο πληθυσμό, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου το 2018-19 στις ΗΠΑ ήταν περίπου στο 29%.
Επίσης, να πούμε εδώ πως η μελέτη εξετάζει την παραλλαγή μεν στα αίματα των πρώην ασθενών αλλά όχι τους ασθενείς. Τι εννοώ;
Δεν λαμβάνει υπόψιν την κυτταρική μνήμη σε πραγματικές συνθήκες (δηλαδή τη δυνατότητα του ατόμου που έχει προσβληθεί να μπορεί να εγείρει κυτταρική αντίδραση αλλά και αντισώματα μόλις ανιχνεύσει επίθεση από το ίδιο παθογόνο).
Επιπλέον η μελέτη χρησιμοποίησε τα κλινικά δείγματα για πειράματα για το εμβόλιο, αλλά οι ερευνητές - ως σοβαροί επιστήμονες- ανέφεραν πως τα αντισώματα που αναπτύσσουμε μετά το εμβόλιο είναι διαφορετικά και δεν έχουμε ακόμη στοιχεία σχετικά με το εάν τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά έναντι της παραλλαγής 501Y.V2. Οι μελέτες βρίσκονται σε εξέλιξη.
Πάρα ταύτα, η είδηση που μεταδόθηκε από το ΑΠΕ έλεγε ότι το εμβόλιο δεν δουλεύει. Θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικό το επίσημο ειδησεογραφικό πρακτορείο της χώρας.
Υπήρξαν επίσης ανακοινώσεις από την κυβέρνηση του Ισραήλ, αλλά και από τον καθηγητή και φίλο Ραν Μπάλισερ, που ηγείται του εξαιρετικού ερευνητικού ινστιτούτου του ασφαλιστικού ταμείου Κλαλίτ στο Ισραήλ. Σύμφωνα με τα στοιχεία, σε ένα πληθυσμιακό δείγμα περίπου 400.000 ανθρώπων άνω των 60 ετών, σημειώθηκε ελαφρά πτώση της διαγνωσμένης θετικότητας στα τεστ που έγιναν από την ημέρα 5 έως και την ημέρα 13 μετά την πρώτη δόση του εμβολίου. Όμως την ημέρα 14 - πάλι από δεδομένα που προκύπτουν από ανθρώπους που έκαναν διαγνωστικά τεστ- σημειώθηκε μείωση στη θετικότητα. Αυτό ερμηνεύεται ως πτώση της εξάπλωσης της νόσου κατά 33% μεταξύ εκείνων που εμβολιάστηκαν (περίπου 200.000) και εκείνων που δεν είχαν εμβολιαστεί. Θεωρώντας την θετικότητα στα τεστ ως μέθοδο μέτρησης της αποτελεσματικότητας, αξιωματούχος της επιτροπής ειδικών και του υπουργείου υγείας, έκανε αναγωγή σε μειωμένη αποτελεσματικότητα.
Θέλω εδώ να επισημάνω τα εξής.
Τα στοιχεία -που δεν έχουν δημοσιευθεί αναλυτικά- προέρχονται από μια μελέτη παρατήρησης σε συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα και όχι από κλινική μελέτη. Άρα, μέχρι να γίνει η πλήρης ανάλυση όλων αυτών των δειγμάτων, δεν μπορούμε να τα θεωρούμε το ίδιο αξιόπιστα με τα στοιχεία των κλινικών δοκιμών. Όμως υπάρχουν και άλλες διαφορές με την κλινική μελέτη. Οι άνθρωποι που έκαναν τεστ δεν ήταν τυχαίο δείγμα. Καταρχάς μεταξύ των πολιτών που έκαναν τεστ, υπήρχαν συμπτωματικοί και ασυμπτωματικοί, αλλά το κοινό τους χαρακτηριστικό ήταν πως είχαν την ανησυχία να εξεταστούν. Όπως εξήγησε ο Ραν Μπάλισερ, ενώ η έρευνα της Pfizer βασίστηκε σε άτομα που είχαν συμπτώματα Covid-19, η έρευνά τους που μελετούσε τη σχετική μείωση της διασποράς, περιλάμβανε άτομα και από τις δύο ομάδες που ήρθαν να εξεταστούν επειδή ένιωσαν συμπτώματα, αλλά και άλλους που είχαν έρθει σε επαφή με κάποιον που διαγνώστηκε με Covid-19.
Ακόμη όμως και αν η αποτελεσματικότητα είναι μόνο 33%, μετά την πρώτη δόση, όπως αρχικά είπαν οι Ισραηλινοί, τότε αυτό είναι μέσα στο αναμενόμενο εύρος τιμών που ανακοίνωσε η Pfizer για την πρώτη δόση (το οποίο είναι 52.4% με διάστημα εμπιστοσύνης 29.5-68.4%). Τα στοιχεία όμως των Ισραηλινών αφορούσαν τις πρώτες 14 μέρες μόνο μετά τους εμβολιασμούς.
Μια άλλη μελέτη παρατήρησης στο Ισραήλ ασχολήθηκε με την παράμετρο ‘απουσίες των υγειονομικών από την εργασία τους’ σε όλη τη χώρα, και με νέο δεδομένο τον εμβολιασμό τους. Φαίνεται λοιπόν πως παρά τη μεγάλη έξαρση των κρουσμάτων υπάρχει σημαντική μείωση στις απουσίες των υγειονομικών μετά τον εμβολιασμό τους. Αυτά τα αποτελέσματα, είναι επίσης ενθαρρυντικά και προκύπτουν ως έμμεση συνέπεια του εμβολιασμού των υγειονομικών.
Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι το τι γίνεται με τη δεύτερη δόση.
Τότε η αποτελεσματικότητα ανεβαίνει στο 94.8% αλλά με εύρος τιμών περίπου 90 με 98% (από με την πρώτη δόση29.5-68.4%). Επομένως, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της κλινικής μελέτης, με τη δεύτερη δόση μειώνεται σημαντικά η αβεβαιότητα για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Είναι πιθανό να είναι μικρότερη από 90% όμως;
Ναι, γιατί οι συνθήκες χορήγησης των δόσεων και η φύλαξη των εμβολίων δεν είναι οι ίδιες όπως στις κλινικές δοκιμές. Άρα προσωπικά δεν θα εκπλαγώ αν δούμε διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών που χορηγούν το εμβόλιο αλλά και μια μικρή μείωση της αποτελεσματικότητάς τους στην καθημερινή κλινική πράξη.
Πρέπει να είμαστε απολύτως ήσυχοι επομένως;
Δεν υπάρχει λόγος πανικού αλλά χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση. Εάν ο ιός αλλάξει περισσότερο ίσως χρειαστούμε νέα εμβόλια. Αλλά δεν είμαστε ακόμη σε αυτή τη χρονική φάση.
Αυτό που πρέπει να γίνει όμως είναι σαφές. Οι εταιρείες και οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να παρακολουθούν στενά τις μεταλλάξεις του ιού και να καταστρώνουν σενάρια για την παραγωγή νέων εμβολίων.
Τα mRNA εμβόλια μπορούν να τροποποιηθούν εύκολα εντός ολίγων εβδομάδων, όπως μας διαβεβαιώνουν οι ειδικοί.
Παραμένει όμως το θέμα της μαζικής παραγωγής. Αυτό δυστυχώς είναι ένα ευρύτερο ζήτημα και το βλέπουμε και τώρα με τις καθυστερήσεις που υπάρχουν και την αδυναμία κάλυψης πολλών χωρών εντός του 2021».