Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι ξεκινά «μια προσπάθεια ολόκληρης της κυβέρνησης» ως απάντηση στην άρνηση του Ανώτατου Δικαστηρίου να ακυρώσει τον ακραίο νόμο για τις αμβλώσεις στο Τέξας.
Με τη μη λήψη απόφασης, το ανώτατο δικαστήριο επέτρεψε να τεθεί σε ισχύ την Τετάρτη ο νόμος, ο οποίος ποινικοποιεί την άμβλωση σε διάστημα έξι εβδομάδων από την κύηση, ακόμα και σε περιπτώσεις βιασμού ή αιμομιξίας, και εξουσιοδοτεί τους πολίτες να επιβάλλουν την απαγόρευση.
Το κορυφαίο όργανο της αμερικανικής δικαιοσύνης, διχασμένο – τέσσερα από τα εννέα μέλη του εναντιώθηκαν στην απόφαση – δεν αποφάνθηκε πάντως για το κατά πόσον ο νόμος είναι συνταγματικός. Επικαλέστηκε «περίπλοκα και νέα διαδικαστικά ζητήματα». Υποστήριξε ότι, μολονότι διάφορες οργανώσεις υγείας των γυναικών είχαν εγείρει «σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη συνταγματικότητα» του νόμου, η προσφυγή τους απέτυχε να «φέρει το βάρος» που είναι απαραίτητο για ασφαλιστικά μέτρα ενόσω εφέσεις εξετάζονται από δικαστήρια.
Ο Μπάιντεν χαρακτήρισε την απόφαση του δικαστηρίου «μια άνευ προηγουμένου επίθεση στα συνταγματικά δικαιώματα των γυναικών», υποστηρίζοντας ότι «προκαλεί συνταγματικό χάος».
″Αντί να χρησιμοποιήσει την ανώτατη δικαιοδοσία του για να διασφαλίσει ότι η δικαιοσύνη θα αποδοθεί, το ανώτατο δικαστήριο της χώρας μας θα επιτρέψει σε εκατομμύρια γυναίκες στο Τέξας που έχουν ανάγκη από καθοριστική σημασίας φροντίδα να υποφέρουν την ώρα που τα δικαστήρια εξετάζουν τις διαδικαστικές πολυπλοκότητες”, ανέφερε μεταξύ άλλων η δήλωση του Μπάιντεν.
Επίσης προσθέτει πως έχει δώσει εντολή στους αξιωματούχους του Λευκού Οίκου να εξετάσουν τα μέτρα που μπορεί να πάρει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να βοηθήσει τις γυναίκες του Τέξας.
Η απόφαση χαρακτηρίζεται βαρύ πλήγμα στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των γυναικών για αμβλώσεις, καθώς ο νόμος, που πρακτικά απαγορεύει το 85 ως 90% των αμβλώσεων, παραμένει σε ισχύ στην πολιτεία.
Δεν είχε επιβληθεί ποτέ τέτοια απαγόρευση σε οποιαδήποτε αμερικανική πολιτεία από το 1973, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε στην υπόθεση Ρόου εναντίον Γουέιντ, καθιστώντας συνταγματικό δικαίωμα την πρόσβαση σε τέτοιες επεμβάσεις.