Η ιστορία έχει δείξει, ότι εν όψει κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων δυσάρεστα γεγονότα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ψυχολογία των ψηφοφόρων, αλλάζοντας ακόμη και ριζικά το αποτέλεσμα των εκλογών.
Στις ΗΠΑ, από το 1981 που έγινε η ένοπλη επίθεση κατά του τότε Αμερικανού προέδρου Ronald Reagan, δεν έχει υπάρξει κάποια δραματική πράξη βίας εναντίον προέδρου - ή προεδρικού υποψηφίου.
Ο αντίκτυπος της ένοπλης επίθεσης κατά του Ντόναλντ Τραμπ στην Πενσιλβάνια, την οποία το FBI επίσημα χαρακτήρισε απόπειρα δολοφονίας, αν και είναι νωρίς να προβλεφτεί, έχει ήδη πυροδοτήσει σενάρια συνομωσίας και εκλογολογίας.
Και μετά την εξέγερση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, μπορεί να κατανοήσει κανείς πόσο γρήγορα μπορεί να εκραγεί η πολιτική βία στις ΗΠΑ.
Σενάρια συνομωσίας
Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές δηλώνουν ήδη ότι «ο Τραμπ έχει τις εκλογές στο τσεπάκι του» και ότι η επιστροφή του στο Λευκό Οίκο θα είναι πλέον μια εύκολη υπόθεση.
Ο Ρεπουμπλικάνος βουλευτής Derrick Van Orden του Γουινσκόνσιν, σε δήλωσή του στο Politico υποστήριξε ξεκάθαρα ότι «ο Πρόεδρος Τραμπ επέζησε από αυτήν την επίθεση και μόλις κέρδισε τις εκλογές».
Άλλοι Ρεπουμπλικάνοι, αν και εμφανίζονται πιο συγκρατημένοι δηλώνουν αριστερά και δεξιά τις προβλέψεις τους ότι ο πυροβολισμός θα ενισχύσει την υποστήριξη στον Τράμπ κυρίως από τη βάση των Ρεπουμπλικάνων.
«Η επίθεση θα ενεργοποιήσει τη βάση του κόμματος και η εικόνα του Τραμπ με τη γροθιά στον αέρα, που δεν ήθελε να φύγει από εκεί, φωνάζοντας αγωνιστείτε, αγωνιστείτε, θα γίνει το σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας» υποστήριξε ο βουλευτής Tim Burchett από το Τενεσί.
Κάποιοι Ρεπουμπλικάνοι το βρήκαν σαν ευκαιρία για να διαδώσουν αβάσιμες θεωρίες συνωμοσίας όπως ότι πίσω από την επίθεση βρίσκεται ο Αμερικανός πρόεδρος.
«Ο Τζο Μπάιντεν είχε δώσει την εντολή για τον πυροβολισμό» δήλωσε ο βουλευτής Μάικ Κόλινς, υπονοώντας τις δηλώσεις του Μπάιντεν ότι οι Δημοκρατικοί πρέπει να ταρακουνήσουν τον Τραμπ.
Παρόμοιες υπόνοιες άφησε και ο γερουσιαστής Μάικ Λι από τη Γιούτα, σε κοινή δήλωσή του με τον πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, λέγοντας ότι ο Μπάιντεν θα πρέπει «να διατάξει αμέσως» τους εισαγγελείς να αποσύρουν τις ομοσπονδιακές κατηγορίες εναντίον του Τραμπ αν θέλει να μειώσει το ενδεχόμενο «να ανάψουν επικίνδυνα τα αίματα».
Κίνδυνος από το παρελθόν
Το ενδεχόμενο ενός μεγάλου διχασμού στις ΗΠΑ είναι πάντα ορατό, ενώ οι ψηφοφόροι των Δημοκρατικών έχουν αρχίσει ήδη να αμφιβάλλουν για τις πιθανότητές του Μπάιντεν να παραμείνει στον Λευκό Οίκο και να διατηρήσει την πλειοψηφίας της Γερουσίας.
Το μεγαλύτερο πλήγμα όμως της σημερινής επίθεσης στο πρόσωπο του Τραμπ, είναι η ασφάλεια και η πολιτική βία που αναβιώνει στις ΗΠΑ.
Σε ανάλυσή του το BBC αναφέρει τις δολοφονίες των Κένεντι, πριν από σχεδόν μισό αιώνα, όταν ένας πρόεδρος και ένας υποψήφιος για προεδρία, έπεσαν νεκροί από σφαίρες δολοφόνων.
Παρόμοια και η μοίρα σημαντικών προσωπικοτήτων για την υπεράσπιση των πολιτικών δικαιωμάτων όπως ο Medgar Evers, ο Martin Luther King Jr και ο Malcolm X που έχασαν τη ζωή τους σε εποχές έντονης πολιτικής βίας.
Σήμερα, όπως και στη δεκαετία του 1960, το γεγονός ότι οποιοσδήποτε μπορεί να πάρει ένα πυροβόλο όπλο και να αλλάξει το ρου της ιστορίας, μπορεί να οδηγήσει σε έντονη πολιτική πόλωση και δυσλειτουργία της Δημοκρατίας.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν, μετά τα γεγονότα στην Πενσιλβάνια εμφανίστηκε στις κάμερες στο σπίτι του στο Ντέλαγουερ για να καθησυχάσει τους Αμερικανούς και να καταδικάσει την πολιτική βία.
«Δεν υπάρχει μέρος στην Αμερική για τέτοιου είδους βία. Είναι άρρωστο. Δεν μπορούμε να είμαστε έτσι. Δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε αυτό».
Όμως ο σκληρός προεκλογικός πόλεμος που χαρακτηρίζει την αμερικανική πολιτική τις τελευταίες δεκαετίες, δεν θα σταματήσει τόσο εύκολα.
Ποιός κερδίζει από την πόλωση
Ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι πολιτικοί έχουν ρίξει ήδη την ευθύνη για την επίθεση στους Δημοκρατικούς αναφερόμενοι στις δηλώσεις Μπάιντεν περί απειλής της Δημοκρατίας από τον αντίπαλό του. Και ίσως όχι άδικα.
Πανεθνική έρευνα του ABC News το 2020 εντόπισε 54 ποινικές υποθέσεις στις οποίες ο ίδιος ο Τραμπ είχε επικαλεστεί «άμεση σχέση με βίαιες πράξεις, απειλές βίας ή ισχυρισμούς για επίθεση».
Μόλις πριν από μερικές εβδομάδες, ο Kevin Roberts, πρόεδρος της δεξιάς δεξαμενής σκέψης Heritage Foundation και αρχιτέκτονας του σχεδίου Project 2025 για την αναμόρφωση της κυβέρνησης των ΗΠΑ υπό μια δεύτερη προεδρία Τραμπ, μίλησε για μια «δεύτερη αμερικανική επανάσταση» που «θα παρέμενε αναίμακτα αν το επιτρέψουν οι Δημοκρατικοί».
Από την πλευρά του, ο Chris LaCivita, διευθυντής της εκστρατείας του Τραμπ, είπε ότι «αριστεροί ακτιβιστές, δημοκρατικοί δωρητές, ακόμη και ο ίδιος ο Joe Biden» πρέπει να λογοδοτήσουν στην κάλπη τον Νοέμβριο για τα «αηδιαστικά τους σχόλια» που κατά την άποψή του οδήγησαν στην επίθεση του Σαββάτου.
«Βούτυρο στο ψωμί» των Ρεπουμπλικάνων η επίθεση
Η σκληρή ρητορική είναι μέρος της πολιτικής κουλτούρας των ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες, και μπορεί τώρα να ενοχλεί του Δημοκρατικούς δεν μπορεί κανείς όμως να αγνοήσει, ότι κι εκείνοι χρησιμοποίησαν παρόμοια γλώσσα, για να περιγράψουν την ενοχή της δεξιάς ρητορικής πριν από τον σχεδόν θανατηφόρο πυροβολισμό της βουλευτής Γκάμπι Γκίφορντς το 2011 στην Αριζόνα.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εικόνες του Ντόναλντ Τραμπ, με το αίμα στο πρόσωπο και την γροθιά υψωμένη, δεν θα περάσει ανεκμετάλλευτη από το στρατηγείο της προεκλογικής του καμπάνιας.
«Αυτός είναι ο μαχητής που χρειάζεται η Αμερική!» έγραψε ο Έρικ Τραμπ στα social media, συνοδευόμενος από μια φωτογραφία του πατέρα του μετά τον πυροβολισμό.
Όπως φαίνεται, οι ρεπουμπλικάνοι ενίσχυσαν την προεκλογική τους φαρέτρα με ένα σημαντικό όπλο. Άλλωστε, ότι «δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό».