Ο κανόνας που ακολουθούμε οι περισσότεροι από εμάς εδώ και ένα μήνα έχει όνομα και λέγεται «#Μένουμε_Σπίτι».
Εύκολο δεν είναι για κανέναν αυτό που βιώνουμε, αφού πολλοί έχουν παιδιά, κάτι που σημαίνει πως πρέπει να δουλεύουν και παράλληλα να ασχολούνται μαζί τους, ενώ άλλοι έχουν να φροντίσουν ανθρώπους τρίτης ηλικίας, οργανώνοντας την αγορά και παράδοση ειδών πρώτης ανάγκης.
Καθώς λοιπόν η πανδημία του κορονοϊού είναι αυτή που καθορίζει τις ζωές όλων μας και μη γνωρίζοντας πότε τα μέτρα για παραμονή στο σπίτι θα χαλαρώσουν, δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν αρχίσει και αναρωτιούνται αν θα μπορούσαν να δεχθούν επισκέψεις τρίτων προσώπων.
Η απάντηση των ειδικών είναι αρνητική με μικρές μόνο εξαιρέσεις.
Ο καθηγητής επιδημιολογίας και βιοστατιστικής στην Σχολή Δημόσιας Υγείας, του Πανεπιστημίου της Τζόρτζια, Τζάστιν Μπαλ, θεωρεί πως, «θα μπορούσε να γίνει αν και δυστυχώς αυτό δημιουργεί ταυτόχρονα προϋποθέσεις για κατάχρηση».
«Αν έχει να κάνει με οικογένειες, που θα βοηθήσει στην φροντίδα των παιδιών καθώς οι γονείς δουλεύουν και βέβαια έχουν ακολουθήσει τον κανόνα του μένουμε σπίτι όλο αυτό το διάστημα, υπάρχει τότε το περιθώριο εφαρμογής της επαφής με άλλους ανθρώπους».
Η Κέλι Χιλς, από την εταιρεία Rogue Bioethics συμφωνεί και εκείνη στην συνύπαρξη δύο οικογενειών κάτω από την ίδια στέγη, σε μεμονωμένες περιπτώσεις.
Ας εξετάσουμε μία μονογονεϊκή οικογένεια, που ο γονιός εργάζεται ενώ έχει δύο παιδιά κάτω των 15 ετών.
«Ας πούμε πως πρέπει να εργαστείτε και έχετε μία φίλη με μονογονεική οικογένεια, με παιδιά της ίδια ηλικίας, μπορεί τότε να φιλοξενηθούν στο σπίτι της, ούτως ώστε να επιστρέψετε στην δουλειά σας. Είναι ένα ρίσκο αλλά με κάποιο σημαντικό όφελος».
Πάντως τονίζουμε και πάλι πως το καλύτερο θα ήταν να μην αφήνουμε άλλους να έρχονται στο σπίτι μας και να σπάμε την καραντίνα στην οποία βρισκόμαστε.
Εξετάζουμε τους κινδύνους που διατρέχουμε όταν ερχόμαστε σε επαφή με τρίτα πρόσωπα
Πρέπει να το σκεφτούμε καλά ποιους θα βάλουμε σε κίνδυνο στην περίπτωση που σπάσουμε την καραντίνα του σπιτιού μας, την ώρα μάλιστα που οι αρχές συνιστούν σε όλους, να αντιμετωπίζουμε τον κορονοϊό, σα να έχουμε εκτεθεί σε αυτόν.
Αν υπάρχει κάποιος στο σπίτι με θέματα υγείας, όπως άσθμα ή είναι άνω των 60 ετών, τότε σίγουρα δεν σπάμε την καραντίνα, μας λέει η Κέλι Χίλς. Μία ακόμα πολύ σημαντική παράμετρο που πρέπει να εξετάσουμε, συνεχίζει, είναι τι είδους εργασία κάνει το άτομο με το οποίο θα έρθουμε σε επαφή και τι κινδύνους δημιουργεί αυτή σε σχέση με τον κορονοϊό.
«Ετσι αν ο ένας έχει έρθει σε επαφή με 100 άτομα, λόγω του ύφους της εργασίας του και ο άλλος με τέσσερα, τότε αυτομάτως ο κίνδυνος για την εξάπλωση του κορονοϊού είναι πολύ μεγαλύτερος», υποστηρίζει η Χίλ.
Οσο αυξάνεται η έκθεση μας εκτός σπιτιού, τόσο πιο επικίνδυνος γίνεται ο COVID-19 για τα υγιή άτομα. Αν μάλιστα υπάρχουν στο σπίτι άτομα «υψηλού κινδύνου», τότε το σπάσιμο της καραντίνας μπορεί να αποβεί καταστροφικό.
«Δεν είναι ασφαλές όταν υπάρχουν στο σπίτι άτομα ”υψηλού κινδύνου”. Είναι μεγάλο το ρίσκο», μας λέει ο Μπαλ.
Αυξάνουμε τα μέτρα προστασίας μέσα στο σπίτι μας
Το να κρατάμε αποστάσεις ή ακόμα και να μην έχουμε επαφή με άτομα που μένουμε μαζί είναι πολύ δύσκολο, αλλά γι′ αυτές τις οικογένειες με άτομα που είναι ευκολότερο να προσβληθούν από τον ιό, τα μέτρα ασφαλείας μέσα στο σπίτι οφείλουν να είναι αυστηρότερα και σχολαστικότερα, είναι η άποψη της Χιλ.
Αν υπάρχει κάποιος στο σπίτι με υψηλό δείκτη έκθεσης στον κορονοϊό, λόγω του είδους εργασίας που κάνει, τότε δεν πρέπει να έρχεται σε επαφή με άτομα που χρειάζονται βοήθεια. Πρέπει να μένει σε ξεχωριστό δωμάτιο, να μην μοιράζεται - όσο αυτό είναι εφικτό - τους κοινόχρηστους χώρους του σπιτιού και βέβαια θα πρέπει να γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα απολύμανση και καθαριότητα, προκειμένου να αποφευχθεί η μόλυνση, είναι οι οδηγίες του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), των Ηνωμένων Πολιτειών.
«Κανονικά για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε κάποιον που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τον εαυτό του, πρέπει να έχουμε απαραιτήτως χαμηλό δείκτη έκθεσης στον ιό. Μόνο σε περίπτωση που δεν υπάρχει άλλος τρόπος, είναι αποδεκτό να σπάσουμε την καραντίνα και να επιτρέψουμε σε τρίτο πρόσωπο να εισέλθει στο χώρο μας», εξηγεί η Χιλ.
Ακολουθούμε πρωτόκολλο ασφαλείας όταν σπάμε την καραντίνα
«Αν πρέπει οπωσδήποτε να βάλουμε κάποιον στο σπίτι μας, τότε εξετάζουμε την κατάσταση υγείας όλων των μελών με τα οποία μένουμε», μας λέει η Χιλ.
Αν κάποια άτομα είναι άρρωστα, είτε παρουσιάζουν συμπτώματα του COVID-19 είτε έχουν βρεθεί θετικά στον ιό, θα πρέπει πρώτα να μείνουν σε απομόνωση για τουλάχιστον 14 ημέρες και κατόπιν να πάρουν «εξιτήριο», από το γιατρό τους. Αν κάποιος έχει εκτεθεί στον ιό, ανεξάρτητα από την παρουσία συμπτωμάτων, θα πρέπει επίσης να μείνει σε καραντίνα για δύο εβδομάδες.
Επίσης, ακόμα και υγιείς να είμαστε, ακολουθώντας τον κανόνα «μένουμε σπίτι» ενώ κρατάμε και τις αποστάσεις ασφαλείας, καλό θα ήταν να μπούμε σε ολοκληρωτική καραντίνα για 14 μέρες πριν ανοίξουμε το σπίτι μας σε τρίτους και αφού έρθουμε σε συνεννόηση με τον γιατρό μας.
Θα πρέπει να κρατάμε τις αποστάσεις ασφαλείας ανάμεσα μας ενώ θα υπάρχουν αυστηροί κανόνες στο πότε βγαίνουμε από το σπίτι για τις αγορές ειδών πρώτης ανάγκης.
Εν κατακλείδι, το σπάσιμο της καραντίνας και η πρόσβαση τρίτων προσώπων στο σπίτι μας δεν είναι καλή ιδέα. Δεν είναι κάτι που κάνουμε αυτό τον καιρό. Μόνο σε πολύ ιδιαίτερες περιπτώσεις και εφόσον είναι απόλυτη ανάγκη, αλλά πάντα ακούμε την συμβουλή ενός γιατρού.
Ας φερθούμε έξυπνα, προφυλάσσοντας τους εαυτούς μας.
Πολίτες που ανησυχούν ότι πάσχουν από λοίμωξη του αναπνευστικού (πυρετό ή/και βήχα ή/και δύσπνοια) και ήρθαν σε επαφή με πιθανό ή επιβεβαιωμένο κρούσμα ή έχουν ιστορικό ταξιδιού σε πληττόμενες χώρες θα πρέπει να επικοινωνούν με τον ΕΟΔΥ στο τηλ. 1135.
Προσοχή: Δεν θα πρέπει να επισκέπτονται ιδιωτικά ιατρεία, εφημερεύοντα νοσοκομεία, εξωτερικά ιατρεία κ.λπ. Ο ΕΟΔΥ θα μεριμνήσει για την διακομιδή τους σε νοσοκομεία αναφοράς του κορονοϊού. Χρήσιμες πληροφορίες εδώ.