Το πώς να μη γίνεσαι χαλί να σε πατήσουν είναι ένα θέμα το οποίο έχω δουλέψει με πάρα πολλούς από τους coachees μου. Πολλοί άνθρωποι με πολύ υψηλό επίπεδο, με φοβερές γνώσεις, φοβερή μόρφωση αντιμετωπίζουν το συγκεκριμένο ζήτημα.
Είναι κάτι το οποίο έχω δουλέψει εγώ πάρα πολύ στον εαυτό μου, οπότε ξέρω πόσο δύσκολο είναι να το αναπτύξεις και είναι κάτι που δε μας έχει μάθει κανένας, φυσικά, στο υπέροχο σχολείο όπου αποκτήσαμε όλες αυτές τις ωραίες γνώσεις. Κανένας δε μας έχει βοηθήσει στο να βάζουμε όρια. Να βάζουμε όρια, να βάζουμε μια τέλεια σε καταστάσεις.
Πώς, λοιπόν, και γιατί να βάζουμε όρια; Κάποιος ο οποίος οριοθετεί τα όριά του σημαίνει ότι λέει την αλήθεια του, λέει αυτό που αισθάνεται, βάζει όρια με αυτοπεποίθηση και ειλικρίνεια χωρίς να είναι επιθετικός.
Τώρα το «χωρίς να είναι επιθετικός» να πω πως είναι πολύ καλό να το λέμε. Παρ’ όλα αυτά, είναι σημαντικό να γνωρίζεις ότι είναι λογικό, από τη στιγμή που θα αρχίσεις να εκπαιδεύεσαι, να ξεφύγεις λίγο.
Όπως όταν μαθαίνουμε να παρκάρουμε, δε γνωρίζουμε από την αρχή πώς να το κάνουμε σε έναν στενό χώρο και πάμε μπροστά, πίσω. Έτσι και όταν μαθαίνουμε έναν νέο τρόπο αντιμετώπισης των πραγμάτων, είναι φυσιολογικό να μην είμαστε άψογοι στο χειρισμό μας από την αρχή. Είναι οκέι αυτό. Είναι μια συμπεριφορά, λοιπόν, η οριοθέτηση των ορίων, που δε μας την έχουν μάθει πουθενά, δεν την έχουμε διδαχτεί πουθενά, και είναι πάρα πολύ φυσιολογικό, από τη στιγμή που θα αρχίσεις, ύστερα από αυτά που θα πούμε, όταν θα αρχίσεις να την εφαρμόζεις, στην αρχή να μην είσαι, όπως είπαμε, απόλυτα ευγενής. Και είναι οκέι αυτό.
Δηλαδή, όταν πηγαίνουμε από το ένα άκρο στο άλλο, είναι απόλυτα φυσιολογικό κάποιες φορές να χάνουμε την «μπάλα». Θα ζήσεις με αυτό και κάποιες φάσεις θα τα χάσεις, μπορεί και να γίνεις αγενής ώσπου να φτάσεις σε ένα σημείο όπου να μπορείς να το ισορροπείς και να βάζεις με έναν υγιή και ήρεμο τρόπο το όριό σου.
Το να βάζω όρια, λοιπόν, συνδέεται με την αυτοεκτίμηση. Και, ουσιαστικά, δε γίνομαι ένα χαλί για να με πατήσουν. Είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος ξέρει να διακοινωνεί τα θέλω του και αυτό που αισθάνεται με έναν υγιή και όμορφο τρόπο, με σεβασμό, πρώτα από όλα για τον ίδιο μου τον εαυτό, αλλά ύστερα και για τους άλλους ανθρώπους.
Πάρα πολλοί από εμάς έχουμε γεννηθεί με το φοβερό και τρομερό σύνδρομο του καλού παιδιού: να είμαστε καλά παιδιά, να μην εκνευρίζουμε, να μη στεναχωρούμε τους άλλους, να μη λέμε όχι. Και για να έχεις μια ζωή την οποία θα ζήσεις ακριβώς όπως θέλεις εσύ, μια ΕΥ ΖΗΝ ΤΩΡΑ ζωή, δεν μπορείς να επιβιώσεις αν έχεις το σύνδρομο του καλού παιδιού. Αν δεν μπορούμε να πούμε όχι με έναν υγιή τρόπο, αν δεν μπορούμε να βάλουμε το όριο και να πούμε σε κάποιον «Αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή εμένα δε μου αρέσει, δε με εξυπηρετεί ή δε με ενδιαφέρει» (πρόσθεσε ό,τι άλλο θέλεις), δε θα μπορέσουμε ποτέ να ζήσουμε με αυτό τον τρόπο ευτυχισμένοι.
Αν έχουν το σύνδρομο του «να μη στεναχωρήσω κάποιον, το σύνδρομο του «να καταφέρω να τους έχω όλους ευχαριστημένους», «να με αγαπούν όλοι», επειδή πραγματικά δε γίνεται να σε αγαπούν όλοι, δεν μπορούν όλοι να μας αποδέχονται όπως είμαστε. Τη στιγμή που θα το πάρουμε απόφαση, θα έχει γίνει ένα πολύ μεγάλο βήμα αποδοχής προς τον ίδιο μας τον εαυτό.
Οι περισσότεροι από εμάς ζούμε μέσα από τη ζωή των άλλων. Ζούμε κάνοντας πράγματα για τους άλλους διαρκώς, μπαίνουμε σε μια διαδικασία να λέμε συνέχεια ναι, να κάνουμε συνέχεια πράγματα που είναι μόνο για τους άλλους και εξυπηρετούν μόνο τους άλλους. Σε προσωπικό επίπεδο, εξυπηρετούμαστε και εμείς.
Πώς; Με το να θέλουμε να τους κρατάμε όλους ευχαριστημένους και για να τους χρεώνουμε κάθε φορά που δε μας κάνουν το χατίρι.
Το αποτέλεσμα είναι ότι στο τέλος εκνευριζόμαστε μαζί τους. Εκνευριζόμαστε επειδή οι άλλοι δεν αντεπεξέρχονται σε αυτό που θέλαμε εμείς να αντεπεξέλθουν. Και μετά αναρωτιόμαστε γιατί δε συμπεριφέρονται με τον τρόπο που θέλουμε εμείς.
Τζιλ Δούκα, MBA, PCC
Κάνε την εγγραφή σου για να λάβεις δωρεάν τις πρώτες 40 σελίδες του best seller Ευ Ζην Τώρα εδώ: https://bit.ly/2OwQKVz