ΝΥ Times: Tο σάντουιτς από φρούτα που είναι μεταξύ γλυκού κι αλμυρού και σερβίρεται στο Μανχάταν

Mοιάζει με επιδόρπιο, αλλά δεν είναι, ή τουλάχιστον δεν είναι ακριβώς.
Σάντουιτς με φρούτα
instagram.com/sandoishii
Σάντουιτς με φρούτα

Οπως αναφέρει η αρθρογράφος των New York Times, Λιγκάγια Μίσαν, την πρώτη άνοιξη της πανδημίας, με τον κόσμο μας να έχει συρρικνωθεί στα όρια του διαμερίσματός μας, ο σύζυγός μου παρήγγειλε τρεις ντουζίνες μάνγκο Ataulfo. Η συγκομιδή τους έγινε στο Μεξικό, έφτασαν τυλιγμένα σε ένα απαλό, πράσινο χαρτί και βουτήχτηκαν πρώτα στο λεμόνι και μετά στο βούτυρο. Κάθε πρωί η κουζίνα φαινόταν πιο φωτεινή... Ωρίμασαν αργά και όλα μονομιάς, και στο τέλος τρώγαμε ο καθένας από δύο την ημέρα, σχεδόν ζαλισμένοι, με τα μοσχομυριστά μάνγκο να παραδίδονται στο ουρανίσκο μας σαν παγωτό.

Από τα βοτανικά δώρα του κόσμου, τα φρούτα είναι σίγουρα τα πιο πληθωρικά στην απόλαυσή τους. Αλλά το φρούτο μπορεί να απογοητεύσει πολύ αν δεν πληρεί την παραπάνω συνθήκη, αναφέρει στο άρθρο της. Και συνεχίζει:

Θέλω να δαγκώσω ένα μήλο και να σκεφτώ τον αέρα του βουνού τόσο καθαρό και «κοφτερό» που θα μπορούσε να σε «κόψει». Ονειρεύομαι μια φράουλα σαν μια μικρή καρδιά, βαριά και γεμάτη, το ακαταμάχητο κόκκινο της μια απόδειξη επαγρύπνησης... Λαχταρώ ηλιόλουστα ροδάκινα και πορτοκάλια που έχουν πραγματικό βάρος στο χέρι και βατόμουρα στο χρώμα του βαθέως ωκεανού. Ζώντας στη Νέα Υόρκη, ωστόσο αυτό που παίρνω, τις περισσότερες φορές, είναι φρούτο που (απλώς) είναι μια χαρά. Γεμάτο θρεπτικά συστατικά και αρκετά γλυκό. Δεν μπορούμε όλοι να ζούμε σε κλίματα που δοξάζουν την φρουτοπαραγωγή. Και έτσι στο σπίτι τείνω να τρώω φρούτα χωρίς ιδιαίτερη λατρεία γι′ αυτό που κάνω ή χαρά.

Δεν ήμουν προετοιμασμένη, λοιπόν, για αυτό το θαύμα που είναι το σάντουιτς με φρούτα. Δεν ήξερα καν ότι υπήρχε κάτι τέτοιο μέχρι που το είδα πριν από μερικά χρόνια στο μενού ενός μικροσκοπικού ιαπωνικού καφέ στο Lower East Side, που τότε διοικούσε ο Γιουντάο Καναγιάμα, ένας ντόπιος της νήσου Χοκκάιντο της Ιαπωνίας. Ήρθε στο τραπέζι πάνω σε κερωμένα φύλλα, όχι ως ένα φινετσάτο σάντουιτς (συνοδευτικό του) τσαγιού που μπορούσα να κρατήσω μόνο με τις άκρες των δακτύλων μου, αλλά ως δύο τρίγωνα παχιά σαν κέικ που έγερναν προς τα πάνω για να δείξουν το εσωτερικό τους: παχιές φράουλες, μια χρυσή σφαίρα από ροδάκινο και πράσινο ακτινίδιο με μαύρα «αποσιωπητικά» σπόρων.

Το φρούτο τυλίχθηκε σε σαντιγί ανακατεμένο με γιαούρτι για περισσότερο «σώμα». Στα Ιαπωνικά, η υφή ονομάζεται fuwa-fuwa, αφράτη σαν σύννεφο. Συνοδεύτηκε από φέτες ψωμιού shokupan χωρίς κόρα - ο λόγος για μαλακό ψωμί γάλακτος που βυθίζεται και αναπηδά ευχάριστα, θυμίζοντας το λαχταριστό λευκό ψωμί της αμερικανικής παιδικής ηλικίας, αλλά πιο πλούσιο και πιο ανθεκτικό.

Στην Ιαπωνία, ένα νησιωτικό έθνος όπου η γη για καλλιέργειες είναι περιορισμένη, τα φρούτα αντιμετωπίζονται ως πολυτέλεια.

Ο Καναγιάμα, ένας εστιάτορας που επέζησε της πανδημίας χτίζοντας «θολά» διαχωριστικά τραπεζιών από πλεξιγκλάς και εξωτερικά μικρά σπιτάκια για φαγητό για άλλα εστιατόρια (στα δικά του ακίνητα στο κέντρο του Μανχάταν περιλαμβάνονται το Izakaya NYC και ο Dr Clark), ανέπτυξε την εκδοχή του από αναμνήσεις ενός σάντουιτς στη γενέτειρά του το Σαππορό, πρωτεύουσα της Χοκάϊντο. Αυτές τις μέρες το φτιάχνει με μασκαρπόνε αντί με γιαούρτι για να του δώσει έξτρα κρεμώδη υφή.

Το σάντουιτς με φρούτα μοιάζει με επιδόρπιο, αλλά δεν είναι, ή δεν είναι ακριβώς. Ταυτόχρονα, μπερδεύει τις δυτικές αντιλήψεις για το τι πρέπει να είναι ένα σάντουιτς. Ένας φίλος στον οποίο προσπάθησα να το εξηγήσω το απέρριψε: Γιατί ψωμί; Γιατί να μην τρώμε απλά φρούτα με κρέμα; Αλλά αυτή είναι η διασκέδαση, είπα. Το ψωμί πλαισιώνει τα φρέσκα φρούτα ως συστατικό με έναν τρόπο που σπάνια το κάνουν τα αλμυρά πιάτα, γεγονός που το καθιστά νέο. Παίρνει ό,τι θα μπορούσε διαφορετικά να είναι ad hoc (ένα ροδάκινο που τρώγεται πάνω από το νεροχύτη, μια μπανάνα που αρπάζεις καθ′ οδόν προς το μετρό) και το οργανώνει σε ένα τακτοποιημένο πιάτο από μόνο του — ένα υπέροχο μικρό γεύμα που το νιώθεις λίγο παράνομο, σαν για μια στιγμή στην διάρκεια της οποίας δεν υπάρχουν κανόνες.

ΠΗΓΗ: nytimes.com