Η ανασυγκρότηση του αστικού και περιφερειακού δομημένου περιβάλλοντος για την προώθηση της ατομική και συλλογικής καλής υγείας, ευεξίας και ευημερίας («well-being») σταδιακά αναγάγεται σε κορυφαία προτεραιότητα παγκοσμίως.
Αυτή η αυξανόμενη τάση, εμφανής και στους 17 Στόχους της Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών [1], φαίνεται να έχει σημαντική επιρροή στην διαμόρφωση και ανάπτυξη του real estate. Αυτή η επιρροή εκφράζεται κυρίως μέσω του «design», κατανοητό ως εκ των βασικών παραγόντων δημιουργίας αξίας στη διαδικασία ανάπτυξης ακινήτων, και αντιληπτό υπό το πρίσμα όλων των διαστάσεων του δομημένου περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένου του αστικού, της αρχιτεκτονικής, του εσωτερικού σχεδιασμού και του βιομηχανικού σχεδιασμού.
Στο πλαίσιο αυτό, μια νέα έρευνα [2] από ομάδα επιστημόνων του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου και συγκεκριμένα του πιστοποιημένου από το Royal Institution of Chartered Surveyors Μεταπτυχιακού στην Εκτίμηση και Ανάπτυξη Ακινήτων, έρευνα η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα από το διεθνές επιστημονικό περιοδικό Urban Science, καταχωρημένο στην υψηλού κύρους βάση δεδομένων Web of Science, μελετά σε βάθος αυτό το περίπλοκο και διεπιστημονικό ζήτημα.
Προκειμένου να αποσαφηνιστεί ο αντίκτυπος του βιώσιμου «design» στο real estate στο «well-being», χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα που συλλέχθηκαν μέσω έρευνας. Η ανάλυσή τους πραγματοποιήθηκε με την μέθοδο μοντελοποίησης μερικών ελαχίστων τετραγώνων μέσω δομικών εξισώσεων. Τα αποτελέσματα αναδεικνύουν την θετική συσχέτιση μεταξύ των στοιχείων βιώσιμου «design» και των πτυχών του «well-being».
Πιο συγκεκριμένα, η ανάλυση επαληθεύει καταρχάς την θετική επίδραση του χώρου στην ψυχική υγεία του ανθρώπου. Η μελέτη επιβεβαιώνει ότι συγκεκριμένα στοιχεία του βιώσιμου «design», όπως ο φυσικός φωτισμός, οι υφές των υλικών, κ.ά., μπορούν να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό την διάθεση και την αποδοτικότητα. Επιπλέον, σύμφωνα με την έρευνα, η συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος συνδέει το «well-being» με το βιώσιμο «design» και δηλώνει προτίμηση σε χώρους και κτίρια που ακολουθούν αυτήν την φιλοσοφία και τάση.
Τα ευρήματα της έρευνας θεωρούνται σημαντικά, καθώς καλύπτουν ένα σημαντικό κενό στην παγκόσμια επιστημονική βιβλιογραφία. Ταυτόχρονα, υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα ανακατεύθυνσης του επαγγελματικού real estate προς την κατεύθυνση της βιωσιμότητας. Όλοι οι εμπλεκόμενοι οφείλουν να κατανοήσουν σε βάθος αυτήν την σχέση και να ευθυγραμμιστούν με τις νέες τάσεις. Το real estate οφείλει να κάνει στροφή στη βιωσιμότητα και τα σύγχρονα κτίρια πρέπει να σχεδιάζονται, ακολουθώντας τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης.
1 Μητούλα, Ρ. (2021). Βιώσιμη Ανάπτυξη. Το ιστορικό και η εφαρμογή των 17 Στόχων. Η ανάγκη για τη δημόσια συμμετοχικότητα. Στο Σερράος Κ. (Επ.), 26 κείμενα για τη μελέτη και το σχεδιασμό της πόλης. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου - Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Πολεοδομία και Χωροταξία. http://www.arch.ntua.gr/wp-content/uploads/2022/02/02_26_keimena_DPMS.pdf
2 Cortesi, A., Vardopoulos, I., & Salvati, L. (2022). A partial least squares analysis of the perceived impact of sustainable real estate design upon wellbeing. Urban Science, 6(4), 69. https://doi.org/10.3390/urbansci6040069
H Άννα Κορτέση είναι Σύμβουλος Ευεξίας, με Μεταπτυχιακό στην Εκτίμηση και Ανάπτυξη Ακινήτων (MSc) με έμφαση στους χώρους που προσφέρουν έμμεσα οφέλη στην υγεία και ευεξία. Εργάζεται ως Διαιτολόγος (BSc) και Κλινικός Διατροφολόγος (MSc) και ασχολείται με θέματα όπως η βιώσιμη ανάπτυξη στη διατροφή και τάσεις που προωθούν την ολιστική ευεξία και την καλύτερη υγεία.