«Νέα» πρόσωπα, ίδια λάθη;

Μια ανάλυση για τους «νέους άρχοντες» της Ε.Ε.
Vincent Kessler / Reuters

Η πολιτική διελκυστίνδα που έλαβε χώρα τις τελευταίες εβδομάδες στις Βρυξέλλες φέρεται να ολοκληρώθηκε επιτυχώς (;) το απόγευμα της περασμένης Τρίτης (02/07). Ύστερα από έναν μαραθώνιο πολύωρων διασκέψεων, έντονων διαπραγματεύσεων και ανατροπών, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ο κατεξοχήν διακυβερνητικός θεσμός της Ένωσης, κατέληξε στους επικρατέστερους υποψηφίους για να επωμιστούν τα τέσσερα από τα πέντε (με εξαίρεση τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) για την επόμενη πενταετία πόστα. Στην πραγματικότητα, απεδείχθη ότι επρόκειτο για ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας.

Για την υποψηφιότητα της Ούρσουλα φον ντερ Λέιε ως πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κριτήριο δεν αποτέλεσε η πολιτική της σταδιοδρομία ή η εμπειρία της στα Ευρωπαϊκά ζητήματα, αλλά η πολιτική αποζημίωση της Γερμανίας, μετά την απόρριψη του εκλεκτού της καγκελαρίου Μέρκελ για την Επιτροπή, Μάνφρεντ Βέμπερ. Παράλληλα, παρουσιάστηκε και ως υποχώρηση προς τις χώρες του Βίζεγκραντ, που επέβαλαν βέτο στην επικρατέστερη μέχρι πρότινος εναλλακτική, τον Σοσιαλδημοκράτη, Φρανς Τίμμερμανς ο οποίος, από τη θέση του αντιπροέδρου, είχε ασκήσει δριμύτατη κριτική στις χώρες αυτές για τις πολλαπλές παραβιάσεις του κράτους δικαίου στο εσωτερικό τους.

Παρά το γεγονός ότι η διαφαινόμενη εκλογή της Γερμανίδας Υπουργού Αμύνης θα σημάνει την πρώτη φορά που μια γυναίκα τοποθετείται στο κορυφαίο αξίωμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο θετικός αυτός συμβολισμός επισκιάζεται τόσο από τις παρασκηνιακές μεθοδεύσεις που οδήγησαν στην επιλογή της, όσο και από το διόλου πειστικό πολιτικό της βιογραφικό στη Γερμανία.

Κοινό μυστικό εντός Γερμανίας είναι το γεγονός ότι αποτελούσε την πλέον αδύναμη πολιτικά υπουργό της τωρινής Γερμανικής κυβέρνησης. Υπουργός Άμυνας από το 2014 και άτομο εμπιστοσύνης του τέως Υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο απολογισμός της στο εν λόγω υπουργείο προξενεί προβληματισμούς. Αποτελεί γενική ομολογία άσπονδων φίλων (μερίδα μελών του CDU) και εχθρών (αντιπολίτευση) ότι η κατάσταση των - ούτως ή άλλως περιορισμένων μεταπολεμικά - γερμανικών ενόπλων δυνάμεων θυμίζει περισσότερο αναπτυσσόμενη χώρα παρά κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ και πόσω μάλλον την πρώτη οικονομία της Ευρωζώνης. Ελικόπτερα, αεροσκάφη, υποβρύχια κλπ έχουν περιέλθει σε αχρηστία, με την ίδια να αρκείται απλά στο να επικρίνει τους προκάτοχους της.

O επικεφαλής της Επιτροπής, οφείλει να εκφράζει πνεύμα συναίνεσης, να αποφεύγει μεροληπτικές στάσεις και δηλώσεις καθώς και να αντιτίθεται σε ισχυρούς εθνικούς συνασπισμούς εφόσον αυτοί πλήττουν μακροπρόθεσμα την Ένωση. Παρά τα ελαττώματα του, ο Γιούνγκερ την περασμένη πενταετία συγκρούστηκε αρκετές φορές ανοικτά με εθνικά συμφέροντα, ακόμη και αν εκπροσωπούσαν την καθεστηκυία τάξη που τον ανέδειξε. Μπορεί να φανταστεί άραγε κανείς την ντερ Λέιε να ορθώνει ανάστημα στη Γερμανία;

Η επιλογή της Κριστίν Λανγκάρντ ως Διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, συνεπάγεται και την πολιτικοποίηση του θεσμού. Περισσότερο επαγγελματίας πολιτικός παρά τεχνοκράτης, παρά τα αδιαμφισβήτητα προσόντα της, έχει συνδεθεί με τη χειρότερη ίσως περίοδο στην ιστορία του ΔΝΤ.

Επιπρόσθετο προβληματισμό θα πρέπει να προξενεί το γεγονός ότι η προτεινόμενη σύνθεση δεν αντανακλά επαρκώς τις αναδυόμενες τάσεις και τους νέους πολιτικούς συσχετισμούς ισχύος εντός Ε.Ε., όπως τουλάχιστον διαμορφώθηκαν από τις εκλογές της 26ης Μαΐου, όπου έφεραν στο προσκήνιο εναλλακτικές φεντεραλιστικές δυνάμεις. Μπορεί η άνοδος των ακροδεξιών ευρωσκεπτικιστκών να συγκέντρωσε τη μεγαλύτερη προσοχή, ωστόσο, την ίδια ώρα απο το φιλοευρωπαϊκό φάσμα, ραγδαία άνοδο σημείωσαν φιλελεύθεροι (ALDE) και Πράσινοι (Greens). Παραδόξως, παρά τις αντίρροπες αυτές τάσεις, από τη μια προς βαθύτερη ενοποίηση και από την άλλη προς την επιστροφή στην εθνική περιχαράκωση, το μήνυμα ήταν ενιαίο: Ο κυρίαρχος κορμός που αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης μεταπολεμικά, η Κεντροδεξιά (EPP) και η Κεντροαριστερά (SD) τελεί υπό σοβαρή αμφισβήτηση - με την εξαίρεση Ελλάδας και Ισπανίας.

Η απόφαση της Τρίτης όχι μόνο αδυνατεί να συμμεριστεί την ανάδυση νέων φιλοευρωπαϊκών σχημάτων, αντιθέτως, είναι άλλο ένα σύμπτωμα του διακυβερνητικού αυτισμού των κρατών που βρίσκονται στον πυρήνα της Ένωσης, με μπόλικη δόση ελιτίστικης αλαζονείας.

Αδιαμφισβήτητα, ο παραμερισμός του καθιερωμένου θεσμού του Spitzenkandidaten χάριν, όχι κάποιας ριζοσπαστικότερης λύσης, αλλά της μυστικής διπλωματίας, αποτελεί πλήγμα για την ευρωπαϊκή δημοκρατία, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου η Ένωση εξακολουθεί να περνά κρίση νομιμοποίησης, με χαρακτηριστικότερο γνώρισμα την αδιαφάνεια.

Το γεγονός ότι ο μέσος όρος ηλικίας των τεσσάρων εκ των πέντε (εξαιρουμένου του Προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου) ξεπερνά τα 60 έτη, είναι ίσως ακόμη ένας συμβολισμός. Ο δε, Βέλγος πρωθυπουργός Σάρλ Μισέλ, ηγείται από τον περασμένο Σεπτέμβρη μιας προσωρινής κυβέρνησης μειοψηφίας, μετά την παράλυση του κυβερνητικού συνασπισμού του. Η τοποθέτησή του στη θέση του Τούσκ, φαντάζει με πρόωρη πολιτική σύνταξη. Η εμπειρία του βέβαια ως γεφυροποιού και μεσολαβητή στην ίδια του τη χώρα μεταξύ συγκρουόμενων συνασπισμών ως πρωθυπουργός, αφήνει περιθώρια για περισσότερη αισιοδοξία.

Σχολιασμού επίσης χρίζει το γεγονός ότι οι προτεινόμενοι για τα προαναφερθέντα πόστα προέρχονται απο τη Δυτική Ευρώπη. O Nότος εκπροσωπείται προς το παρόν μόνο στο πρόσωπο του Ισπανού Joseph Borrell, πολύπειρου πολιτικού με θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο και Υπουργού Εξωτερικών της Ισπανίας. Η επιλογή αυτή «χρυσώνει το χάπι» στον ανεβασμένο Ισπανό Πρωθυπουργό, Πέδρο Σάντσεθ, που είχε υποστηρίξει με θέρμη την επιλογή Τίμμερμανς. Ασχέτως των εξαιρετικών διαπιστευτήριων του εν λόγω υποψηφίου για τη διαδοχή της Μογκερίνι, το κοντόφθαλμο πολιτικό παζάρι των προηγούμενων ημερών, φαίνεται να παρέλειψε το γεγονός ότι η Ισπανία είναι ένα από τα πέντε κράτη-μέλη που δεν αναγνωρίζουν επίσημα το Κόσοβο. Μια από τις κυριοτέρες υποθέσεις που θα κληθεί να διαχειριστεί ο Ύπατος Εκπρόσωπος θα είναι φυσικά και οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τα Δυτικά Βαλκάνια και κατά κύριο λόγο η διαμεσολάβηση μεταξύ Κοσόβου και Σερβίας. Μικρές λεπτομέρειες.

Σε έναν κόσμο που βιώνει ραγδαίες εξελίξεις, επιταχυνόμενες σε μεγάλο βαθμό από τη παγκοσμιοποίηση, η Ε.Ε καλείται να αντιμετωπίσει σωρεία προκλήσεων, εξωτερικών και εσωτερικών: Την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, τον σταδιακό απογαλακτισμό από τις ολοένα και πιο εσωστρεφείς Ηνωμένες Πολιτείες, την εμπορική επέκταση της Κίνας εντός της Ένωσης, καθώς φυσικά και τις διαβρωτικές τάσεις στο εσωτερικό της με την άνοδο ανελεύθερων δημαγωγών εντός της επικράτειας της και την εσωστρέφεια που αυτοί ευαγγελίζονται. Αν η απάντηση σε αυτές τις -μερικές μόνο- προκλήσεις είναι ο ασυνείδητος καιροσκοπισμός και η εφαρμογή ίσων αποστάσεων, τότε θέμα χρόνου είναι μέχρι να προκύψει και ο επόμενος ‘’Σαλβίνι’’.

Δημοφιλή